Ο γύρος του θανάτου

Ο Γύρος του Θανάτου γυρίστηκε το 1983 πιθανότατα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, όπως άλλωστε και η συντριπτική πλειοψηφία των, cult πλέον, ταινιών. Η ταινία έχει όλα τα χαρακτηριστικά της εποχής, δηλαδή κάκιστη σκηνοθεσία, όπως επίσης και αδιάφορες ερμηνείες από επίσης αδιάφορους ηθοποιούς. Κατ’ εξαίρεση όμως με τις υπόλοιπες ταινίες του είδους, αυτή έχει σενάριο και μάλιστα εξαιρετικό. Απλά γυρίστηκε στη λάθος εποχή, με τους πιο λάθος συντελεστές που θα μπορούσε να έχει.

*

Ο Στέφος, άνθρωπος προλεταριακής καταγωγής δουλεύει σαν ακροβάτης σε τσίρκο και πιο συγκεκριμένα κάνει το γύρο του θανάτου, στροβιλίζεται δηλαδή με τη μηχανή του σε ένα κεκλιμένο δάπεδο με μεγάλη ταχύτητα για να τον χαζεύουν διάφοροι αργόσχολοι της εποχής. Η ζωή του αλλάζει όταν τον πλησιάζει ένας εκπρόσωπος εταιρίας που του ζητάει να αγοράσει την καρδιά του έναντι μεγάλου χρηματικού ανταλλάγματος και να την χρησιμοποιήσει σαν όργανο για μεταμόσχευση, όταν αυτός πεθάνει. Ο Στέφος συμφωνεί, χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες γιατί έχει ανάγκη τα χρήματα και δέχεται επίσης να ακολουθεί και εφ’ όρου ζωής μια συγκεκριμένη δίαιτα προκειμένου να διατηρήσει την καρδιά-εμπόρευμα σε καλή κατάσταση. Στη συνέχεια της ταινίας, ο πρωταγωνιστής θα πουλήσει σταδιακά τα νεφρά, το συκώτι, τα μάτια και τα γεννητικά του όργανα, έναντι καινούριων χρηματικών ποσών μέχρι το σημείο όπου δεν θα μπορεί πλέον να το κάνει αφού το σώμα του ανήκει εξ’ ολοκλήρου στην εταιρία. Κατά τη διάρκεια της μετατροπής του σε ανθρώπινο σάκο μεταφοράς ζωτικών οργάνων, ο Στέφος θα ακολουθεί όλο και πιο αυστηρή δίαιτα και θα βρίσκεται όλο και περισσότερο υπό τον έλεγχο των ιδιοκτητών του, οι οποίοι αφού τον έχουν αγοράσει εξ’ ολοκλήρου δεν βλέπουν την ώρα να τον καθαρίσουν για να πουλήσουν με τη σειρά τους τα όργανά του. Στο τέλος θα τρώει μόνο χάπια και θα κοιμάται με μπράβους της εταιρίας για να τον ελέγχουν καλύτερα. Μετά θα ανατιναχτεί.

*

Ένας από τους ρόλους της τέχνης είναι να αναδεικνύει το ζητούμενο μέσω της υπερβολής. Στη συγκεκριμένη ταινία διαφαίνονται πολλαπλά νοήματα ίσως ακόμα και εν αγνοία του ίδιου του δημιουργού της. Ο αδηφάγος καπιταλισμός που επιδιώκει τη μετατροπή συνολικά κάθε πτυχής της ανθρώπινης ύπαρξης σε εμπόρευμα αλλά και η αντίστοιχη ανάγκη των σύγχρονων προλεταριακών υποκειμένων να εμπορευματοποιηθούν, ο καταναλωτισμός -μάλιστα στην πιο νεόπλουτη εκδοχή του-, η απληστία και η χυδαιότητα της κοινωνίας του θεάματος (έστω του θεάματος όπως αυτό αναπαράγεται στο τσίρκο που δουλεύει ο πρωταγωνιστής), διαπνέουν κάθε στιγμή της ταινίας από την αρχή μέχρι το τέλος της και τη μετατρέπουν, κατά λάθος, σε πολιτική ταινία.

*

Η μετατροπή συνολικά του σώματος ενός ανθρώπου σε εμπόρευμα, μετά θάνατον όταν δηλαδή θα έχει χάσει τη χρηστική του αξία για τον ίδιο, μπορεί να ήταν πρωτοποριακή σαν σύλληψη για την δεκαετία του ’80 (’90), πλέον όμως αποτελεί μέρος μιας πραγματικότητας που δηλώνει ότι εν μέσω κρίσης τα πάντα είναι εμπόρευμα, ακόμα περισσότερο από πριν. Η δυνατότητα ενσωμάτωσης στην εμπορευματική κοινωνία κοινωνικών σχέσεων, ιδεολογιών και κινημάτων όπως υπήρχε προ κρίσης πλέον αντιστρέφεται σε αναγκαιότητα εμπορευματοποίησης όλο και μεγαλύτερων κομματιών της καθημερινότητας και εν τέλει της ζωής της ίδιας. Με πιο απλά λόγια εάν ο καπιταλισμός αγόραζε μπλούζες με το σήμα της RAF προ δεκαετίας γιατί επεδίωκε έτσι να την απονοηματοδοτήσει, σήμερα το προλεταριάτο πουλάει την ίδια του την ύπαρξη στις εταιρίες ενοικιάσεως εργαζομένων, την ελευθερία του στα hot-spots για μια θέση εργασίας στη Γερμανία, το χρόνο του στα κέντρα δια βίου μάθησης και τη ζωή του συμμετέχοντας στους στρατούς των αναλώσιμων.

*

Αυτό που γίνεται ξεκάθαρο και στην πραγματικότητα, αλλά και στην ταινία, είναι ότι η διαδικασία της εμπορευματοποίησης είναι διπλή και ο ένας θέλει να αγοράσει και ο άλλος να πουλήσει. Συμπληρωματικά εάν θα μπορούσε κάποιος να παρατηρήσει ότι η καλπάζουσα φτωχοποίηση έχει οδηγήσει σε μείωση του κράτους, με την έννοια ότι αυτό εκχωρεί πλέον χώρο, περιοχές δηλαδή που δύσκολα μπορεί να ελέγξει, στο μαύρο κεφάλαιο, αυτό γίνεται μόνο επειδή η μαφία λειτουργεί καλύτερα σαν φορέας της καπιταλιστικής ιδεολογίας από ότι ας πούμε οι τράπεζες ή οι διαφημιστικές εταιρίες στις περιοχές των φτωχών και των αποκλεισμένων.

*

Πίσω από την υπόθεσή της διαφαίνονται και μια σειρά όλα (από) υποβόσκοντα νοήματα. Ο πρωταγωνιστής δεν κάνει οποιοδήποτε επικίνδυνο επάγγελμα, δεν περπατάει πάνω σε σκοινιά και δεν παλεύει με κροκόδειλους και καρχαρίες. Στροβιλίζεται και ο στροβιλισμός έχει το χαρακτηριστικό ότι όσα χιλιόμετρα και να διανύσεις βρίσκεσαι ακόμα στο ίδιο σημείο, εκεί που ξεκίνησες. Ο Στέφος λοιπόν στροβιλίζεται και βιώνει τον εγκλωβισμό του σε μια σταθερά άθλια κατάσταση όπως ακριβώς τον βιώνει όλο το σύγχρονο προλεταριάτο τώρα που πλέον έχει καταρρεύσει το αμερικάνικο, το ευρωπαϊκό και εδώ το ελληνικό όνειρο. Μέσω του στροβιλισμού (θα μπορούσε) να συμβολίζεται όλη η ακινησία μεταξύ των τάξεων τώρα που η οικονομική κρίση διέλυσε τις ψευδαισθήσεις των υποτελών. Οι επιλογές του Στέφου, όπως και γενικότερα οι επιλογές των προλετάριων σήμερα, είναι ανύπαρκτες. Θα πουλήσει την ψυχή του στον διάβολο-καπιταλιστή για να φύγει από τη μιζέρια και θα εγκλωβιστεί ακόμα περισσότερο αφού θα χάσει και την αυτονομία του, το δικαίωμα του αυτοκαθορισμού της ίδιας του της ζωής. Θα εξεγερθεί μόνο την ύστατη στιγμή αρνούμενος όχι να χάσει (αυτό είναι δεδομένο) αλλά να δώσει τη νίκη στους εχθρούς του και να γίνει εμπόρευμα.

*

Η τραγική κατάληξη του πρωταγωνιστή συμβολίζει την αποτυχία του ατομικού δρόμου. Ο Στέφος έγινε κιμάς στις καπιταλιστικές κρεατομηχανές γιατί πίστεψε στην καπιταλιστική ιδεολογία, τον ειρηνικό δρόμο, τη συνύπαρξη μεταξύ των τάξεων. Λογικό, σε μια εποχή (τότε όπως και τώρα) κινηματικής ύφεσης και διάχυτης ηττοπάθειας, πόση συνείδηση να περιμένει κανείς από έναν λαϊκό ακροβάτη σε μια περιοχή που θυμίζει τα Άνω Λιόσια και το Μενίδι;

Βαγιάν