Γερμανία: Διαρροή απόρρητης έκθεσης που υποδεικνύει συγκάλυψη της δράσης νεοναζιστικής οργάνωσης από τις μυστικές υπηρεσίες
Η δράση της νεοναζιστικής οργάνωσης NSU φαίνεται πως ήταν γνωστή στις μυστικές υπηρεσίες της Γερμανίας, σύμφωνα με απόρρητη έκθεση που διέρρευσε. Περίπου 40 ναζί, που συμμετείχαν στο υποστηρικτικό δίκτυο της οργάνωσης, πληρώνονταν για να παρέχουν πληροφορίες στις υπηρεσίες αυτές· έναν εκ των πληροφοριοδοτών μάλιστα ήταν παρών σε μία δολοφονία από την οργάνωση. Η οργάνωση έχει διαπράξει συνολικά δέκα δολοφονίες μεταναστών στο διάστημα από το 2000 έως το 2007. «Έπαυσε» τη δράση της τον Νοέμβρη του 2011, όταν μετά από έκρηξη αυτοκτόνησαν 2 από τα 3 μέλη που συνέθεταν τον πυρήνα της, ενώ άφησαν βίντεο στο οποίο ανέλαβανν την ευθύνη για τις δολοφονίες της οργάνωσης. Μέχρι τότε οι δολοφονίες αντιμετωπίζονταν από τις γερμανικές αρχές ως μεμονωμένα περιστατικά, με το ρατσιστικό κίνητρο να μην τοποθετείται στο τραπέζι.
Η «επίμαχη» έκθεση διέρρευσε ταυτόχρονα σε σατυρική εκπομπή της γερμανικής κρατικής τηλεόρασης, και σε ιστοσελίδα του διαδικτύου. Αποτελεί το προϊόν εσωτερικής έρευνας που διατάχθηκε το 2012, μετά την αυτοκτονία των 2 νεοναζί δηλαδή, από τον υπουργό εσωτερικών στο κρατίδιο της Έσης, με σκοπό να εξακριβωθεί «εάν παραβλέφθηκαν υπάρχουσες πληροφορίες στην υπόθεση του NSU».
Κατά τη διάρκεια της έρευνας εντοπίστηκε πως πολλά έγγραφα που αφορούσαν την οργάνωση είχαν ήδη καταστραφεί. Επιπλέον, προέκυψε πως δεν αξιοποιήθηκαν πληροφορίες, αλλά και ενδείξεις, που είχαν στα χέρια τους οι μυστικές υπηρεσίες με σκοπό την πρόληψη της δραστηριότητας της οργάνωσης. Οι λόγοι αυτοί ήταν, μεταξύ και άλλων, αυτοί που οδήγησαν στο χαρακτηρισμό της έκθεσης ως μυστική, και στη διαβάθμισή της ως απόρρητη για τα επόμενα 120 χρόνια, ώστε να μην εκτεθεί το γερμανικό κράτος, και να προστατέψει τους πληροφοριοδότες του.
Με τη διαρροή της απόρρητης έκθεσης βγαίνουν στο προσκήνιο οι στενές σχέσεις του βαθέος κράτους της Γερμανίας με τους νεοναζί. Ούτε η «γερμανική ενοχή για τις θηριωδίες ναζισμού στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», αλλά ούτε και ο ισχυρισμός πως η Γερμανία αποτελεί ένα «οργανωμένο» δυτικό κράτος, μπορούν να αγνοήσουν τον δομικό ρόλο που παίζουν οι φασίστες μέσα στον καπιταλισμό ‒ ως εφεδρεία όταν η δημοκρατία αδυνατεί να εξασφαλίσει τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Με αυτό υπόψιν, ας μην μας κάνει εντύπωση, που και «στα δικά μας» χωράφια, οι ίδιες αναλογίες τηρούνται.
Βραζιλία: Η επομένη των εκλογών
Στις 30 Οκτώβρη ολοκληρώθηκε ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία. Ο νέος πρόεδρος, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, κέρδισε τον αντίπαλο και προκάτοχό του, Ζαΐρ Μπολσονάρου, με διαφορά μόλις 1,8%.
Η στενή ψαλίδα είναι ενδεικτική του κοινωνικής πόλωσης που παρατηρείται στη Βραζιλία. Ήδη μετά την ανακοίνωση της ήττας του ακροδεξιού Μπολσονάρου, πλήθος υποστηρικτών του, στελεχωμένο κυρίως από επαγγελματίες οδηγούς φορτηγών, προχώρησε σε μπλοκαρίσματα κεντρικών δρόμων στο εθνικό δίκτυο της χώρας, δηλώνοντας την εναντίωσή του στο εκλογικό αποτέλεσμα. Η αστυνομία προχώρησε σε μεμονωμένες κινήσεις, τις δύο πρώτες μέρες κυρίως, μην επιτρέποντας σε κόσμο να φτάσει στα μπλόκα. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως είτε επέλεξε να μην επέμβει, είτε πλαισίωσε τις συγκεντρώσεις υποστήριξης του απερχόμενου προέδρου. Ο ίδιος ο Μπολσονάρου, μίλησε δημόσια, για πρώτη φορά μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, δύο 24ωρα μετά. Κάλεσε τον κόσμο του να προβεί σε ειρηνικές κινητοποιήσεις και να αφήσει τα μπλόκα, χωρίς όμως να δείχνει πως έχει αποδεχτεί την ήττα του. Εκτιμάται πως απέφυγε να οξύνει την πόλωση ρητά, φοβούμενος τις νομικές συνέπειες, αρκούμενος όμως σε ασαφείς δηλώσεις που δεν θα αποθαρρύνουν το «κοινό» του. Η προσφυγή του στο εκλογοδικείο έναν μήνα μετά, άλλωστε, προς αμφισβήτηση του εκλογικού αποτελέσματος, συνηγορεί στην εγκυρότητα της παραπάνω εκτίμησης.
Από την πλευρά του σοσιαλδημοκρατικού κεντροαριστερού «Κόμματος Εργαζομένων» (Workers’ Party), του Λούλα, γίνεται μια προσπάθεια ανασύστασης του πολιτικού κέντρου της Βραζιλίας. Στην πράξη, η κοινωνική βάση του νέου προέδρου καλείται να αποφύγει την αντιπαράθεση με τους «μπολσοναρικούς», αφήνοντας ρητά το έργο του ανοίγματος των δρόμων στη βραζιλιάνικη αστυνομία (η οποία είναι, όπως είδαμε προηγουμένως, στην πλειοψηφία της φιλικά προσκείμενη στα μπλόκα). Αυτός είναι ο βασικός λόγος που το «κόμμα των εργαζομένων» δεν έχει καλέσει σε διαδηλώσεις για την «υπεράσπιση του εκλογικού αποτελέσματος». Η σοσιαλδημοκρατία εμμένει στην πολιτική συλλογιστική που ακολουθεί από την πανδημία, προτάσσοντας το «μένουμε σπίτι», ώστε να διατηρεί τον έλεγχο στη βάση της, ακόμα και αν κινδυνεύει να χάσει έδαφος στην πολιτική αρένα, όπου οι πολιτικοί της αντίπαλοι συγκροτούνται και με όρους δρόμου.
Ως αποτέλεσμα, λοιπόν στον δρόμο, οι μόνοι χώροι που στην πράξη έχουν έρθει σε ρήξη με τους ακροδεξιούς είναι ο αντιφασιστικός, και κάποιες μερίδων οπαδών. Η ανάγκη της αδιαμεσολάβητης οργάνωσης από τα κάτω, και η βαρύτητα της έκφρασής της στον δημόσιο χώρο, και κυρίως στον δρόμο, αναδύεται σε ένα ακόμα σημείο του κόσμου. Αποδεικνύεται πως «τα πράγματα δεν κρίνονται απαραίτητα στις εκλογές», με την απειλή του πραξικοπήματος να απομακρύνεται αργά από τον βραζιλιάνικο ορίζοντα.
Βόρεια Συρία: Νέος γύρος τουρκικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στα απελευθερωμένα εδάφη της Ροζάβα και του νότιου Κουρδιστάν
«Κατά τη διάρκεια της νύχτας, μεταξύ 19 και 20 Νοεμβρίου, το τουρκικό φασιστικό κράτος ξεκίνησε μια νέα επιχείρηση ενάντια στα απελευθερωμένα εδάφη της Ροζάβα, της βορειοανατολικής Συρίας και του νότιου Κουρδιστάν. Με μια μαζική αεροπορική επιχείρηση βομβαρδίστηκαν οι πόλεις και οι περιοχές Κομπάνι, Ντερίκ, Σαχμπά, Μανμπίτζ, Ζιργκάν/Ντιρμπέσιγιε και Τιλ Τέμιρ. Στο νότιο Κουρδιστάν βομβαρδίστηκαν από τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη και οι περιοχές Γκάρε και Καντίλ στις Αμυντικές Ζώνες Μέντια. Οι επιθέσεις συνεχίζονται αυτή τη στιγμή, και ο Ηγέτης του φασιστικού τουρκικού καθεστώτος, ο Ερντογάν, απειλεί την περιοχή με καταστροφή, εξαφάνιση και αιματοκύλισμα για να μπορέσει να παραμείνει στην εξουσία και να κερδίσει τις επερχόμενες εκλογές του επόμενου έτους στην Τουρκία. Από τις αρχές αυτού του έτους η Ροζάβα αντιμετωπίζει συνεχείς επιθέσεις, ενώ την ίδια στιγμή στα βουνά του Νότιου Κουρδιστάν ο τουρκικός στρατός κάνει καθημερινά χρήση χημικών αερίων κατά των αντιστεκόμενων ανταρτών και ανταρτισσών. Βλέπουμε τα εγκλήματά σας (#WeSeeYourCrimes)! Δεν μένουμε σιωπηλοί! Οι τελευταίες επιθέσεις του τουρκικού κράτους φανερώνουν άλλη μια κλιμάκωση στο έδαφος, και πρέπει να εκληφθούν ως προετοιμασία για μια νέα εισβολή.
» [..] Την ίδια στιγμή που η Ροζάβα και το Νότιο Κουρδιστάν δέχονται μαζικούς βομβαρδισμούς, στο Ανατολικό Κουρδιστάν (Ροζιλάτ) και στο Ιράν η καταστολή των ανθρώπων που αγωνίζονται στους δρόμους έχει φτάσει σε νέο επίπεδο. Το Ιράν βομβαρδίζει και αυτό το Κουρδιστάν, όπως ακριβώς και η Τουρκία. Αυτή η κατάσταση δείχνει για άλλη μια φορά την πραγματικότητα του κουρδικού λαού και τι αντιμετωπίζει μόλις απαιτήσει μια ζωή με αυτοδιάθεση. Όλοι και όλες πρέπει να καταλάβουν ότι αυτές που έδωσαν ζωή στο σύνθημα “Jin, Jiyan, Azadi” (Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία) είναι οι γυναίκες της Ροζάβα, είναι οι αντάρτισσες στα βουνά του Κουρδιστάν, είναι ο λαός του Κουρδιστάν! Ο αγώνας του λαού στους δρόμους της Ροζάβα και του Ιράν, η αντίσταση του αντάρτικου και ο αγώνας του λαού της Ροζάβα αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο. Ο αγώνας αυτός δεν μπορεί να ιδωθεί αποσπασματικά, παρά μόνο ως ένα αρραγές, οργανικό σύνολο. Για αυτόν τον λόγο, καλούμε όλους και όλες να αναλάβουν άμεσα δράση, να κινητοποιηθούν και να βγουν στους δρόμους! Όπου κι αν βρίσκεστε σε αυτόν τον κόσμο:Δείξτε την υποστήριξή σας στον λαό της Ροζάβα!»
απόσπασμα από την ανακοίνωση «Η μέρα Χ είναι τώρα!», #Riseup4Rojava, 21/11/2022
Μεσόγειος: Η αντιμεταναστευτική πολιτική βαθαίνει
Η πολιτική του ιταλικού κράτους σε σχέση με το μεταναστευτικό ζήτημα τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο αυστηρή. Η απαγόρευση ελλιμενισμού σε διασωστικά πλοία που μετέφεραν μετανάστες, όπως εκφράστηκε δια στόματος Σαλβίνι από το 2018 έχει πλέον τροποποιηθεί. Στο τελευταίο στιγμιότυπο, στις αρχές του Νοεμβρίου, η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι απαγόρευσε στους άνδρες μετανάστες που είχαν διασωθεί από τη θάλασσα, και δεν ανήκαν σε ευάλωτη ομάδα, να αποβιβαστούν από τα πλοία.
Μπαίνοντας στο ζουμί, λίγες μέρες μετά, η Ελλάδα, η Κύπρος, η Ιταλία και η Μάλτα προχώρησαν σε κοινή δήλωση για το μεταναστευτικό, ζητώντας μια «νέα ευρωπαϊκή πολιτική στην Μετανάστευση και το Άσυλο, η οποία θα είναι εμπνευσμένη από τις αρχές της αλληλεγγύης και της ευθύνης». Αφετηρία της δήλωσης είναι η κοινή διαπίστωση πως οι εν λόγω χώρες αποτελούν «χώρες πρώτης υποδοχής στην Ευρώπη, στην κεντρική και ανατολική δίοδο της Μεσογείου, [που] επωμίζονται το μέγιστο βάρος όσον αφορά στην διαχείριση των μεταναστευτικών ροών στη Μεσόγειο, ενώ συμμορφώνονται πλήρως με όλες τις διεθνείς υποχρεώσεις και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Τα παραπάνω κράτη προφασίζονται μια όσο το δυνατόν πιο «ισότιμη» κατανομή των μεταναστευτικών πληθυσμών που εισέρχονται στα ευρωπαϊκά εδάφη, και αφήνουν να εννοηθεί πως είναι τα «αδικημένα» βάσει των διεθνών υποχρεώσεων και κανόνων. Το μόνιμο διαπραγματευτικό τους χαρτί είναι η ιδιότητά τους ως «πόρτες» για την Ευρώπη, λόγω της γεωγραφικής θέσης τους, και όπως έχει δείξει το πρόσφατο παρελθόν, αρκούνται σε επιδοτήσεις μερικών εκατομμυρίων για να ξεχάσουν την «ανισότιμη» κατανομή των μεταναστευτικών πληθυσμών, που κατά τ’ άλλα «χρησιμοποιούνται» ως μοχλοί πίεσης για την εξάσκηση των εξωτερικών τους πολιτικών.
Δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως για τις χώρες «πρώτης υποδοχής», η μεταναστευτική πολιτική, και η πυγμή με την οποία την εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις τους ‒ανεξαρτήτως δεξιού ή αριστερού προσήμου‒ στα σύνορα και στα πελάγη της Μεσογείου, δεν μπορεί να ιδωθεί ως μεμονωμένη επιλογή των επιμέρους κρατικών σχηματισμών. Αντιθέτως, οφείλει να αναγνωριστεί ως ο πολιτικός προθάλαμος της Ευρώπης, που στοχεύει στα σώματα που δεν προβλέπεται να έχουν πολιτικά δικαιώματα εντός της, δηλαδή στις γυμνές ‒από πολιτικό βίο‒ ζωές, σε μη-πολίτες, ώστε να το γνωρίζουν και να εμπεδώσουν πριν καν επιχειρήσουν το ταξίδι τους. Τα σύνορα της Ευρώπης, έτσι, είναι κάτι παραπάνω από γεωγραφικές χαράξεις. Είναι ωμές προσταγές πάνω στα σώματα εκτοπισμένων (πολλές φορές μάλιστα από τις ίδιες ευρωπαϊκές εξωτερικές πολιτικές)· προσταγές που οδηγούν ως και στον θάνατο.
Στο πλαίσιο της κοινής δήλωσης, εν προκειμένω, η προσχηματική επίκληση στην «αλληλεγγύη», ειδικά από ακροδεξιά στόματα, μόνο υποκριτικά ηχεί, όταν στην Ιταλία ακόμα, με διάφορα τεχνάσματα, απαγορεύονται οι αποβιβάσεις διασωθέντων. Ας μην ξεχνάμε πως και στην ελληνική γεωγραφία, έναν χρόνο πριν, ο νόμος Μηταράκη απαγόρευσε τις διασώσεις από «τρίτους» φορείς, ορίζοντας ως αποκλειστικά αρμόδιο το λιμενικό σώμα, απαγορεύοντας παράλληλα σε οποιονδήποτε την καταγραφή της αντιμετώπισης των μεταναστών από το λιμενικό.
Η.Π.Α.: (Άλλη μία) επίθεση σε LGBTQ+ club
Το Σάββατο 19 Νοέμβρη, λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ένας ένοπλος άντρας μπήκε στο Club Q στο Colorado Springs και άνοιξε πυρ, δολοφονώντας 5 άτομα και τραυματίζοντας 25 ακόμα. Και ενώ οι επιθέσεις αυτού του είδους ‒«μπαίνω σε έναν δημόσιο χώρο και ανοίγω πυρ»‒ κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως συνηθισμένες για τη «γη της ελευθερίας», η συγκεκριμένη έρχεται με ένα ειδικό βάρος στον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.
Το Club Q είναι ‒ή μάλλον ήταν‒ ένα από τα ασφαλή στέκια της LGBTQ+ κοινότητας στην περιοχή. Ειδικά για το βράδυ της 19ης Νοεμβρίου είχε προγραμματιστεί θεματική βραδιά με αφορμή την Ημέρα Τρανς Μνήμης, που ήταν ακριβώς την επομένη, 20 Νοέμβρη. Σε αυτόν τον χώρο και χρόνο πραγματοποιήθηκε η επίθεση. Αξίζει να σημειωθεί ότι ορισμένοι από τους θαμώνες ήταν αυτοί που κατάφεραν να ακινητοποιήσουν τον δράστη, και τελικά να τον σταματήσουν προτού φτάσει η αστυνομία.
Την ίδια στιγμή ο Μπάιντεν δηλώνει πως δεν υπάρχει σαφές κίνητρο για την επίθεση.
Η θύμηση όμως της επίθεσης του 2016 στο Ορλάντο της Φλόριντα, είναι ακόμα πολύ νωπή. Σε ένα άλλο LGBTQ+ club, ένας άλλος ένοπλος, αφού ορκίστηκε πίστη στο Ισλαμικό Κράτος, σκότωσε 49 άτομα και τραυμάτισε τουλάχιστον 53.
Κι όμως, τον Ιούνη του 1969, μια επιδρομή της αστυνομίας στο γκέι μπαρ Stonewall Inn στο Manhattan, έγινε η αφορμή να ξεκινήσει ένα ντόμινο έντονων διαμαρτυριών για τη συνεχόμενη καταπίεση και αορατότητα των ατόμων της LGBTQ+ κοινότητας. Αυτό το ντόμινο κατέληξε στη μεγαλύτερη μέχρι στιγμής εξέγερση της κοινότητας.
Ευχόμαστε λοιπόν, από αυτά τα γεγονότα σύντομα να αναδυθεί και μια ελπιδοφόρα θύμηση: αυτή της εξέγερσης του Stonewall!