Είμαστε όλοι εν δυνάμει αυτόχειρες

Το πρώτο σημάδι ότι αρχίζεις να καταλαβαίνεις είναι η επιθυμία να πεθάνεις…

Franz Kafka

 

Αλήθεια, πώς μοιάζει άραγε αυτός που αποφασίζει να βάλει τέρμα στη ζωή του; Έχει μεγάλη μύτη, δυσανάλογο κρανίο ή πράσινα μαλλιά που φωσφορίζουν στο σκοτάδι; Ή μήπως έχει μελαγχολικά μάτια, το βλέμμα της απόγνωσης και μύες που συσπώνται από το φόβο; Ο άνθρωπος που πεθαίνει επειδή το θέλησε ο ίδιος, δεν είναι εξωγήινος, δεν νοσεί απαραίτητα ψυχολογικά ή ψυχιατρικά και το κυριότερο, δεν συνιστά μια κατηγορία μειοψηφούσα που τον διαφοροποιεί από τους άλλους, τους επονομαζόμενους «υγιείς» ή «κανονικούς». Είναι πολλές φορές δύσκολο να τον εντοπίσεις, να αντιληφθείς τις προθέσεις του ή να προλάβεις τα σχέδιά του γιατί απλούστατα μοιάζει καταπληκτικά με κάποιον από εμάς όσο κι αν για τους εαυτούς μας θα αρνούμαστε πάντα κατηγορηματικά τη “δειλία” της αυτοχειρίας και την ανυπαρξία των λύσεων.

Για τον άνθρωπο που η μόνη χαραμάδα ελπίδας στο σκοτάδι της ύπαρξης σκαλίστηκε από το θάνατο, ο κόσμος δεν πλάστηκε αγγελικά ούτε η ζωή τού έγινε δώρο μέσα σε δεσμά αιώνιας ευγνωμοσύνης. Όπως δηλαδή συμβαίνει και με όλους εμάς που δεν θα καταφέρουμε ποτέ να «κουμπώσουμε» σ’ αυτό τον κόσμο γιατί μας πληγώνει, μας δυσαρεστεί και μας προξενεί αγανάκτηση. Η μόνη διαφορά -φαντάζει μικρή αλλά είναι χαώδης- είναι πως ο αυτόχειρας κουράστηκε να ψάχνει ή να φτιάχνει πηγές αληθινού νοήματος σ’ έναν κόσμο πλήρως από-νοηματοδοτημένο. Όμως, προτού χρεώσουμε στην κούραση ή στην απουσία επαρκούς προσπάθειας την απόφασή του, οφείλουμε μια αυτοκριτική για όλες αυτές τις κοινωνικές σημασίες που αποτύχαμε να κάνουμε πράξη. Γιατί αν μπορούμε να αντλήσουμε νόημα από μια μεμονωμένη σχέση ή από μια προσωπική ασχολία, είναι δύσκολο να θωρακιστούμε σ’ αυτά όταν όλα τα υπόλοιπα καταρρέουν, όταν η ζωή δεν μας πείθει να την αποδεχτούμε αλλά απλά να την παρατείνουμε με όρους.

Η αίσθηση αυτή του να κινείσαι διαρκώς στις παρυφές της ζωής και ποτέ εντός της κάνει το θάνατο να μοιάζει φυσικό επακόλουθο, το αναπόφευκτο τέρμα στην πορεία μιας ύπαρξης μονίμως καταδικασμένης στο περιθώριο. Το κενό του εν δυνάμει αυτόχειρα μπροστά σε μια πραγματικότητα που τον υπερβαίνει είναι απροσμέτρητο. Και συχνά δεν αποτυπώνεται σε απλανή βλέμματα και αβέβαιες κινήσεις, όπως ούτε η ανία ή η έλλειψη νοήματος μεταφράζεται πάντοτε σε θλίψη, αλλά καμουφλάρεται ενίοτε πίσω από χαρωπές φάτσες και χειρονομίες αυτοπεποίθησης. Για αυτό, στην απορία πολλών πώς ένας αυτόχειρας αποζητά το θάνατο ενώ έχει φαινομενικά λυμένα όλα του τα προβλήματα, η απάντηση είναι προφανής: οι υλικοί όροι της ζωής είναι σημαντική, όχι αναγκαία, προϋπόθεση για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Ωστόσο η ζωή δεν εξαντλείται εκεί, για την ακρίβεια αρχίζει ακριβώς από αυτό το σημείο.

Από δω ξεκινάμε να μετράμε τα πιο βαθιά προβλήματα της ύπαρξης και τα πιο μεγάλα αδιέξοδα. Η έλλειψη επικοινωνίας, η ριζική ασυμφωνία προσωπικών αξιών και κυρίαρχων προτύπων, η απουσία ουσιαστικών σχέσεων και ανθρώπινης επαφής, η κατάργηση της αλληλεγγύης και της ελευθερίας είναι ζητήματα -αρνητικά οριζόμενα- που αντιμετωπίζονται συστηματικά ως ήσσονος σημασίας σε σχέση με τα περισσότερο εμφανή οικονομικά-υλικά προβλήματα. Κι υπάρχει ακόμη η εργαλειοποίηση του ανθρώπου, οι επιταγές της αποτελεσματικότητας, η ιδέα της αποκλειστικής ατομικής ευθύνης απέναντι στην αποτυχία· με άλλα λόγια ένα πλήθος από θετικά οριζόμενες πτυχές της σύγχρονης ζωής που στραγγαλίζουν το άτομο και του στερούν κάθε διάθεση να συνδεθεί με τον κόσμο. Μπροστά σε όλα αυτά αν δε βρεις το κουράγιο, την αισιοδοξία, τη δημιουργικότητα και τη στήριξη από τους άλλους να στήσεις προσωπικά και κοινωνικά οδοφράγματα, οι σφαίρες θα σε πετύχουν και θα σε διαπεράσουν, θα σ’ έχουν στείλει στο θάνατο πριν καν τον αποφασίσεις. Ανάμεσα σε εμάς, τους εν δυνάμει αυτόχειρες, υπάρχει μια μερίδα που θα αναζητήσει στο θάνατο την ύστατη λύτρωση και η ευθύνη για αυτό πρέπει να επιμεριστεί σε όλους. Και καμιά βολική δικαιολογία, ότι η πράξη της αυτοχειρίας είναι μια ατομική επιλογή που αξίζει να γίνει σεβαστή, δεν θα ξεπλύνει ποτέ την κοινωνία και εμάς από το καθήκον να φτιάξουμε μια ζωή που αξίζει να βιωθεί. Γιατί προφανέστατα μια ζωή που παράγει αυτόχειρες και γεννά θάνατο, δεν μπορεί πλέον να λέγεται ΖΩΗ…

Στην Κ.

Μίσκιν