Απ’ το 2009 ένα περίπου εκατομμύριο εργαζόμενοι/ες έμειναν εκτός της παραγωγικής διαδικασίας, με την ανεργία να φτάνει στο 25,7% και το 23,1% του πληθυσμού να ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Η εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης της εργασίας γίνεται όλο και πιο σκληρή, μέσα απ’ τις μειώσεις μισθών, τα voucher, τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας ενώ παράλληλα, ανοίγονται νέες αγορές προς εκμετάλλευση με την ιδιωτικοποίηση ολοένα και περισσότερων αγαθών ή υπηρεσιών που ανήκουν στη δημόσια σφαίρα, όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, η υγεία, η εκπαίδευση, τα λιμάνια, τ’ αεροδρόμια, οι δρόμοι.
Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν είναι απλά αποτελέσματα των «μνημονίων που μας επιβάλλει η Μέρκελ» ή της αιμοδιψίας των «ξένων κερδοσκόπων», όπως φλυαρούν οι λαϊκιστές δημαγωγοί, δεξιοί κι αριστεροί. Οι κρίσεις, ή αλλιώς οι περίοδοι ύφεσης, είναι δομικό στοιχείο του καπιταλισμού και οι ανθρωπιστικές κρίσεις, οι οποίες είναι μόνιμες και διαχρονικές σε άλλα σημεία του πλανήτη, είναι ο τρόπος με τον οποίο τ’ αφεντικά αποφεύγουν τη μείωση των κερδών τους, μετακυλίοντας το κόστος στους εργαζόμενους.
Τη στιγμή που οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη δεχθεί πολλαπλές αναζωγονητικές ενέσεις, με την παροχή δημόσιου χρήματος στ’ αποθεματικά τους, οι πολίτες αντιμετωπίζονται απ΄το κράτος μόνο με όρους καταστολής κι ελεημοσύνης. Πώς αλλιώς εξηγείται αυτή η πρεμούρα φορέων όπως τα ΜΜΕ, η εκκλησία, ΜΚΟ, για να «καλύψουν» κατά τα άλλα υπαρκτές κοινωνικές ανάγκες μέσω της φιλανθρωπίας; Πώς αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το περσινό επίδομα αλληλεγγύης, η χορήγηση δωρεάν λάπτοπ (που τόνωσε αρκετά το τζίρο συγκεκριμένων αλυσίδων καταστημάτων) ή το πρόσφατο νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης;
Το νομοσχέδιο 4320/2015, λοιπόν, δηλώνεται πως προβλέπει ελαφρύνσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης σε ζητήματα που σχετίζονται με τη σίτιση, τη στέγαση και τη ρευματοδότηση των σπιτιών. Ήδη στα πλαίσια του έγιναν 261.423 αιτήσεις, προσφέροντας στο κράτος και μια ευκαιρία για χαρτογράφηση της φτώχειας. Θέτοντας κριτήρια τα οποία αποκλείουν τη μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, «προσφέρει» 300kWh δωρεάν ρεύμα, τη στιγμή που η μέση κατανάλωση ανά νοικοκυριό ανέρχεται στις 13.994kWh. Επίσης, επιδοτεί τους ενοικιαστές με 70 ευρώ κατ’ άτομο (με ετήσιο εισόδημα έως 2.400 ευρώ) ανά μήνα και 220 ευρώ για πολυμελή οικογένεια (6 άτομα με έως 6.000 εισόδημα). Αυτό σημαίνει στην πράξη πως ένα άτομο με εισόδημα πχ 2.000 ευρώ που πληρώνει νοίκι της τάξης των 200 ευρώ, παρά το ότι θα λαμβάνει επίδομα της τάξης των 70 ευρώ, θα πρέπει εν τέλει να εξασφαλίζει 1.560 ευρώ το χρόνο για τη στέγαση του. Θα του απομείνουν φυσικά 340 ευρώ για ν’ αποπληρώσει για όλη την υπόλοιπη χρονιά τους λογαριασμούς του ρεύματος, του νερού, του τηλεφώνου, καθώς και τα έξοδα διατροφής του…
Επίσης, προβλέπονται κουπόνια σίτισης για 300.000 άτομα, μέσω της ειδικής κάρτας που εκδίδεται απ’ την Εθνική Τράπεζα. Αυτό σημαίνει πως συγκεκριμένες συνεργαζομενες με το κράτος επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένης της Εθνικής, επιδοτούνται από αυτό ώστε ακόμη και σε συνθήκες φτώχειας να μη μένουν γεμάτα τα ράφια των καταστημάτων. Έτσι, από τη μία σχηματοποιείται το προσωπείο του κράτους πρόνοιας, κι απ’ την άλλη ενισχύεται η κατανάλωση αλλά κι η ηλεκτρονική καταγραφή της ικανοποίησης ακόμη και των πιο βασικών αναγκών. Σ΄όλο αυτό το θέατρο του παραλόγου συμμετέχουν και τα ΕΛΤΑ, διατυμπανίζοντας τη δωρέαν διανομή των σχετικών φυλλαδίων που συνοδεύουν την επικοινωνιακή καμπάνια της κυβέρνησης, ενώ στην πραγματικότητα επιβαρύνουν το φόρτο των ήδη χαμηλόμισθων εργαζομένων τους.
Τέλος, εξασφαλίζονται εικονικές διαγραφές χρεών για ελάχιστους δανειολήπτες απ’ την Τράπεζα Πειραιώς. Η διαφημιστική καμπάνια με τίτλο «κίνηση αλληλεγγύης» του ομίλου Σάλλα, στην ουσία αποσυμφορεί την τράπεζα από ένα μέρος κόκκινων δανείων που δεν υπήρχε περίπτωση ν’ αποπληρωθούν και συσσωρεύτηκαν τα προηγούμενα χρόνια, ενώ ταυτόχρονα σφίγγει όλο και πιο στενά η θηλιά στο λαιμό των υπόλοιπων δανειοληπτών. Έτσι, χαρίζεται μέρος καταναλωτικών δανείων, διακοποδανείων και πιστωτικών (και όχι στεγαστικών) με ένα μικρό μέρος των χρημάτων που ουσιαστικά δωρίσθηκε απ’ το κράτος με τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών. Άλλωστε, ήταν οι τράπεζες που στήριξαν, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, την ικανοποίηση του καταναλωτικού ονείρου των πρωτοκοσμικών μικροαστών, υποθηκεύοντας και υποβαθμίζοντας τη μελλοντική εργατική τους δύναμη. Πελώρια εξοχικά, αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού, ακριβά ρούχα συνέθεσαν τον ιστό της επιτυχίας, η οποία εξαγοράστηκε με την υπόσχεση της μελλοντικής εργασίας. Η φούσκα όμως αυτή κάποια στιγμή θα έσκαγε, με τις τράπεζες να γεμίζουν τα θησαυροφυλακια τους με υποσχέσεις που ήταν αδύνατο να εκπληρωθούν, και το κράτος ν’ αναλαμβάνει τη ζημιά, μεταφέροντας το κόστος (που αλλού;) στους/στις εργαζόμενους/ες.
Εμείς, είτε θα παραμείνουμε οι χαμένοι της υπόθεσης είτε θα κινητοποιηθούμε παίρνοντας τις ζωές μας στα χέρια μας. Είτε θα συνεχίσουμε να επιτρέπουμε στους καπιταλιστές να διαμορφώνουν τις ανάγκες μας και θ’ αναθέτουμε στο κράτος τη διανομή των όσων παράγουμε προς όφελος των από πάνω, είτε θα αυτοοργανωθούμε στις γειτονιές, ορίζοντας εμείς τις ανάγκες αλλά και τους τρόπους με τους οποίους θα τις ικανοποιήσουμε. Κάθε δεκάρα μας στη μαύρη τρύπα του χρέους, κάθε έκφραση ευγνωμοσύνης προς το κράτος και το κεφάλαιο για τις παροχές-μπαλώματα που ήδη πληρώνουμε ακριβά, είναι και μία μικρή υποχώρηση στον αγώνα για την κοινωνική χειραφέτηση.
Σ’ όλη αυτή την κατάσταση, θεωρούμε πρωτεύουσας σημασίας τη συλλογικοποίηση των προβλημάτων μας, καθώς και τη δημιουργία ρωγμών στην υλοποίηση των σχεδίων που έρχονται σε αντίθεση με τα συμφέροντα των καταπιεσμένων. Είτε προστατεύοντας οικογένειες απ’ τις εξώσεις των τραπεζών, είτε διεκδικώντας μειώσεις στα ενοίκια, είτε καταλαμβάνοντας τα άδεια σπίτια, οι αγώνες ενάντια στη λογική που λέει πως όλα πουλιούνται κι όλα αγοράζονται, στις σχέσεις εκμετάλλευσης και στην εξάρτηση από ετερόνομους θεσμούς (όπως το κράτος ή η εκκλησία), είναι αγώνες που μας αφορούν όλες και όλους.
Το κείμενο αποτελεί μέρος της συλλογικής μπροσούρας των καταλήψεων Αντιβίωση, Σαχίνη 3 και Acta et Verba, που τυπώθηκε στα πλαίσια της καμπάνιας υπερ των καταλήψεων και έλαβε χώρα την τρίτη εβδομάδα του Ιούνη του 2015 στην πόλη των Ιωαννίνων.