Αποδoμώντας τον χαιρετισμό προς τον πατέρα-κράτος-ηγέτη-έθνος…

Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των περισσότερων νέο-φασιστικών οργανώσεων είναι ο χαιρετισμός με το χέρι υψωμένο σε έκταση. Για να υπάρξει ιστορική νομιμοποίηση οι φασίστες βάπτισαν τον χαιρετισμό «ρωμαϊκό», ενώ οι εγχώριοι φασίστες διεκδικούν την «ελληνικότητά» του ξανά-βαπτίζοντάς τον ως «δωρικό». Η έρευνα αποκαλύπτει ότι ο ψευδό-αρχαϊκός χαιρετισμός είναι καλλιτεχνική εφεύρεση την εποχή που αναδυόντουσαν τα πρώτα έθνη-κράτη (1784). Η πρώτη μαζική χρήση του έγινε από τους Αμερικανούς (1892) σε μία περίοδο που ο ρατσισμός ήταν στο απόγειό του, ενώ ταυτόχρονα διεξαγόταν κυνήγι μαγισσών κατά του εργατικού κινήματος. Η διάδοσή του έγινε μέσω επικών κινηματογραφικών φιλμ στις αρχές του 20ου αιώνα, με κάποια από αυτά να προαναγγέλλουν τον φασισμό που ήταν προ των πυλών. Το φαινόμενο του φασιστικού χαιρετισμού δεν μπορεί να ερμηνευτεί ξέχωρα από τις πολιτικές τελετουργίες και τους μύθους που έχει ανάγκη το έθνος-κράτος, σε οποιαδήποτε εποχή και πολιτική του μορφή, για να δικαιολογεί την ύπαρξή του.

Η έννοια του έθνους όπως ορίζεται τους τελευταίους δύο αιώνες ήταν ανύπαρκτη πρωτύτερα στον δυτικό κόσμο. Η δημιουργία της σχετίζεται κυρίως με τη μετάβαση από την φεουδαρχική οικονομία στη σύγχρονη βιομηχανική-εμπορευματική [1]. Σε πολιτικό επίπεδο τεράστιο ρόλο έπαιξε η Γαλλική επανάσταση και το Ναπελεόντιο συγκεντρωτικό έθνος-κράτος που προέκυψε. Η αποτελεσματικότητά του ως μηχανισμός στρατολόγησης, αστυνόμευσης, φορολόγησης και διοίκησης το καθιέρωσε ως μοντέλο προς μίμηση ακόμη και στους τότε αντίπαλους της Γαλλίας. Ταυτόχρονα, κάτω από τις νέες συνθήκες μετάβασης από την τοπικιστική-αγροτική κοινωνία του χωριού στο νέο ανώνυμο, βιομηχανοποιημένο και αστικοποιημένο περιβάλλον, προέκυψε η ανάγκη για τη δημιουργία μίας νέας συλλογικής ταυτότητας και αίσθησης συμμετοχής σε κάποιου είδους εθνικής κοινότητας. [2] Οι εθνικοί μύθοι και τελετουργίες συμπλήρωναν τη μεταφυσική των θρησκειών σε έναν κόσμο που γινόταν όλο και πιο κοσμικός. [3] Η νέα εθνική αφήγηση για να αποκτήσει υπόσταση ενσωμάτωσε αρχαιολογικές, ιστορικές και εθνογραφικές αναφορές. Μεταδόθηκε μέσω του κρατικού μονοπωλίου της εκπαίδευσης [4], της τυπογραφίας (η οποία επέβαλε μία επίσημη διάλεκτο σε κάθε επικράτεια αποκλείοντας τις υπόλοιπες) [5] και της τέχνης (π.χ. εθνικιστικός ρομαντισμός). Αργότερα χρησιμοποιήθηκε και ο κινηματογράφος ως προπαγανδιστικό μέσο για τη θεαματική αναπαράσταση [6] της ιστορικότητας ανάλογα με τις επιδιώξεις των αρχουσών τάξεων.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της εθνικής μυθοπλασίας, μπορεί και να ερμηνευτεί και η σύλληψη-εφεύρεση και σταδιακή διάδοση του ψευδο-αρχαϊκού χαιρετισμού. Δεν υπάρχει κανένα ρωμαϊκό ή ελληνικό, κείμενο ή έργο τέχνης που να παρουσιάζει ή να αναφέρεται στον εν λόγω χαιρετισμό. [7] Πρωτοεμφανίστηκε το 1784 στον πίνακα «Ο Όρκος των Οράτιων» από τον Γάλλο νεοκλασικό ζωγράφο J. L.David. Παρότι αναφέρεται σε ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός, η σκηνή του όρκου αποτελεί εφεύρεση του καλλιτέχνη. [8] Για να χρησιμοποιηθεί μετέπειτα από τον ίδιο σε δύο πίνακες του: στον “Le serment du Jeu de paume” (1792 – Γαλλική Επανάσταση) και στον “La Distribution des Aigles” (1810 – αυτοκράτορας Ναπολέων), αλλά και από άλλους ζωγράφους-μαθητές του. Η ανάλυση των συμβολισμών των πινάκων και της προπαγανδιστικής σκοπιμότητάς τους, αποκαλύπτει ότι εκφράζουν διάφορα αλληγορικά μηνύματα όπως α) η ενότητα και υποταγή των στιβαρών ανδρών στην εξουσία του πατέρα-κράτους σε αντίθεση με τις φοβισμένες γυναίκες, β) η σημασία της συλλογικής ανδρικής αυτοθυσίας για την πατρίδα και γ) η αξία της δόξας απορρέουσας από το πεδίο των μαχών και της θυσία για τον αυτοκράτορα. [9]

Η πρώτη μαζική χρήση του κατά καλλιτεχνική φαντασία «ρωμαϊκού χαιρετισμού» προς τον πατέρα-κράτος-έθνος-αυτοκράτορα, δεν έγινε από τους φασίστες στην μεσοπολεμική Ευρώπη, αλλά σε σχολεία των ΗΠΑ το 1892. Ήταν ιδέα των J. Upham και F. Bellamy ως μέρος μίας καμπάνιας για την πώληση σημαιών σε σχολεία, την τετρακοσιοστή επέτειο από την ανακάλυψη της Αμερικής από τον Κολόμβο. Το τελετουργικό περιλάμβανε την απαγγελία του «Όρκου Πίστης» (Pledge of Allegiance) και τον αντίστοιχο χαιρετισμό των μαθητών προς την σημαία. [10] Ο χαιρετισμός πήρε το όνομα του Bellamy (Bellamy Salute) και αργότερα υιοθετήθηκε και από τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο εμπνευστής του ήταν χριστιανο-σοσιαλιστής με έντονα αντι-αναρχικές, αντι-μεταναστευτικές και ρατσιστικές απόψεις, σε μια περίοδο που ο ρατσισμός κατά των εγχρώμων ήταν στο ζενίθ του (post-reconstrction era), και οι αρχές των ΗΠΑ είχαν εξαπολύσει πόλεμο κατά του αναρχικού κινήματος, (το οποίο αποτελούταν κυρίως από Ευρωπαίους μετανάστες) με αφορμή τα γεγονότα στο Σικάγο το 1886 (εργατική πρωτομαγιά). Ο χαιρετισμός Bellamy τροποποιήθηκε μετά την είσοδο των ΗΠΑ στον Β’ Π.Π.

Ο χαιρετισμός “Bellamy” θα κάνει την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση ως ρωμαϊκός στο αμερικανικό φιλμ εποχής Ben-Hur (1898), και θα περάσει τον ατλαντικό ωκεανό το 1908 στο ιταλικό φιλμ «Νέρωνας», ενώ κατά την περίοδο του μεσοπολέμου θα εμφανιστεί σε διάφορα φιλμ εποχής. [11] Ο χαιρετισμός έγινε ακόμη πιο γνωστός και συνδέθηκε με τον εκκολαπτόμενο φασισμό μέσο του κολοσσιαίου για την εποχή επικού φιλμ “Cabiria” (1914), που σκηνοθέτησε ο G. Pastrone. Το σενάριο ήταν του G. D’ Annunzio, ο οποίος χαρακτηριστικέ ως ο πρώτος «Ντούτσε», πρόδρομος του φασισμού και εμπνευστής των τελετουργιών του. [12] Το φιλμ περιγράφει την αντίθεση του αριστοκρατικού ρωμαϊκού πνεύματος με την τερατόμορφη φύση των Καρχηδονίων. [13] Ήταν ανάμεσα στα διάφορα φιλμ της περιόδου που διέδιδαν το κατακτητικό πνεύμα της εποχής και προανήγγειλε τις πολιτικές ιεροτελεστίες του φασισμού. [14]

Ο κινηματογράφος αποτέλεσε για του φασίστες ένα μέσο για τη διάδοση του ψευδό-ρωμαϊκού χαιρετισμού αλλά και άλλων ψευδό-αρχαϊκών τελετουργικών, και της παραμόρφωσης της ιστορίας. Την ίδια περίοδο (1915) είχε κυκλοφορήσει στις ΗΠΑ «Η Γέννηση ενός Έθνους» του D. W. Griffith. Ένα φιλμ παραχάραξης που στο 2ο μέρος του εξυμνεί την παραστρατιωτική δράση των ιπποτών της Κου Κλουξ Κλαν, και παρουσιάζει τους μαύρους ως νοητικά κατώτερους με ροπή στους βιασμούς λευκών γυναικών. Σημειωτέων ότι η ρατσιστική ταινία ήταν το πρώτο ποτέ στην ιστορία κινηματογραφικό φιλμ που προβλήθηκε στον Λευκό Οίκο. [15] Η παραγωγή ήταν πρωτοπόρα στη χρήση οπτικών εφέ, τα οποία εξέλιξε ακόμη περισσότερο αργότερα η κινηματογραφική προπαγανδίστρια του 3ου Ράιχ L. Riefenstahl. Ήταν εκείνη που με την κινηματογράφηση του Συνεδρίου του ναζιστικού γερμανικού κόμματος στη Νυρεμβέργη απέδειξε την προπαγανδιστική αξία του χαιρετισμού (Ο θρίαμβος της θέλησης, 1934), ενώ με την ταινία της για την Ολυμπιάδα του Βερολίνου (1936) επιχείρησε να ταυτίσει τη χιτλερική Γερμανία με τα πρότυπα της αρχαιότητας. [16]

Ο κινηματογραφικός χαιρετισμός χρησιμοποιήθηκε πολιτικά για πρώτη φορά στην Ευρώπη από τον D’ Annuzio, όταν κατέλαβε την Ριέκα (1919), αντανακλώντας το νεο-ιμπεριαλιστικό πνεύμα της εποχής. Με την κατάληψη της εξουσίας από τους φασίστες, άρχισε η διάδοση του νέου χαιρετισμού στα σχολεία, τον οποίο ο Μουσολόνι τον βάπτισε ρωμαϊκό. Ο γραμματέας του Φασιστικού Κόμματος, A. Starace, τον χαρακτήρισε πιο υγιεινό και καλαίσθητο σε σχέση με την αστική χειραψία και επέβαλε υποχρεωτική χρήση του. Το 1938 το φασιστικό καθεστώς απαγόρεψε τη χειραψία σε θέατρα και κινηματογράφους, όπως και τη δημοσίευση της σε φωτογραφίες, χάριν του δήθεν ρωμαϊκού χαιρετισμού που επιδείκνυε το αποφασιστικό πνεύμα του κόμματος, αλλά και την αναγνώριση και αποδοχή της ιεραρχικής δομής του φασιστικού καθεστώτος. [17]

Το ναζιστικό κίνημα της Γερμανίας τον χρησιμοποιούσε αρχικά σποραδικά, επηρεασμένο από τους Ιταλούς δάσκαλους του. Το 1926 έγινε υποχρεωτικός στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα με την ονομασία «χαιρετισμός του Χίτλερ» (Hitlergruß). Η κριτική του χαιρετισμού από μέλη του ναζιστικού κόμματος ως μη-γερμανικού, ανάγκασε τον Φύρερ να εφεύρει μία γερμανική «παράδοση-ιστορικότητα», αποδίδοντάς  τον στον Λούθηρο και στον φανταστικό τρόπο με τον οποίο οι Γερμανοί ευγενείς χαιρετούσαν τους δουλοπάροικούς τους. Ο Χίτλερ τον όρισε ως υποχρεωτικό σταδιακά για όλη τη γερμανική κοινωνία. [18] Παράλληλα, ο χαιρετισμός υιοθετήθηκε από διάφορα φασιστικά κινήματα (π.χ. τα γαλλικά πατριωτικά τάγματα εφόδου με την προσφώνηση «δικτατορία») ή ανάλογα καθεστώτα της εποχής του μεσοπολέμου (το ελληνικό της 4ης Αυγούστου του Μεταξά).

Όπως τα έθνη-κράτη χρειάζονται τους εθνικούς μύθους τους, έτσι και οι φασίστες, που δεν αποτελούν κάτι άλλο παρά το έθνος-κράτος σε υπερθετικό βαθμό, ήταν και είναι συνεπείς και εμπνευσμένοι μυθοπλάστες. Οι ναζί του μεσοπολέμου, για να καλύψουν την ιστορική ανεπάρκεια των γερμανικών φυλών, κατασκεύασαν ολόκληρη ψευδό-αρχαιολογία με τραγελαφικές αναφορές στην Άρια Φυλή και την καταγωγή της από την χαμένη Ατλαντίδα. Η οποία δεν ήταν παρά συνέχεια των ρομαντικών και εθνικιστικών μύθων κατά τη συγκρότηση του γερμανικού κράτους και μετά. Παρομοίως και οι σύγχρονοι ιδεολογικοί μαθητές τους οικειοποιήθηκαν τον χαιρετισμό ανάλογα με την εθνική τους καταγωγή. Στην Ελλάδα κάποιοι αρχαιόπληκτοι βασιζόμενοι σε ένα κείμενο της New Age οργάνωσης «Νέα Ακρόπολη», έβγαλαν το συμπέρασμα ότι συντελεί στην ανύψωση «ανώτερες πνευματικές καταστάσεις και νοητικά πεδία»!!! [20] Ιστορικά–αρχαιολογικά ατεκμηρίωτοι παραλογισμοί που συναντάνε το παραλήρημα του εκκολαπτόμενου ελληνικού νεο-φασισμού με τα παραμύθια για τους Ελ, την Ανδρομέδα, και τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά, και τους μύθους περί «ελληνικού περιούσιου λαού».

Ο ψευδό-αρχαϊκός χαιρετισμός είναι ένα από τα κατεξοχήν χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Χ.Α. και άλλων νέο-φασιστών. Παρακολουθώντας κάποιος τις συγκεντρώσεις–πολιτικές ιεροτελεστίες τους, φαντάζουν επίκαιρα όσο ποτέ αυτά που είχε γράψει ο Hobson: «κάθε ένας τροφοδοτεί τα πάθη του από τον κοινό οχετό, που διοχετεύει δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις οι οποίες υποβαθμίζουν τη σκέψη και διεγείρουν τους κρυμμένους πόθους της αποκτήνωσης». [21] Μόνο που ο Hobson δεν έγραφε για τη ναζιστική Γερμανία, αλλά για τη χειραγώγηση της εργατικής και μεσαίας τάξης, στην κατά τα άλλα φιλελεύθερη Μ. Βρετανία, στις μεγάλες συγκεντρώσεις πριν την ιμπεριαλιστική εκστρατεία στη Ν. Αφρική…

Διόνυσος ο Ελευθέριος ο Ιππεύς των Πανθήρων

Βιβλιογραφικές αναφορές:

  1. Gelner, E, (1983) Nations and Nationalism
  2. Hobsawm, E (1990) Nations and Nationalisms since 1870
  3. Anderson, B (1991) Imagined Communities
  4. Gelner, E, (1983) Nations and Nationalism
  5. Anderson, B (1991) Imagined Communities
  6. Debord, G (1967) La Société du Spectacle
  7. Winkler, M (2009) The Roman Salute
  8. Winkler, M (2009) The Roman Salute
  9. Boime, A (1987) Art in an age of revolution,1750–1800
  10. Kubal, T (2008) Cultural Movements and Collective Memory
  11. Winkler, M (2009) The Roman Salute
  12. Whittam, J (1998) Mussolini and the Cult of the Leader
  13. Solomon, J (2001) The ancient world in the cinema
  14. Gian Piero, B & Parzen, J (2009). The History of Italian Cinema
  15. Stokes, M (2007) D.W. Griffth’s The Birth of a Nation
  16. Εφημερίδα των Συντακτών (http://www.efsyn.gr/?p=12850)
  17. Zamponi, F (2000) Fascist Spectacle
  18. Tilman, A (2009) The Hitler Salute
  19. Winkler, M (2009) The Roman Salute
  20. Hobson, J (1901) The Psychology of Jingoism