για την ευθύνη της έγκυρης ενημέρωσης σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης…
Πρόσφατα, ο Ιταλός δημοσιογράφος Τομάσο Ντεμπενεντέτι, ο οποίος είναι γνωστός κυρίως για τη δραστηριότητά του ως φαρσέρ, δημιούργησε μία ψεύτικη είδηση σχετικά με τον δήθεν θάνατο του πρώην πρωθυπουργού Κ. Σημίτη. Σίγουρα δεν είναι η πρώτη φορά που fake news αναπαράγονται στην ειδησεόσφαιρα και, αφού κάνουν τον κύκλο τους, εξαφανίζονται. Το ενδιαφέρον σημείο με αφορμή αυτό είναι πόσο διαφορετική είναι μια είδηση τα τελευταία χρόνια, μετά την εισβολή των social media και την αποκέντρωση των καναλιών της ενημέρωσης, όπου ο καθένας μπορεί πολύ εύκολα να δηλώσει δημοσιογράφος, αλλά ίσως να είναι ένα έμμισθο παπαγαλάκι τρολ που δημιουργεί σύγχυση και διασπορά ψευδών ειδήσεων.
Η πληροφορία με τον καιρό αυξάνει την εντροπία της και την υποκειμενικότητά της, και πολλές φορές βρίσκεται ταυτόχρονα μεταξύ δύο αντιθετικών καταστάσεων, όπως παρατηρούμε στα κβαντικά φαινόμενα. Για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ως είδηση ο Κ. Σημίτης ήταν ταυτόχρονα και ζωντανός και πεθαμένος, αλλά αυτό ως γεγονός δεν είχε και τόση σημασία. Τα fake news βέβαια δεν αποτελούν μία καινούρια συνθήκη, η απαθής αντιμετώπιση όμως μιας ψευδούς πληροφορίας από το σώμα των παρατηρητών είναι. Όσο επίσης το ότι ένας επαγγελματίας δημοσιογράφος δηλώνει ευθαρσώς ψεύτης και φαρσέρ. Αυτό δείχνει ότι τελικά δεν έχει και πολλή σημασία το ίδιο το γεγονός αν είναι γεγονός, όσο το συναίσθημα που αυτό μπορεί να δημιουργήσει. Σε μία συνθήκη σχετικοποίησης των πάντων, δεν έχει και πολλή σημασία το ίδιο, όσο τα reactions και τα σχόλια των συνομιλητών που δημιουργεί στη δημόσια σφαίρα. Η δημοκρατικοποίηση των καναλιών επικοινωνίας όμως είναι ψευδεπίγραφη. Εξάλλου τα social media τα ελέγχουν πολυεθνικές που βρίσκονται πάντα σε αγαστή συνεργασία με την εξουσία. Εφόσον δεν τους ήταν δύσκολο να μπλοκάρουν τον Trump, πόσο πιστεύει κανείς ότι θα διστάσουν να το κάνουν ενάντια σε μια πολιτική ομάδα η οποία εκφέρει ανατρεπτικό λόγο ή αποκαλύπτει σκάνδαλα; To shadowbanning είναι ήδη γεγονός.
Όμως αυτή η Βαβέλ πληροφορίας κάνει ακόμα λιγότερο διακριτή τη χρησιμότητα του δημοσιογράφου ως επάγγελμα, πολύ περισσότερο την ιδιότητά του ως «λειτούργημα».
«Η δημοσίευση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης» γράφει με κεφαλαία γράμματα η αίθουσα εκδηλώσεων της ΕΣΗΕΑ, της συνδικαλιστικής ένωσης των δημοσιογράφων.
Μιας ένωσης απαξιωμένης στη συνείδηση τόσο των ίδιων όσο και της κοινωνίας, στην οποία εργοδότες και υπάλληλοι συνυπάρχουν στο ίδιο σωματείο, για ό,τι σημαίνει αυτό. Κατά πόσο όμως σήμερα η δημοσίευση είναι ανεμπόδιστη, ενώ οι παρεμβάσεις των εξουσιαστών πια είναι τόσο ξεδιάντροπες που δημιουργούν σάλο και θυμηδία; Παρ’ όλα αυτά οι εκβιαστικές και απειλητικές παρεμβάσεις των κυβερνόντων για να ελέγξουν την είδηση με μαστίγιο και καρότο (Λίστα Πέτσα ή αποκλεισμός) σταδιακά αρχίζουν να επιστρέφουν ως μπούμερανγκ.
Τελικά τι δουλειά κάνει ένας δημοσιογράφος τη σήμερον ημέρα; Τη δεκαετία του 1990 και του 2000, όσο ακόμα η οικονομική φούσκα έσπρωχνε την επίπλαστη ευημερία, κάθε δέκα λεπτά ο θεατής βομβαρδιζόταν από διαφημίσεις για σχολές ΙΕΚ δημοσιογραφίας με πρωτοκλασάτα ονόματα «Ευαγγελάτος, Χατζηνικολάου, Πρετεντέρης».
Υπόσχονταν οικονομική ανέλιξη, πρεστίζ και διασυνδέσεις (θα το ‘λεγες και διαπλοκή). Πολύς κόσμος έχει αποφοιτήσει από αυτές τις βοϊδοσχολές, θυμίζοντάς μας ότι «μ’ όποιον δάσκαλο θα κάτσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις», και συνεισφέροντας στην κλιμακούμενη απαξίωση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος.
Μέσα στο χρονικό διάστημα των διαδοχικών κύκλων κρίσης της ελληνικής κοινωνίας, οι δημοσιογράφοι έχασαν το οποιοδήποτε ψήγμα εγκυρότητας, σεβασμού και κυρίως αυτοσεβασμού. Πώς είναι δυνατόν στο όνομα της «ελευθεροτυπίας» να μην καταγγέλλονται για αντιποίηση επαγγέλματος οι διάφοροι Οικονόμου, Μπογδάνοι και Καμπουράκηδες; Γιατί φυσικά η σαπίλα μπορεί να ξεκινάει από το κεφάλι, αλλά έχει κυριεύσει και όλο το σώμα. Και οι καρκίνοι οι οποίοι είχαν εντοπιστεί προ πολλού, έχουν κάνει μεταστάσεις και δεν τους περιορίζει πια καμία θεραπεία.
Η επαγγελματική ιδιότητα του δημοσιογράφου δεν διαφέρει και πολύ από του διασκεδαστή, καθώς οι ρόλοι αυτοί εναλλάσσονται πολύ εύκολα στα διάφορα δημοφιλή τηλερεάλιτι, και η είδηση εκπέμπεται και αναπαράγεται με τέτοιους όρους, κάνοντας σίγουρα δυσδιάκριτη την προπαγάνδα και το ψέμα, από τη γυμνή σκέτη αλήθεια.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως καθόλου την κουλτούρα και τη μεθόδευση που μας έχει οδηγήσει εδώ, όταν η πρώτη κίνηση που έσπευσε να κάνει η παρούσα κυβέρνηση με την παραλαβή της εξουσίας ήταν ο έλεγχος της πληροφορίας. Δεν είναι τυχαίο ότι μαζί με την ΕΥΠ, ο άλλος φορέας ο οποίος μπήκε άμεσα υπό τον έλεγχο του πρωθυπουργού ήταν το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Δεν πέρασε και πολύς καιρός όταν ξέσπασε το σκάνδαλο στο οποίο το ΑΠΕ άλλα έγραφε στα ελληνικά, και άλλα μετάφραζε σε ξένες γλώσσες προς το διεθνές ακροατήριο, αναφορικά με τη Συνθήκη των Πρεσπών. Εσωτερική κατανάλωση σανού για τους καρναβαλιστές-επικίνδυνα φερέφωνα μακεδονομάχους, αλλά και ανάδειξη υπεύθυνης κυβερνητικής στάσης στα διεθνή φόρα. Ακόμα πιο πρόσφατα, με την εγκληματική διαχείριση της κακοκαιρίας Μήδεια αποκαλύφθηκε ότι έφτασαν να μοντάρουν τα λόγια της Προέδρου της Δημοκρατίας, ώστε να απαλειφθεί το σημείο στο οποίο χαρακτήριζε τις καιρικές συνθήκες ως μέτριας έντασης!
Το πρόσφατο non-paper της ΕΡΤ για αποκλεισμό της πληροφορίας ότι ο -ετσιθελικά διορισμένος από την υπουργό δήθεν πολιτισμού Μενδώνη- διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, Λιγνάδης, ο οποίος κατηγορείται για βιασμούς και παιδεραστία, ανήκει στον στενό κύκλο του πρωθυπουργού δείχνει πολλά. Κάποιοι όμως ήξεραν εδώ και καιρό καθώς ήταν κοινό μυστικό. Συγκάλυψη. Το ότι η υπουργός δήθεν πολιτισμού Μενδώνη ανακάλεσε τους ήδη τελεσμένους διορισμούς σε αυτά τα πόστα από την προηγούμενη κυβέρνηση, για να διορίσει τον Λιγνάδη «για λόγους εθνικού συμφέροντος» δείχνει ακόμα περισσότερα. Συνενοχή. Και στο τέλος το ερώτημα… ποιο είναι τελικά αυτό το άτιμο Εθνικό Συμφέρον και πώς διακυβεύεται;
Οι πολιτικοί αναλυτές (κατ’ ευφημισμόν) είναι πια ξεκάθαρα στη συνείδηση της κοινωνίας προωθητές των συμφερόντων των αφεντικών που τους ταΐζουν, και η πλειοψηφία τους έχουν πέσει ήδη σε πλήρη ανυποληψία. Όπως Μπογδάνος ίσον ρουφιάνος, έτσι και Πρετεντέρης ίσον λαντζέρης του μαγειρειού που ανέλαβε από τον Λαμπράκη ο αθώος κουμπάρος Μαρινάκης.
Μπορεί κάποιος βέβαια να αντικρούσει ότι πάντα οι δημοσιογράφοι ήταν οι θεραπαινίδες των ισχυρών και της κυβέρνησης, και αυτό είναι και το ήθος που προβάλλουν, αλλά σίγουρα η μεγάλη διαφορά αφορά το πώς τους αντιμετωπίζει πια το κοινωνικό σώμα, το οποίο δέχεται κατά κύματα την προπαγάνδα σε συνθήκες εκτάκτου ανάγκης λόγω της πανδημίας. Είναι όντως διασκεδαστικό το πόσο fake ξεφτίλες αποδείχτηκαν όλοι αυτοί οι δήθεν φιλελεύθεροι ακροκεντρώοι τσανακογλείφτες, οι οποίοι ανταμείφθηκαν για τις προπαγανδιστικές τους εκδουλεύσεις με τη συμμετοχή τους σε έναν μηχανισμό που θα ζήλευε και η Βόρεια Κορέα. Τελικά μικρό επιτελικό κράτος για όλους αυτούς σήμαινε θέσεις μόνο για καταστολή και προπαγάνδα, για τους εταίρους, τους εγκάθετους και τους μπατζανάκηδες. Στο κάτω κάτω, ας πάει στο διάολο και η πλέμπα, καθώς είναι μόνο χρήσιμη τη στιγμή που πέφτει ο φάκελος στην κάλπη. Δεν είναι καιροί για να κάνουμε έξοδα για νοσοκομεία και παιδεία.
Καταλήγοντας, σε όλο αυτό το αλαλούμ, όσοι δημόσια ισχυρίζονται ότι ενημερώνουν υπεύθυνα την κοινωνία πρέπει να λογοδοτήσουν. Γιατί οι κωλοτούμπες τους και οι σχέσεις διαπλοκής τους μεταφράζονται σε νεκρούς στις ΜΕΘ, σε κατεστραμμένα νοικοκυριά και σε έξαρση των προβλημάτων ψυχικής υγείας στο σύνολο του πληθυσμού. Και όσοι τυχόν επιμένουν να λογίζουν τον εαυτό τους ως λειτουργό της ενημέρωσης έπρεπε να πάρουν θέση από χτες. Σε άλλη περίπτωση δεν είναι μόνο συνένοχοι, αλλά πρέπει να αλλάξουν όνομα στην επαγγελματική τους δραστηριότητα. Γιατί μπορεί ο Σφουγγοκωλάριος την εποχή του Ερρίκου του Έβδομου να ήταν αξιωματούχος με τίτλο ευγενείας (Groom of the Stool), αλλά σήμερα αυτή η ενασχόληση έχει τόση απήχηση όση θα έχουν οι σημερινοί δημοσιογράφοι στα τεφτέρια της ιστορίας.
Anarres