Το πανωφόρι που προτείνουν οι υπέρκομψοι να μας φορεθεί αυτή τη σεζόν είναι στενό και χωρίς μανίκια
Σε αντίθεση με τους πραξικοπηματίες στρατιωτικούς που ήθελαν με ορθοπεδικές μεθόδους να βάλουν τη χώρα στο γύψο, γιατί θεωρούσαν ότι η «δημοκρατική ασυδοσία» είχε κακοφορμίσει το εθνικό ιδεώδες, σήμερα, τα golden boys της εξουσίας προτιμούν να το κάνουν με όρους «θεραπείας» του πνεύματος και των ιδεών. Ο ζουρλομανδύας που προσπαθούν να φορέσουν στο κοινωνικό σύνολο τείνει να γίνεται όλο και πιο σφιχτός, επ’ ευκαιρίας της αντιμετώπισης του υγειονομικού κινδύνου της πανδημίας.
Με την έναρξη της διακυβέρνησης της Ν.Δ. δεν χρειάστηκε να περάσει καιρός για να αντιληφθεί ο οποιοσδήποτε, πού κατευθύνονται τα πράγματα. Σε ανύποπτο χρόνο ο Μ. Βορίδης δήλωνε ότι στρατηγικός τους στόχος είναι να χτυπηθούν οι «ελαττωματικές» ιδέες της Αριστεράς, όπου υπάρχουν. Βέβαια στο δημόσιο πεδίο διαλόγου μπορείς να ακούσεις ότι αυτά είναι υπερβολές, «δεν έχουν κατέβει και τα τανκς στο δρόμο», και οι όποιες ακρότητες δικαιολογούνται στο όνομα του εκτάκτου της συνθήκης.
Θα έπρεπε αυτοί που τα λένε να θυμηθούν ότι το πραξικόπημα της επταετίας δεν οργανώθηκε σε μία μέρα, αλλά η περίοδος ανωμαλίας που το προετοίμασε κράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι και την ενεργοποίηση του σχεδίου «Περικλής», για την αντιμετώπιση του «κομμουνιστικού κινδύνου», που έφερε και τα τανκς στο Σύνταγμα.
Πενήντα τρία χρόνια μετά από εκείνη τη μέρα, που όλοι ήξεραν αλλά δεν την περίμεναν, πολλά έχουν αλλάξει. Τα πραξικοπήματα τείνουν να γίνουν βελούδινα, διατηρώντας ένα κέλυφος δημοκρατίας σαν επικάλυμμα. Όπως είχε πει και ο Ουμπέρτο Έκο τριάντα χρόνια πριν, «Για τα πραξικοπήματα δεν θα χρειάζονται τανκς. Αρκούν οι συσκευές τηλεόρασης». Αυτό βέβαια μέχρι πρότινος, γιατί τώρα ο πόλεμος χαρακωμάτων μεταφέρθηκε κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η τηλεόραση είναι μια περιοχή no man’s land. Όχι με την έννοια της μη προσβάσιμης ζώνης, αλλά της χωματερής που υπήρχε μεταξύ των διαφόρων φέουδων. Δεν υπάρχει τίποτα ζωντανό για να δεις εκεί.
Μέσα σε όλα αυτά, γιατί μία απεργία πείνας πρέπει να μας αφορά;
Μέσα σε όλα αυτά, τις τελευταίες ημέρες βρισκόμαστε στο πιο κρίσιμο σημείο της απεργίας πείνας ενός ανθρώπου, που έχει καταδικαστεί για τη συμμετοχή του στην οργάνωση 17Ν. Είναι προφανές ότι αυτό το πεδίο είναι βολικό για παιχνίδια πολιτικής σπέκουλας και εντυπώσεων. Ο απεργός πείνας Δ. Κουφοντίνας τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο συνεχίζει την πολυήμερη απεργία πείνας με μοναδικό του αίτημα τη μεταγωγή του στις φυλακές που ορίζει ο νόμος που ψήφισε η ίδια αυτή κυβέρνηση.
Πέρα από την εκδικητική φωτογραφική διάταξη που νομοθετήθηκε ειδικά γι’ αυτόν, ώστε να μεταχθεί τιμωρητικά -παρά την έλλειψη οποιουδήποτε παραπτώματος- από τις αγροτικές φυλακές της Κασσαβέτειας στις φυλακές του Δομοκού, τίθεται τεράστιο ζήτημα αναφορικά με το εάν οι νόμοι ισχύουν ακόμα και με ποιο τρόπο, στο ελληνικό δημοκρατικό καθεστώς το 2021. Πολλά στοιχεία δείχνουν πως όχι.
Κάποιοι δείκτες δείχνουν την κατρακύλα ξεκάθαρα
Κάποιοι δείκτες παρουσιάζουν στεγνά πού οδηγούνται πολιτικά και προσωπικά δικαιώματα στη Νέα ελληνική Δημοκρατία. Καταρχήν, τον Μάρτη του ‘21, η διεθνής δημοσιογραφική οργάνωση RSF, Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα, κατέταξε την Ελλάδα στην 65η θέση, από τις 180 χώρες που μελετά, σχετικά με την ελευθερία της ενημέρωσης, τονίζοντας τον κίνδυνο περιορισμού της σε μια χώρα που επαίρεται ότι ανήκει στο σκληρό πυρήνα των κρατών της «δημοκρατικής δύσης». Η θέση της Ελλάδας σε αυτόν το δείκτη είχε ήδη πάρει για πολλά χρόνια την κατρακύλα από την έναρξη των μνημονίων και μετά, όντας πια τελευταία πριν τη Βουλγαρία και την Ορμπανική Ουγγαρία στην Ευρώπη. Οι τελευταίοι νόμοι Χρυσοχοΐδη για τους περιορισμούς των διαδηλώσεων έχουν μεταφραστεί και σε πολλαπλά κρούσματα ξυλοδαρμών φωτορεπόρτερ, που δεν πρέπει να αποθανατίζουν τις πράξεις της δημοκρατικής αστυνομίας μας. Ο γνωστός υπουργός θεώρησε ότι λύνει αυτά τα ζητήματα με την καθ’ υπόδειξη τοποθέτηση των ανταποκριτών εκεί που θα ορίζει η ίδια η αστυνομία, κάτι που η οργάνωση RSF καυτηριάζει.
Ένας άλλος δείκτης που δείχνει ποιο είναι το μεγαλύτερο θύμα από τη «θεραπεία» για τις «προβληματικές ιδέες» της Αριστεράς, προέρχεται από ένα καθόλου αριστερό έντυπο, το Economist. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του, η Ελλάδα θεωρείται ελαττωματική δημοκρατία, ευρισκόμενη στην τελευταία θέση μεταξύ των 20 χωρών της Δυτικής Ευρώπης. Στις κατηγορίες όπως η λειτουργία της γενικής κυβέρνησης, η βαθμολογία της χώρας είναι κάτω του μέσου όρου, ενώ προβληματική θεωρείται και η πολιτική συμμετοχή. Σύμφωνα με το Economist, η βασική αιτία για την παγκόσμια καταβαράθρωση αυτού του δείκτη είναι η πανδημία του κορωνοϊού.
Ο τρίτος δείκτης που σχετίζεται και συμπληρώνει το παζλ, αφορά μία έρευνα στο τέλος του Φλεβάρη του 2021 σχετικά με την αυστηρότητα των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Σύμφωνα με έρευνα από ακαδημαϊκούς της Οξφόρδης, παρακολουθώντας τους βιώσιμους στόχους ανάπτυξης (SDG) του ΟΗΕ, η Ελλάδα -πριν καν το τρίτο αυστηρότερο lockdown- βρίσκεται δεύτερη παγκοσμίως σε αυστηρότητα των εφαρμοσμένων μέτρων, μετά τον Λίβανο και σε διπλανές θέσεις με την Ερυθραία στην Αφρική, τη Βενεζουέλα, τη Ζιμπάμπουε και το Λεσότο. Παρ’ όλα αυτά, τα κρούσματα πολλαπλασιάζονται και τώρα πια επίσημα, αρχές Μάρτη, η Αττική πορεύεται σε αχαρτογράφητα ύδατα χωρίς μία διαθέσιμη κλίνη ΜΕΘ για κρούσματα covid-19. Ταυτόχρονα τα παιχνίδια με τα εμβόλια συνεχίζονται, οι άριστοι νεοδημοκράτες προηγούνται ακόμα και ατόμων με αναπηρίες, παρά την απελπιστική κατάσταση με τα χιλιάδες καθημερινά κρούσματα. Η στρατηγική πάταξης της πανδημίας με αστυνομικά και προπαγανδιστικά μέσα, αποτυγχάνει παταγωδώς στην καταπολέμηση του covid-19, επιτυγχάνει, όμως, κάτι άλλο.
Το καθεστώς εξαίρεσης τελικά είναι για όλους
Η καταπάτηση δικαιωμάτων, που θεωρούνται κεκτημένα έστω και στην αμφίβολη δημοκρατία «από τα πάνω», δημιουργεί μια ακραία συνθήκη. Το πρόσωπο του Δ. Κουφοντίνα είναι σίγουρα βολικό για να πειραματιστούν χωρίς πολλές αντιδράσεις. Ο Δ. Κουφοντίνας είναι ο ιδανικός «εχθρός» για τον οποίο δε χρειάζεται να ισχύουν και πολλά δημοκρατικά δικαιώματα. Το σκεπτικό είναι ότι «εφόσον σκότωσε, αποστερείται παντός δικαιώματος». Αυτές οι απόψεις από ότι φαίνεται δεν εκπορεύονται πια μόνο από τα γνωστά υπόγεια της ακροδεξιάς, αλλά διαχέονται ευρύτερα στη βάση μίας υπό κατάρρευση κοινωνίας. Μιας κοινωνίας χρεοκοπημένης, καραντινιασμένης, εγκλεισμένης και εγκλωβισμένης όπου οι περισσότεροι έχουν φτάσει στα όριά τους μετά από ένα χρόνο χωρίς φως στο τούνελ.
Ζούμε σε περίοδο όπου η δικαιοσύνη χορεύει στο ρυθμό που παίζουν τα νταούλια της κυβέρνησης, όπου όποιος ξεφύγει από τη γραμμή, αποπέμπεται. Μια κοινωνία όπου η ενημέρωση, όταν δεν ποδηγετείται, καταστέλλεται, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το οργανωμένο blackout στα social media με τις αναρτήσεις χρηστών αλλά και επαγγελματιών δημοσιογράφων να λογοκρίνονται και να κατεβαίνουν μαζικά από ένα κεντρικό μηχανισμό. Θυμίζει κατά πολύ τη φίμωση σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, θα ‘λεγε κάποιος∙ διαφθορά με προκλητικά σκάνδαλα να πληθαίνουν, αλλά οι θεσμοί να σφυράνε αδιάφορα∙ ξύλο και αστυνομοκρατία παντού, στα πανεπιστήμια, στο δρόμο, στη δουλειά∙ ανεργία και πείνα που έρχεται στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Σίγουρα το δυστοπικό μέλλον, που μας κοιτάζει ζυγίζοντας μας, δεν πρόκειται να παραμερίσει από μόνο του. Σε αυτή τη συνθήκη, λοιπόν, ο αγώνας ενός ανθρώπου που έχει καταδικαστεί και έχει εκτίσει είκοσι χρόνια ποινής για πολιτικών κινήτρων ανθρωποκτονίες, μπορεί από κάποιους να θεωρείται ότι δεν τους αφορά. Όμως στην πραγματικότητα μια ήττα του Δ. Κουφοντίνα θα είναι ήττα όλων, καθώς παραβιάζει μέχρι και τις ελάχιστες δικλείδες ασφαλείας μίας ελεύθερης κοινωνίας. Αυτή η κατά βούληση καταπάτηση του δικαίου και των θεσμικών κανόνων που διέπουν την απονομή δικαιοσύνης, σημαίνει ότι οποιοδήποτε κοινωνικό συμβόλαιο σχετικοποιείται στο όνομα ενός εξωτερικού κινδύνου ή εσωτερικού εχθρού. Ουσιαστικά το αποτέλεσμα της μεταχείρισης του Δ. Κουφοντίνα θα είναι η μετάβαση σε μια συνθήκη εξαίρεσης για τον οποιοδήποτε δε θα συμμορφώνεται «προς τας υποδείξεις», ή έχει το θράσος να εκφράζει δημόσια αιρετικές απόψεις, ή απλώς έχει ισχυρούς εχθρούς.
Ο Δ. Κουφοντίνας αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μία κατάσταση εξαίρεσης από το δίκαιο και τους νόμους, σε έναν τόπο που το ισχύον νομικό πλαίσιο δεν ισχύει. Η κατάσταση εξαίρεσης είναι με απλά λόγια, η αναστολή του «κανόνα» εκ μέρους της κυρίαρχης εξουσίας. Η ίδια η ύπαρξή της επιβεβαιώνει, όχι μόνο τον κανόνα, αλλά και το ότι ο κυρίαρχος, εκείνος που θέτει και αναστέλλει τον κανόνα, βρίσκεται στην πραγματικότητα πάνω και έξω από αυτόν. Το παράδοξο είναι ότι αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε μία και μοναδική περίπτωση, αλλά ταυτίζεται με το «καθεστώς εκτάκτου ανάγκης», το οποίο – σύμφωνα με τον Ιταλό φιλόσοφο Giorgio Agamben- διευρύνεται και μας περικλείει όλους. Ανεξάρτητα με το εάν κάποιος αποδοκιμάζει ή όχι τη δράση και τις πρακτικές της 17Ν, κάτι πρέπει να σκεφτούμε ψύχραιμα. Η απαγόρευση της κυκλοφορίας έγινε κανόνας για όλους, ο περιορισμός σπίτι- δουλειά το ίδιο, η απαγόρευση των διαδηλώσεων και του συνέρχεσθαι γίνεται πλέον απαγόρευση της κοινωνικής ζωής. Μέχρι πού φτάνει αυτό; Πού σταματάει ένα κράτος που έχει το ελεύθερο να δολοφονεί και να βασανίζει εκδικητικά στα φανερά;
Τα τελευταία γεγονότα μετά τη δολοφονική επίθεση εναντίον πολίτη στη Ν. Σμύρνη για οποία το κράτος και οι πολιτικοί προϊστάμενοι αρνούνται έκδηλα να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί, καταδεικνύει ότι η στρατηγική της έντασης, όπως εφαρμόστηκε σε άλλες χώρες στο παρελθόν, είναι κεντρική γραμμή της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Μαζί με την αστυνομοκρατία στα Πανεπιστήμια και τον κουτσαβακισμό αστυνομικών συμμοριών όπως η “ΔΡΑΣΗ”, έχουν δημιουργήσει ένα εύφλεκτο μείγμα που με περισσή χαρά φαίνονται έτοιμοι να πυροδοτήσουν. Στόχος της επένδυσης στον τρόμο, να περισώσουν όσες ψήφους νοικοκυραίων μπορούν, επενδύοντας παραπάνω στο καθαρά ακροδεξιό κοινό και στα φασιστόμουτρα. Η θεσμική εκτροπή που δρομολογείται θα ενισχύσει τη νεοφιλελεύθερη επέλαση απειλώντας να ισοπεδώσει μία διαλυμένη κοινωνία. Όμως όταν έχουν μαζευτεί πολλά ξερά, δεν πετάς ούτε το αναμμένο σου τσιγάρο. Αυτό μόνο φτάνει.
Anarres
Πηγές: