Με αφορμή τα 100 χρόνια από τη δολοφονία του Λούη Τίκα στο Κολοράντο

Στο άκουσμα της λέξης «Αμερική» στη σκέψη συνήθως έρχονται εικόνες από τους ουρανοξύστες, από το Hollywood και τους καταναλωτικούς «παραδείσους» της Γης της Επαγγελίας. Η ιδεολογική ηγεμονία της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης έχει φροντίσει να αποσιωπήσει τους εκατοντάδες σκληρούς αγώνες του πολυεθνικού προλεταριάτου («ντόπιων» και μεταναστών εργαζομένων), αυτών δηλαδή που παρήγαγαν και συνεχίζουν να παράγουν όλον αυτόν τον συσσωρευμένο πλούτο. Ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα είχε ξεκινήσει η δράση των Καθολικών Ιρλανδών εργατών (σε άνθρακα και μεταλλουργία) Molly Maguires στην Πενσυλβάνια, για να ακολουθήσει η ταραχώδης απεργία στους σιδηροδρόμους το 1877 στις Νότιες Πολιτείες. Κάπως γνωστότερα είναι τα γεγονότα του Μάη του 1886 στο Σικάγο (γνωστά και ως εργατική πρωτομαγιά), όπου αναρχικοί εργάτες (κυρίως μετανάστες από τη Βοημία και τη Γερμανία) συγκρούστηκαν με την εργοδοτική και κρατική τρομοκρατία. Το 1901 ο Πολωνός μετανάστης-εργάτης, πρώην ρεπουμπλικάνος και ρωμαιοκαθολικός, Leon Czolgosz, εκτελεί τον πρόεδρο των ΗΠΑ, McKinley, στο όνομα «των καλών ανθρώπων – των καλών εργαζομένων ανθρώπων».

Στην αυγή τους 20ου αιώνα θα εμφανιστούν οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (IWW), ως συμμαχία αναρχικών, σοσιαλιστών και συνδικαλιστών για να συνενώσουν το πολυεθνικό προλεταριάτο σε έναν κοινό και ξεκάθαρα ταξικό αγώνα, προσβλέποντας μακροπρόθεσμα στην ανατροπή της εργοδοτικής τάξης και στον εργατικό έλεγχο της παραγωγής. Έως το 1921 η Αμερική συγκλονίστηκε από δεκάδες δυναμικές απεργίες, κινήσεις ενάντια στην έξοδο των ΗΠΑ στο 1ο Π.Π., αλλά και επιθέσεις σε σύμβολα της κυριαρχίας. Ενώ, λοιπόν, στην Ευρώπη η πειθάρχηση των εργατών και η καταστολή των κινημάτων έγινε κυρίως μέσο του φασισμού (τάγματα εφόδου, εθνικιστική προπαγάνδα και πραξικοπήματα με τις ευλογίες της αστική τάξης), στη «φιλελεύθερη» Αμερική τον ρόλο αυτόν έπαιξε απευθείας το κράτος, μέσα από την εκστρατεία για την αντιμετώπιση της «Κόκκινης Απειλής», η οποία είχε ως αιχμή του δόρατος τη στοχοποίηση των αγωνιζόμενων μεταναστών. Η εκστρατεία περιελάμβανε συλλήψεις, βίαιη καταστολή, δολοφονίες και εκτελέσεις (π.χ. Σάκο, Βαντσέτι, J.Hill), απαγόρευση μετανάστευσης αναρχικών και μαζικές απελάσεις.

Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο μπορούν να γίνουν κατανοητά και τα γεγονότα γύρω από τη δράση και δολοφονία του Λούη Τίκα. Ο Τίκας (Ηλίας Σπαντιδάκης) το 1906 σε ηλικία 20 χρονών μετανάστευσε από το Ρέθυμνο στις ΗΠΑ αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης, όπως και δεκάδες χιλιάδες άλλοι Έλληνες. Αφού απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα, αρχικά προσπάθησε να μπει στο αστυνομικό σώμα, αλλά απερρίφθη εξαιτίας της εμπλοκής του με τους IWW. Το 1912 πήγε να εργαστεί στο Κολοράντο, όπου τη διαχείριση των Ελλήνων εργατών είχε ο μαφιόζος-διακινητής εργατών Λεωνίδας Σκληρής, καθιστώντας τους σκλάβους μέσα από υποθηκεύσεις, συμβόλαια εργασίας, αποδοχή των χαμηλότερων μισθών και επιτήρηση των οικισμών τους από μπράβους. Ο Τίκας άμεσα μπαίνει επικεφαλής 63 μεταναστών από την Ελλάδα που κατεβαίνουν σε απεργία, ενώ την περίοδο 1912-13 περιοδεύει σε 14 οικισμούς γύρω από τα ανθρακωρυχεία και συγκεντρώνει στατιστικά στοιχεία τόσο για τα εργατικά ατυχήματα, τις συνθήκες εργασίας και την εκμετάλλευση των εργατών, όσο και για την πολιτική των εταιρειών και τη συμπεριφορά των εποπτών. Οι μεσαιωνικές συνθήκες εργασίας, τα πολύνεκρα ατυχήματα (μόνο από το 1910 μέχρι το 1913 είχαν χάσει επίσημα τη ζωή τους 618 ανθρακωρύχοι), οι πενιχροί μισθοί, δυσανάλογοι προς την βαριά εργασία, η διαβίωση σε άθλια στρατόπεδα εργασίας, η επιτήρηση από μπράβους και ο ρατσισμός δεν άφηναν άλλη επιλογή αξιοπρέπειας πέρα από μία μεγάλη απεργία.

Ο Louis the Greek, που είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη των εργατών, μπήκε επικεφαλής της απεργίας που ξέσπασε στις 13 Σεπτεμβρίου 1913 στο Ludlow από 11.000 ανθρακωρύχους, καταφέρνοντας να ενώσει εργάτες από 26 εθνικότητες που δεν γνώριζαν ούτε την αγγλική γλώσσα. Η εργοδοσία του Ροκφέλερ προσπάθησε να καταστείλει την απεργία αρχικά με εκδίωξη των απεργών, πρόσληψη απεργοσπαστών και επιθέσεις με πιστολέρο και θωρακισμένο όχημα με ενσωματωμένο πυροβόλο. Απέναντι στην σθεναρή αντίσταση των απεργών και τις εκκλήσεις της εργοδοσίας, ο κυβερνήτης του Κολοράντο κατέβασε την εθνοφυλακή για να διευκολύνει την τελευταία. Στην παγίδα που έστησαν οι μπράβοι και η εθνοφυλακή ξεσπά ένοπλη σύρραξη με αποτέλεσμα τον θάνατο τριών μπράβων και ενός εθνοφύλακα, αλλά και τη δολοφονία τεσσάρων γυναικών, ένδεκα παιδιών και εργατών (ανάμεσα τους και ο Τίκας). Ως απάντηση περίπου χίλιοι εξαγριωμένοι εργάτες πήραν τα όπλα και επιτέθηκαν στους μπράβους και στους εθνοφύλακες. Οι μάχες κράτησαν για δέκα μέρες και σταμάτησαν με την επέμβαση του ομοσπονδιακού στρατού, με 75 νεκρούς εκατέρωθεν. Παρότι η εργοδοσία δεν αποδέχθηκε άμεσα τα αιτήματα των απεργών, αργότερα και υπό των φόβο νέων ταραχών, βελτιώθηκαν αισθητά σε πανεθνικό επίπεδο οι συνθήκες εργασίας των ανθρακωρύχων και αναγνωρίστηκε το δικαίωμα στον συνδικαλισμό. Τραγούδια γράφτηκαν για την Σφαγή του Ludlow και μνημεία για τον Τίκα και τους απεργούς ανεγέρθηκαν στο Κολοράντο και το Ρέθυμνο.

Τα γεγονότα στο Ludlow, αλλά και οι σθεναροί αγώνες του πολυεθνικού προλεταριάτου στης ΗΠΑ αφήνουν μία ανεκτίμητη παρακαταθήκη και βοηθούν στο να βγουν συμπεράσματα. Οι Καθολικοί Ιρλανδοί εργάτες Molly Maguires, ο Czolgosz και ο Τίκας δεν ήταν λιγότερο συντηρητικοί από τους Ασιάτες και Αφρικανικούς μετανάστες του σήμερα σε Ελλάδα και Ευρώπη. Παρατηρεί κανείς ότι οι εθνικές και θρησκευτικές ταυτότητες που κουβαλούσαν οι μετανάστες εργάτες, βαθμιαία, είτε μπήκαν σε δεύτερη μοίρα είτε ξεπεράστηκαν. Ιδιαίτερα σε συνθήκες ταξικής πάλης και υπό τη συμβολή και επίδραση ενός ριζοσπαστικού, κοσμικού και ταξικού κινήματος, που έθετε ζήτημα της αξιοπρεπούς εργασίας και διαβίωσης για όλους. Άλλωστε η εκμετάλλευση του ανθρώπου, ο ταξικός διαχωρισμός, αλλά και η ταξική πάλη έχουν μία αρχαιότατη παρουσία (από την πρώιμη εποχή του χαλκού), και είναι κοινές στην πλειοψηφία των ανθρώπινων κοινωνιών. Έχουν λοιπόν ένα βαθύτατο ανθρωπολογικό περιεχόμενο. Είναι στο χέρι μας, λοιπόν, να αναδεικνύουμε στιγμιότυπα από τη δικιά μας ιστορία, αυτή των εργαζομένων και των ριζοσπαστικών κινημάτων, ιδιαίτερα όταν έχει τόσο έντονα διεθνή και ταξικά χαρακτηριστικά. Ακριβώς για να πάμε πέρα από τις ψευδείς ταυτότητες και προγραμματικές συμπεριφορές που η κυρίαρχη τάξη προσπαθεί να μας επιβάλει, και για να αναδεικνύουμε την επαναστατική προοπτική, για την παραγωγή νέων δυνατοτήτων, νέων νοημάτων, γεγονότων και συμπεριφορών. 

Διόνυσος ο Ελευθέριος ο Ιππεύς των Πανθήρων