αφιερωμένο στις καταλήψεις
Η συντακτική ομάδα Λάρισας έχει ζήσει από την αρχή και για χρόνια μέσα στην καρδιά της κατάληψης Ντουγρού. Οι εφημερίδες της Άπατρις έχουν μοιραστεί στην πόλη από όλα τα συντρόφια της Τζαβέλα 52. Μετά την εισβολή των μπάτσων, όλο το αρχείο των εφημερίδων μας βρισκόταν σκισμένο στα σκαλιά της εξώπορτας. Το ταμείο των εκδόσεων κλάπηκε, τα βιβλία της δομής βιβλιοθήκης πετάχτηκαν στην ανακύκλωση, και το αρχείο της κατουρήσανε οι εισβολείς! Σπάστηκαν και κλάπηκαν μουσικά όργανα. Κλάπηκαν και πετάχτηκαν προσωπικά αντικείμενα και λεφτά. Κλάπηκε όλος ο μικροφωνικός εξοπλισμός και ο προτζέκτορας. Καταστράφηκαν οι σωληνώσεις που με κόπο κατασκευάστηκαν, ξηλώθηκαν όλα τα κουφώματα, και «το μεγάλο σπίτι» μας σφραγίστηκε.
Τίποτα όμως δεν τελείωσε. Ανανεώνουμε το ραντεβού μας στους δρόμους και τα άδεια σπίτια. Για όλα όσα ζήσαμε και μάθαμε μαζί.
Συντροφικές αγκαλιές και χαιρετισμούς σε όλα τα εξεγερμένα στη Λάρισα και παντού.
Με οργή και αγάπη,
ManoRoco
Βρε, καλώς τα, τα παιδιά!
Απόσπασμα από το κείμενο υπεράσπισης της κατάληψης Ντουγρού που διαβάστηκε στην παρέμβαση στο δημοτικό συμβούλιο Λάρισας:
Έτσι ξεκινούσε χαιρετώντας το πρώτο κείμενο της κατάληψης Ντουγρού στην Τζαβέλλα 52. Ένα κτήριο που πέρασε στην ιδιοκτησία του δημοτικού γηροκομείου το 2011, ως κληροδότημα μαζί με δυο εκατομμύρια ευρώ από την προηγούμενη ιδιοκτήτριά του. Η τετραώροφη πολυκατοικία μετατρεπόταν σε υγειονομική βόμβα για τη γειτονιά, καθώς σάπιζε επικίνδυνα, χωρίς καμία παρέμβαση από το γηροκομείο ή τη δημοτική αρχή, ώσπου το 2015 οι καταληψίες της δώσαμε ζωή, ανοίγοντάς τη στη γειτονιά και στην κοινωνία της Λάρισας.
Αναγνωρίζουμε τον κοινωνικό ρόλο που επιτελεί το Γηροκομείο με τη χρόνια ελλιπή χρηματοδότηση, ειδικά σε μια περίοδο που οποιοδήποτε κοινωνικό αγαθό και κεκτημένο δέχεται επίθεση. Αυτοί που βάζουν εμπόδια στην εύρυθμη λειτουργία του δεν είμαστε εμείς αλλά η εκάστοτε δημοτική αρχή και η κυβέρνηση, που στους προϋπολογισμούς και τα οικονομικά πλάνα τους δεν περισσεύουν πόροι για οτιδήποτε μη «αναπτυξιακό». Στην ανακοίνωσή του το γηροκομείο μιλάει για αξιοποίηση του ακινήτου, αλλά κάποιες και κάποιοι σε αυτήν την πόλη δεν έχουμε κοντή μνήμη. Θυμόμαστε την κατάληψη του ΙΚΑ που εκκενώθηκε με «αναπτυξιακά πλάνα» για να παραμένει, χρόνια μετά, ένα οικόπεδο με μπάζα στο κέντρο της πόλης. Την εκκένωση της κατάληψης Palmares στην Τρίγωνη πλατεία, πάλι ιδιοκτησίας του γηροκομείου, και την εγκατάλειψη που ακολούθησε με αποτέλεσμα τη μετατροπή του κτηρίου και πάλι σε εστία μόλυνσης. Σημασία έχει τέλος να τονίσουμε, την εκκένωση της πρώτης κατάληψης Ντουγρού, από το κτήριο που βρίσκεται στη γωνία των οδών Ασκληπιού και Οικονόμου εξ Οικονόμων. Το κτήριο, που έσπευσαν όλες οι δυνάμεις του νόμου και της τάξης της πόλης να «απελευθερώσουν» από τους καταληψίες, αφέθηκε στην εγκατάλειψη και την αδιαφορία του ιδιόκτητη αλλά και της δημοτικής αρχής για χρόνια, με αποτέλεσμα τον θάνατο του φοιτητή πέρσι που συγκλόνισε την πόλη.
Δεν χρειάζεται να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Δεν σας ενδιαφέρει η αξιοποίηση των κτηρίων, δεν κόπτεστε για το γηροκομείο. Αυτό που σας ενοχλεί είναι οι ιδέες που γεννιούνται μέσα σε μια κατάληψη. Και για να αντιμετωπίσετε αυτές τις ιδέες και να καταπνίξετε τις ανάσες ελευθερίας στρέφεστε στην αστυνομική και δικαστική καταστολή. Άγεστε και φέρεστε από τους μπάτσους και τα συνδικαλιστικά τους όργανα, που ονειρεύονται τάξις και ηθική και έχουν ονειρώξεις με φοίνικες. Όργανα της «τάξης» που δεν διστάζουν να σπάσουν τα χέρια σε ανήλικα, να σύρουν στα δικαστήρια αγωνιστές που εναντιώνονταν σε πλειστηριασμούς, να τραμπουκίσουν νεολαίους που διασκεδάζουν εκτός των επιτρεπόμενων πλαισίων για να τους στείλουν σε δικαστήρια, που πρωτοτυπούν ανεβάζοντας τον πήχη της καταστολής κάθε έννοιας δικαίου, καταδικάζοντας τους σε 37 μήνες φυλάκισης! Δυστυχώς φαίνεται πως η Λάρισα είναι η πόλη επιλογής όπου οι δικαστικοί χτίζουν βιογραφικό καταθέτοντας περγαμηνές αυστηρότητας, όπως με την εφαρμογή του τρομονόμου σε ανήλικα τον Δεκέμβρη του 2008.
Σβήστε τις φωτιές στα δάση και όχι αυτές της κοινωνικής καταστολής
Απόσπασμα από την παρέμβαση στην πυροσβεστική, από τη συνέλευση υπεράσπισης:
Δεν περιμέναμε να συνδράμει και η Πυροσβεστική σε αυτήν την κατασταλτική επιχείρηση εκκένωσης. Ειδικά από τη στιγμή που συνάδελφοί σας, ενδεχομένως και εσείς, έχετε γίνει στόχος της αστυνομικής καταστολής. Τέτοιες μέρες πέρυσι τον Νοέμβρη του 2021 μπάτσοι διέλυαν τη συγκέντρωση των εποχιακών πυροσβεστών, πετώντας σας χημικά, χτυπώντας σας με την αύρα, και με αποκορύφωμα τον τραυματισμό ενός εποχιακού συναδέλφου σας από κροτίδα κρότου λάμψης. Μετά από όλα αυτά πόσο εύκολα περνάτε στην άλλη πλευρά; Όχι απλά να παρακολουθείτε την εκκένωση, αλλά να συμμετέχετε ενεργά, είτε με τη χρήση αλυσοπρίονου για να παραβιάσετε την πόρτα, είτε με το να παραχωρείτε τις μάνικες στους μπάτσους προκείμενου να καταβρέξουν τους καταληψίες. Δεν θεωρούσαμε την Πυροσβεστική Υπηρεσία ως άλλο ένα κατασταλτικό σώμα στη φαρέτρα του κράτους, γι’ αυτό και η επιλογή μας σε αυτό το κείμενο να σας αποκαλούμε ως υπηρεσία και όχι ως σώμα. Σε αυτήν την κατεύθυνση πολλά άτομα και ομάδες του ευρύτερου πολιτικού μας χώρου συνέδραμαν, ως εθελοντές δίπλα σας, στην κατάσβεση φωτιών στα δάση τα καλοκαίρια. Την ίδια ώρα που οι μπάτσοι έκαναν τους τροχονόμους ή έπαιρναν τα ποτιστήρια για τις κάμερες.
Η δικαιολογία «εντολές εκτελούσαμε» είναι πιο κενή και από του μπάτσου το κεφάλι. Έχετε κρίση και μπορείτε μέσα από τα συνδικαλιστικά σας όργανα να απαιτήσετε να μην λαμβάνετε μέρος σε κατασταλτικές επιχειρήσεις, όπως π.χ. σε πορείες, εκκενώσεις είτε κατειλημμένων χώρων, είτε σπιτιών από πλειστηριασμούς. Από εδώ και πέρα, το πώς θα σας αντιμετωπίζουμε είναι ξεκάθαρα στο δικό σας χέρι…
Οι καταληψίες είναι… οι αρχιτέκτονες/ισσες της ουτοπίας!
Αποσπάσματα από την ανακοίνωση της κατάληψης Ντουγρού, που μοιράστηκε στις γειτονίες και τις πορείες, και διαβάστηκε στην παρέμβαση στο δημοτικό ραδιόφωνο Λάρισας:
Τα ξημερώματα στις 31/10/2022 το κτήριο της κατάληψης Ντουγρού περικυκλώθηκε από μπάτσους όλων των ειδών και μετέπειτα χρωμάτων… Η επιχείρηση διήρκησε δυόμιση ώρες, με τις συλλογικοποιημένες αρνήσεις μας να αποτυπώνονται μέχρι τελευταία στιγμή έμπρακτα πάνω στα κεφάλια όσων ανέκαθεν φαντασιώνονταν μια πόλη «καθαρή» από κάθε εστία αμφισβήτησης της αγοραίας χωροταξίας της, και της καθημερινότητας που δομείται εντός της με όρους αποκλεισμού και βίας προς τους απόκληρους και τις παριείς στην κανονικότητά της. Τα άτομα και τα ζώα που βρίσκονταν στον χώρο συγκεντρώθηκαν στην ταράτσα του κτηρίου, από όπου και έγιναν οι συλλήψεις των οκτώ συντρόφων/ισσών, οδηγούμενοι/ες στο τμήμα.
Ποια είμαστε λοιπόν εμείς που βρεθήκαμε 10, 100, 1000αδες φόρες στον χώρο της κατάληψης Ντουγρού, και την υπερασπιστήκαμε με όλα τα μέσα και τους τρόπους, εντός και εκτός του κτηρίου; Στους χώρους της κατάληψης βρεθήκαμε και συνυπάρχουμε φτωχά, άνεργοι, εργάτριες, «χαμένα παιδιά της επισφαλούς εργασίας», φοιτήτριες, κουηρ, τρανς, φεμινίστριες, ολικοί αρνητές στράτευσης και μη ανθρώπινα ζώα από πολλαπλές τάσεις του α/α χώρου, μορφοποιώντας ένα πολυτασικό συλλογικό σώμα. Σε επίπεδο πόλης έχουμε χτίσει πεδία αντιφασιστικών, αντιεθνικών, αντιρατσιστικών, εργατικών και αντιπατριαρχικών αντιστάσεων, έχουμε συμβάλει στη δημιουργία και τη διάχυση ενός ανταγωνιστικού ως προς το υπάρχον λόγου, και σταθεί πλάι και αλληλέγγυα σε διεκδικήσεις που αφορούν ευρύτερα τους από τα κάτω.
Η κοινότητα αλληλοβοήθειας που ανέπνεε πειραματικά στη δομή της στέγης, και πέρα από αυτήν στις συνελεύσεις μας, ήταν μια πηγή επιβίωσης για εμάς, που θα την υπερασπιζόμασταν με κάθε κόστος. Οι αλλοπρόσαλλες πράξεις μας, οι άγριες σκέψεις, τα παράτολμα όνειρα, οι ατέρμονες διαμαρτυρίες, οι εξαντλητικές συνελεύσεις, οι αυθόρμητες απεργίες στους κανονιστικούς μας ρόλους, η απειθαρχία και οι τολμηρές αρνήσεις εντός των πόλεων του ατομικισμού και των περιφράξεων αναδιένεμαν την ισορροπία μεταξύ της ανάγκης και του θέλω, και αναζητούσαν μια γραμμή φυγής από το χρέος και το καθήκον προς την πατρίδα, την οικογένεια και το κράτος, επιδιώκοντας να δημιουργήσουν ένα μονοπάτι προς κάπου αλλού.
Αν επομένως πρέπει να μιλήσουμε απολογιστικά για κινηματικές «ήττες» ή «νίκες», εμείς θα απαντήσουμε ανορθόδοξα πέρα από αυτά τα διλήμματα, ανταπαντώντας ότι «χορέψαμε στο χείλος του κόσμου» και ότι ο καταληψιακός ρυθμός μας ολοένα και περισσότερο θα αντηχεί στον χωροχρόνο των πόλεων των περιφράξεων.