Η ελληνική οικονομική διείσδυση στα Βαλκάνια | Ακολουθώντας το χρήμα – πιάνεις το νήμα

Ο ρόλος των ελληνικών επιχειρήσεων στα Βαλκάνια

Η πτώση της ΕΣΣΔ το 1989 και η επακόλουθη αποσταθεροποίηση και κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων των βαλκανικών κρατών δημιούργησαν -μεταξύ άλλων- ένα πρόσφορο έδαφος για την επέκταση του ελληνικού κεφαλαίου στα κράτη αυτά. Από τη δεκαετία του ’90 μέχρι και σήμερα τα μεγάλα και μικρά ελληνικά αφεντικά ακολουθούν μια στρατηγική οικονομικής διείσδυσης στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Παράλληλα με τις αλλεπάλληλες στρατιωτικές επεμβάσεις, τις πολεμικές επιχειρήσεις και την έξαρση των εθνικισμών -στα οποία το ελληνικό κράτος πάντα συμμετέχει απρόσκοπτα- το ελληνικό κεφάλαιο δράττεται της ευκαιρίας να αυξήσει τις μπίζνες και τα κέρδη του. Οι δραστηριότητές του δεν είναι πάντα εμφανείς ή -μάλλον- εκείνες που γίνονται αφανώς στο σκοτάδι είναι και οι πιο επικερδείς, ωστόσο το παρόν κείμενο επικεντρώνει στις εμφανείς δραστηριότητες.

Σύμφωνα με μια πρόχειρη έρευνα στη σχετική αρθρογραφία και βιβλιογραφία, η διείσδυση στα Βαλκάνια ξεκινά από τα πρώτα χρόνια με τη συμμετοχή μικρομεσαίων επιχειρήσεων και οικογενειακών εταιριών κυρίως από τη Βόρεια Ελλάδα από την πρώτη στιγμή. Αργότερα, την εποχή που στον ελλαδικό χώρο εκτοξεύονται εθνικιστικές κορώνες ενάντια στα γειτονικά κράτη και τα αφεντικά μεθούν από τα περίφημα «πακέτα Ντελόρ», το ελληνικό κεφάλαιο και το κράτος του προωθούν συνεργασίες, συγχωνεύσεις ή εξαγορές μεταξύ μικρομεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων προκειμένου να πρωταγωνιστήσουν οικονομικά στην περιοχή. Πραγματοποιούνται εξαγορές των εκάστοτε εγχώριων επιχειρήσεων ή ιδρύονται νέες μονάδες. Επίσης συνάπτονται στρατηγικές συμφωνίες με πολυεθνικά πολυκλαδικά μονοπώλια (ειδικό συνέδριο το Νοέμβριο του 1996 από το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο για την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ Αμερικάνων επενδυτών και επιχειρηματιών από τη Βόρεια Ελλάδα, ενδιαφέρον των ομίλων Λάτση, Βαρδινογιάννη, Κοπελούζου για τη μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Μαύρη Θάλασσα, συνεργασία της ΔΕΛΤΑ με την γαλλική ΒSN για τον έλεγχο της βουλγαρικής αγοράς, συνεργασία SIEMENS και Ιντρακόμ κ.λπ.).

Ενώ στα Βαλκάνια διεξάγονται σφαγές, το ελληνικό κράτος συμμετέχει ενεργά σε όλες τις διεθνείς πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται στην ευρύτερη περιοχή. Προκειμένου να προωθήσει την οικονομική διείσδυση στις κατεστραμμένες από τον πόλεμο χώρες σχεδιάζει από το 1999 το ΕΣΟΑΒ (Ελληνικό Σχέδιο για την Οικονομική ανασυγκρότηση των Βαλκανίων), το οποίο τίθεται σε εφαρμογή κατά το 2002 και χρηματοδοτεί έργα, επενδύσεις, δράσεις, μελέτες και δραστηριότητες σε μια ομάδα βαλκανικών χωρών που περιλαμβάνουν την Αλβανία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη Μακεδονία, τη Σερβία και το Μαυροβούνιο.

Η σωρεία ιδιωτικοποιήσεων που λαμβάνουν χώρα από τη δεκαετία του ’90 κι εξής στα βαλκανικά κράτη, σε συνδυασμό με πολύ χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές για τις επιχειρήσεις, τους χαμηλότατους μισθούς και τη γενικότερη υποτίμηση της εργασίας, αποτελούν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τα πάσης προέλευσης αφεντικά, και τα ελληνικά αποδεικνύονται ιδιαίτερα ικανά. Τα μεροκάματα της εξαθλίωσης δίνουν πάτημα σε πολλές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της μεταποίησης να ανοίξουν καινούργια εργοστάσια ή να μεταφερθούν στην περιοχή αφήνοντας στο δρόμο εκατοντάδες εργαζόμενους κι εργαζόμενες σε άλλα μέρη (χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας). Η διεύρυνση της διακρατικής εμπορικής συμφωνίας CEFTA (Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου Κεντρικής Ευρώπης) το 2006 αποδεικνύεται ιδιαίτερα επωφελής για επιχειρήσεις που διατηρούν παραγωγικές μονάδες στις χώρες της Συμφωνίας και πραγματοποιούν εξαγωγές σε άλλες χώρες εντός της Συμφωνίας, καθώς απαλλάσσονται από τους δασμούς.

Η γκάμα των φανερών δραστηριοτήτων του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη περιλαμβάνει την εξαγορά κρατικών επιχειρήσεων που ιδιωτικοποιούνται, την ανάληψη της κατασκευής -και σε πολλές περιπτώσεις της διαχείρισης και της διοίκησης- δημοσίων έργων και υποδομών, την αγορά σε πολύ χαμηλό κόστος ακινήτων σε περιοχές φιλέτα και την ανέγερση συγκροτημάτων και εμπορικών κέντρων σε αυτά. Άλλοι όμιλοι συνάπτουν συμφωνίες για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και των πλουτοπαραγωγικών πηγών εκάστοτε τόπου. Στα δημοσιεύματα του τέλους της δεκαετίας ’90 έως και τα μέσα της δεκαετίας των ’00ς φιγουράρουν ονόματα γνωστών επιχειρηματικών ομίλων, κατασκευαστικών και άλλου είδους επιχειρήσεων όπως η Ελληνική Υφαντουργία ΑΕ, ο όμιλος του κ. Π. Ζερίτη της Χαρτοποιίας Θράκης ΑΕ, η Αθηναϊκή Ζυθοποιία ΑΕ και η Ελληνική Εταιρεία Εμφιαλώσεως ΑΕ, Καπνική Μιχαηλίδης ΑΕ, η Ιντρακόμ ΑΕ, ο ΟΤΕ και οι θυγατρικές του, η ΔΕΗ, η Πλαστικά Κρήτης ΑΕ, η Chipita, τα ΕΛ.ΠΕ, η Δέλτα ΑΕ, η 3Ε ΑΕ, η Μυτιληναίος ΑΕ, η Βερόπουλος , η ΤΕΡΝΑ, η ΑΚΤΟΡ, η J&Ρ Άβαξ.

Στο γειτονικό κράτος των δυτικών Βαλκανίων -ανεξαρτήτως της ονομασίας του- το ελληνικό κράτος αποτελεί τον κυριότερο ξένο επενδυτή. Το συνολικό ύψος των επενδύσεών του υπολογίζεται γύρω στα 900 εκ. έως 1 δις ευρώ. Οι επενδύσεις του ελληνικού κεφαλαίου αφορούν κυρίως τους ακόλουθους τομείς: τρόφιμα – αναψυκτικά (είδη αρτοποιίας, παγωτά, μπίρα, μη οινοπνευματώδη ποτά), ενέργεια – πετρέλαιο, βιομηχανία τσιμέντου, ορυχεία, μάρμαρα, τράπεζες, καπνοβιομηχανία, έτοιμο ένδυμα και αξεσουάρ (παραγωγή φασόν) και σύσταση εμπορικών εταιρειών και αντιπροσωπειών. Το 1999 η μοναδική επιχείρηση διύλισης πετρελαίου της χώρας, η ΟΚΤΑ, εξαγοράστηκε από τα ΕΛ.ΠΕ. Επίσης, ενδεικτικά, η τοπική εταιρεία τσιμέντων Usle εξαγοράστηκε από κοινοπραξία της Τιτάν με την ελβετική Holderbank, η Strumica Tabak από τη Michailides Tobacco, η Μυτιληναίος Holdings εξασφάλισε την εκμετάλλευση των ορυχείων της εταιρείας Zletovo-Sasa και η Pivara Skopje από την Balkanbres Holding (joint venture της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας και της 3Ε). Η Δημοκρατία της Μακεδονίας μαστίζεται από φτώχεια· οι μισθοί είναι της πείνας, οι συνθήκες εργασίας που επικρατούν θυμίζουν γαλέρα και τα δικαιώματα των εργαζομένων είναι ανύπαρκτα. Ο επενδυτικός παράδεισος για το κεφάλαιο εξυπακούεται τη σκληρή εκμετάλλευση των εργατών και τα εργασιακά κάτεργα.

Η δραστηριότητα των ελληνικών επιχειρήσεων στα Βαλκάνια παρουσιάστηκε να έχει υποστεί σχετική ύφεση κατά τα χρόνια της κρίσης, ωστόσο αυτό είναι μάλλον φαινομενικό, καθώς η κρίση με τα συνεπακόλουθά της αποτελεί ευκαιρία για τα αφεντικά σε κάθε κράτος. Το ελληνικό κεφάλαιο εξακολουθεί να έχει την πρωτοκαθεδρία στις άμεσες ξένες επενδύσεις στα Βαλκάνια ακόμα και μετά το 2010, ενώ οι υφιστάμενες επενδύσεις εξακολουθούν να είναι επικερδείς. Η ανθοφορία των κερδών του ελληνικού κεφαλαίου επανέρχεται στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια. Όμιλοι όπως οι Βερόπουλος και Jumbo έχουν πολλαπλασιάσει τα κέρδη τους από τη δραστηριότητα στο μακεδονικό και σε άλλα βαλκανικά κράτη, και φέρονται να σχεδιάζουν επιπλέον επεκτάσεις εντός του 2018, ενώ άλλες επιχειρήσεις, όπως οι ελληνικές κατασκευαστικές και real estate, επεκτείνονται εξίσου. Σύμφωνα με φετινά δημοσιεύματα, περί τις 6.200 ελληνικές εταιρείες δραστηριοποιούνται στη Ρουμανία, με το συνολικό επενδεδυμένο κεφάλαιο να ανέρχεται στα 1,8 δις ευρώ, ενώ περίπου 15.000 ελληνικές επιχειρήσεις βρίσκονται στην Βουλγαρία. Μια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν όταν τον περασμένο Ιούνιο έγινε γνωστό ότι η ελληνική εταιρία Mybags εκμεταλλεύεται την καταναγκαστική εργασία κρατουμένων στις βουλγαρικές φυλακές.

Οι επεκτατικές κινήσεις του ελληνικού κεφαλαίου δεν έχουν σταθεί επιτυχημένες σε όλες τις περιπτώσεις, όμως η επιθετικότητα που επιδεικνύει στα Βαλκάνια σε συνδυασμό με τη στρατηγική του ελληνικού κράτους διαρρηγνύουν τόσο το μύθο της αδύναμης, εξαρτημένης χώρας, όσο και το πατριωτικό παραμύθι των «κακών ξένων που μας επιβάλλουν όλα τα δεινά». Η κερδοφορία των ελληνικών -και πάσας προέλευσης- αφεντικών εις βάρος των υποτιμημένων εργαζόμενων στα βαλκανικά κράτη, όπως και εδώ, εξακολουθεί, με τους όρους εκμετάλλευσης να σκληραίνουν όλο και περισσότερο. Η απάντηση σε αυτό δεν βρίσκεται στα ονόματα των γειτονικών κρατών, αλλά στη δική μας συγκρότηση απέναντι στα αφεντικά και σην αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων, που γκρεμίζει σύνορα, φράχτες και έθνη.

Το ελληνικό εμπάργκο του 1995 και οι επιπτώσεις του

Μέσα σε ένα έξαλλο παιχνίδι σύγκρουσης των αντιμαχόμενων εθνικισμών, στις 16 Φεβρουαρίου του 1994, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Α. Παπανδρέου κηρύσσει μονομερές εμπάργκο στην Δ.τ.Μ. εξαιτίας του ονόματός της. Το εμπάργκο περιελάμβανε την παύση της λειτουργίας του ελληνικού προξενείου στα Σκόπια και τη διακοπή διακίνησης εμπορευμάτων από και προς τη γειτονική χώρα μέσω του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Η απόφαση αυτή στηρίζεται από ΝΔ και ΠΟΛΑΝ, ενώ ΚΚΕ και Συνασπισμός το καταψηφίζουν. Η ΕΕ αντιδρά παραπέμποντας την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όπου και απορρίφθηκαν τα ασφαλιστικά μέτρα τον Ιούνη του 1995. Το εμπάργκο και οι τεταμένες σχέσεις επιλύθηκαν προσωρινά τον Σεπτέμβριο του 1995, όταν Ελλάδα και Δ.τ.Μ υπέγραψαν την Ενδιάμεση Συμφωνία, όπου η Ελλάδα αναγνώρισε την Δ.τ.Μ. με το όνομα πΓΔΜ και η γειτονική χώρα εγκατέλειψε τον ήλιο της Βεργίνας ως εθνικό σύμβολο. Πριν περάσουν 48 ώρες όλες οι υπόλοιπες χώρες της περιοχής, με πρώτη την Τουρκία, έστειλαν εκπροσώπους τους στη Σόφια για να συζητήσουν τρόπους εναλλακτικού εφοδιασμού της ΠΓΔΜ. Οι 19 μήνες του εμπάργκο κόστισαν στην ΠΓΔΜ περίπου 1,5 δις δολάρια, με πολλά εργοστάσια να κλείνουν λόγω των προβλημάτων ανεφοδιασμού από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Συνεπακόλουθα προκλήθηκε όξυνση της ανεργίας και της φτώχειας, με πολύ κόσμο να έχει μειωμένη πρόσβαση σε αγαθά. Με αυτό τον τρόπο το εμπάργκο λειτούργησε, όχι απλά ως «ειρηνικό μέτρο πίεσης», αλλά δημιουργώντας στην πράξη ευκαιρίες για το ελληνικό κεφάλαιο, καθώς είναι ευκόλως εννοούμενο ότι η περαιτέρω υποτίμηση της εργατικής τάξης που προκλήθηκε, θα αξιοποιούταν στις επιχειρηματικές δραστηριότητες των ελληνικών αφεντικών το επόμενο διάστημα.

Σε μια ευρύτερη περιοχή που σπαραζόταν από τον πόλεμο και την προσφυγιά, το trafficking ανθρώπων και το εμπόριο όπλων και ναρκωτικών είχαν ήδη βρει τις οδούς τους με τις επίσημες αρχές να υποκρίνονται ότι δεν συμβαίνει τίποτα. Στα πλαίσια του εμπάργκο, μακριά από την επίσημη οικονομία, η μαύρη οικονομία και το λαθρεμπόριο άνθισαν όπως ήταν αναμενόμενο. Πολλοί μεσάζοντες, από τους οποίους πιθανότατα κάποιοι παριστάνουν και τους μακεδονομάχους αμφότερων πλευρών σήμερα, έφτιαξαν περιουσίες με τη λαθραία διακίνηση αγαθών και σίγουρα θα ήθελαν να συνεχίζουν να βγάζουν κέρδος με τη διαιώνιση μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης στην περιοχή.

Ο ρόλος των ελληνικών τραπεζικών ιδρυμάτων

Ο μύθος της Ψωροκώσταινας ακόμη καλά κρατεί και ανθίζει στους κόλπους της ελληνικής Αριστεράς στο όνομα μιας ανάλυσης για την ιμπεριαλιστική εξάρτηση βγαλμένη από την δεκαετία του ’60. Αν πάρουμε όμως το παράδειγμα των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες με την αρωγή του ελληνικού κράτους έχουν παίξει τεράστιο ρόλο ως περιφερειακός κόμβος διακίνησης κεφαλαίων και ελέγχου της τραπεζικής πίστης, μπορούμε να βγάλουμε πολύ χρήσιμα συμπεράσματα.

Όχι μόνο οι τοποθετήσεις των ελληνικών τραπεζών στα Βαλκάνια αποτελούσαν τις τελευταίες δύο δεκαετίες ένα μεγάλο ποσοστό επί του συνόλου, αλλά μάλιστα μετά τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, τα τραπεζικά-επενδυτικά κοράκια ανακάλυψαν μια φοβερή ευκαιρία για να ξεκοκαλίσουν τις διαμελισμένες βαλκανικές οικονομίες με ελάχιστο ρίσκο. Πάντα οι πόλεμοι είναι μια τεράστια «πρόκληση» για ανοικοδόμηση και ανάπτυξη!

Στα αποκαΐδια τους λοιπόν στήθηκαν φοβερές μπίζνες, παράνομες ή νόμιμες που τροφοδοτούνταν από την φούσκα της ελληνικής οικονομίας επί Σημίτη σε αναμονή της εισόδου της Ελλάδας στο Ευρώ.

Η είσοδος της Ελλάδας στην ΟΝΕ και οι επενδύσεις στα Βαλκάνια

Το αποτέλεσμα της οικονομικής ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ το 1999 σε συνδυασμό με τον απορυθμισμένο και ανεξέλεγκτο τρόπο λειτουργίας των τοπικών οικονομιών επέτρεψε τη διείσδυση των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στις οικονομίες των γειτονικών χωρών. Αυτή η επέκταση έφτασε μάλιστα μέχρι και την Ουκρανία. Η κατάρρευση των αγορών των τοξικών ομολόγων στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας οδήγησε τον ελληνικό τραπεζικό τομέα στην εξαγωγή διαθεσίμων κεφαλαίων προς επενδύσεις και δάνεια στις διάφορες θυγατρικές του στα Βαλκάνια.

Τα στοιχεία των τραπεζικών εξαγορών και επενδύσεων στα Βαλκάνια είναι ένα κουβάρι που δεν ξεμπλέκεται εύκολα.

s20_trapezes-eksoteriko_1704-thumb-large

Alpha Bank

Από το 1992 η Alpha Bank ξεκινά το γαϊτανάκι των εξαγορών με τη διείσδυση στη Δημοκρατία της Μακεδονίας εξαγοράζοντας το 65% της τράπεζας Kreditna Banka AD Skopje, μία από τις πρώτες ιδιωτικές τράπεζες στη χώρα. Το 2002 μετονομάζεται σε Alpha Bank Skopje. Το 1998 ξεκινά να ιδρύει υποκαταστήματα στην Αλβανία (34 σήμερα). Και το 1994 ιδρύει την Banca Bucureşti στην Ρουμανία. Το 2005 εξαγοράζει το 88.64% της σερβικής τράπεζας Jubanka, η οποία εξαγοράστηκε από την AIK Banka το 2017. Η ίδια η AIK Banka ιδρύθηκε στην Σερβία το 1993 με επικέντρωση στον αγροτικό τομέα επενδύσεων, με την Αγροτική Τράπεζα να εξαγοράζει το 24,99% των απλών, συν το 24.99% των προνομιακών μετοχών της το 2006 για αδιευκρίνιστο ποσό.

Εθνική Τράπεζα

Το 2000 η Εθνική τράπεζα εξαγοράζει το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών στην Stopanska Banka, τράπεζας της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.

Η NBG Albania, θυγατρική της Εθνικής ιδρύεται το 1996 με ένα υποκατάστημα στα Τίρανα, σήμερα έχει 27 υποκαταστήματα σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας.

Το 2000, η Εθνική εξαγοράζει το 89,99% των μετοχών της United Bulgarian Bank (200 υποκαταστήματα) και αποκτά το πλήρες πακέτο των μετοχών το 2002, η οποία πουλήθηκε το 2016 στο KBC group για 610 εκ. Ευρώ. Με τις εξαγορές επίσης των Banca Romaneasca S.A, Romania (81.65%, 2003), της Vojvodanska Banka, Serbia (99.44%, 2006), την εξαγορά της τουρκικής Finansbank το 2006 που αυξάνει το ενεργητικό της στα 70 δισ. Ευρώ με 1.059 καταστήματα (45% εκτός Ελλάδας) -την οποία πούλησε πλήρως τον Ιούνη του 2016- ο όμιλος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος απέκτησε την προηγούμενη δεκαετία την κορυφαία θέση τραπεζικού ομίλου σε μια αγορά 125 εκατομμυρίων ανθρώπων.

Eurobank

Το 1998, η Eurobank εξαγοράζει το 78.23% της Bulgarian Postbank. Το 2000 εξαγοράζει το 19.25% της Bancpost στην Ρουμανία το οποίο φτάνει σήμερα το 93.78%. Το 2002 επίσης η Eurobank εξαγοράζει το 43% της Ρουμάνικης Postbank με το ποσοστό να φτάνει το 96,74% το 2006.

Τράπεζα Πειραιώς

Η Τράπεζα Πειραιώς αντιστοίχως εξαγοράζει το 2005 την Atlas banka in Serbia (σήμερα Piraeus Bank Beograd) και το 2007 ιδρύει την Piraeus Bank ICB στην Ουκρανία με παρουσία σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας. Το 1996 ιδρύεται η θυγατρική Tirana Bank, η πρώτη ιδιωτική τράπεζα στην Αλβανία. Η θυγατρική Piraeus Bank Bulgaria AD ιδρύθηκε το 1993 με υποκαταστήματα σε όλη τη χώρα. Συμπερασματικά, η εκρηκτική επέκταση των ελληνικών τραπεζών στα Βαλκάνια και τις όμορες χώρες έφτασε το ζενίθ της στο τέλος της προηγούμενης δεκαετίας.

Συγκεντρωτικά το 2013 οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες -η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ), η Alpha (Α), η Eurobank (ΕΒ) και η Τράπεζα Πειραιώς (ΤΠ)- είχαν 1.637 υποκαταστήματα στις πέντε κύριες βαλκανικές χώρες.

Συγκεκριμένα είχαν 616 στη Ρουμανία (ΕΤΕ 120, Α 149, ΕΒ 207, ΤΠ 140), 466 υποκαταστήματα στη Βουλγαρία (ΕΤΕ 199, Α 0, ΕΒ 184, ΤΠ 83). Στη Σερβία το 2013 οι ελληνικές τράπεζες είχαν 351 υποκαταστήματα (ΕΤΕ 109, Α 101, ΕΒ 99, ΤΠ 42), στην Αλβανία 122 (ΕΤΕ 27, Α 42, ΕΒ 0, ΤΠ 53) και στην ΠΓΔΜ 82 (ΕΤΕ 64, Α 18, ΕΒ 0, ΤΠ 0). Μαζί με αυτά, άλλα 764 υποκαταστήματα υπήρχαν σε Τουρκία και Ουκρανία με σύνολο 2.401 υποκαταστήματα με 40.000 υπαλλήλους.

Ταυτόχρονα, το ίδιο διάστημα, το βάρος της διάσωσης αυτών των τραπεζικών ιδρυμάτων έπεσε πάνω στις πλάτες των πολιτών οι οποίοι έγιναν τα υποζύγια που θα στηρίξουν την συνέχεια της ύπαρξης αυτών των ιδρυμάτων σε Ελλάδα και εξωτερικό. Από τότε που ξέσπασε η οικονομική κρίση, η συρρίκνωση της δραστηριότητας των τεσσάρων συστημικών τραπεζών είναι χαρακτηριστική. Από τα 3.553 υποκαταστήματα στο εξωτερικό, το 2016 είχαν κλείσει τα 1.753 και έμειναν ανοιχτά τα μισά – μόλις 1.800, υφιστάμενα μείωση 49,3%.

Με βάση τη συμφωνία για ανακεφαλαιοποίηση και την απαίτηση της Γερμανίας να αντικαταστήσει τον επενδυτικό ρόλο της Ελλάδας στα Βαλκάνια, η Εθνική και η Πειραιώς έχουν αναλάβει τη δέσμευση να μειώσουν το 50% του ενεργητικού τους εξωτερικό, ενώ τουλάχιστον 20% πρέπει να το μειώσουν η Alpha Bank και η Eurobank.

Παρόλα αυτά, με 1800 υποκαταστήματα, οι Ελληνικές τράπεζες δεν παύουν να αποτελούν έναν από τους ισχυρότερους παίχτες στα Βαλκάνια, αλλά και ιδιαίτερα στη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η συρρίκνωση των ελληνικών τραπεζικών επενδύσεων στα Βαλκάνια δεν αναδεικνύει τίποτα περισσότερο από το ρόλο της οικονομίας στα γεωπολιτικά παιχνίδια που παίζονται όλο αυτό τον καιρό στη συγκεκριμένη περιοχή.

Τα οικονομικά των προσώπων

Στο μοριακό οικονομικό επίπεδο των οικογενειών και των προσώπων, στο σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οι κάτοικοι της Β. Ελλάδας συνωστίζονται στο συνοριακό σταθμό της Γευγελής για να αφήσουν τα ευρώ τους στα φτηνότερα καταστήματα και τα βενζινάδικα της γειτονικής χώρας.

Τα καζίνο του διπλανού κράτους πολλαπλασιάζονται σαν μανιτάρια στα σημεία κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα. Κάθε καλοκαίρι η κάθοδος των βορείων γειτόνων μας με προορισμό τις παραλίες της Χαλκιδικής και την πόλη της Θεσσαλονίκης όλο και αυξάνεται. Στην πραγματικότητα το οικονομικό αλισβερίσι, παράνομο και νόμιμο δε σταμάτησε ποτέ λόγω των συνόρων και των διεθνών σχέσεων αλλά μάλλον δημιουργεί κάθε χρόνο καινούρια ρεκόρ.

ελληνοαλβανοσλαβόφωνες κομμουνιστοσυμμορίτισσες

Πηγές:

  • Ένωση Ελληνικών Τραπεζών
  • Καθημερινή
  • http://goo.gl/Sr1g8D (03/08/2016), Ντεμιλίτοφ Κ. Κυρανούδη Δ. ΠΓΔΜ Επενδυτικός παράδεισος με μισθούς πείνας