Το θερμό απεργιακό φθινόπωρο που ανέμενε ο κόσμος της αριστεράς δεν ήρθε ποτέ. Αντ’ αυτού, το δολοφονικό μαχαίρωμα στον αντιφασίστα Παύλο Φύσσα και η επίθεση στα μέλη του ΚΚΕ έδειξαν πως τα αφεντικά είχαν καταφέρει αυτό που ήθελαν: να μην απειλούνται άμεσα τα ίδια, οι τράπεζες και τα υπουργεία τους, και να ενταθεί μία βίαιη εμφυλιοπολεμικού τύπου κατάσταση στις γειτονιές.
Κι έτσι, όσο περνούσε το φθινόπωρο, τόσο ψύχραινε το κλίμα στους εργασιακούς χώρους. Ώσπου ήρθε μία παγωμάρα. Η τελευταία γενική απεργία της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, στις 6 Νοέμβρη, διαλύθηκε στην Αθήνα και σε ορισμένες άλλες πόλεις από έντονη βροχόπτωση. Μόνο το ΠΑΜΕ είχε προλάβει να κάνει τον καθιερωμένο του περίπατο.
Παγωμάρα λοιπόν˙ κι αυτό γιατί καμία άρση των συλλογικών συμβάσεων, μείωση μισθών και κατάργηση δώρων δεν έγινε δυνατόν να ανακοπεί έως τώρα. Επίσης, το πρόγραμμα απολύσεων και κινητικότητας στον δημόσιο τομέα συνεχίζεται με βάση τις ορέξεις της κυβέρνησης και της τρόικας. Οι μονοήμερες απεργίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ και οι μεμονωμένες κλαδικές κινητοποιήσεις είναι αδύνατο να αντιμετωπίσουν μία τέτοιας σφοδρότητας επίθεση από την πλευρά του κράτους. Δεν είναι μόνο οι νόμοι που ψηφίζονται αλλά και η καταστολή που υπάρχει σε βάρος των απεργών ή των απολυμένων.
Τώρα, το ελληνικό κράτος μαζί με την τρόικα, αφού άλωσαν τα εργασιακά δικαιώματα προσφέροντας φτηνό αναλώσιμο εργατικό δυναμικό σε ξένα και σε ντόπια αφεντικά, περνούν στην επόμενη πράξη: να χτυπήσουν τη μικρή αλλά και μεσαία ιδιοκτησία. Ο σκοπός είναι ένας: να χάσουμε ό,τι έχουμε σε δικαίωμα. Αυτός που δεν έχει σπίτι και χωράφι και παράλληλα δεν έχει κανένα εργασιακό δικαίωμα, δεν είναι καν υποψήφιος προλετάριος. Είναι κάτι που ανήκει πολύ πιο πίσω στην ιστορία: είναι ένας σύγχρονος πληβείος του μέλλοντος, όταν είναι ντόπιος, ή ακόμα και ένας σκλάβος, όταν είναι τριτοκοσμικός μετανάστης. Συνεπώς, ο κάθε αγώνας που γίνεται πρέπει να είναι ευρύτερος και πλέον έχει να κάνει με όλα και όχι με ένα και μόνο επίπεδο της κοινωνικής μας ζωής.
Είναι πια ξεκάθαρο πως αυτή η κοινωνική παγωμάρα δεν πρόκειται να σπάσει με κάποιο καθορισμένο ραντεβού. Κανένα απεργιακό ραντεβού δεν πρόκειται να είναι ικανό να προκαλέσει κάτι τέτοιο και κανένα εκλογικό ραντεβού δεν θα επιβάλει άρδην μία ριζική αλλαγή πολιτικής. Η παγωμάρα θα σπάσει μόνο με ένα κοινωνικό ξέσπασμα, το οποίο, αν είμαστε τυχεροί, θα ξέρει προς τα πού να στοχεύει.
Ωστόσο, ήδη έχουν προκληθεί αξιόλογα ρήγματα σε αυτήν την παγωμάρα. Μεμονωμένοι εργατικοί αγώνες έχουν δείξει πως υπάρχουν άνθρωποι που αντιστέκονται και διεκδικούν να ζουν και να εργάζονται με αξιοπρέπεια. Αυτοί οι αγώνες έχουν ενισχυθεί ιδιαίτερα από άλλες κινήσεις αλληλέγγυων καθιστώντας τους ευρύτερη κοινωνική υπόθεση και υπερβαίνοντας τον στενά κλαδικό ή διακλαδικό χαρακτήρα. Σημαντικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση έχουν παίξει τοπικές κοινότητες αγώνα. Όχι μόνο συνέβαλαν στο σπάσιμο της αντίληψης ότι «αυτή η υπόθεση εμένα δεν με αφορά» αλλά γείωσαν και γειώνουν αυτούς τους εργατικούς αγώνες στο κοινωνικό πεδίο. Τέτοια παραδείγματα είναι η Ανοιχτή Συνέλευση των Κατοίκων Αγίας Παρασκευής, στην περίπτωση της ΕΡΤ, η Βίλα Ζωγράφου, στην περίπτωση των διοικητικών υπαλλήλων του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, η αναρχική συλλογικότητα Ναμούς και ο χώρος Υπόστεγο, στην περίπτωση του αγώνα των απολυμένων της ACS στη νότια Αθήνα. Ανάλογες περιπτώσεις αποτελούν και αγώνες εργαζομένων, όπως εκείνη στα βιβλιοπωλεία «Ευριπίδης» και στα φροντιστήρια «Ανέλιξη».
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις φάνηκε πως χρειάζονται τρεις προϋποθέσεις για να συντελεστεί ένας αμυντικός εργατικός αγώνας, που μάλιστα μπορεί να έχει ακόμα και νικηφόρα αποτελέσματα: πρώτον, να υπάρχουν εργαζόμενοι που θέλουν να διεκδικήσουν αυτά που δικαιούνται, δεύτερον, να υπάρχει ένα ακηδεμόνευτο πρωτοβάθμιο σωματείο και, τρίτον, να υπάρχουν κινήσεις αλληλέγγυων που να βγάλουν αυτόν τον αγώνα από την απομόνωση, και να του προσδώσουν μία ιδιαίτερη κοινωνική δυναμική.
Ας γίνουν μάθημα λοιπόν αυτοί οι «μικροί» αγώνες για το μεγαλείο τους. Κανένας εργάτης μόνος του έξω από το εργοστάσιο. Κανένας εργαζόμενος μόνος του στην απεργία ή με την απόλυση στο χέρι και χωρίς αποζημίωση. Κανένας αγρότης μόνος του με το τρακτέρ στον δρόμο και την αστυνομία απέναντί του. Κανένας κλάδος μόνος του απέναντι στη γενικευμένη επίθεση που συντελείται στους λαούς του ευρωπαϊκού νότου, και όχι μεμονωμένα στους «Έλληνες», στους «Ιταλούς» ή στους «Ισπανούς».
Σε αυτό το φύλλο έχουμε δύο συνεντεύξεις σχετικές με τους αγώνες που αναφέρονται. Η πρώτη συνέντευξη είναι ενός διοικητικού υπαλλήλου των πανεπιστημίων, που μιλάει για μία από τις απεργιακές κινητοποιήσεις που κατάφεραν να φέρουν σε εκνευρισμό την κυβέρνηση, μπλοκάροντας τις απολύσεις και τη διαθεσιμότητα. Η δεύτερη συνέντευξη είναι ενός απολυμένου της εταιρείας ταχυμεταφορών ACS από τη Γλυφάδα και τον Άλιμο. Πρόκειται για έναν αγώνα που έχει γίνει αρκετά γνωστός, αφού στηρίζεται τόσο από το πρωτοβάθμιο σωματείο των εργαζομένων δικυκλιστών (ΣΒΕΟΔ), όσο και από τοπικές κοινότητες αγώνα των νοτίων γειτονιών της Αθήνας.
Γ. Ελευθερίου
Συνέντευξη από έναν απολυμένο στην ACS
Στις αρχές Αυγούστου, η ACS Αλίμου κλείνει νύχτα πετώντας τους εργαζόμενους στο δρόμο. Στις αρχές Σεπτέμβρη, το ίδιο συμβαίνει και στην ACS Γλυφάδας, ενώ ταυτόχρονα το πελατολόγιο καθώς και το σύνολο των εργασιών μεταφέρονται στο νέο κατάστημα της ACS Αργυρούπολης. Οι εργαζόμενοι απολύονται χωρίς να τους καταβληθεί αποζημίωση, ενώ η εργοδοσία τούς χρωστά ήδη δεδουλευμένα και άδειες. Εκτός αυτού, τους εκβιάζει «προτείνοντάς» τους να παραιτηθούν των παραπάνω δικαιωμάτων τους ώστε να τους επαναπροσλάβει με νέες ατομικές συμβάσεις των 490 ευρώ στο «νέο» υποκατάστημα της ACS στην Αργυρούπολη.
Τι συμβαίνει με την ACS;
Η εταιρεία ταχυμεταφορών ACS έχει 350 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα, αλλά στην ουσία κανένα από αυτά δεν είναι δικά της, ούτε οι εργαζόμενοι που δουλεύουν δεν είναι υπάλληλοί της. Είναι ένα νομικό παιχνίδι που ισχύει στην ACS αλλά και σε όλα τα franchise στην Ελλάδα. Εάν κλείσει ένα κατάστημα και μείνουν απλήρωτοι οι εργαζόμενοι, η ACS συνεχίζει την κερδοφόρα δουλειά της από άλλα πόστα, με άλλα αφεντικά και άλλους υπάλληλους. Στη δική μας περίπτωση, έχει βγάλει την ουρά της απ’ έξω, έκλεισε τα καταστήματα στη Γλυφάδα και τον Άλιμο, με 35 συνολικά εργαζόμενους, και άνοιξε ένα καινούριο. Πριν μπει λουκέτο στη Γλυφάδα και στον Άλιμο, ξέραμε ότι ετοίμαζαν ένα νέο κατάστημα. Σε αυτό ξαναπήραν κάποιους από τους εργαζομένους των καταστημάτων που έκλεισαν με μισθούς πείνας.
Έκτοτε, αρχίσαμε έναν αγώνα με επιθεωρήσεις, δικηγόρους, συλλογικότητες, αλληλέγγυους, σωματεία. Ευτυχώς υπήρξε πολύς κόσμος που βοήθησε. Χωρίς αυτόν τον κόσμο δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Μέχρι στιγμής, έχουμε επιφέρει ένα δυνατό χτύπημα κυρίως στη «μαμά» ACS, γιατί αυτή είναι κράτος, κυβέρνηση, μνημόνιο. Ως εργαζόμενοι, θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας και, όσο μας στηρίζει ο κόσμος, θα είμαστε όλο και πιο δυνατοί. Έχουμε κάνει πορείες, μοτοπορείες, απεργίες, αφισοκολλήσεις, έχουμε μοιράσει τρικάκια, ενώ έχουμε μιλήσει σε ραδιόφωνα και εφημερίδες.
Πολύς κόσμος θα ρωτούσε: αποτέλεσμα έχετε δει; Εμείς απαντάμε πως ναι, έχουμε δει. Έχουμε γνωρίσει απίστευτους ανθρώπους μέσα από τον αγώνα, έχουμε πάρει δύναμη, χρήματα βέβαια δεν έχουμε δει, αλλά ξέραμε από την αρχή πως είναι ένας πολύ δύσκολος αγώνας. Όσον αφορά στο θέμα τον χρημάτων, θα κινηθούμε δικαστικά, όμως κινηματικά έχουμε κερδίσει πάρα πολλά. Έχουμε φέρει συλλογικότητες μέχρι και από Περιστέρι και Αιγάλεω. Μας έχουν βοηθήσει πολύ και θα τις βοηθήσουμε και εμείς όποτε το χρειαστούν. Το πιο σημαντικό για εμάς είναι η αγάπη και η αλληλεγγύη που έχουμε δεχθεί και μάλιστα από διάφορους πολιτικούς χώρους, μην σταθούμε σε έναν.
Πώς πιστεύεις ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να κατακτήσουν μικρές έως μεγάλες νίκες;
Μπορεί την Παπαρήγα να την κοροϊδεύουμε αλλά το πρώτο μέτωπο της μάχης είναι ο χώρος της δουλειάς μας, το σπίτι μας, οι φίλοι μας. Αν δεν ζυμωθούμε πρώτα μεταξύ μας… Καταρχάς, πρέπει να δούμε κοινωνικά πού θέλουμε να πάμε. Αν δεν αποφασίσουμε τι θέλουμε να καταφέρουμε, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε. Βασικό είναι να έχουμε στόχο. Στα εργασιακά, ας πούμε, το ζητούμενο δεν είναι μόνο να έχουμε έναν μισθό. Θέλουμε μια ανθρώπινη, αξιοπρεπή δουλειά. Έτσι όπως έχει γίνει η κατάσταση, η δουλειά έχει καταντήσει να είναι δουλεία. Πρέπει να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας. Το ότι γίνονται απολύσεις και οι συνθήκες εργασίας δεν είναι καλές, δεν σημαίνει ότι σκύβουμε το κεφάλι.
Το κακό είναι ότι, τελευταία, δεν υπάρχουν και πολλές νίκες στα εργασιακά. Κι αν υπάρχουν κάποιες, τις έχουν θάψει, δεν έχουν ακουστεί, και ο κόσμος ακούει συνέχεια ήττες και σκύβει το κεφάλι. Αν ακούσει για κάποιες νίκες, ότι έγινε μια προσπάθεια και κερδήθηκε κάτι, νομίζω ότι θα πάρει θάρρος. Ένα άλλο άσχημο πράγμα είναι και το καπέλωμα ενός αγώνα.