Ιστορία του ελληνικού κράτους (1830-1920), τόμοι Α και Β (Γ. Β. Δερτιλής)

Ιστορία του ελληνικού κράτους (1830-1920), τόμοι Α και Β (Γ. Β. Δερτιλής)

Στο βιβλίο αναλύεται διεξοδικά ένα από τα «αποσιωπημένα» ζητήματα της ελληνικής ιστοριογραφίας, αυτό της ελληνόκτητης ναυτιλίας. Εξετάζεται η ιστορική συγκρότηση των οργανωτικών δικτύων που ανέπτυξαν οι έλληνες της ομογένειας και της διασποράς στην οθωμανική αυτοκρατορία και σε πλήθος ευρωπαϊκών λιμανιών, και η ενασχόλησή τους με το διεθνές εμπόριο και τη ναυτιλία. Μέσα από οικογενειακούς, θρησκευτικούς και γλωσσικούς δεσμούς συγκρότησαν δίκτυα που τους επέτρεψαν να αναπτύξουν επιχειρηματικές στρατηγικές με ευελιξία, προσαρμοστικότητα στον διεθνή ανταγωνισμό, και κοινωνική κινητικότητα, και γενικότερα χαρακτηριστικά που οδήγησαν την ελληνόκτητη ναυτιλία να κατακτήσει την πρώτη θέση στα μέσα του 20ου αιώνα.

Εξετάζονται οι κοινωνικές σχέσεις που είχαν διαμορφωθεί, πριν τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους, ανάμεσα στην εκκλησία, τους προεστούς, τους αστούς και την οθωμανική εξουσία, τις σχέσεις μεταξύ εμπόρων, τοκιστών, γαιοκτημόνων και χωρικών, καθώς και τα δίκτυα πατρωνείας που είχαν αναπτύξει. Τονίζεται η απουσία της παραδοσιακής ευρωπαϊκού τύπου αριστοκρατίας, η αδυναμία συγκεντροποίησης μεγάλων γαιών και διαμόρφωσης μιας τάξης γαιοκτημόνων, και οι λόγοι της επικράτησης της οικογενειακής μικροϊδιοκτησίας και μικροκαλλιέργειας. Τέλος εξετάζεται η ιστορική διαμόρφωση των συνθηκών που υπέβαλλαν στους ελληνορθόδοξους υπηκόους τις αντίστοιχες κοινωνικές συμπεριφορές: αυξημένη κοινωνική κινητικότητα, γεωγραφική κινητικότητα και διασπορά (μετανάστευση), συσσώρευση ρευστού κεφαλαίου και επιδίωξη κρατικής προστασίας μακριά από την οθωμανική αυτοκρατορία.

Ερμηνεύεται ο ανταγωνισμός των κοινωνικών δυνάμεων γύρω από το νεοσύστατο ελληνικό-μοναρχικό κράτος, η συγκρότηση του πλέγματος εξουσίας, οι σχέσεις μεταξύ αγροτών και μοναρχίας, καθώς και η ιστορική διαίρεση ανάμεσα σε μοναρχικούς-αντιμοναρχικούς που θα διατρέχει για δεκαετίες την πολιτική ζωή στην ελλάδα. Γενικότερα αναλύεται η προσαρμογή των κοινωνικών σχέσεων στις νέες συνθήκες μετά την Επανάσταση, τις μεταλλαγές που υπέστησαν και τα στοιχεία που διατήρησαν υπό νέες μορφές. Οι σελίδες του βιβλίου διατρέχονται από διεξοδικές αναλύσεις για τις κοινωνικές και ταξικές σχέσεις στην ύπαιθρο, τον ανταγωνισμό μεταξύ κτηματιών, εμπόρων και χωρικών, και την «τελική» εξισορρόπηση, με τη συμβιβαστική διανομή των εισοδημάτων/πλεονασμάτων της γεωργίας μεταξύ χωρικών και εμπόρων, και τον δύσκολο γάμο του εμπορικού καπιταλισμού με την μικρή οικογενειακή εκμετάλλευση της γης.

Σε όλο το βιβλίο ένα πλήθος οικονομικών ζητημάτων αλληλοδιαπλέκονται με γεωπολιτικές, κοινωνικές και πολιτικές στρατηγικές: τα πρώτα Δάνεια, η ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας, η τοκογλυφία, το λαθρεμπόριο, η ληστεία και η παραοικονομία, η σιτάρκεια, η διατροφική και οικονομική κατάσταση στην ύπαιθρο, η κρίσης της σταφίδας, τα Λαυρεωτικά, η πτώχευση του 1893 κ.ά. Ακόμη εξετάζονται πτυχές της εκβιομηχάνισης, το εργατικό δυναμικό, οι επενδυτικές στρατηγικές των ελλήνων και ομογενών κεφαλαιούχων, η κρατική συμβολή και η μετακένωση της ιδεολογίας της εκβιομηχάνισης και των μορφών που πήρε στην ελλάδα. Μέρη του βιβλίου ασχολούνται με το Ανατολικό Ζήτημα, τις διάφορες φάσεις του, τις σχέσεις με τις Μεγάλες Δυνάμεις και τη γεωστρατηγική θέση του ελληνικού κράτους.

Το βιβλίο επίσης καταπιάνεται με τις δύο κύριες διαδικασίες νομιμοποίησης του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Η πρώτη αφορά τους «ιδρυτικούς μύθους» του κράτους που πηγάζουν από την Επανάσταση του 1821 και την εθνικιστική ιδεολογία. Εξετάζονται οι ιστορικές ρίζες του ελληνικού εθνικισμού και η συγκρότησή του, ο Αλυτρωτισμός, η σχέση τους με τις στρατιωτικές δαπάνες και η απόσπαση της συναίνεσης των υπηκόων.

Η δεύτερη διαδικασία νομιμοποίησης, αλλά και διατήρησης της κοινωνικής συνοχής, του ελληνικού κράτους είναι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τις παροχές. Στις πρώτες εμπίπτουν μια σειρά πολιτικών μεταρρυθμίσεων όπως του 1843 και 1864 και οι τρεις κύριες κοινωνικό-οικονομικές μεταρρυθμίσεις του γαιοκτητικού, του φορολογικού και του πιστωτικού συστήματος που ωφέλησαν αφενός τα ανώτερα αστικά στρώματα και αφετέρου του αγρότες. Ταυτόχρονα, το κράτος, μέσα από μια σειρά παροχών και ανάπτυξης πελατειακών σχέσεων κατάφερε να συσφίξει τις σχέσεις του με τους υπηκόους και να διατηρήσει την κοινωνική συνοχή σε μια εύθραυστη ισορροπία.

Ο Δερτιλής προφανώς δεν είναι ούτε κατά διάνοια, έστω και «φιλικός» στο ανταγωνιστικό κίνημα. Τουναντίον, τάσσεται υπέρ της εθνικής ενότητας και συνεννόησης μεταξύ «πολιτών και πολιτικών», και μεταξύ ελληνικού κράτους και ευρωπαϊκής ένωσης για τη λύση της κρίσης. Και καλεί τους «νέους, έντιμους και ικανούς ανθρώπους…να ιδρύσουν ένα νέο κόμμα ή και περισσότερα με διαφορετικές ιδεολογίες αλλά διακηρυγμένη πρόθεση για συναινετικές συνεργασίες, με μοναδικό κριτήριο τη σωτηρία του τόπου» (Το Βήμα, 30/04/011).

Έτσι, στο βιβλίο, ενώ κάνει κριτική στη θεωρία της εξάρτησης, βλέπει ότι οι σχέσεις του ελληνικού κράτους με τις Δυνάμεις μπορούν να προβούν προς όφελός του με σωστή εθνική (αλλά όχι υπερπατριωτική) πολιτική διαχείριση. Η γενικότερη αντίληψή του ξεκινά από την ανάγκη για μια ανάγνωση των ιστορικών-οικονιμικών-κοινωνικών, «αντικειμενικών» συνθηκών στον ελλαδικό χώρο, μέσα στις οποίες θα αναπτυχθούν οι υγιείς δυνάμεις του τόπου, οι «ορθές» επενδυτικές στρατηγικές, η αξιοποίηση των εθνικών πόρων, η «σωστή» εκβιομηχάνιση, ο εκσυγχρονισμός κ.λπ. Άλλωστε ως τότε μέλος του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης, που ανέλαβε την πρώτη έκδοση του βιβλίου (2004), είναι σαφέστατα ευνοϊκά διακείμενος για τον ρόλο της Εθνικής Τράπεζας στην περίοδο που εξετάζει το βιβλίο.

Παρ’ όλα αυτά, το βιβλίο είναι χρήσιμο από ανταγωνιστική σκοπιά, αν αντλήσουμε τα σημεία εκείνα που οξύνουν την ιστορική μας γνώση. Έτσι, για πλήθος ζητημάτων ερμηνεύει την ιστορική διεργασία από τη σκοπιά των κοινωνικών σχέσεων που χτίζονται, τους ανταγωνισμούς και τους συμβιβασμούς που επιτυγχάνονται μεταξύ αντιμαχόμενων κοινωνικών δυνάμεων. Έτσι για παράδειγμα είναι εξαιρετικά διεισδυτική η ανάλυση για τη συγκρότηση των δικτύων και των σχέσεων που ανύψωσαν την ελληνόκτητη ναυτιλία στην πρώτη θέση παγκοσμίως, διαλύοντας το μύθο της «ψωροκώσταινας». Όπως και είναι διαφωτιστική η ανάλυση των ταξικών σχέσεων και των ανταγωνισμών στην ύπαιθρο, και η διαφοροποίηση της ελλαδικής περίπτωσης από τις ευρωπαϊκές. Αναδεικνύει έτσι το ιστορικό βάθος πλήθους χαρακτηριστικών του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού μέχρι σήμερα, όπως τη μικροϊδιοκτησία, τον μικροαστισμό, τις πελατειακές σχέσεις, τον εθνικισμό, την ισχύ των οικογενειακών σχέσεων κ.ά.

βλάσσης