«Η εκπαίδευση σημαίνει σήμερα δαμάζω, εκπαιδεύω, εξημερώνω. Έχει μια και μόνο πολύ συγκεκριμένη ιδέα και θέληση, να κάνει τα παιδιά να συνηθίσουν στην υπακοή, να πιστεύουν και να σκέφτονται ακολουθώντας τα κοινωνικά δόγματα που επικρατούν. Δεν ενδιαφέρεται να υποστηρίξει την αυθόρμητη ανάπτυξη των ικανοτήτων του παιδιού, δεν το αφήνει ελεύθερο να αναπτύξει τις φυσικές του ανάγκες, τις πνευματικές και ηθικές. Πρόκειται μόνο να τους επιβάλει μια συγκεκριμένη σκέψη έτσι ώστε να διατηρηθεί για πάντα το σημερινό καθεστώς, θέλει να δημιουργήσει ένα άτομο στενά προσαρμοσμένο στον κοινωνικό μηχανισμό. Επαναλαμβάνω, το σχολείο δεν είναι τίποτα άλλο από ένα όργανο καταπίεσης στα χέρια των κυβερνώντων. Αυτοί δεν θέλησαν ποτέ την ανύψωση του ατόμου, αλλά τις υπηρεσίες του, γι’ αυτό είναι μάταιο να ελπίζεις στα κατασκευασμένα από την εξουσία σχολεία» (F. Ferrer).
Αν και ο F. Ferrer αναφέρεται στο μαζικό εκπαιδευτικό σύστημα της Ισπανίας 100 χρόνια πριν, μπορεί κανείς να παρατηρήσει την επικαιρότητα και τη διαχρονικότητα των λεγόμενών του, και συνεπώς την αντιστοιχία με το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα όχι μόνο ενός κράτους αλλά και όλων των «ανεπτυγμένων» κρατών. Στις σημερινές κοινωνικές περιστάσεις έχουμε τη φτωχοποίηση ενός μεγάλου εγγράμματου και εκπαιδευμένου κομματιού της κοινωνίας, το οποίο ναι μεν είναι φορέας της γνώσης που κατάφερε να ξεκλέψει απ’ τις αίθουσες της πλήξης, απ’ την άλλη μια καπιταλιστική δομή που επιτίθεται υποχρεώνοντάς το να σκύψει το κεφάλι σιωπηλά σε κάποιο αφεντικό. Σε αυτό ακριβώς το σημείο πρέπει να στηθεί το οδόφραγμα της αυτοοργάνωσης της παιδείας με σκοπό την απελευθέρωση του ατόμου μέσα απ’ αυτήν. Μια δυνατή γροθιά σ’ ένα σύστημα που απαγορεύει στους δασκάλους να διδάσκουν και στους μαθητές να μαθαίνουν, σ’ ένα σύστημα λογοκρισίας, καταστολής της σκέψης, διαφθοράς και διανοητικής σήψης.
Γι’ αυτήν λοιπόν την κεφαλαιοκρατική δικτατορία του σήμερα, η εκπαιδευτική διαδικασία αποτελεί αφενός μια κρατική επένδυση, το βασικό εργαλείο προπαγάνδας και αναπαραγωγής του συστήματος, και αφετέρου έναν μηχανισμό που παράγει εξειδικευμένο εργατικό προσωπικό. Αυτές οι δυο βασικές ανάγκες του, σε συνδυασμό με τα κοινωνικά κεκτημένα, εξανάγκασαν τον καπιταλισμό να υπαναχωρήσει σε ευρείας κλίμακας δημόσια, δωρεάν παιδεία, ελπίζοντας πως μέσα από την υπερεξειδίκευση, τον κατακερματισμό της γνώσης και την προπαγάνδα, το κέρδος θα μετριάζει την καταστροφική επίδραση που έχουν οι μορφωμένες λαϊκές μάζες στην κάθε εξουσία. Όμως, οι κοινωνικοί συσχετισμοί αλλάζουν, και ο καπιταλισμός θεωρώντας ότι τα σημεία των αντιφάσεων και των δογμάτων του γίνονται όλο και περισσότερο εμφανή και τρωτά στα βλέμματα της, έστω και έτσι, εκπαιδευόμενης κοινωνίας, αντεπιτίθεται προστάζοντας το δόγμα: Ιδιωτική παιδεία για λίγους, αυστηρά κατευθυνόμενη από τις εταιρείες γνώση, βλάκες παντού…
Αντίθετα η έρευνα, αυτοοργανωμένη και στηριζόμενη στις κοινωνικές ανάγκες για την επανάσταση και τη βελτίωση των συνθηκών, θα μπορούσε να συντάξει μια βιβλιοθήκη είτε από υπάρχουσες έρευνες που δημοσιεύονται στο ευρύ κοινό, είτε από απαλλοτρίωση αυτών που αποκρύπτονται-ιδιωτικοποιούνται, είτε από διενεργούμενες από κύκλους αυτομόρφωσης. Η θεματολογία αυτών των ερευνών θα μπορούσε να ποικίλει από τη βιολογική γεωργία, την προληπτική ιατρική και την ιατρική, την ψυχολογία (ως μέσο απελευθέρωσης και ολόπλευρης ανάπτυξης του ατόμου και όχι ως εργαλείο χειραγώγησης και υποδούλωσης των ανθρώπων), μέχρι την καταγραφή και μελέτη της νεότερης διεθνούς ιστορίας. Από τις κοινωνικές μελέτες και τη χωροταξία, μέχρι τη στέγαση και τη σίτιση. Έρευνες που θα μπορούσαν να αφορούν το περιβάλλον και τα διεθνή ζητήματα. Η έρευνα είναι αυτή που οδηγεί το άτομο στο να δρα συγκεκριμένα στο συγκεκριμένο, κι αυτή που το προφυλάσσει από τις γενικεύσεις του φασισμού. Η μαθηματική ακρίβεια θα έπρεπε να είναι το ακόνι του επαναστάτη, σε μια κοινωνία που οι αριθμοί αντί να μετρούν ανθρώπινες ανάσες, μετρούν ήχους κερμάτων και κεφάλια φυλακισμένων.
Είναι καιρός να διεκδικήσουμε, με τον λόγο και την πράξη μας να συμβαδίζει, το σχολείο ή καλύτερα, την παιδεία του μέλλοντος. Να σχεδιάσουμε, να μοντελοποιήσουμε, να επιχειρήσουμε να δομήσουμε και να προτείνουμε στην εγκλωβισμένη κοινωνία ένα σύστημα παιδείας που θα διέπεται από το πάθος για την ελευθερία, και που θα αντιστέκεται με όλο του το είναι σε κάγκελα, είτε ορατά είτε αόρατα. Να συνειδητοποιήσουμε ότι «αρκεί μία δράση για να κατορθώσει περισσότερα από όσα χιλιάδες φυλλαδίων», αλλά και ότι «δεν αρκούν λίγα κιλά δυναμίτη για να γκρεμίσουν τους εκμεταλλευτές μας» (Κροπότκιν). Η κρίση της εξουσίας των οικονομικο-πολιτικών αφεντικών, η κρίση αξιών μιας κοινωνίας με μόνες αξίες αυτές του χρηματιστηρίου, και ο διωγμός της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών στον οποίο επιδίδεται το κράτος και το κεφάλαιο, μας καλεί στην εντατικοποίηση του αγώνα, εντείνοντας την αναγκαιότητα για επαναστατικές δομές που θα συνθέτουν τις διαφορετικότητες των προσωπικοτήτων και του τρόπου δράσης και σκέψης όλων των τάσεων του «χώρου», αλλά και του ευρύτερου ελευθεριακού και επαναστατημένου κόσμου. Να βρούμε τον τρόπο που θα κατανοήσουμε καλύτερα τη συμπληρωματικότητα των κομματιών και των τάσεων της επανάστασης, αποσβένοντας όποιες εσωτερικές αντίρροπες δυνάμεις αποτελούν τροχοπέδη για την έφοδο στον ουρανό. Να ανακαλύψουμε τον συναγωνισμό, συνειδητοποιώντας την αυτοκαταστροφική τάση του ανταγωνισμού. Κάτι τέτοιο, μόνο από οριζόντιες διαδικασίες ευρείας συνδιαμόρφωσης μπορεί να επιτευχθεί. Διαδικασίες που θα μπορούν συνεχώς να αυτοαναιρούνται και επαναπροσδιορίζονται όπως και τα άτομα που θα τις απαρτίζουν. Και από υποδομές που δεν θα τις εγκλωβίζουν αλλά απλώς θα τις στεγάζουν.
Έτσι, έχοντας κατά νου όλ’ αυτά, θεωρούμε ότι ένα αυτοοργανωμένο εγχείρημα με την ακόλουθη στοχοθέτηση αποτελεί επιτακτική κινηματική αναγκαιότητα:
Δημιουργία υποδομών που να υποστηρίζουν υλικοτεχνικά ομάδες αυτομόρφωσης, είτε εγχειρημάτων που ήδη υπάρχουν, είτε άλλων που θα δημιουργηθούν μελλοντικά.
Δικτύωση και οργανωτική δυνατότητα αυτών των ομάδων αυτομόρφωσης μεταξύ τους, αλλά και με άλλα πολιτικά εγχειρήματα.
Δημιουργία νέων ομάδων αυτομόρφωσης με σκοπό την κοινωνική έρευνα από τα κάτω, για τη βελτίωση των κοινωνικών συνθηκών και τη δημιουργία δομών που θα μπορούσαν να συμβάλουν στη μετατροπή μιας εξεγερτικής διαδικασίας σε μια συνειδητοποιημένη επανάσταση.
Μετάδοση της γνώσης στις επόμενες γενιές με σκοπό την απελευθέρωση του ατόμου από την φαντασιακή θέσμιση της σημερινής εξουσιαστικής κοινωνίας. Ανάπτυξη των ποικίλων δυνατοτήτων του μέσα από διαφορετικούς και ποικίλους τρόπους έκφρασης όπως τέχνες, γλώσσες, κατασκευές κ.λπ.
Αντίσταση στην αλλοτρίωση της παιδείας και στον περιορισμό μετάδοσης της γνώσης, που επιχειρεί το κράτος μέσω της συρρίκνωσης και της περαιτέρω εξαθλίωσης του σημερινού άθλιου εκπαιδευτικού συστήματος.
Μέσα από ανοιχτές οριζόντιες διαδικασίες που διέπονται από την ισότητα και τον αλληλοσεβασμό των μελών τους, καταργώντας διαχωρισμούς όπως μαθητής και δάσκαλος, και να εμφυσήσει σε όλους μας τις αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης, της αυτοοργάνωσης, και της αντίστασης στην ιεραρχία, τον ρατσισμό, τον κρατισμό, τον σεξισμό, την κάθε θρησκευτική πίστη, την εξουσία σε όλες της τις μορφές. Να εμπνεύσει στο άτομο τις αξίες του σεβασμού στο διαφορετικό, του διεθνισμού, της επίμονης στην αναζήτηση της αλήθειας, και εν τέλει το όραμα μιας αταξικής κοινωνίας.
Αυτός ήταν και ο λόγος που καλέστηκε η ανοιχτή συνέλευση για την ελευθεριακή παιδεία και την αυτομόρφωση, στις 29/01/2012 στο αμφιθέατρο Γκίνη του πολυτεχνείου, όπου υπήρξε μεγάλη συμμετοχή και η συζήτηση έγινε σε κλίμα αλληλοσεβασμού, δημιουργικότητας και επίγνωσης της σοβαρότητας του ζητήματος. Οι απόψεις οι οποίες ακούστηκαν ήταν ποικίλες, τόσο αντικρουόμενες όσο και αλληλοσυμπληρούμενες. Οι προσεγγίσεις που έγιναν κατά την διάρκεια της συνέλευσης ήταν τόσο σε θεωρητικό επίπεδο (έκφραση ανάγκης για διασαφήνιση του ορισμού της γνώσης), όσο και σε πρακτικό (π.χ. δημιουργία κύκλων αυτομόρφωσης με στόχο την κοινωνική επανάσταση, ανάγκη για δημιουργία ελευθεριακού σχολείου, και για παρεμβάσεις στις υπάρχουσες καθεστωτικές δομές). Επίσης, τέθηκε το ζήτημα της αναγκαιότητας συνεργασίας των διάφορων εγχειρημάτων αυτομόρφωσης που υπάρχουν ή θα δημιουργηθούν, και η διασφάλιση του ανοιχτού χαρακτήρα της όλης διαδικασίας. Τέλος, αποφασίστηκε η συνέλευση να γίνει τακτική, και καθορίστηκε ως μέρα συνάντησης η Κυριακή στις 20:00 στο αμφιθέατρο Γκίνη του Πολυτεχνείου.