Τοποθέτηση με αφορμή τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην απολογιστική συνέλευση του Athens Indymedia

Η τοποθέτηση αυτή γράφεται από το σύνολο των ατόμων που απαρτίζουν το εγχείρημα της εφημερίδας δρόμου Άπατρις. Η τοποθέτησή μας, κατατίθεται δημόσια και εστιάζει ειδικά στην ανοιχτή απολογιστική συνέλευση του Athens Indymedia. Μιλάμε για αφορμή γιατί θεωρούμε ότι κάποια από τα ζητήματα που θα προσπαθήσουμε να θίξουμε δεν εμφανίστηκαν πρώτη φορά στον αναρχικό χώρο και στο κίνημα γενικότερα, αλλά αναπόφευκτα αναδείχθηκαν μέσα από τα συγκεκριμένα γεγονότα. Αν και η εφημερίδα, ως κινηματική δομή σπάνια δημοσιεύει πολιτικά κείμενα, κρίναμε πως είναι αναγκαίο να καταθέσουμε δημόσια τις σκέψεις μας: Επιθυμούμε να μιλήσουμε ως ένα ακόμα εγχείρημα αντιπληροφόρησης, συνεισφέροντας ως κινηματική δομή στον απολογιστικό (αλλά και τον ευρύτερο) διάλογο με τη δική μας εμπειρία και τις δικές μας παρατηρήσεις. Ταυτόχρονα, επιθυμούμε να τοποθετηθούμε από την ειδική θέση ενός εγχειρήματος αντιπληροφόρησης που έκανε την ίδια επιλογή με το Athens Indymedia, αυτήν της δημοσιοποίησης του κειμένου της Στ. Μπ. στις 17/10· επιλογή που προκάλεσε σε δεύτερο χρόνο την επίθεση της συλλογικότητας του Ρουβίκωνα στην πρώτη ανοιχτή απολογιστική συνέλευση του Athens Indymedia. Σχετικά με αυτό: https://athens.indymedia.org/post/1623458/

Για την υπεράσπιση των δομών αντιπληροφόρησης και της πολυμορφίας

Η εφημερίδα δρόμου Άπατρις είναι ένα αυτοοργανωμένο εγχείρημα αντιπληροφόρησης του αναρχικού κινήματος. Επιδιώκει την απεύθυνση κυρίως σε κοινωνικά κομμάτια εκτός του «χώρου» μοιράζοντας χέρι-με-χέρι χιλιάδες εφημερίδες στον δρόμο, σε πορείες, συγκεντρώσεις, και πόρτα-πόρτα σε διάφορες γειτονιές και διαφορετικές πόλεις της ελλαδικής επικράτειας, με σκοπό ο αναρχικός λόγος να φτάνει σε όσο το δυνατόν περισσότερα μυαλά γίνεται. Είμαστε μία δομή του αναρχικού κινήματος, που έχει λάβει την απόφαση να επιχειρεί κάθε φορά να συνθέτει το πολύμορφο μωσαϊκό του πολιτικού μας χώρου, συμπυκνώνοντάς το σε ένα έντυπο ευρείας απεύθυνσης.

Προσπαθούμε να είμαστε ένα εγχείρημα πολυτασικό, τόσο ως προς το περιεχόμενο της ύλης που διακινούμε, όσο και από άποψη πολιτικού προσανατολισμού των μελών που απαρτίζουν την εφημερίδα. Απαρτιζόμαστε από κινηματικά υποκείμενα, με θέσεις, απόψεις, διαφωνίες, κατευθύνσεις, πράγμα που προσπαθούμε να αφήνουμε –όσο γίνεται– εκτός της δομής, ώστε να επιτελούμε απρόσκοπτα τον ρόλο μας ως κινηματικό μέσο αντιπληροφόρησης.

Η πολυτασικότητα, ως πολιτική απόφαση εκκινεί από την αντίληψη πως ο πλούτος αναλύσεων, σκεπτικών, πρακτικών αγώνα, κινηματικών εμπειριών, ατομικών και συλλογικών, είναι αυτά που συνθέτουν το αναρχικό κίνημα στην ολότητά του. Θέλοντας να αναδείξουμε αυτό ακριβώς το φάσμα περιεχομένων, επιλέγουμε να μην ταυτίζεται η εφημερίδα με μία μόνο πολιτική τάση του χώρου μας, ή να τοποθετείται κάτω από συγκεκριμένες πολιτικές στέγες. Προωθώντας λοιπόν όσο περισσότερο μπορούμε ολόκληρη την κινηματική παλέτα ελπίζουμε αντίστοιχα να βρούμε τους περισσότερους δυνατούς κοινούς τόπους με όσο γίνεται ευρύτερο μέρος του αναγνωστικού κοινού. Φιλοδοξούμε η ποικιλία των θεματικών από τη μία, και η πολυχρωμία των απόψεων από την άλλη, να δώσουν όσο γίνεται περισσότερα ερεθίσματα στους ανθρώπους που θα πάρουν στα χέρια τους την εφημερίδα και να εμπνεύσουν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους (σε αντιδιαστολή με την έκφραση μιας και μόνο περιχαρακωμένης άποψης, ενός συγκεκριμένου συνόλου θέσεων, μιας κατεύθυνσης, τάσης κ.λπ., που συνθέτουν και ένα αντιστοίχως περιχαρακωμένο σύνολο ερεθισμάτων).

Στο σημείο αυτό, να διευκρινίσουμε πως με τον όρο «πολυτασικότητα» δεν εννοούμε μόνο τα «στενά» όρια του αναρχικού χώρου. Φιλοξενούνται στις σελίδες μας απόψεις από οργανώσεις, ομάδες, πρωτοβουλίες ή άρθρα ατόμων κ.λπ. που πιθανώς δεν ταυτίζονται συνολικά με τον αξιακό μας κώδικα. Παρ’ όλα αυτά, η θέση τους, η αγωνιστική διάθεσή τους, και η από τα κάτω οργάνωση είναι κάποιοι από τους λόγους που μας ωθούν να διαδώσουμε τα παραδείγματα των αγώνων τους σε άλλα καταπιεσμένα.

Στην πράξη, λοιπόν, προσπαθούμε πάντα να είμαστε στα σημεία που το κίνημα εκφράζεται, εκεί που διαφωνεί, όπου χρειάζεται να ακουστούνε φωνές πέρα από το κυρίαρχο αφήγημα κ.ο.κ. Στο ίδιο μήκος κύματος επιθυμούμε και το κίνημα να κάνει τις «παρεμβάσεις» που χρειάζεται, ώστε να συμπεριλαμβάνουμε κάτι που κρίνεται άξιο αναφοράς, όταν αυτό μας έχει διαφύγει. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, η σχέση που επιθυμούμε να έχει η εφημερίδα με το κίνημα είναι μια σχέση αμφίδρομη: Η εφημερίδα παραμένει προσβάσιμη σε κάθε κομμάτι του, ως όχημα για φιλοξενία των διαφορετικών περιεχομένων, και παράλληλα «επιζητά» από αυτό την αναγνώριση της συνεισφοράς της στην κοινή μας υπόθεση, «αιτούμενη» εν συνεχεία να μοιράζεται στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό το βάρος της διανομής της.

*

Η εφημερίδα δρόμου Άπατρις, ως δομή αντιπληροφόρησης, ανήκει στο κομμάτι εκείνο του κινήματος που κάνει μία συγκεκριμένη πολιτική δουλειά για -και από- το κίνημα· δουλειά που δεν είναι πολιτικά εύκολη, αλλά ούτε και απλή, όσον αφορά τα δεσμευτικά πλαίσια και τους αντίστοιχους χρόνους που αφήνουν στα μέλη του εγχειρήματος. Οι επιλογές της «ύλης», η χάραξη και η τήρηση όσων προβλέπει η πολιτική δημοσίευσης, οι χρόνοι, η συγγραφή, η διανομή, η συντήρηση της δομής, τα χρήματα που χρειάζονται και πολλά άλλα, είναι εν τέλει ευθύνη λίγων συντρόφων και συντροφισσών. Τα μέσα αντιπληροφόρησης και γενικότερα οι κινηματικές δομές, υφίστανται αποκλειστικά μέσα στο κίνημα, σηκώνοντας συγκεκριμένα βάρη, και επιτελώντας συγκεκριμένες λειτουργίες. Θεωρούμε δεδομένο ότι από την πλευρά του, το κίνημα οφείλει να αντιλαμβάνεται συνολικά τη βαρύτητα ύπαρξης τέτοιων δομών εντός του, και κατ’ επέκταση να τις στηρίζει με κάθε δυνατό τρόπο – «υλικά, ηθικά, πολιτικά».

Ταυτιζόμενα -με βάση τα παραπάνω- με τo Athens Indymedia, δηλώνουμε την αλληλεγγύη μας προσπαθώντας παράλληλα να το στηρίξουμε έμπρακτα, συμμετέχοντας στις διαδικασίες απολογισμού, σεβόμενα τον ρόλο του, βοηθώντας το όσο γίνεται με υπευθυνότητα στους κανονισμούς δημοσίευσης – από την επιλογή θεματικών μέχρι τη διατήρηση μιας ανοιχτής και αμφίδρομης επικοινωνίας για τα όποια λάθη προκύψουν εκατέρωθεν.

Σε συνέχεια των παραπάνω, θεωρούμε σημαντικό να θίξουμε τη γενικότερη στάση του κινήματος απέναντι στις δομές αντιπληροφόρησης, και ειδικά απέναντι στο Athens Indymedia. Η κριτική από την πλευρά του κινήματος οφείλει να κατατίθεται σε μία ισότιμη βάση, με διάθεση συνεισφοράς στις απαιτήσεις και τα ζητήματα των δομών, και σε ένα βάθος χρόνου. Αντ’ αυτού, η κριτική που συνήθως δεχόμαστε έρχεται «απ’ έξω», κυρίως σε περιπτώσεις που κάποια ατομικότητα ή συλλογικότητα δεν βρίσκει τον εαυτό της, ή ακόμα και θίγεται από κάποια δημοσίευση, χωρίς να συνοδεύεται από μια αντίστοιχη διάθεση συνεισφοράς για «αποκατάσταση» των όποιων προβληματισμών. Αναπαράγεται έτσι η λογική της ανάθεσης, όπου τα μέσα αντιπληροφόρησης καλούνται να υλοποιήσουν εξωτερικές «προτροπές», σε ένα ανισότιμο πλαίσιο, χωρίς την συνεισφορά των άμεσα ενδιαφερόμενων.

Σχετικά με τη δημοσίευση του κειμένου της Στ. Μπ.

Αφορμή για τη συγγραφή του παρόντος κειμένου στάθηκε η επίθεση της συλλογικότητας του Ρουβίκωνα στην πρώτη διαδικασία της ανοιχτής απολογιστικής συνέλευσης του Athens Indymedia. Αιτία αυτής της κίνησης, όπως έγινε ξεκάθαρο από τα μέλη της ομάδας, αποτέλεσε η δημοσιοποίηση από το Athens Indymedia του κειμένου της Στ. Μπ. (https://athens.indymedia.org/post/1621199/)

Το «γράμμα από τη φυλακή», αρχικά περιλαμβάνει τη δημόσια κατάθεση του τραυματικού βιώματος της Στ. Μπ. πρώην μέλους του Ρουβίκωνα, το οποίο αφορά τον τσακωμό με τον σύντροφό της, επίσης μέλος του Ρουβίκωνα, που οδήγησε στον θανάσιμο τραυματισμό του. Η ίδια, βρισκόμενη τότε σε καθεστώς φυλάκισης, επέλεξε να δημοσιοποιήσει το κείμενο αυτό την ημέρα εκδίκασης της υπόθεσής της σε δεύτερο βαθμό, όπου βρισκόταν ως κατηγορούμενη για «ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση». Στην επιστολή της αποδομεί την αποδιδόμενη «πρόθεση», περιγράφοντας πως εκείνες οι ενέργειές της που οδήγησαν στον τραυματισμό του συντρόφου της, ήταν προϊόν αυτοάμυνας απέναντί του. Κλείνοντας το γράμμα της προτάσσει την αντίσταση των γυναικών απέναντι στην κανονικοποιημένη βία που βιώνουν, στο πλαίσιο της έμφυλης καταπίεσης.

Η παραπάνω σύνοψη δεν φιλοδοξεί να καλύψει το σύνολο του περιεχομένου της επιστολής της Στ. Μπ. αλλά να υπερθεματίσει τη θέση από την οποία τοποθετείται: Μιλάει ως γυναίκα που έχει αναγνωρίσει το βάρος που κουβαλάει αυτή η ταυτότητά της στον κόσμο της πατριαρχίας· ως άτομο που φέρει το ψυχικό τραύμα της «σωματικής βίας που δέχτηκε, της ψυχολογικής βίας από την απομόνωση και τον αποκλεισμό, αλλά και της απώλειας του θανάτου»· ως έγκλειστη που βρέθηκε πίσω από τα κάγκελα επειδή αμύνθηκε απέναντι στην επίθεση ενός άντρα, όντας και οι δύο «υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών»· ως ένα καταπιεσμένο υποκείμενο, που βρισκόμενο σε αυτήν την ιδιαίτερη συνθήκη, επιστρατεύει το θάρρος και το κουράγιο του, με σκοπό να διατυπώσει τη δική του «αλήθεια».

*

Οι όροι με τους οποίους επέλεξε να «εκφραστεί» η συλλογικότητα του Ρουβίκωνα στο πλαίσιο της πρώτης ανοιχτής απολογιστικής συνέλευσης του Athens Indymedia, σαφώς και εχθρεύονται την οριζοντιότητα, που αποτελεί καταστατική αφετηρία του αναρχικού χώρου. Ο τραμπουκισμός, ως μορφή αυτής της «έκφρασης», είναι η μία όψη αυτής της υπόθεσης. Η άλλη όψη είναι το ίδιο το περιεχόμενο της «έκφρασης», δηλαδή η χωρίς καμία αμφισβήτηση, απόπειρα επικράτησης της μοναδικής αλήθειας από την οποία τίποτα δεν «επιτρέπεται» να παρεκκλίνει.

Η εφημερίδα δρόμου Άπατρις έκανε την ίδια επιλογή με το Athens Indymedia, δημοσιεύοντας την ίδια μέρα, στις 17/10/2022, το «γράμμα από τη φυλακή της Στ. Μπ.». Η δημόσια υπεράσπιση αυτής της επιλογής, μέσα από αυτό εδώ το κείμενο, στέκεται αντιδιαμετρικά απέναντι από το επίδικο περιεχόμενο των εν λόγω τραμπουκισμών.

Επιλέξαμε να δώσουμε χώρο στον λόγο ενός ατόμου, που τοποθετούταν μέσα από την ιδιαίτερη συνθήκη που περιγράψαμε παραπάνω. Αυτή η συνθήκη ήταν εξαρχής επαρκής, ώστε να θεωρηθεί αυτονόητη η δημοσίευση του γράμματός του, από ένα εγχείρημα αντιπληροφόρησης που στέκεται στο πλευρό των καταπιεσμένων υποκειμένων του κοινωνικού και ταξικού ανταγωνισμού. Ειδικά σε ζητήματα κοινωνικού αποκλεισμού, όπως συμβαίνει δηλαδή και στη συνθήκη του εγκλεισμού, το δημόσιο «βήμα» πηγαίνει ακόμα βαθύτερα, καθώς το επίδικο, εκτός από την καταπιεσμένη αφήγηση, αφορά και την ίδια την ορατότητα του υποκειμένου.

*

Εκτός αυτών, στο πλαίσιο λειτουργίας του εγχειρήματος της εφημερίδας δρόμου Άπατρις, αποφεύγουμε να μπαίνουμε σε μια θέση κριτή, αναπτύσσοντας μια σχέση αρχισυνταξίας με ό,τι (δύναται να) περιλαμβάνεται και (να) αναπαράγεται από την εφημερίδα. Αντιθέτως, έχουμε συναποφασίσει την πολιτική δημοσίευσης, ως την ελάχιστη πολιτική συμφωνία μεταξύ μας, ανάγοντας σε θεμελιακά μεγέθη την υπεράσπιση αφενός της πολυμορφίας, και αφετέρου της αντιπληροφόρησης από τα κάτω. Είναι η πολιτική δημοσίευσης, που τελικά μας επιτρέπει να αποστασιοποιούμαστε από την προς δημοσίευση ύλη, αφήνοντας στην άκρη συγκεκριμένες πολιτικές θέσεις και επιμέρους διαφωνίες.

Το συγκεκριμένο κείμενο δεν ανέφερε ονόματα προσώπων ή συλλογικοτήτων, ώστε να υπάρχει κίνδυνος μεταγενέστερης ποινικής επιβάρυνσής τους, ή το ενδεχόμενο να αναγνωστεί ως ένα εσωτερικό κείμενο που «ξεστράτισε» προς τη δημόσια οδό. Αντ’ αυτών εστίασε στο βίωμα της Στ., και την έμφυλη ανάγνωση των γεγονότων που βίωσε, και της θέσης στην οποία κατέληξε. Όχι μόνο, λοιπόν, δεν αντίκειται στην πολιτική δημοσίευσης της εφημερίδας, αλλά η δημοσίευσή και αναπαραγωγή του από το εγχείρημα αποτελεί θεμελιακή στόχευσή του.

Βέβαια, η συγκεκριμένη επιλογή δεν κατέστη εύκολη. Είχαμε γνώση πως, και σε πρώτο χρόνο, στο διάστημα δηλαδή αμέσως μετά τον θάνατο του Λ. Κ., συντρόφου της Στ. Μπ., είχε γίνει μια προσπάθεια επιβολής ομερτά με απειλές βίας από μέλη της συλλογικότητας του Ρουβίκωνα. Η συγκεκριμένη δημοσίευση, λοιπόν, τέθηκε προς διαβούλευση στο σύνολο της πανελλαδικής δομής της εφημερίδας δρόμου Άπατρις και η απόφαση πάρθηκε συλλογικά, αναλαμβάνοντας από τη δική μας πλευρά την ευθύνη απέναντι σε μια τέτοια ενδεχόμενη «απειλή». Προσπαθούμε να στεκόμαστε με συνέπεια απέναντι σε αυτό που αντιλαμβανόμαστε ότι οφείλει να κάνει ένα εγχείρημα αντιπληροφόρησης: Να τηρεί αδιάλλακτα τις θεμελιώδεις πολιτικές συμφωνίες και αξίες, ασχέτως απειλών και προσωπικών απόψεων.

Και σε αυτό το σημείο οφείλουμε μία επισήμανση. Η επιλογή δημοσίευσης του κειμένου της Στ. Μπ., έγινε αποκλειστικά στη βάση των όσων περιγράφηκαν παραπάνω, όπως συμπυκνώνονται στις πολιτικές στοχεύσεις της εφημερίδας, και την πολιτική δημοσίευσής της. Δεν υπήρχε από την πλευρά μας η πρόθεση να εκθέσουμε τη συλλογικότητα του Ρουβίκωνα σε οποιουδήποτε είδους δημόσια κακεντρεχή κριτική, και σαφώς η συγκεκριμένη δημοσίευση δεν αποτέλεσε πρό(σ)κληση για μία ακόμα ενδοκινηματική πολιτική αναμέτρηση. Τουναντίον, ήταν η ελάχιστη κίνηση συνεισφοράς, που θα μπορούσε, σε ένα πολιτικά ιδανικό σενάριο, να αποτελέσει κομμάτι ενός διαλόγου μεταξύ των «αντιμαχόμενων πλευρών», για ζητήματα πατριαρχίας – και όχι μόνο. Ζητήματα τα οποία, παρά τον κόπο και την ενέργεια που έχουν επενδύσει κατά κύριο λόγο συντρόφισσες και συντρόφια, δεν έχουν λάβει ακόμα σε «ικανοποιητικό» βαθμό τη βαρύτητα που τους αντιστοιχεί στο πεδίο του ενδοκινηματικού πολιτικού διαλόγου. Στην ίδια προωθητική, και όχι πολωτική κατεύθυνση, συντάσσεται και το παρόν κείμενο.

Σχετικά με την επίθεση της συλλογικότητας του Ρουβίκωνα στην πρώτη απολογιστική συνέλευση του Athens Indymedia, και τα πολιτικά συμφραζόμενά της

Θα ξεκινήσουμε με μία εν γένει κοινότοπη παραδοχή: Θεωρούμε ότι είμαστε αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας, και δεν τοποθετούμε τον εαυτό μας στη θέση κάποιας πεφωτισμένης ηγεσίας, που αιωρείται έξω και πάνω από το υπόλοιπο κοινωνικό σώμα. Αποδεχόμαστε, υπό αυτήν την παραδοχή, ότι κουβαλάμε και αναπαράγουμε κατάλοιπα από τον «πολιτισμό» της εξουσίας, τα οποία και καθημερινά προσπαθούμε να αποτινάξουμε, σε μία παράλληλη προσπάθεια να αίρουμε τις αντιφάσεις που διέπουν τις ζωές μας. Σαφώς αυτή η συνθήκη αντανακλάται και στις σχέσεις μας με τους συντρόφους, τις συντρόφισσες και τα συντρόφια μας, τόσο σε διαπροσωπικό επίπεδο, όσο και σε συλλογικό.

Υπό αυτό το πρίσμα, οι διαφορές που θα προκύψουν μέσα στο περιβάλλον του πολιτικού μας χώρου είναι αναπόδραστες. Η οριζοντιότητα, ως καταστατική αφετηρία του χώρου μας, αποτελεί πρωταρχικό εχέγγυο για την από κοινού επεξεργασία των εκάστοτε διαφωνιών μας, μικρών και μεγάλων. Κατοχυρώνει το «κοινό τραπέζι» πάνω στο οποίο λαμβάνει χώρα η συλλογική διαπραγμάτευση των θέσεων, των ταυτοτήτων, της κριτικής και της αυτοκριτικής, των αξιακών κριτηρίων κ.λπ., με απαραίτητη προϋπόθεση τη συντροφικότητα στον ορίζοντα συνεισφοράς στην επαναστατική υπόθεση. Οποιαδήποτε στάση και συμπεριφορά παρεκκλίνει από την περιγραφόμενη συνθήκη της οριζοντιότητας, με οποιονδήποτε τρόπο, τίθεται αυτόματα εκτός των πολιτικών ορίων του χώρου μας. Η ευθύνη για αυτές τις συμπεριφορές βαραίνει τα ίδια τα υποκείμενα που τις υιοθετούν και τις ενσαρκώνουν, και αφήνεται πάνω τους η όποια πρωτοβουλία για αποκατάσταση της συντροφικής εμπιστοσύνης, και κατ’ επέκταση των συντροφικών σχέσεων.

Στην προκειμένη περίπτωση, το «κοινό τραπέζι» αποτέλεσε η ανοιχτή απολογιστική συνέλευση του Athens Indymedia. Η «διάρρηξή» του, πραγματοποιήθηκε με την επίθεση του Ρουβίκωνα στην πρώτη διαδικασία. Έκτοτε, η μόνη πρόθεση εκ μέρους της συλλογικότητας του Ρουβίκωνα, που καταγράφεται στην ευρύτερη δημόσια σφαίρα, και όχι μόνο στην κινηματική, είναι αυτή της υπεράσπισης αυτής της κίνησης, και της λοιδορίας της όποιας αντιτιθέμενης κριτικής. Οι όροι (και η ορολογία) με τα οποίους διατυπώνεται στο δημόσιο πεδίο η πρόθεση αυτή, παραμένουν τραμπούκικοι, και μάτσο. Είναι όροι επιβολής, και όχι συνδιαλλαγής, προσομοιάζουν με στιγμιότυπα από την κάθετη οργάνωση του κόσμου που μας περιβάλλει, και σίγουρα όχι με κουβέντες που ανταλλάσσονται σε συντροφικό επίπεδο.

Στον βαθμό που μας αφορά, δεν θέλουμε σε καμία περίπτωση να αφήνουμε χώρο σε τέτοιες πρακτικές, ώστε να ριζώνουν στο εσωτερικό του κινήματος, και να παγιώνονται ως παρακαταθήκη και κουλτούρα διαχείρισης/επίλυσης ενδοκινηματικών ζητημάτων.

*

Η ίδια η κίνηση, με τους όρους που διεξήχθη από τα μέλη της συλλογικότητας του Ρουβίκωνα, που βρέθηκαν στην πρώτη ανοιχτή απολογιστική συνέλευση του Athens Indymedia, ενσωματώνει πρακτικές και συμπεριφορικά μοτίβα που εξασκούνται κυρίαρχα και καθημερινά στην κοινωνία, αναδεικνύοντας βίαια το μέγεθος της αλλοτρίωσης από τις διάφορες εκφάνσεις της πατριαρχίας σε όλο το φάσμα των σχέσεων μας.

Αντιλαμβανόμαστε ότι η έκθεση συναισθημάτων και σκεπτικών που γεννιούνται μέσα από την αντιμετώπιση τόσο σοβαρών ζητημάτων είναι υπόθεση ευαίσθητη και τραυματική τόσο στην καθημερινή-ιδιωτική ζωή μας, όσο και στην πολιτική-συλλογική δραστηριότητά μας. Θεωρούμε ότι η σχέση που αναπτύσσουμε εσωτερικά για τη διαχείριση αυτών των συναισθημάτων είναι ουσιώδης, πόσο μάλλον όταν φιλτράρεται μέσα από τις αρχές της οριζοντιότητας και της ισοτιμίας, και τα απελευθερωτικά προτάγματα που χαρακτηρίζουν τον αναρχικό χώρο.

Τοποθετούμαστε έχοντας επίγνωση πως όλα μας έχουμε κληθεί να αντιμετωπίσουμε αντίστοιχα ή παρόμοια γεγονότα στο ευρύτερο πλαίσιο της πολιτικής μας δραστηριοποίησης. Στην προκειμένη περίπτωση η δική μας ερμηνεία για το ζήτημα είναι ότι αφορά ζήτημα έμφυλης βίας μεταξύ ανθρώπων του κινήματος. Θεωρούμε ότι το κείμενο μας δεν αποτελεί τον τόπο να θιχτούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης περαιτέρω ενώ ταυτόχρονα επεξεργαζόμαστε τρόπους και μοντέλα διαχείρισης τέτοιου είδους υποθέσεων.

Θεωρούμε σημαντικό οι αναγνώσεις μας να γίνονται βάσει δημόσιων και εσωτερικών πολιτικών κειμένων, και να μένουν μακριά από εξωκινηματικές διαδικασίες και μέσα – και ως τέτοια αντιμετωπίζουμε τα social media. Η τάση να μεταφέρεται η «πολιτική» στον ψηφιακό κόσμο με τους όρους που παρατηρούμε δεν μας εκφράζει, και επιπλέον βρίσκουμε εξίσου εχθρική και καθόλα μη ανεκτή τη διάσταση γύρω από την αναπαραγωγή των ίδιων πρακτικών που εντοπίζουμε παραπάνω.

Όταν επιλέγονται λοιπόν υψωμένα τείχη άρνησης διαλεκτικής, που επιβάλλονται από αντρικά μπράτσα και φωνές, αντί του ειλικρινούς μοιράσματος με το βάρος που φέρει, το μόνο βέβαιο είναι πως επικυρώνονται οι πατριαρχικοί ρόλοι. «Αυτό που επιζεί», με αυτόν τον τρόπο, είναι η πατριαρχία.

*

Ένα ακόμα πολύ βασικό ζήτημα, είναι το γεγονός πως η επίθεση της συλλογικότητας του Ρουβίκωνα διεξήχθη στο πλαίσιο μιας δημόσια καλεσμένης, ανοιχτής συνέλευσης. Οι ανοιχτές διαδικασίες είναι ένα από τα πολυτιμότερα εργαλεία που έχει στα χέρια του το ανταγωνιστικό κίνημα, καθώς δυνητικά συνθέτουν τον χώρο και τον χρόνο συνάντησης των αγωνιζόμενων με την υπόλοιπη κοινωνία. Μπορούν να λειτουργήσουν, έτσι, ως διεργασίες κοινωνικοποίησης της πολιτικής κουλτούρας που φέρουμε, καθώς και των ριζοσπαστικών σκεπτικών και αναλύσεων. Η επιλογή επίθεσης σε εκείνη τη διαδικασία, λοιπόν, είναι επιλογή επίθεσης σε όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, και συμβάλλει με τον τρόπο της στη συστηματική υποτίμηση των ανοιχτών διαδικασιών, και τον κινηματικό κατακερματισμό, με την επακόλουθη αποδυνάμωση της κοινωνικής δυναμικής και διαλεκτικής του αναρχικού χώρου.

Η δική μας πρόταση σχετικά με τα παραπάνω δεν είναι το «θάψιμο κάτω απ’ το χαλάκι», ούτε βέβαια η οχύρωση πίσω από συμπαγείς αφορισμούς. Στεκόμαστε στον αντίποδα, έχοντας πάντα κατά νου πως η ανάδειξη των όποιων ζητημάτων, αφενός απαιτεί και την «προσωπική» μας έκθεση, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, και αφετέρου καθιστά πιθανή την «προσβολή» μας από την κινηματική κριτική, και αυτό είναι κάτι που προσπαθούμε, και θέλουμε να έχουμε την ετοιμότητα για να το αποδεχτούμε. Γιατί –σε τελική ανάλυση– μόνο έτσι έχουμε τη δυνατότητα να παραμείνουμε σε κίνηση, εμπλουτίζοντας την εμπειρία και τη φαντασία μας, με σκοπό να φροντίζουμε τις σχέσεις μας τόσο σε διαπροσωπικό επίπεδο, ώστε να σταματήσουμε κάποια στιγμή να πονάμε εμάς και τους άλλους, όσο και σε συλλογικό επίπεδο, ώστε να διαβρώνουμε τον χώρο που διαρκώς καταλαμβάνει η εξουσία.

Αναλαμβάνοντας τις συλλογικές ευθύνες που μας αναλογούν, κλείνουμε επισημαίνοντας την ανάγκη να δοθεί επιτέλους χρόνος και βάρος στις συντροφικές μας σχέσεις, ώστε να μην αντιμετωπίζονται απλώς ως δευτερεύον θέμα εσωτερικού επιπέδου, αλλά ως ζήτημα γερών βάσεων επαναστατικής προοπτικής.

Εφημερίδα Δρόμου Άπατρις
Μάρτης 2023