«Θέλετε, δηλαδή, να είναι η ελευθερόφρων δημοκρατική συνταγματική σας τάξη πιο ανελέητη από οποιοδήποτε φεουδαρχικό καθεστώς της ιστορίας, όπου υπήρχαν τουλάχιστον κάποιοι τόποι ασύλου, ακόμα και για ληστές ή δολοφόνους; Είναι, άραγε, τόσο αλάθητη η ελευθερόφρων, δημοκρατική συνταγματική σας τάξη, ώστε κανείς να μην μπορεί να την αμφισβητήσει;»*
~Χάινριχ Μπελ, 1972, με αφορμή τη σκλήρυνση της θέσης του κράτους όσον αφορά το πανεπιστημιακό άσυλο
ΜΕΡΟΣ Ι – Το άσυλο στη δύση
Είναι γεγονός ότι διαχρονικά στις ανθρώπινες κοινωνίες υπήρχαν τόποι ασύλου όπου μπορούσαν να καταφύγουν διωκόμενοι, είτε αυτοί ήταν πολιτικοί αντιφρονούντες είτε ληστές και δολοφόνοι. Η λέξη άσυλο αποτελείται από το στερητικό «α-» και το «συλάω-ώ» που σημαίνει αποσπώ, λεηλατώ. Δηλαδή, άσυλο σημαίνει τον τόπο καταφυγής που έχει θεσμιστεί κοινωνικά ως απαραβίαστος. Άσυλο μπορεί να ήταν ιεροί τόποι, ναοί, μέχρι ολόκληρες πόλεις που εξασφάλιζαν την παραμονή σε όποιον κατέφευγε εκεί. Στην ιστορία συναντάμε το άσυλο στις φυλές της Αυστραλίας, στους «άσπρους καταυλισμούς της ειρήνης» των ινδιάνων, τους ναούς στην αρχαία ελλάδα και τη ρώμη, τους χριστιανικούς ναούς μέχρι τα πανεπιστήμια.
Για την ιστορία του πανεπιστημιακού ασύλου
Το άσυλο είναι άμεσα συνυφασμένο με την ίδια την ιστορία του πανεπιστημίου. Ήδη με τη σύσταση του πρώτου πανεπιστημίου, το 1088 στην Μπολόνια της Ιταλίας, έχουμε την καθιέρωση του πανεπιστημιακού ασύλου. Η πρώτη διατύπωση για το άσυλο περιλαμβάνεται στο κείμενο Authentica habita που έγινε νόμος το 1155, και αποτελεί το ιδρυτικό κείμενο για το πανεπιστήμιο του μεσαίωνα. Στη συνέχεια, κατά την περίοδο του διαφωτισμού, το πανεπιστημιακό άσυλο αποτέλεσε θεσμό διαφύλαξης της ατομικής ελευθερίας και έκφρασης, ακολουθώντας τις αξίες και τα συμφέροντα της ανερχόμενης αστικής τάξης. Ο ρόλος του ασύλου εξυπηρετούσε τη διασφάλιση και εδραίωση του μετασχηματισμού του πανεπιστημίου απέναντι στην εκκλησία και την αριστοκρατία, ακολουθώντας τον μετασχηματισμό της κοινωνίας από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας του πανεπιστημίου, το άσυλο λάμβανε κυρίως τον ρόλο της θεσμικής προστασίας τόσο της ακαδημαϊκής δραστηριότητας όσο και των φορέων της, φοιτητών και καθηγητών. Το πανεπιστήμιο αποτελεί στη νεότερη ιστορία τον κυριαρχικό φορέα ελέγχου, διαχείρισης και διαμόρφωσης της γνώσης. Κατά τη διάρκεια της ιστορικής εξέλιξής του έχουμε μια αντίστοιχη εξέλιξη στο ίδιο το περιεχόμενο της έννοιας του ασύλου. Δηλαδή, καθώς το πανεπιστήμιο μετασχηματιζόταν και περνούσε διάφορα ιστορικά στάδια, από τις μοναστικές χριστιανικές σχολές, στον μεσαίωνα, τον διαφωτισμό και τη σύγχρονη εποχή, η προστασία του ασύλου λάμβανε διαφορετικό περιεχόμενο εξυπηρετώντας όμως παρόμοιες ανάγκες. Κάθε φορά, το άσυλο αντανακλούσε τη σχέση του πανεπιστημίου με συγκεκριμένες κοινωνικές δυνάμεις μέσα στο ευρύτερο πλέγμα της κοινωνικής δυναμικής, της οργάνωσης της παραγωγής και των εκμεταλλευτικών σχέσεων. Έτσι, καθώς το ζήτημα διαχείρισης της γνώσης αποτελεί ειδικό πεδίο σύγκρουσης κατά τον μετασχηματισμό των κοινωνικών δυνάμεων, το άσυλο αποτελεί το θεσμικό πλαίσιο όπου συγκεκριμένες κοινωνικές δυνάμεις προσπαθούν να διασφαλίσουν τη χρήση του πανεπιστημίου προς όφελος τους, μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικών διεργασιών και συγκρούσεων.
Όπως θα δούμε παρακάτω, το άσυλο στην Ελλάδα, όπως ίσχυσε κατά τη μεταπολίτευση, αποτέλεσε ιστορική υπέρβαση βασισμένη σε συγκεκριμένους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες, όπου η χρήση του πανεπιστημίου ξεπερνούσε κατά πολύ τα στενά ακαδημαϊκά πλαίσια και ελευθερίες.
Το άσυλο στο σύγχρονο πανεπιστήμιο
Το πανεπιστήμιο, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, αρχίζει να παίρνει μορφή κυρίως μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Ενταγμένο μέσα στην καπιταλιστική συνθήκη, δηλαδή τη συσσώρευση κεφαλαίων και την αναπαραγωγή των σχέσεων εκμετάλλευσης, η μορφή που λαμβάνει είναι αποτέλεσμα της ίδιας της ιστορικότητας του κοινωνικού ανταγωνισμού και της επικράτησης του κεφαλαίου. Στα πλαίσια αυτά, βασικός σκοπός του πανεπιστημίου είναι η παροχή δεξιοτήτων στους απόφοιτούς του, διευκολύνοντας έτσι την κινητικότητα της εργατικής δύναμης.
Την περίοδο αμέσως μετά τον πόλεμο, τα κράτη αναλαμβάνουν την οργάνωση της εκπαίδευσης, ενταγμένη σε μια ευρύτερη οικονομική και κοινωνική πολιτική παροχών, πράγμα που οδήγησε στη μαζικοποίηση του πανεπιστημίου. Μετά τη δεκαετία του ’80, το κράτος συντονισμένο με τη νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση της οικονομίας, αρχίζει να μετασχηματίζει τη δομή και τη λειτουργία της εκπαίδευσης σύμφωνα με τις άμεσες ανάγκες της αγοράς. Έτσι βαθμιαία οδηγούμαστε στην εμφάνιση του σύγχρονου επιχειρηματικού πανεπιστημίου, όπου η επιστήμη και η έρευνα είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις ανάγκες κυκλοφορίας και μεγέθυνσης του κεφαλαίου. Κατά συνέπεια, το πανεπιστήμιο συνδέεται όλο και περισσότερο με ιδιωτικά και κρατικά επιχειρηματικά συμφέροντα.
Το άσυλο στο σύγχρονο δυτικό πανεπιστήμιο αναφέρεται στην προστασία της ελευθερίας του λόγου και την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Ουσιαστικά σήμερα, το άσυλο δεν είναι παρά έκφραση των αναγκών της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας. ‘Έτσι, δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να διευκολύνει την ελεύθερη ροή του κεφαλαίου, μέσω της απρόσκοπτης ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογίας, για τις ανάγκες της αγοράς και την ευέλικτη αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού μέσα από φάσεις από-ειδίκευσης και εξειδίκευσης στην εκπαίδευση. Ταυτόχρονα, τα όρια της ελευθερίας του λόγου και της διακίνησης ιδεών αποκαλύπτονται με τον άμεσο ή έμμεσο αποκλεισμό, τον περιορισμό στην εξέλιξη, τη διαγραφή ή την απόλυση από το πανεπιστήμιο, όλων εκείνων των φωνών –καθηγητών και φοιτητών– που υψώνουν έναν λόγο και μια έμπρακτη στάση ενάντια στην κυρίαρχη αντίληψη.
Προσπάθειες κοινωνικής χρήσης του ασύλου και των πανεπιστημίων
Από το τέλος της δεκαετίας του ’60 εμφανίζονται σε διάφορες χώρες της δύσης μια σειρά από προσπάθειες κοινωνικής οικειοποίησης του πανεπιστημιακού ασύλου και απελευθέρωσης της χρήσης του από τα στενά ακαδημαϊκά πλαίσια. Φοιτητικές κινητοποιήσεις ξεσπούν στα πανεπιστήμια στα πλαίσια μιας ευρύτερης κοινωνικής εναντίωσης στους επιβαλλόμενους από το κεφάλαιο μετασχηματισμούς, και τις πολιτικο-στρατιωτικές αποφάσεις της κυριαρχίας. Τα πανεπιστήμια καταλαμβάνονται και γίνονται κέντρα αγώνα και πυρήνες αντεπίθεσης στην κυριαρχία. Έτσι έχουμε τις διεθνείς κινητοποιήσεις που ξεσπούν σε ΗΠΑ (1964), Ιαπωνία (1966), Ιταλία (1967), Μεξικό, Γερμανία και Γαλλία (1968).
Κατά τις επόμενες δεκαετίες, μέχρι σήμερα, έχουμε πλήθος περιπτώσεων όπου οι φοιτητές οικειοποιούνται τους πανεπιστημιακούς χώρους, επαναπροσδιορίζοντας και διευρύνοντας τον τρόπο χρήσης τους, ανοίγοντάς τους στην κοινότητα και προσδίδοντάς τους ρηξιακά χαρακτηριστικά. Όμως, κάθε φορά που το φοιτητικό κίνημα αποκτά ή τείνει να αποκτήσει γενικότερα πολιτικά χαρακτηριστικά και να διασυνδεθεί με ευρύτερα κομμάτια των εκμεταλλευόμενων (εργάτες, ανέργους κ.λπ.), το κράτος επιχειρεί να καταλύσει το άσυλο και να καταστείλει βίαια τις δράσεις και τις κινητοποιήσεις, διεκδικώντας την απόφαση για την κατάσταση εξαίρεσης πέρα από οποιαδήποτε κοινωνική θέσμιση. Ιδιαίτερα μετά το 2003 και με πρόσχημα την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας παρατηρείται μια απροκάλυπτη παρέμβαση των διωκτικών αρχών στα πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής.
ΜΕΡΟΣ ΙΙ – Το άσυλο στην Ελλάδα
Το άσυλο στην Ελλάδα αποτελεί εθιμικό δίκαιο από τον 19ο αιώνα, όταν ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο στην Αθήνα το 1837. Ήδη από τον Δεκέμβριο του 1896 έχουμε την πρώτη φοιτητική εξέγερση, τα λεγόμενα Γαλβανικά, η οποία απέκτησε μάλιστα ένοπλη μορφή, με την κατάληψη του πανεπιστημίου και την καταπάτηση του ασύλου από την αστυνομία.
Η ιστορία του ασύλου είναι γραμμένη από τους αγώνες που δόθηκαν μέσα από αυτό, αλλά και την κρατική καταστολή, που το κατέλυσε βίαια είτε με τη συναίνεση των πανεπιστημιακών αρχών και την άρση του ασύλου, είτε ως απροκάλυπτη επίδειξη δύναμης, και καταπάτησή του.
Τα χρόνια της Χούντας
Κατά τη διάρκεια της Χούντας έχουμε μια κλιμακούμενη κρατική καταστολή και τρομοκρατία. Έτσι, τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας έχουμε ελάχιστες δημόσιες κινητοποιήσεις. Το ανταγωνιστικό κίνημα είναι υπό διωγμό, τα μέλη του είναι είτε στις φυλακές και τα ξερονήσια, είτε έχουν βγει στην παρανομία και αρκετές, αν όχι οι περισσότερες, δράσεις αφορούν βομβιστικές επιθέσεις. Από το 1972 έχουμε μια σειρά από κοινωνικές κινητοποιήσεις που κλιμακώνονται κάθετα το 1973.
Τη χρονιά αυτή ξεσπούν μια σειρά από αγώνες με τις κινητοποιήσεις κατοίκων ενάντια στις απαλλοτριώσεις χωραφιών ή τις εγκαταστάσεις διυλιστηρίων, καθώς και τις απεργίες των τυπογράφων και των συντακτών αθηναϊκών εφημερίδων, των τεχνικών της Ολυμπιακής, των αλιεργατών στην Καβάλα, στα τρόλεϊ και τη 48ωρη καθολική απεργία στη ΔΕΗ.
Οι φοιτητικές κινητοποιήσεις, ενώ αρχικά παίρνουν κυρίως τη μορφή μαζικής αποχής από τις διαλέξεις, βαθμιαία μετασχηματίζονται σε καταλήψεις και σε δράσεις με επίκεντρο τα πανεπιστήμια. Παράλληλα, συνεχίζεται η κρατική καταστολή και η αστυνομία εισβάλει βίαια στο άσυλο:
Στις 14 Φεβρουαρίου η αστυνομία εισβάλλει στο Πολυτεχνείο διαλύοντας με βίαιο τρόπο τη συγκέντρωση 1500 φοιτητών και συλλαμβάνει 100 άτομα.
Στις 16 Φεβρουαρίου γίνεται κατάληψη της Νομικής από 2500 φοιτητές. Γίνεται έξοδος υπό μορφή πορείας και οι φοιτητές συγκρούονται με την αστυνομία και παρακρατικούς της ΕΚΟΦ.
Στις 21 Φεβρουαρίου ξεκινά διήμερη κατάληψη της Νομικής από 4000 φοιτητές. Την επόμενη μέρα, η Σύγκλητος δίνει άδεια άρσης του ασύλου και η αστυνομία εισβάλλει.
Στις 16 Μάρτη γίνεται κατάληψη της πανεπιστημιακής Λέσχης στην Πάτρα από 500 φοιτητές, όπου εισβάλλει η αστυνομία και γίνονται δεκάδες συλλήψεις.
Στις 20 Μάρτη γίνεται κατάληψη της Νομικής, η σύγκλητος δίνει άδεια και η αστυνομία εισβάλλει βίαια με δεκάδες τραυματίες και πάνω από 100 συλλήψεις.
Στις 14 Νοέμβρη καταλαμβάνεται το Πολυτεχνείο. Εκτός από φοιτητές συρρέουν και εργαζόμενοι και ξεσπά εξέγερση με άγριες συγκρούσεις στο κέντρο της Αθήνας με δεκάδες νεκρούς κι εκατοντάδες τραυματίες.
Στις 16 Νοέμβρη καταλαμβάνεται η Πολυτεχνική σχολή στη Θεσ/νίκη.
Στις 17 Νοέμβρη κηρύσσεται στρατιωτικός νόμος, κατεβαίνουν τα τανκς και γίνεται εισβολή στο Πολυτεχνείο.
Η πρώτη περίοδος της μεταπολίτευσης
Την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης και μέχρι την άνοδο του ΠΑΣΟΚ, αναπτύχθηκε μια πληθώρα αδιαμεσολάβητων ριζοσπαστικών κοινωνικών-ταξικών αγώνων που ανέδειξαν τις αξίες της συλλογικής δράσης, της αλληλεγγύης και το ξεπέρασμα των διαχωρισμών, και κινήθηκαν επιθετικά ενάντια στην κυριαρχία και τα αφεντικά. Έτσι έχουμε τις απεργίες στη National Can, των οικοδόμων, των μεταλλορύχων στου Σκαλιστήρη, τις σπουδάστριες του «Έλενα», στην ESCIMO, στην Πίτσος, ενάντια στο νόμο 330, καθώς και την 7μηνη κατάληψη των μεταλλείων της Μάντεμ Λάκκο και της Ολυμπιάδας.
Παράλληλα έχουμε μια βαθμιαία ριζοσπαστικοποίηση του φοιτητικού κινήματος η οποία κλιμακώνεται μετά το 1978. Στις 20 Μαρτίου 1978 στην Πάτρα, φοιτητές που έχουν καταλάβει το πανεπιστήμιο ξεκινούν πορεία προς τη νομαρχία. Ομάδες ΜΑΤ διαλύουν την πορεία βίαια, και εισβάλλουν στο πανεπιστήμιο κυνηγώντας τους διαδηλωτές.
Στις 22/08 του 1978 η κυβέρνηση Καραμανλή περνά από το θερινό τμήμα της Bουλής νέο νόμο-πλαίσιο για τα πανεπιστήμια. Μετά από ένα χρόνο εμπειρίας της εφαρμογής του νόμου στην πράξη, καθώς και εσωτερικών διεργασιών, το φοιτητικό κίνημα ξεκινά να αναπτύσσει βαθμιαία μια σειρά από κινητοποιήσεις. Το κράτος προσπαθεί να τις καταστείλει βίαια και σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις (09/08 και 25/10) η αστυνομία εισβάλλει στη Νομική, και ξυλοκοπά άγρια όποιον βρίσκει μπροστά της. Οι κινητοποιήσεις κορυφώνονται με μια σειρά από καταλήψεις που πραγματοποιεί το πιο ριζοσπαστικό κομμάτι του κινήματος στο Χημείο (03/12) στην Πολυτεχνική Ξάνθης (04/12), στο Γεωλογικό (07/12), στο Φυσικό (10/12), στους Πολιτικούς Μηχανικούς του Πολυτεχνείου και στη Νομική Αθηνών (11/12). Τελικά, η κυβέρνηση κάτω από την πίεση των φοιτητών και τον φόβο διασύνδεσής τους με ευρύτερους ταξικούς αγώνες, υποχωρεί και παίρνει πίσω τον νόμο στις 3 Ιανουαρίου 1980.
Στις 17 Νοέμβρη 1980, στην πορεία του Πολυτεχνείου, περίπου 20.000 διαδηλωτές αποφασίζουν να συγκρουστούν με την αστυνομία. Κατά τη διάρκεια των συμπλοκών, τα ΜΑΤ ξυλοκοπούν μέχρι θανάτου τον Ιάκωβο Κουμή και τη Σταματίνα Κανελοπούλου. Καταλαμβάνεται το Πολυτεχνείο όπου ακροβολισμένοι ασφαλίτες πυροβολούν μέσα στο κτίριο, και τραυματίζουν σοβαρά δυο διαδηλωτές.
Τα χρόνια του ασύλου
Το 1981 το ΠΑΣΟΚ ανεβαίνει στην εξουσία, και έναν χρόνο αργότερα κατοχυρώνει το άσυλο με τον νόμο 1268 της 16/07/1982. Στον νόμο αυτό υπάρχει για πρώτη φορά άμεση διατύπωση για το άσυλο: «το πανεπιστημιακό άσυλο συνίσταται στην απαγόρευση επέμβασης της δημόσιας δύναμης στους χώρους αυτούς [δηλαδή τους πανεπιστημιακούς] χωρίς την πρόσκληση ή την άδεια του αρμόδιου οργάνου…». Όμως, το πραγματικό περιεχόμενο του ασύλου και ο βαθμός προστασίας που παρέχει σε όσους καταφεύγουν σε αυτό, αποκαλύπτονται μέσα από μια σειρά από εισβολές του κράτους και της αστυνομίας.
Στις 17 Νοέμβρη 1985, με το τέλος της διαδήλωσης για το Πολυτεχνείο, ξεσπούν επεισόδια στα Εξάρχεια. Πυροβολείται πισώπλατα στο κεφάλι από αστυνομικό ο 15χρονος Μιχάλης Καλτεζάς. Αμέσως μετά καταλαμβάνονται σε ένδειξη διαμαρτυρίας το παλιό Χημείο και το Πολυτεχνείο. Το επόμενο πρωί γίνεται άρση ασύλου. Η αστυνομία εισβάλλει στο Χημείο με καταδρομική επιχείρηση από την ταράτσα, και συλλαμβάνει 37 άτομα που ξυλοκοπούνται άγρια.
Στις 24 Οκτωβρίου 1991, μετά τη δολοφονία του καθηγητή Nίκου Tεμπονέρα, ξεσπούν συμπλοκές με την αστυνομία έξω απ’ το υπουργείο παιδείας, και μαθητές καταφεύγουν στο Πολυτεχνείο. Τα ΜΑΤ σε συνεργασία με ακροδεξιούς «αγανακτισμένους πολίτες» πολιορκούν επί ώρες το ΕΜΠ. Τα ξημερώματα καίγεται το κτίριο της Πρυτανείας από ομοβροντία δακρυγόνων, ενώ οι ελάχιστοι μαθητές είχαν συγκεντρωθεί σε άλλο χώρο μαζί με καθηγητές. Η Σύγκλητος δίνει την άδεια και τα ΜΑΤ εισβάλλουν συλλαμβάνοντας 28 άτομα.
Στις 17 Αυγούστου 1994, γίνεται κατάληψη στην ΑΣΟΕΕ σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους απεργούς πείνας Γ. Μπαλάφα κι Οδ. Καμπούρη. Με απόφαση της Συγκλήτου εισβάλλουν τα ΜΑΤ και συλλαμβάνουν 52 άτομα.
Στις 17 Νοέμβρη 1995, μόλις ξεκίνησε η πορεία του Πολυτεχνείου, τα ΜΑΤ εγκλωβίζουν περίπου 1.500 διαδηλωτές στο Πολυτεχνείο. Η Σύγκλητος αποφασίζει την άρση του ασύλου, και το επόμενο πρωί οι 500 περίπου εναπομείναντες συλλαμβάνονται από την αστυνομία.
Στις 25 Ιανουαρίου 2011, καταφεύγουν στη Νομική Αθηνών 250 μετανάστες και ξεκινούν απεργία πείνας ζητώντας, ανάμεσα σε άλλα, τη νομιμοποίηση όλων των μεταναστών. Τη Δευτέρα 27/01, με μία στρατιωτικού τύπου επιχείρηση, εκατοντάδες ΜΑΤ και ομάδες ΔΕΛΤΑ περικυκλώνουν τη Νομική και αποκλείουν τους γύρω δρόμους. Τα ξημερώματα γίνεται άρση ασύλου και μετά από μια σειρά από πολιτικάντικους χειρισμούς και οπισθοχωρήσεις από κομμάτια της αριστεράς, οι μετανάστες μαζί με αλληλέγγυους αποχωρούν με πορεία, και συνεχίζουν τον αγώνα τους σε άλλο κτίριο στην Πατησίων.
Πέρα όμως από τις περιπτώσεις άρσης του ασύλου ύστερα από την άδεια των πανεπιστημιακών αρχών, έχουμε και μια σωρεία περιπτώσεων που η κρατική καταστολή εισέβαλε στο άσυλο «χωρίς την άδεια του αρμόδιου οργάνου». Είναι αδύνατον να συγκεντρωθούν όλες οι περιπτώσεις καταπάτησης του ασύλου. Ειδικά μετά την τροποποίηση των διατάξεων από τον νόμο Γιαννάκου (3549/2007) μέχρι την κατάργηση του ασύλου από το νόμο Διαμαντοπούλου (4009/2011), η αστυνομία έχει εισβάλει αναρίθμητες φορές σε χώρους των πανεπιστημίων.
Παράλληλα, όλο αυτό το διάστημα υφαίνεται ένα πλέγμα επιθέσεων ενάντια στο άσυλο, αλλά και τις κοινωνικές ομάδες που δραστηριοποιούνται μέσα από αυτό. Από τη μια μεριά έχουμε πολιτικές πιέσεις κυρίως από τη δεξιά, την ακροδεξιά και τους φασίστες, καθώς και την ίδια την αστυνομία για κατάργηση του νόμου. Ειδικά μετά την είσοδο του ΛΑΟΣ στη βουλή το 2007 οι πιέσεις εντάθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν. Από την άλλη, παρακρατικές και φασιστικές ομάδες συντονίζονται με τα ΜΑΤ και επιτίθενται σε καταλήψεις πανεπιστημίων, είτε με τη μορφή «αγανακτισμένων πολιτών» είτε απροκάλυπτα ως συγκροτημένες ομάδες κρούσης. Τέλος, όλα αυτά τα χρόνια έχουμε έναν ενορχηστρωμένο επικοινωνιακό και ιδεολογικό πόλεμο μέσα από τα ΜΜΕ, που σε κάθε περίπτωση δημιούργησαν το κατάλληλο κλίμα ώστε να προετοιμάσουν για την κρατική καταστολή, και τελικά προώθησαν το πλαίσιο για την κατάργηση του ασύλου.
Εν κατακλείδι για το άσυλο
Το άσυλο, όπως και το εκάστοτε θεσμικό πλαίσιο, αποτελεί κατά κάποιο τρόπο αντανάκλαση του συγκεκριμένου συσχετισμού δυνάμεων που έχει λάβει ιστορικά ο κοινωνικός ανταγωνισμός. Δηλαδή, αποτελεί αντανάκλαση από τη μια μεριά του τρόπου με τον οποίο επιτίθεται η κυριαρχία, και λαμβάνει χώρα η εκμετάλλευση, και από την άλλη μεριά των μορφών πάλης και των διεκδικήσεων που αναλαμβάνει το ανταγωνιστικό κίνημα. Η νομική διατύπωση του ασύλου στην Ελλάδα, με τον νόμο του 1982, αντανακλούσε την επίθεση που είχε εξαπολύσει το ανταγωνιστικό κίνημα κατά την αμέσως προηγούμενη ιστορική περίοδο, και η οποία είχε εδαφικοποιηθεί κυρίως στους πανεπιστημιακούς χώρους, και είχε αναδείξει ως συμβολική μορφή το πολυτεχνείο. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο, η αναθεώρηση του 2007 και η αναδιάρθρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης το 2011, αντανακλούν την ολομέτωπη αντεπίθεση της κυριαρχίας τα τελευταία χρόνια, και τον συσχετισμό των δυνάμεων προς όφελος του κράτους και του κεφαλαίου.
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω και κοιτώντας την ιστορία του ασύλου, από την περίοδο της χούντας, τη μεταπολίτευση, τη νομική του κατοχύρωση μέχρι και την κατάργησή του, μπορούμε να κάνουμε μια σειρά από σκέψεις για τη σχέση του ανταγωνιστικού κινήματος με αυτό:
Το ανταγωνιστικό κίνημα, όταν είχε τη δυναμική, κατάφερε να μετασχηματίσει σε συγκεκριμένες ιστορικές στιγμές τους πανεπιστημιακούς χώρους σε κέντρο αγώνα, ζύμωσης των εξεγερσιακών υποκειμένων, διακίνησης ριζοσπαστικών ιδεών, και πυρήνα αντεπίθεσης στην κυριαρχία. Μέσα στο άσυλο αναπτύχθηκαν και εδράζονται μια σειρά από εγχειρήματα που περιλαμβάνουν στέκια, καταλήψεις στέγης ή ραδιοφωνικούς σταθμούς. Κατά τη διάρκεια του Δεκέμβρη 2008, οι πανεπιστημιακοί χώροι έπαιξαν σημαντικό ρόλο ως εστίες εκδίπλωσης της εξέγερσης.
Από την άλλη, η «κάλυψη» του ασύλου περιχαράκωσε τις ρηξιακές δράσεις κομματιών του ανταγωνιστικού κινήματος μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους και σε ζώνες γύρω από αυτούς. Έτσι, τόσο ο τόπος και ο τρόπος εκδήλωσης των δράσεων, όσο και η γεωγραφική διασπορά αυτών, έγιναν σχετικά προβλέψιμες και άρα ελέγξιμες από το κράτος, σε σύγκριση με τις δυνατότητες που ανοίγει το διευρυμένο αστικό τοπίο. Αυτό διαφαίνεται μέσα από τη στρατηγική τακτική της καταστολής να «οδηγεί» εξεγερτικές ομάδες μέσα στο άσυλο και να τις «εγκλωβίζει» εκεί. Η τακτική αυτή θα μπορούσαμε να πούμε ότι αφομοιώθηκε και από συγκεκριμένα κομμάτια του ανταγωνιστικού κινήματος και αυτοαναπαράχθηκε από αυτά.
Κανένας χώρος δεν μπορεί να θεωρείται άβατο από τη στιγμή που η κυριαρχία διαθέτει τη στρατιωτική υπεροπλία. Η ιστορία της εισβολής της κρατικής καταστολής στα πανεπιστήμια είτε μέσω της νομικής άρσης του ασύλου είτε με το να το θέτει σε κατάσταση εξαίρεσης, το δείχνει ξεκάθαρα. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία κινηματική «καβάτζα».
Οι στιγμές που το ανταγωνιστικό κίνημα κατάφερε να προασπιστεί ένα εγχείρημα, είτε αφορά το άσυλο είτε οποιοδήποτε άλλο κοινωνικά οικειοποιημένο χωροχρόνο, αυτό έγινε όταν υπήρχε η απαραίτητη δυναμική, είχαν αναπτυχθεί οι αναγκαίες κινηματικές σχέσεις και υπήρχε ο κατάλληλος συσχετισμός δυνάμεων απέναντι στην κυριαρχία. Δηλαδή, η ίδια η δυναμική του ανταγωνιστικού κινήματος μπορεί να αναλάβει την προάσπιση ενός εγχειρήματος και όχι μια νομική κατοχύρωσή του.
Η κινηματική δυναμική που θα προασπίσει ουσιαστικά ένα εγχείρημα δεν μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα κάποιας πολιτικής συμφωνίας ή πολιτικού συμβιβασμού (με άλλα λόγια πολιτικαντισμού), αλλά με την ανάπτυξη ουσιαστικών κινηματικών σχέσεων αμοιβαίου σεβασμού, εμπιστοσύνης και αλληλεγγύης. Αξίες που κατακτιούνται μέσα από κοινή ιστορία αγώνα, κινηματική ευθύτητα και μοίρασμα, και όχι μέσα από προσχηματικότητα, ευκαιριακότητα και πολιτικό υπολογισμό.
Τέλος, η προάσπιση οποιουδήποτε εγχειρήματος προϋποθέτει και τη διαθεσιμότητα αυτών που το αναλαμβάνουν. Η διαθεσιμότητα αυτή περιλαμβάνει κατάθεση χρόνου, ενέργειας, πάθους αλλά προπάντων την επιλογή να προασπιστείς με την ίδια σου τη σωματικότητα την υπόθεση που έχεις αναλάβει. Εκεί εδράζεται και η διάσταση της ευθύνης, δηλαδή να μπορείς να αναλάβεις το κόστος των επιλογών σου. Να μην επαναπαύεσαι και να μην μεταθέτεις σε άλλους να φέρουν σε πέρας αυτό που θεωρείς ότι χρειάζεται να γίνει, και η κινηματική απόφαση να μην εξαντλείται σε δηλώσεις, προσχηματικές κινήσεις ή θεαματικότητα, αλλά στην έμπρακτη και σε βάθος στήριξη του εγχειρήματος.
Το άσυλο αποτέλεσε ιστορικό πεδίο για να αναπτυχθούν μια σειρά από σημαντικές δράσεις και εγχειρήματα. Χωρίς να παραγνωρίζεται η αδιαμφισβήτητη σημασία των αγώνων μέσα από το άσυλο, το ανταγωνιστικό κίνημα δεν μπορεί να περιχαρακώνεται πίσω από αυτό καθώς ο ορίζοντας του εκτείνεται πολύ πιο πέρα από οποιαδήποτε νομική κατοχύρωση, ιστορική εδαφικοποίηση ή συμβολικοποίηση της εξέγερσης. Αν κάτι πρέπει να μας απασχολεί δεν πρέπει να είναι η νομική κατάργηση του ασύλου καθ’ εαυτή, αλλά η συνθήκη του κοινωνικού ανταγωνισμού που επέφερε κάτι τέτοιο, η κατάσταση που βρίσκεται αυτήν τη στιγμή το ανταγωνιστικό κίνημα, καθώς και η οργάνωση και η δημιουργία των κατάλληλων κοινωνικών διεργασιών ώστε να αντεπιτεθούμε στην κυριαρχία.
Η δράση στεγνώνει τα δάκρυα.
Κοσμάς