«Οι μόνοι που μ’ ενδιαφέρουν είναι οι σαλεμένοι, οι διψασμένοι για ζωή, για κουβέντα, για τη σωτηρία τους, όσοι θέλουν τα πάντα και μάλιστα τώρα, όσοι ποτέ δεν χασμουριούνται και ποτέ δεν επαναλαμβάνονται, αλλά καίγονται, καίγονται με υπέροχες κίτρινες φλόγες, σαν βεγγαλικά που σκάνε κι απλώνουν τον ιστό τους ανάμεσα στ’ αστέρια, με μια γαλαζωπή μπουρμπουλήθρα στο κέντρο, όπου βυθίζεται ολόκληρος ο κόσμος».
~Τζακ Κέρουακ
Από τα πύρινα μανιφέστα των ντανταϊστών και των σουρεαλιστών στις αρχές του 20ου αιώνα, που εξυμνούσαν την ομορφιά της ολοσχερούς καταστροφής του παλαιού κόσμου με το παρηκμασμένο σύστημα αξιών και τη χρεωκοπημένη ηθική του, και ευαγγελίζονταν την απελευθέρωση της φαντασίας για την ανάδυση ενός νέου κόσμου φτιαγμένου από τα υλικά των ονείρων, έως το μεταμοντέρνο πρόταγμα ότι «το προσωπικό είναι και πολιτικό», και την τέχνη που έδωσε φωνή σε μειονότητες και σε ομάδες που βρίσκονταν στο περιθώριο, αποκλεισμένες από τον κυρίαρχο λόγο, οι καλλιτεχνικές πρωτοπορίες έχουν συνδεθεί άρρηκτα με τα κοινωνικά και τα πολιτικά κινήματα και με τις διεκδικήσεις για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη.
Η τέχνη όμως δεν υπήρξε πάντα επαναστατική. Πολύ συχνά οι καλλιτέχνες υπήρξαν οι πρώτοι που έσπευσαν να υπηρετήσουν αυταρχικά καθεστώτα και ολοκληρωτικά συστήματα. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου, το Σοβιετικό καθεστώς χρησιμοποίησε την τέχνη ως μέσο προπαγάνδας και δημιούργησε ένα καλλιτεχνικό ρεύμα που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως «Σοβιετικός ρεαλισμός» και είχε ως στόχο τη συμμόρφωση και τον εκφοβισμό των μαζών. Την ίδια περίοδο, στο αντίπαλο στρατόπεδο του κομμουνισμού, δηλαδή στις ΗΠΑ και τη Μ. Βρετανία, εμφανίστηκε ένα άλλο κίνημα στην τέχνη, η «ποπ αρτ», που προπαγάνδιζε τις «χαρές» του καπιταλισμού εξυμνώντας την κατανάλωση, τον ατομικισμό, τις υλιστικές αξίες και την κενότητα του Αμερικάνικου ονείρου.
Στη σύγχρονη Ελλάδα της σήψης και της παρακμής, όπου κυριαρχεί ο φόβος και η υποταγή, κάτω από τα ερείπια της υλικής ευμάρειας του παρελθόντος και τα συντρίμμια των ψεύτικων υποσχέσεων του καπιταλισμού, διενεργούνται υπόγειες διαδικασίες για να γεννηθεί κάτι νέο. Πρόκειται για ένα κίνημα από εικαστικούς, μουσικά συγκροτήματα, θεατρικές ομάδες, κινηματογραφιστές, για τους οποίους η τέχνη δεν αποτελεί ούτε εργαλείο ούτε αυτοσκοπό αλλά τρόπο ζωής, και γι’ αυτό είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πολιτική τους δράση. Μάχονται και δημιουργούν με την ίδια φλόγα, το ίδιο πάθος και την ίδια ζωτική ανάγκη. Γνήσιοι απόγονοι των καταστασιακών, αγωνίζονται για την πραγμάτωση της τέχνης μέσα από τη ζωή, και την επαναστατοποίηση της καθημερινής ζωής μέσα από την τέχνη. Δεν αναπαριστούν ούτε σχολιάζουν την πραγματικότητα, αλλά μέσα από τις δομές, τις διαδικασίες, τον λόγο και τη δράση τους, συνιστούν μια νέα πραγματικότητα που αποτελεί το όραμα και το θεμέλιο για έναν νέο κόσμο. Καταστρέφουν το υπάρχον, σαμποτάροντας τον πολιτισμό της νάρκωσης και τη διασκέδαση της εκτόνωσης, και χτίζουν μία νέα τέχνη, ελεύθερη και επαναστατική.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η θεατρική ομάδα που δραστηριοποιείται στον αυτοδιαχειριζόμενο κοινωνικό χώρο «Μπερντές». Μιλάνε οι ίδιοι για τη δουλειά τους εκφράζοντας τις απόψεις τους ως ξεχωριστές ατομικότητες ενταγμένες σε μία καλλιτεχνική συλλογικότητα:
Τι σημαίνει για σένα πολιτικό θέατρο;
Α.: Δεν υπάρχει μη πολιτικό θέατρο. Το θέατρο έχει νόημα σήμερα ως αντιπληροφόρηση. Δεν είναι παραγωγή εναλλακτικών προϊόντων για ειδικό κοινό.
Ν.: Το θέατρο μπορεί να είναι πολιτικό, αλλά με τίποτα στρατευμένο, όπως και κάθε μορφή τέχνης, κι ας υπήρξε εποχή και ρεύμα που χαρακτηριζόταν ως «στρατευμένη τέχνη». Για μένα, αυτό δεν υπάρχει. Ή για να είμαι και πιο σαφής, το θέατρο και η τέχνη γενικότερα, δεν είναι πολιτικά, αλλά πολιτική, κάνουν πολιτική, έχουν πολιτικό λόγο κ.ο.κ.
Α.: Το θέατρο απευθύνεται σε όλους, γίνεται από όλους για όλους. Αυτό είναι μια πολιτική πράξη και δήλωση.
Περιέγραψέ μου εν συντομία τις διαδικασίες που ακολουθείτε!
kiki brastad: Η ομάδα μας λειτουργεί με συνέλευση. Όποιο μέλος έχει κάποια ιδέα ή κάποιο θέμα να θίξει μπορεί να το καταθέσει στη συνέλευση της ομάδας. Μες στην ομάδα υπάρχουν επιμέρους ομάδες (σκηνοθεσίας, κίνησης, φωτισμού κ.λπ.) στις οποίες συμμετέχουμε ανάλογα με τα ενδιαφέροντά μας, ώστε να γίνεται καλύτερη διαχείριση και αξιοποίηση του υλικού των προβών. Έτσι, η παράσταση χτίζεται από όλες και όλους, ενάντια σε λογικές καταπίεσης και ανάθεσης, ή έμπειρων και ειδικών.
Ποια είναι για σένα η σημασία της ομάδας, και τι είδους σχέσεις οικοδομούνται μέσα σε αυτήν;
Κ.T.: Με την ομάδα μου παίρνουμε ένα συμβάν, μια ιστορία και τα δουλεύουμε με γνώμονα το στοιχείο της διακειμενικότητας, το σήμερα, το αύριο, το παρελθόν. Το σώμα μας είναι και το εργαλείο, με όπλα τον λόγο και την κίνηση. Δεν μπορείς να είσαι μόνος σου, χρειάζεσαι και τους άλλους. Δίνουμε σημασία στη διαδικασία. Όλοι έχουμε λόγο και όλοι δεν μένουμε μόνο σ’ αυτό. Αλλά το κάνουμε δράσεις.
Λ.: Το αυτοοργανωμένο θέατρο αντιμάχεται την κουλτούρα του εμπορικού. Δεν ευνοεί τον ατομικισμό και τον ανταγωνισμό, αλλά αντίθετα την αλληλεγγύη και τη συλλογικοποίηση. Ως προς το τελευταίο μπορεί να θεωρηθεί ότι παράγει μια ανταγωνιστική κουλτούρα προς το υπάρχον.
Ως προς την αυθεντία του συγγραφέα και την ευθύνη του θεατή…
Γ.: Λειτουργούμε με αντιιεραρχικές δομές και αυτό σημαίνει ότι δεν θεωρούμε χρέος μας να υπηρετήσουμε κανένα συγγραφέα και κανένα κείμενο. Το κείμενο δεν αποτελεί για μας παρά μία πρώτη ύλη και επιλέγουμε να αναμετρηθούμε μαζί του. Από τη σύγκρουση της αλήθειας του κειμένου με τη δική μας αλήθεια προσδοκούμε να γεννηθεί κάτι νέο… Ο θάνατος του συγγραφέα που εξήγγειλε ο Μπαρτ σηματοδοτεί τη γέννηση του αναγνώστη, και ο αναγνώστης/θεατής πρέπει να καλείται προ της ευθύνης και της ελευθερίας του σε ένα έργο τέχνης: Της ευθύνης να μην αρκείται στον ρόλο του παθητικού αποδέκτη, και της ελευθερίας να ενεργοποιήσει τη δική του φαντασία και όραμα για να συνδημιουργήσει μαζί μας την ίδια του την εμπειρία, το έργο τέχνης.
Εντάσσεται το εγχείρημα αυτό στα πλαίσια ενός ευρύτερου κινήματος αντίστασης, αυτοοργάνωσης και αλληλεγγύης, και αν ναι με ποιόν τρόπο;
Ν.: Ως ομάδα και ως άτομα πιστεύουμε ότι συμβάλλουμε στη -θεατρική- πράξη στο ευρύτερο κίνημα, με την απουσία εξουσιαστικών δομών, ιεραρχιών, ανάθεσης και με την αδιαμεσολάβητη και χωρίς αντίτιμο προβολή του υλικού μας. Προτάσσουμε το δικαίωμα του ανθρώπου στην ενσωμάτωση και τη συλλογική έκφραση, τον αγώνα για την ελευθερία, ίση αντιμετώπιση, και συνδιαμορφώνουμε την όποια δράση μας.
Fata Morgana