Το πράσινο προσωπείο του φασισμού

Το παρόν κείμενο αποτελεί περίληψη της μπροσούρας «Οικοφασισμός: Όταν ο φασισμός φοράει τον πράσινο μανδύα του» από τις Αλογόμυγες. Ολόκληρη η μπροσούρα στο http://alogomyges.espivblogs.net.

Συνήθως ο φασισμός εμφιλοχωρεί όπου η ανοχή, ο φόβος, η άγνοια και η αφέλεια τού αφήνουν χώρο. Ακόμα και ο αγώνας για τα άλλα ζώα και τη γη, ο οποίος χρειάζεται άμεσα να σηκώσει κεφάλι και να διώξει το κάθε καπέλο, αποτελεί πρόσφορο έδαφος για φασιστικό προσηλυτισμό. Άλλωστε, η σχέση του ανθρώπου με τη φύση δεν αποτέλεσε μόνο βασικό εργαλείο πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η ναζιστική προπαγάνδα (από την οποία σήμερα αντλούν υλικό νεοφασιστικές ομάδες) αλλά μέχρι και σήμερα χρησιμοποιείται ως κύριο όχημα που μεταφέρει φασιστικές αντιλήψεις ακόμα και σε χώρους που δηλώνουν εχθροί του φασισμού.

Πρώτα υλικά και Κοινωνικός Δαρβινισμός

Προδρόμους του οικοφασισμού μπορούμε να εντοπίσουμε από τις αρχές του 19ου αιώνα, σε μια διαποτισμένη από μυστικισμό φυσιολατρία που κερδίζει έδαφος στη γερμανία, συνυφασμένη με έναν φυλετικό εθνικισμό και ξενοφοβικές αντιλήψεις. Σ’ αυτό το κλίμα δημιουργείται το υπόβαθρο για να γεννηθούν τα πρώτα ρατσιστικά φυσιολατρικά κινήματα, όπως το völkisch, το λαϊκό κίνημα που αρνείται να αναζητήσει τα αίτια της αλλοτρίωσης και της περιβαλλοντικής καταστροφής στις κοινωνικές δομές και τον βιομηχανικό καπιταλισμό, επιλέγοντας τον δρόμο ενός εθνοκεντρικού λαϊκισμού. Η σχέση μεταξύ αίματος και γης αποκτά μια μυστικιστική αξία για τη διατήρηση της φυλής, ενώ η μέση αστική τάξη που ανήκουν μεταξύ άλλων οι εβραίοι, ένας περιπλανώμενος λαός χωρίς ρίζες και «αυθεντική σχέση με τη γη», και η βιομηχανοποίηση στην οποία «εξωθεί τους γερμανούς η εβραϊκή συνωμοσία», εμποδίζει τη ρομαντική επιστροφή τους στη φύση.

Το ιδεολογικό υπόβαθρο όμως που έθρεψε την αντίληψη της «ανωτερότητας των λίγων ισχυρών» και της εξόντωσης των υπολοίπων, αναζητήθηκε στη φύση και στο έργο του Δαρβίνου. Πρόκειται για μια περίοδο έντονου νατουραλισμού, όπου οι παρατηρήσεις από τη λειτουργία της φύσης εφαρμόζονται για να ερμηνεύσουν τις κοινωνικές σχέσεις και την ανθρώπινη συμπεριφορά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση επιλέγεται βολικά, διαστρεβλώνεται, και εφαρμόζεται χυδαία η θεωρία της φυσικής επιλογής, προωθώντας την επιβίωση του ισχυρότερου, και προβάλλοντας ταυτόχρονα ως μοναδική αλήθεια μια κοινωνική οργάνωση που βασίζεται στην ανισότητα και τον ανταγωνισμό. Με το να προστατεύει η κοινωνία τους όποιους αδύναμους, παρεμβαίνει στη διαδικασία της φυσικής επιλογής, και άρα δεν μπορεί παρά να οδηγηθεί στον εκφυλισμό. Η διατήρηση της καθαρότητας της φυλής, αλλά και η προστασία της από τα «ελαττωματικά γονίδια» που βλέπουν οι ναζί στις άλλες φυλές, όπως και στα άτομα με κινητικά προβλήματα και «νοητική υστέρηση», βάζει μπρος την εξόντωσή τους και χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για τη χρήση της ευγονικής, στην πιο αντιφατική «εφαρμογή φυσικών νόμων» που υπήρξε ποτέ.

Η επιβίωση του ισχυρότερου είναι βέβαια αυτή που εκφράζει την ανταγωνιστική αρχή του καπιταλισμού. Ο ανταγωνισμός αυτός οξύνεται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει την επιβολή των κυρίαρχων στην εργατική τάξη, αλλά και το πέρασμα του γερμανικού καπιταλισμού στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο. Μέσω της αντίληψης της «ανώτερης» άριας φυλής στην οποία ανήκουν οι «καθαρόαιμοι» γερμανοί, της προπαγάνδας που έχει ως σκοπό την «εθνική ενότητα», η συνταγή αυτή πετυχαίνει να οδηγήσει τις μάζες σε πόλεμο εναντίον «κοινών» εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών (εβραίοι, σλάβοι, ρομά, ομοφυλόφιλοι, αντιφρονούντες), στην πραγματικότητα σε νέο μοίρασμα της γης μεταξύ των καπιταλιστικών δυνάμεων. Έτσι το πεδίο της μάχης μεταφέρεται από τις ανταγωνιστικές τάξεις στο πεδίο αίματος-φυλής.

Στις αρχές του 20ου αιώνα όλη αυτή η φυσιολατρική συνταγή βρίσκει ζωτικό χώρο στο κίνημα της νεολαίας wandervogel, το οποίο επιχειρεί μια «μη πολιτική» απάντηση απέναντι στη βαθιά πολιτισμική κρίση και τις αλλοτριωμένες κοινωνικές σχέσεις μέσω της επιστροφής στη γη και τον κοινοτισμό, επικεντρώνοντας στη βελτίωση του ατόμου, και όχι στα πολιτικά μέσα, τα οποία θεωρεί ακατάλληλα ή ανεπαρκή. Μεγάλο μέρος αυτού του κινήματος θα αποτελέσει αργότερα τη ναζιστική νεολαία, βρίσκοντας εκεί έναν τόπο όπου μοιράζεται τις οικολογικές του ανησυχίες, υιοθετώντας ταυτόχρονα τη ρατσιστική-ναζιστική ιδεολογία. Άλλωστε το τρίτο ράιχ, όπως και σε έναν βαθμό η φασιστική ιταλία, προώθησε μεθοδευμένα το ιδεολογικό-ψευδοοικολογικό μείγμα και προχώρησε μέσω της «πράσινης πτέρυγας», και κυρίως του «πρασινότερου» από τους ναζί Göring, τόσο σε νομοθετήματαόσο και επιλεγμένες πρακτικές προστασίας του περιβάλλοντος.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο (πολιτική οικολογία και νεοφασισμός)

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι κύριες φασιστικές δυνάμεις της ευρώπης καταρρέουν. Παρ’ όλα αυτά, εμφανίζονται κάποιες μικρότερες ομάδες και στη γερμανία, όπως το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα, που συντάσσει «οικολογικό μανιφέστο», και οι Εθνικοί Επαναστάτες, που μέσω της δυναμικής συμμετοχής τους στις αντιπυρηνικές κινητοποιήσεις τη δεκαετία του ’70 δημιουργούν νέους διαύλους προσηλυτισμού, ενώ για κάποιους η απάντηση στην οικολογική κρίση μπορεί να δοθεί μόνο από έναν «Πράσινο Αδόλφο». Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 παρατηρείται σημαντική κίνηση στον χώρο των νεοναζιστών με τη δημιουργία νέων ομάδων και κομμάτων που χρησιμοποιούν για ακόμα μια φορά τις θεματικές του περιβάλλοντος και των άλλων ζώων. Ανάμεσά τους το Οικολογικό Δημοκρατικό Κόμμα, που προβάλλει ως λύση για το «πρόβλημα του υπερπληθυσμού» τον θάνατο των μεταναστών που έχουν απομακρυνθεί από το φυσικό τους τόπο. Στον υπερπληθυσμό του πλανήτη αποδίδει άλλωστε σήμερα η κυριαρχία την περιβαλλοντική κρίση, σε μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού της αναζήτησης των πραγματικών αιτίων στην ιδιοκτησία και τη διαχείριση της γης και των φυσικών πόρων. Άλλωστε, κεντρικός στόχος του οικοφασισμού είναι μια δικτατορία από «φωτισμένους» ηγέτες που θα επιβάλει τα «απαραίτητα μέτρα» μείωσης του πληθυσμού και της «καταστροφικής» του δραστηριότητας στον πλανήτη. Ακολουθώντας τη συνηθισμένη τακτική του, μπροστά στην απειλή της καταστροφής, οικολογικής, κοινωνικής, οικονομικής, ο ολοκληρωτισμός προβάλλεται ως η μία και μόνη ικανή και αναγκαία λύση.

Τώρα τι γίνεται…

Δυστυχώς, σήμερα ο κίνδυνος του οικοφασισμού απλώνεται εκ νέου. Τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και αλλού, βλέπουμε διάφορα φασιστοειδή να βρίσκουν μέσα στο κίνημα για τα Δικαιώματα των Ζώων ή ακόμα και σε αυτό της Απελευθέρωσης όλων των Ζώων και της Γης*, ένα πεδίο όπου προσπαθούν να απλώσουν τον μισανθρωπισμό τους (ίδρυμα Bardot κ.α.). Χρησιμοποιούν τις παρεμβάσεις ενάντια στην εκμετάλλευση των ζώων σε τσίρκο ως τρόπο για να στοχεύσουν τους «γύφτους». Θέτουν το θέμα της μουσουλμανικής θρησκευτικής σφαγής («χαλάλ» – χωρίς δηλαδή αναισθητοποίηση), μαζί με το ότι, για να πραγματοποιηθεί, χρειάζεται να «απασχοληθούν στο σφαγείο μουσουλμάνοι», σε μια εμετικού χαρακτήρα προσπάθεια σύνδεσης του συναισθήματος, που μπορεί να προκαλέσουν οι εικόνες σφαγής με «τους ξένους που μας παίρνουν τις δουλειές».

Στο επίπεδο των ψηφοθηρικών ισορροπιών ακούμε με αηδία το ενδιαφέρον των πλεύρηδων και των μιχαλολιάκαινων για τα αδέσποτα, τις τακτικές κωλοτούμπας τους όταν μιλούν για την ευζωία των γουνοφόρων, ενώ στη συνέχεια κάνουν επερωτήσεις στη βουλή για τους «βανδαλισμούς» κατά τη διαμαρτυρία στη διεθνή έκθεση γούνας, προωθώντας ταυτόχρονα τη δίωξη με τον τρομονόμο δράσεων όπως η απελευθέρωση των μινκ στην Καστοριά. Βλέπουμε τα στρατιωτάκια τους να δολοφονούν μετανάστες υπό την προστασία των αρχών, και στη συνέχεια τα «κεφάλια» να τις καλούν να κυνηγήσουν όσους φολιάζουν ζώα, καθώς και τις δηλώσεις των κασιδιάρηδων οι οποίοι, όταν δεν συνηγορούν υπέρ της δικής τους οπλοφορίας, βρίσκουν χρόνο να πουν ότι «σιχαίνονται το κυνήγι» ή για να αναφερθούν στον σεβασμό στα ζώα, «ανθρώπινα και μη» (αντιγράφοντας ακόμα και τη γλώσσα του ανταγωνιστικού κινήματος). Οι μάσκες βέβαια πέφτουν όταν η καταστροφή της φύσης έρχεται από μεγαλοεπενδυτές, όπως στην περίπτωση των Σκουριών. Εκεί, φαίνεται, έχουν ξεχάσει ακόμα και το «έξω οι ξένοι».

Εδώ και σήμερα λοιπόν, φαίνεται ξεκάθαρα ότι όταν η ενασχόληση με τη γη και τα ζώα στο σύνολό τους δεν γίνεται εντός ενός ορισμένου κοινωνικοπολιτικού πλαισίου, μπορεί κάλλιστα να μετατραπεί για άλλη μια φορά σε πλατφόρμα προπαγάνδισης και επιβολής εθνικιστικών-φασιστικών ιδεολογιών. Το γεγονός ότι αρκετά άτομα και ομάδες που ασχολούνται σήμερα με το ζήτημα των άλλων ζώων περιορίζονται σε αποσπασματικές φιλοζωικές δράσεις και διατροφικές επιλογές, ή ότι συχνά ο χώρος της οικολογίας θεωρείται από μερικούς ως ξεχωριστό μέτωπο δράσης, καθιστά το έργο αυτών των ομάδων όχι μόνο ευάλωτο αλλά και επικίνδυνο. Τόσο η έλλειψη ενδιαφέροντος πολλών που ασχολούνται με τα άλλα ζώα ή την οικολογία να εντοπίσουν τις κοινωνικές ρίζες του ζητήματος και να συνδέσουν τον αγώνα τους με τη μάχη ενάντια στο πολύπλευρο εξουσιαστικό πλέγμα, όσο και η αδυναμία ή άρνηση πολιτικών χώρων να συνδέσουν το ζήτημα της απελευθέρωσης των άλλων ζώων και της γης με τον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση, ή η διαρκής μετάθεσή του σε έναν μελλοντικό κοινωνικό παράδεισο, καθιστούν τα ζητήματα ευάλωτα σε κακόβουλες παρερμηνείες, υιοθετήσεις και ψηφοθηρικά καπελώματα. Απέναντι σε μια πολυμέτωπη επίθεση, χρειάζεται πολυμέτωπη απάντηση.

Προφανώς, ο αγώνας για την απελευθέρωση όλων των ζώων και της γης στέκεται εχθρικά απέναντι σε κάθε είδους «οικολογικά ανήσυχο» φασιστικό στοιχείο. Απέναντι σε όποια (φαινομενικά) αθώα πράσινη πρόφαση, αρνούμαστε να «φορέσουμε» κοινωνικούς και ηθικούς νόμους, φτιαγμένους έξω από εμάς, έστω κι αν αυτοί έρχονται από «ερμηνευτές» της φύσης, μέρος της οποίας είμαστε κι εμείς. Διεκδικούμε την ελευθερία να φτιάξουμε ισότιμα τους δικούς μας κώδικες, και αντιμαχόμαστε όποιους προσπαθούν να μας επιβάλουν τους δικούς τους. Με τον ίδιο τρόπο, δεν προσπαθούμε να «φορέσουμε» τους δικούς μας νόμους και ερμηνείες της φύσης σε άλλα έμβια όντα. Το δικό μας πρόταγμα είναι να διευρύνουμε τα όρια της σφαίρας της απελευθέρωσης της ανθρώπινης κοινωνίας από κάθε μορφή εκμετάλλευσης και κυριαρχίας και στα άλλα ζώα και στη γη. Οραματιζόμαστε το τέλος της αντιμετώπισης των ζώων και της γης ως ιδιοκτησίας. Δεν μιλάμε για καμιά μεταφυσική σύνδεση με τη γη ή για φυσιολατρία, ούτε από την άλλη περιοριζόμαστε στη χρηστικού τύπου οικολογική ισορροπία μόνο και μόνο ώστε να μην χαλάσει η τροφική αλυσίδα που μας θρέφει. Μιλάμε για την αυτοδιάθεση του κάθε ζώου. Δεν δαιμονοποιούμε ούτε την τεχνολογία ούτε την «ανθρώπινη φύση», αλλά αναζητούμε τα αίτια της σημερινής κατάστασης σε όσους έχουν οικονομικά συμφέροντα ή συμφέροντα ιδιοκτησίας, δύναμης και εξουσίας απ’ αυτή. Και προφανώς ούτε θέλουμε, ούτε υπάρχει τίποτα κοινό, ούτε ως προς την αντίληψη, ούτε ως προς τον στόχο, με όσους δέχονται και αναπαράγουν αντίστοιχα κυριαρχικά πρότυπα και σκεπτικά.

Εν κατακλείδι, μια τελευταία σκέψη: πράγματι, η λογική της επιβίωσης του οικονομικά, κοινωνικά και μυϊκά ισχυρότερου, ή όσων έχουν «πιο γερό στομάχι», προκαλεί φασιστικές και κανιβαλιστικές συμπεριφορές – κι όμως, τη συναντάμε σε πολλές πτυχές της καθημερινότητάς μας. Συμφωνούμε στο ότι μπορούμε να κοιτάξουμε γύρω μας για να πάρουμε παράδειγμα από τα άλλα ζώα και τη φύση και να δούμε τις ομοιότητές μας μ’ αυτά. Έτσι κι αλλιώς, βασικό συστατικό του φασισμού και του ρατσισμού είναι η κατά τέτοιο τρόπο εστίαση στη διαφορετικότητα ώστε να δικαιολογηθούν στη συνέχεια «ανωτερότητες» και «κατωτερότητες». Όμως, το πού κοιτάζουμε και εστιάζουμε είναι θέμα επιλογής, ή, όπως έχει ειπωθεί, μια «κατά βούληση κίνηση και άρα μια παρούσα ελευθερία». Είναι, τελικά, βασικό συστατικό της απελευθέρωσής μας. Μ’ αυτό το σκεπτικό επιλέγουμε και επιμένουμε να εστιάζουμε στα πάμπολλα παραδείγματα της αμοιβαίας αλληλοβοήθειας, της αλληλεγγύης, της πολυμορφίας, της δημιουργίας, της συνύπαρξης που καταφέρνει να χωρέσει όλες τις διαφορές, όταν αυτές δεν λειτουργούν εναντίον της, και τελικά, στη ζωή με ελευθερία και αξιοπρέπεια, και όχι απλά στην επιβίωση.

Aλογόμυγες

*Οι ριζικές ιδεολογικές-πολιτικές διαφορές μεταξύ του κινήματος για τα Δικαιώματα των Ζώων και του κινήματος για την Ολική Απελευθέρωση περιγράφονται στη μπροσούρα.