Το χαλιφάτο του Ερντογάν

Το 2009 το επίσημο τουρκικό κράτος, αναγνωρίζοντας ότι το κουρδικό ζήτημα δεν μπορούσε να λυθεί με στρατιωτικά μέσα, ξεκίνησε επαφές με το PKK. Αυτό οδήγησε τους τούρκους εθνικιστές να κατηγορήσουν το κόμμα του Ερντογάν (ΑΚΡ) για προδοσία επειδή υποτίθεται ότι παραχώρησε πολλές ελευθερίες στους Κούρδους. Η διαδικασία αυτή εκ των πραγμάτων έχει πάψει να υφίσταται μετά από τις εξελίξεις που προέκυψαν το καλοκαίρι του 2015. Τερματίστηκε έτσι το πρόγραμμα επίλυσης του κουρδικού ζητήματος που ονομάστηκε από το τουρκικό κράτος «διαδικασία επίλυσης» και «ειρηνευτική διαδικασία». Ο ένοπλος αγώνας του PKK ενάντια στο τουρκικό κράτος, παρά τις κάποιες εκεχειρίες, κρατάει από το 1984.

Το 1978 ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν ιδρύει το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), με αρχικά μαρξιστικό-λενινιστικό προσανατολισμό. Μετά τη σύλληψη του το 1999, ο Οτσαλάν υιοθέτησε ως ιδεολογική πλατφόρμα τον δημοκρατικό συνομοσπονδισμό. Την τελευταία δεκαετία γίνονται προσπάθειες να στηθούν δομές στις κουρδικές περιοχές της ΝΑ Τουρκίας προς αυτή την κατεύθυνση, παρακάμπτοντας το επίσημο κράτος και δίνοντας τη δυνατότητα στους Κούρδους για σχετική αυτονομία και αυτοθέσμιση, προσκρούοντας στην ανελέητη καταστολή του τουρκικού κράτους. Πρόκειται για ένα κοινωνικό πείραμα εφαρμογής ριζοσπαστικής άμεσης δημοκρατίας στην πράξη που μόνο εχθρούς έχει στην ευρύτερη περιοχή. Μετά τον εκτροχιασμό της κατάστασης στη γειτονική Συρία και το κατρακύλισμα στο χάος, αυτό το μοντέλο της δημοκρατικής αυτονομίας εφαρμόστηκε καθολικά στα κουρδικά συριακά εδάφη που ελέγχει το PYD (Kόμμα Δημοκρατικής Ένωσης) και οι πολιτοφυλακές του YPG/J -“αδελφές” οργανώσεις του PKK- ιδρύοντας τοπικά καντόνια. Από την αρχή έγιναν ο κύριος στόχος των φανατικών ισλαμιστικών ομάδων της Συρίας (Αλ Νούσρα, κλπ).

Mετά και την εμφάνιση του Ισλαμικού Κράτους, ο πρωτοφανής αυτός αγώνας για ελευθερία και αυτονομία σε Τουρκία και Συρία, δηλαδή σε ένα μεγάλο κομμάτι του Κουρδιστάν, αποκτά άλλη βαρύτητα. Από τη μια, χώρες της δύσης -και όχι μόνο- στηρίζουν το Ισλαμικό Κράτος, συντηρώντας έναν μπαμπούλα χωρίς φραγμούς στη Mέση Aνατολή. Από την άλλη, γειτονικές χώρες με αυταρχικά καθεστώτα τρέμουν την παραμικρή υποψία ελευθερίας. Η επιτυχία ή αποτυχία, πολιτική ή στρατιωτική, σε μια περιοχή ή καντόνι επηρεάζει αναμφίβολα τις ισορροπίες και στις υπόλοιπες περιοχές. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο λογικό είναι οι επιτυχίες των Κούρδων μαχητών στη Συρία (κυρίως του YPG/J) να δημιούργησαν αρνητικά δεδομένα για το καθεστώς της Τουρκίας, η οποία είναι βασικός υποστηρικτής όλων των τζιχαντιστικών οργανώσεων που δρουν στην Συρία. Ο μόνιμος φόβος του τουρκικού κράτους για τη δημιουργία μιας αυτόνομης κουρδικής εδαφικής ενότητας στα νότια σύνορά της, και μάλιστα από μια πολιτική οργάνωση που έχει άμεση σχέση με το ΡΚΚ, έγινε τρόμος όταν οι πολιτοφυλακές του YPG/J με τους άραβες συμμάχους τους κατέλαβαν τη συριακή συνοριακή πόλη του Ταλ Αμπιάντ στα μέσα Ιουλίου. Με αυτή την κίνηση από τη μία ενώνονταν τα δύο αποκομμένα κουρδικά καντόνια του Κομπάνι και της Τζαζίρα και από την άλλη αποκοβόταν η βασική πύλη ανεφοδιασμού των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους (IS) από την Τουρκία. Αυτό μόνο ένα πράγμα μπορούσε να σημαίνει για το τουρκικό “βαθύ κράτος”… πόλεμο!

Ο Ερντογάν σχεδίαζε αλλαγή του συντάγματος στην Τουρκία μετά τις εκλογές της 7ης Ιουνίου, με αλλαγή του συστήματος διακυβέρνησης της χώρας, ενώνοντας τις εξουσίες του προέδρου της δημοκρατίας με αυτές του πρωθυπουργού, σε ένα πρόσωπο το οποίο θα είχε υπερεξουσίες διαιωνίζοντας την παρουσία του στην κορυφή της εξουσίας. Οι προθέσεις του φάνηκαν ξεκάθαρα πριν από τις εκλογές του Ιουνίου, όπου, βλέποντας ότι δύσκολα θα κατάφερνε να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία που θα του έδινε αυτό που ζητούσε, εξαπέλυσε ένα όργιο τρομοκρατίας ενάντια στο φιλοκουρδικό κόμμα ΗDP και άλλες φιλοκουρδικές οργανώσεις και κόμματα, με σκοπό να οδηγήσει την Τουρκία σε χάος και να εκμεταλλευτεί τη μοναδική δυνατότητα που του έδινε το τουρκικό σύνταγμα να ακυρώσει τις εκλογές, με τη δικαιολογία ότι η χώρα θα βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση. Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής κλιμάκωσης της βίας ήταν η βομβιστική επίθεση στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση του ΗDP στο Ντιάρμπακιρ, δύο μέρες πριν τις εκλογές, που είχε ως αποτέλεσμα 2 νεκρούς και πάνω από 200 τραυματίες. Τελικά οι εκλογές έγιναν κανονικά και το κόμμα του ΑΚΡ έχασε το 9% της δύναμής του, ενώ το HDP, κατεβαίνοντας για πρώτη φορά στις εκλογές, παρά το υψηλό εκλογικό όριο του 10%, πήρε 13%. Το ΑΚΡ έχασε την αυτοδυναμία για πρώτη φορά από το 2002. Δεν σχηματίστηκε κυβέρνηση συνασπισμού και δεν υπήρξε δυνατότητα για αλλαγή του συντάγματος. Για την πλευρά του Ερντογάν αυτό ήταν μια τεράστια πολιτική ήττα για την οποία κρίθηκαν ως υπεύθυνοι οι Κούρδοι.

Στις 20 Ιουλίου η Ομοσπονδία Σοσιαλιστικής Νεολαίας (SGDF) είχε συγκέντρωση στην τουρκική συνοριακή πόλη Σουρούτς, που είχε σκοπό την αποστολή ομάδας βοήθειας για το κτίσιμο ενός παιδικού σταθμού στην κατεστραμμένη κατά τη διάρκεια της ηρωικής αντίστασης γειτονική πόλη του συριακού Κουρδιστάν, Κομπάνι. Κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης των εθελοντών έγινε βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας, όπου σκοτώθηκαν επί τόπου 33 άτομα και τραυματίστηκαν πάνω από 100. Από την πρώτη στιγμή κουρδικές και τουρκικές οργανώσεις κατηγόρησαν ανοικτά τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες (ΜΙΤ) ότι βρίσκονταν πίσω από αυτή τη σφαγή.

Το γεγονός αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής σε ολόκληρη την κουρδική αλλά και σε μεγάλο μέρος την τουρκική κοινωνία ενάντια στη βαρβαρότητα του τουρκικού κράτους και του αδίστακτου Ερντογάν. Το ΡΚΚ, μετά από 3 χρόνια (μονομερούς κυρίως) εκεχειρίας, στην ουσία ωθήθηκε ξανά στην ένοπλη δράση. Τα πρώτα αντίποινα του PKK είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 3 τούρκων αστυνομικών. Αυτό πρόσφερε την αφορμή που έψαχνε από καιρό ο τουρκικός στρατός για να αναλάβει επισήμως στρατιωτικές επιχειρήσεις ενάντια στο PKK. Αυτό εξυπηρετεί έναν διπλό στόχο για τον Ερντογάν: Πατώντας στο κουρδικό ζήτημα να πουλήσει εθνικισμό εντός της Τουρκίας μπροστά στις επερχόμενες επαναληπτικές εκλογές, ενώ παράλληλα κτυπώντας τις στρατιωτικές υποδομές του PKK να αποδυναμώσει και τις επιχειρησιακές δυνατότητες του YPG/J εντός της Συρίας. Ακολούθησαν μαζικοί βομβαρδισμοί στις βάσεις του PKK εντός του Βόρειου Ιράκ, προκαλώντας το θάνατο και πολλών αμάχων σε ορεινά χωριά. Έτσι ξεκίνησε μια σειρά αμοιβαίων επιθέσεων ανάμεσα στο τουρκικό κράτος και το PKK, με δεκάδες νεκρούς σε σχεδόν καθημερινή βάση στην Τουρκία.

Απαγόρευση κυκλοφορίας επιβλήθηκε σε διάφορες περιοχές του τουρκικού Κουρδιστάν, ενώ ο στρατός και ελεύθεροι σκοπευτές έβαλαν στόχο πολίτες, με δεκάδες νεκρούς. Στην επαρχία Τζίζρε με κομμένα τα τηλέφωνα και το ρεύμα, ο στρατός στο δρόμο με τεθωρακισμένα άνοιξε πυρ εναντίον των κατοίκων, σκοτώνοντας ακόμη και ηλικιωμένους που είχαν βγει από το σπίτι τους. Το κράτος έδειξε ξεκάθαρα τα εκδικητικά του δόντια σε κάθε περίσταση. Ο στρατός με εντολή του Ερντογάν κατέστρεψε ακόμα και νεκροταφεία με τάφους κούρδων αγωνιστών. Στην πόλη Σίρνακ, το κράτος δολοφόνησε τον κούρδο αγωνιστή Χατζή Λοκμάν Μπιρλίκ με 28 σφαίρες, και τεθωρακισμένο αστυνομικό όχημα τον έσυρε νεκρό στους δρόμους της πόλης προς παραδειγματισμό.

Η Τουρκία βρίσκεται σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο και ο Ερντογάν υιοθετώντας μια σκληρή στάση σήμερα προσπαθεί να εξυπηρετήσει πολλά συμφέροντα και πρώτα απ’ όλα τα δικά του. Συσπειρώνει στο κόμμα του τα εθνικιστικά στοιχεία, καταστέλλοντας παράλληλα τον κουρδικό πληθυσμό στην ΝΑ Τουρκία. Προσπαθώντας να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά τους πάνω από 100 θανάτους ένστολων, δεν δίστασε να βγάλει πολιτικούς λόγους ακόμα και σε κηδείες, προκαλώντας αντιδράσεις ακόμα και στους συγγενείς των νεκρών. Είναι προφανές ότι οι κινήσεις του προδίδουν την παράνοια αλλά και το άγχος του δικτάτορα που νιώθει να χάνει την εξουσία του. Από την άλλη, το αν θα πετύχει ο συνομοσπονδισμός στο Κουρδιστάν εξαρτάται από το συσχετισμό δυνάμεων που θα προκύψουν στο άμεσο μέλλον με στρατιωτικά κυρίως μέσα.

Εκτακτο:
Λίγες μέρες μετά τη συγγραφή αυτού του κειμένου, στις 10 Οκτωβρίου ένα νέο μακελειό ήρθε να μαυρίσει ακόμα περισσότερο τον πολιτικό ορίζοντα στην Τουρκία. Όπως στο Σουρούτς, λίγες εβδομάδες πριν τις νέες εκλογές, μια διπλή βομβιστική επίθεση μέσα σε ειρηνική συγκέντρωση αριστερών κουρδικών και τουρκικών οργανώσεων στην Άγκυρα σκότωσε πολλές δεκάδες ανθρώπων που είχαν μαζευτεί με αίτημα την επικράτηση της ειρήνης στη χώρα. Το σκηνικό γνωστό και επαναλαμβανόμενο: ενώ το τουρκικό κράτος αναμασάει την καραμέλα της “τρομοκρατίας” η μαύρη αλήθεια που κρύβει είναι ότι οι βόμβες ήταν κρατικές και η σφαγή οργανωμένη από την ΜΙΤ υπό τις διαταγές του αιμοσταγή Ερντογάν.

Super Grannies