Το ζήτημα της ονομασίας, ιστορικά απαντάται περί τα τέλη του 19ου αιώνα, στην ανάγκη των τότε λαών της περιοχής να δημιουργήσουν κράτος/έθνος. Η πολιτική στάση της Ελλάδας απέναντι σε αυτό το ζήτημα ποικίλει ανάλογα με τις εκάστοτε πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, με την κατάσταση να εντείνεται στα τέλη του ’91 με την διάλυσης της τότε Γιουγκοσλαβίας και την ανεξαρτητοποίηση της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (πΓΔΜ). Από εκείνη την περίοδο έως και τον Σεπτέμβρη του ’95 όπου υπογράφεται η Ενδιάμεση Συμφωνία οι δυο χώρες βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις σχετικά με το ζήτημα της ονομασίας, γεγονός που τοποθέτησε το ζήτημα «στον πάγο» με σκοπό την εκ νέου συζήτηση. Τον Απρίλιο του 2008, κατά τη σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, η Ελλάδα ασκεί βέτο στο αίτημα ένταξης της Μακεδονίας, βασιζόμενη στο ζήτημα της ονομασίας, κάτι που προκαλεί την αντίδραση των ΗΠΑ, Τουρκίας, καθώς και άλλων χωρών, χωρίς όμως να δοθεί ουσιαστική απάντηση. Αποτέλεσμα της πράξης αυτής ήταν η καταδίκη της Ελλάδας, τρία χρόνια μετά, από το διεθνές δικαστήριο της Χάγης. Φτάνοντας στο σήμερα, τόσο οι πολιτικές αλλαγές όσο και η επερχόμενη σύνοδος του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους, επαναφέρουν το ζήτημα. Η αλλαγή, όμως, της κυβέρνησης στη Μακεδονία το ’16, διαφοροποιεί τη μέχρι πρότινος στάση της ως προς το ζήτημα της ονομασίας.
Η ελληνική άρχουσα τάξη έχει διαπραγματευτεί για το όνομα με όπλα της την εθνική -κατασκευασμένα- υπερηφάνεια και τον επιθετικό εκβιασμό, καθώς έχει βρει στήριξη και αναπαραγωγή της λογικής της σ’ ένα κομμάτι κοινωνικών στρωμάτων. Ωστόσο θα έπρεπε να αντιλαμβανόμαστε τη «μάχη» για το όνομα ως κομμάτι μιας ευρύτερης διαμάχης των συμφερόντων. Συνεπώς, πρώτα απ’ όλα, είναι απαραίτητο να επισημάνουμε τον ρόλο της Μακεδονίας γεωπολιτικά και ειδικότερα, ως προς την κρίσιμη τοποθεσία της και ως προς τις εξωτερικές πολιτικές σχέσεις που αναζητούν καταφύγιο, συνεργασίες και υπεράσπιση. Όταν μιλάμε για πολιτικές σχέσεις εν γένει, αναφερόμαστε στον τρόπο που οι μεγάλες δυνάμεις (Ρωσία-ΗΠΑ-ΕΕ) αναζητούν επίμονα το ρουά ματ στην παγκόσμια σκακιέρα και προσπαθούμε να ψηλαφίσουμε το πως συγκρούονται εν τέλει τα συμφέροντα τους πάνω στην ανταγωνιστική κλίμακα του καπιταλισμού.
Αυτή η αντιπαράθεση σήμερα μεταφράζεται κυρίως στην ανάγκη για τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών και οδών μεταφοράς της ενέργειας, με έμφαση για κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Νότια Κίνα, και στην Αρκτική θάλασσα και την κατ’ επέκταση εκμετάλλευση οδών στις αντίστοιχες χερσονήσους. Ο λεγόμενος «ενεργειακός πόλεμος» αντανακλάται πολιτικά και στρατιωτικά ως προς την τοποθέτηση των χωρών σε σχέση με το ΝΑΤΟ, το οποίο, σχετικά με τα Βαλκάνια, προετοιμάζει την τελική επικράτηση του στη περιοχή.
Η Σερβία αποτελεί τον μόνο σύμμαχο πλέον της Ρωσίας στην περιοχή ενώ το Κόσσοβο και οι γύρω περιοχές, είτε αποτελούν ήδη κράτη μέλη του ΝΑΤΟ, είτε βρίσκονται υπό διαπραγματεύσεις για την ένταξη τους (όπως η Μακεδονία και η Βοσνία).
Μάλιστα, το Κόσσοβο, με το βάρος της πρόσφατης ιστορίας της σύρραξης του με τη Σερβία το ’99, που προκάλεσε την «ειρηνική» επέμβαση του ΝΑΤΟ στη περιοχή, αποτελεί από τις κυριότερες βάσεις του στα Βαλκάνια. Η Μακεδονία (ΠΓΔΜ) λοιπόν και λόγω της θέσης της, και λόγω του γενικότερου σχεδιασμού για επικράτηση των ΗΠΑ στα Βαλκάνια, είναι από τα πλέον απαραίτητα κομμάτια.
Αυτές οι πιέσεις από πλευράς των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με το αισθητό πρόβλημα που δημιουργούσε η Ελλάδα την περίοδο των διαπραγματεύσεων όπως αναφέρθηκε και πριν αναδεικνύονται, με το πως έχει συντεθεί το πολιτικό πεδίο της αστικής κυβέρνησης στη Μακεδονία, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Μέχρι και το 2016 το κόμμα του Gruevski (VMRO-DPMNE ), ως μια έκφραση αντίστοιχου με τα ελληνικά δεδομένα, εθνικιστικού παραληρήματος, βρισκόταν στην εξουσία. Σε μια προσπάθεια πιθανής συμμαχίας με τη Σερβία και έχοντας μια φιλορωσική στάση, δεν έβαλε επιτακτικά το ζήτημα ένταξης της χώρας στο ΝΑΤΟ. Αντίθετα, διατηρούσε επιφυλάξεις ως προς τις ΗΠΑ. Ωστόσο μετά από πολιτικές αναταραχές, πριν και μετά το 2016, οι συσχετισμοί μεταβάλλονται. Συγκεκριμένα και με αποκορύφωμα, την άνοιξη του 2017, επιχειρείται η ανάδειξη του Xhaferi, αλβανού πρώην διοικητή του UCK* (Kosovo Liberation Army) σε πρόεδρο της Βουλής, όπου εισβάλουν στο κοινοβούλιο, επί της διαδικασίας οπαδοί του Gruevski. Ενδεικτικά και σε πολύ αδρές γραμμές αναφέρουμε, μιας που αποτελεί τεράστιο και ξεχωριστό θέμα ανάλυσης, πως η αλβανόφωνη μειονότητα στη Μακεδονία και στο κοινοβούλιο αποτελεί κομβικό παράγοντα και είναι κομμάτι τεταμένων σχέσεων λόγω των ιστορικών συνθηκών του πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο και της βίας που έχουν δεκτεί, αλλά και λόγω των οραμάτων «Μεγάλης Αλβανίας» που εντοπίζονται από κάποιες πλευρές . Η Αλβανία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ το 2009, που το τελευταίο συχνά αναπαράγεται ως ο ρυθμιστής ανάμεσα στους εθνικισμούς, ενώ ταυτόχρονα έχει επενδύσει πρακτικά σ’ αυτούς.
Στο πλαίσιο αυτών των αναταραχών, και με τη στήριξη των αλβανικών κομμάτων στη νέα κυβέρνηση του Zaev (σοσιαλδημοκράτης), πρώτα-πρώτα στην ατζέντα είναι η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ με μια ουδετερότητα αυτή τη φορά ως προς τη χρήση του ονόματος. Ο πρωθυπουργός εμφανίζεται διαλλακτικός και ανοιχτός στις διαπραγματεύσεις.
Δίχως λοιπόν να αγνοούμε τις τοπικές εσωτερικές αντιθέσεις των εκάστοτε κρατών, δεν μπορούμε να αποκρύψουμε τις πιέσεις που υπήρξαν από πλευράς των ΗΠΑ και αντίστοιχα της Ρωσίας, ούτε μπορούμε να αποκλείσουμε τον γενικότερο σχεδιασμό που συμβαίνει στα Βαλκάνια κατά πρώτον, εις όφελος της στρατιωτικής επικράτησης του ΝΑΤΟ και συνεπώς της αναμέτρησης του με την Ρωσία και κατά δεύτερον της οικονομικής κυριαρχίας του μέσω των ενεργειακών οδών.
Ως προς το τελευταίο, και ανοίγοντας νέο σύνθετο θέμα, η διαπάλη για τη μεταφορά φυσικού αερίου είναι σύνθετη. Γεωπολιτικά, ενώ η επικράτηση στην Ανατολική μεσόγειο είναι σημαντική, η μεταφορά στη νότια Ευρώπη είναι επίσης κομβική, με το σταυροδρόμι να είναι η βαλκανική χερσόνησος. Να σημειωθεί πως αυτός ο ανταγωνισμός δεν αφορά μόνο αυτές τις δύο δυνάμεις αλλά και άλλες χώρες και ενώσεις, συμπεριλαμβανομένου της Βρετανίας, της ΕΕ και της Κίνας.
Οι ΗΠΑ και η ΕΕ, προωθούν το σχέδιο του αγωγού Nabucco¹ (η διαδρομή του περιλαμβάνει Αζερμπαϊτζάν – Τουρκία – Βουλγαρία – Ρουμανία – Ουγγαρία – Αυστρία) που θα συνδέει τον Καύκασο και την Μέση ανατολή με την Ευρώπη, ενώ η Ρωσία προωθεί τον αγωγό Southstream² με εναλλακτική τον αγωγό Turkstream³. Ωστόσο τα επιμέρους πλεονεκτήματα των δύο δυνάμεων είναι πως η Ρωσία διαθέτει δικούς της πόρους φυσικού αερίου και συμμετέχει σε συρράξεις (Ουκρανία, Γεωργία, Συρία) κυρίως για την οικονομική επέκταση της ως προς την Ευρώπη, ενώ οι ΗΠΑ, μέσω του πλεονεκτήματος του ΝΑΤΟ, διεκδικεί κυρίως ζωτικό χώρο με τα γνωστά αποτελέσματα (πόλεμος σε Συρία, Ιράκ, Ουκρανία).
[1,2,3] χάρτες των σχεδίων για τους τρεις κύριους αγωγούς.
Η περιοχή της Μακεδονίας, ως σταυροδρόμι, είναι κομβική για όλες τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και αυτό που παρατηρούμε σαν κυρίαρχη συνθήκη είναι η τελική επικράτηση του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια με τα οικονομικά συμφέροντα και τις στρατιωτικές απαιτήσεις να ικανοποιούνται.
Το ζήτημα της ονομασίας, παρουσιάζεται σαν το κύριο εθνικό θέμα εδώ και δεκαετίες και βλέπουμε μια προσπάθεια να ανοίξει ξανά, με πρόθεση αυτή τη φορά να κλείσει, και από τις δύο πλευρές -Ελλάδα και Μακεδονία- ως προς την πλέον ξεκάθαρα συντονισμένη ανάγκη των κρατών να ευθυγραμμιστούν με τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ, ενισχύοντας τη συμμετοχή τους υλικά και ηθικά, στο παιχνίδι του καπιταλισμού, εις βάρος των καταπιεσμένων, σε παγκόσμια κλίμακα.
konsouela, σκ.
* UCK= (αλβανικά: Ushtria Çlirimtare Kombëtare – UÇK, σλαβομακεδονικά: Ослободителна Национална Армија – ОНА, γνωστή και ως «Ουτσέκα»).
Υπήρξε αλβανική παραστρατιωτική οργάνωση που ζητούσε την απόσχιση του Κοσσυφοπεδίου από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990.
(Επισημάνουμε πως η πλήρης κατανόηση του πως συγκρούονται τα επιμέρους συμφέροντα είναι πολύ περίπλοκη και δεν καλύπτεται από ένα άρθρο καθώς προϋποθέτει τουλάχιστον αναφορές και σε άλλα κομβικά γεωπολιτικά ζητήματα όπως τη διαπάλη για την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη στη Κύπρο κ.α)