Βρισκόμαστε ενώπιον της νέας σφοδρής επίθεσης που διενεργείται στο πεδίο του κοινωνικού μισθού μας, με την επικείμενη ψήφιση του νέου αντιασφαλιστικού νομοσχεδίου που κατατέθηκε, αυτή τη φορά, από την αριστερή πτέρυγα του κεφαλαίου. Η, σε βάθος χρόνων, στοχευμένη και στρατηγικά σχεδιασμένη αναδιάρθρωση των κοινωνικών παραγωγικών σχέσεων προς όφελος του κεφαλαίου, που τα προηγούμενα χρόνια εκφραζόταν από τις ανοιχτά νεοφιλελεύθερες πολιτικές του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, στην παρούσα φάση χρειάζεται τα “προοδευτικά” και “δημοκρατικά” διαπιστευτήρια του ΣΥΡΙΖΑ (μαζί με τους πατριδολάγνους των ΑΝΕΛ να προσφέρουν την απαραίτητη δόση πατριωτικών κορόνων στην προσπάθεια επίτευξης της εθνικής ενότητας) για να προχωρήσει. Είναι προφανές λοιπόν το γεγονός ότι το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου, από το χώρο της “ριζοσπαστικής αριστεράς” στην τωρινή του εκδοχή, μπορεί να ξεπερνά τις όποιες εσωτερικές διενέξεις των διαφόρων φραξιών της τάξης των καπιταλιστών και να οδεύει προς την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου γενικά ενάντια στα συμφέροντα της εργατικής τάξης γενικά. Αυτό συμβαίνει γιατί το καπιταλιστικό κράτος είναι το Κράτος του Κεφαλαίου, στιγμή της αναπαραγωγής των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων και από την δικιά μας μεριά είναι η προσωρινή ήττα στο πεδίο της ταξικής πάλης και η υπαγωγή της αναπαραγωγής μας ως το μεταβλητό μέρος του κεφαλαίου. Ο έμμεσος ή κοινωνικός μισθός είναι ένας από τους τρόπους της αναπαραγωγής μας μέσα-και-ενάντια στην ταξική κοινωνία, μια αντιθετική συνθήκη στην μέγιστη κερδοφορία των αφεντικών.
Όταν αναφερόμαστε στην κοινωνική ασφάλιση, με όποιες “παροχές” περιλαμβάνει (συντάξεις, υγειονομική περίθαλψη, επιδόματα κ.ά.), αναφερόμαστε στο κυριότερο μέρος αυτού ακριβώς του κοινωνικού μισθού που έχουμε συναινέσει να μας δίνεται έμμεσα πέραν του άμεσου μισθού, με την διαμεσολάβηση του καπιταλιστικού κράτους. Η ιστορική πορεία της ταξικής σύγκρουσης εξανάγκασε την πολιτική μορφή της καπιταλιστικής κοινωνίας να πάρει την μορφή του κοινωνικού κράτους επεμβαίνοντας έτσι, εκτός των άλλων λειτουργιών του, και στην αναπαραγωγή της εργασιακής μας δύναμης. Το κράτος κοινωνικοποιεί ένα μέρος του ιδιωτικού μεταβλητού κεφαλαίου, δηλαδή ένα μέρος των μισθών που θα πληρώνονταν ατομικά, και επιστρέφοντας το ως κρατική “παροχή” απαλλάσσει τον μεμονωμένο καπιταλιστή από την αναπαραγωγή του συλλογικού εργαζόμενου, από αυτό το… αναγκαίο κακό. Είναι προφανές λοιπόν ότι κανένα κράτος δεν μας παρέχει τίποτα – εμείς παράγουμε τα πάντα.
Η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, που είναι κομμάτι της γενικής αναδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων και του συνολικού πλέγματος των κοινωνικών σχέσεων, είναι απόπειρα υφαρπαγής από τα αφεντικά μεγαλύτερου κομματιού της πίτας της συνολικής κοινωνικά παραγόμενης αξίας και εξασφάλισης ευνοϊκότερων συνθηκών για τη μελλοντική εκμετάλλευση μιας απαξιωμένης εργασιακής δύναμης. Αυτός είναι ο στόχος όλων ανεξαιρέτως των πολιτικών εκπροσώπων του κεφαλαίου, είτε διανθισμένος με την πιο ανθρωπιστική και δημοκρατική ρητορεία του ΣΥΡΙΖΑ είτε με την απροκάλυπτη συμπόρευση με τους καπιταλιστές και τα τσιράκια τους των προηγούμενων δεξιο-πασοκικών καθαρμάτων. Με αυτόν τον τρόπο σκοπεύουν οι καπιταλιστές και οι σύμμαχοί τους να ξεπεράσουν τη χρόνια κρίση κερδοφορίας τους, αυξάνοντας δηλαδή το βαθμό εκμετάλλευσής μας, αποφέροντας ένα ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους. Όπως φαίνεται δεν φανήκαμε αρκετά αποδοτικοί και πειθαρχημένοι τα τελευταία χρόνια ώστε να μην διαταραχθεί η ομαλή συνέχεια ενός συστήματος συσσώρευσης αξίας εις βάρος των ανθρώπινων αναγκών και για αυτό επιλέχθηκε η κατά μέτωπο επίθεση στα κεκτημένα με αγώνες εργασιακά δικαιώματα. Φυσικά, το γεγονός αυτό μυστικοποιείται και κωδικοποιείται σε φράσεις όπως “δημοσιονομική κρίση”, “κρίση χρέους”, “μνημόνια” και παρουσιάζεται από το κεφάλαιο και το κράτος του ως ένα αναπόφευκτο “οικονομικό γεγονός”, αποκρύπτοντας το πραγματικό περιεχόμενο της συστημικής κρίσης, αυτό που όντως συμβαίνει και είναι η χρόνια κρίση της καπιταλιστικής σχέσης ή κρίση εκμεταλλευσιμότητας της εργασίας από το κεφάλαιο.
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά τα ασφαλιστικά μας δικαιώματα, πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πως δεν αποτελεί κάποιου είδους παραχώρησης ή προνομίου αλλά απαραίτητη συνθήκη για την επίτευξη της κοινωνικής ειρήνης, συντελώντας στην αναπαραγωγή μας όταν δεν μπορούμε να εργαστούμε για τις ανάγκες του κεφαλαίου, λόγω γήρατος, ασθένειας, και διαφόρων άλλων καταστάσεων. Η απώλεια του μισθού που ενυπάρχει ως δυνατότητα στην ίδια την μισθωτή σχέση καλύπτεται από την σύνταξη για τις ηλικιωμένες/ους πρώην εργαζόμενες/ους, με άλλα λόγια ο συντάξιμος βίος μπορεί να ιδωθεί και ως μια ιδιότυπη μορφή ανεργίας που υπάρχει μέσα στον καπιταλισμό. Παρόλα αυτά, επειδή τα αφεντικά και το καπιταλιστικό κράτος ποτέ δεν θα παραχωρούσαν κάτι από τα κέρδη τους χωρίς να έχει προηγηθεί κάποιος ταξικός αγώνας, το δικαίωμα να μπορούμε να ζούμε και μετά το πέρας της περιόδου που είμαστε απαραίτητοι στο κεφάλαιο αποτελεί κατάκτηση που προήλθε μέσα από την αέναη συγκρουσιακή διαδικασία της ταξικής πάλης. Αυτό πάνε να μας πάρουν πίσω οι κάθε είδους διαχειριστές της κρατικής εξουσίας, με τη μεθοδευμένη αναδιάρθρωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης που εκτός από την άμεση / έμμεση περικοπή των συντάξεων και τις διευκολύνσεις στους καπιταλιστές επιχειρεί και την περαιτέρω διαίρεση και ατομικοποίηση ενός ήδη αρκετά αποδυναμωμένου προλεταριάτου. Συμμέτοχοι σε αυτή την τακτική που αποσκοπεί να στρέψει ομάδες εργαζομένων ενάντια σε άλλες με την ρητορική περί “προνομιούχων” και μη είναι και οι διάφοροι μεσίτες της εργασιακής μας δύναμης – συνδικαλιστές που καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να παρουσιάσουν το ασφαλιστικό ως ένα ζήτημα που αφορά συγκεκριμένους κλάδους και επαγγελματικές ομάδες. Από τη μεριά μας υποστηρίζουμε αντίθετα πως τα ζητήματα που αφορούν τον κοινωνικό μας μισθό και το κομμάτι της υπεραξίας που μας επιστρέφεται μέσω αυτού είναι ζητήματα που αφορούν όλους όσοι ανήκουν στην τάξη των από τα κάτω αυτού του κόσμου.
Τις τελευταίες δεκαετίες λοιπόν έχει φουντώσει μια φιλολογία γύρω από τη δυσλειτουργία των ασφαλιστικών ταμείων και την διάβρωση των αποθεματικών τους που κάνουν επιτακτική την μεταρρύθμιση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης (ΣΚΑ), από την τύποις αναδιανεμητική βάση στην οποία ήταν δομημένο σε μια πλήρως ανταποδοτική / κεφαλαιοποιητική με όλο και στενότερη σύνδεση ατομικών εισφορών και παροχών, δηλαδή όλο και πιο ατομικοποιημένο. Φυσικά, αυτό που δεν ακούγεται καθόλου είναι το γιατί κατέπεσε η κεφαλαιακή δυνατότητα των ταμείων τόσο χαμηλά, αποσιωπείται συστηματικά το γεγονός της μακροχρόνιας λεηλασίας και λήστευσης των αποθεματικών από στοχευμένες κινήσεις που έδωσαν την ευχέρεια στους διαχειριστές να κάνουν λόγο για δημοσιονομικό πρόβλημα των ταμείων, μιλώντας στην συνέχεια για την αναγκαιότητα της αναδιάρθρωσης. Η πολύχρονη δέσμευση των αποθεματικών του ΙΚΑ με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο από το τρέχον επιτόκιο των καταθέσεων και τα επίπεδα πληθωρισμού (4% ενώ δανειζόταν με έως και 35%!!!), το τζογάρισμα στο χρηματιστήριο, η κομπίνα με τα δομημένα ομόλογα που αργότερα κουρεύτηκαν με το PSI, η χρόνια εισφοροδιαφυγή των αφεντικών και η μείωση του εργοδοτικού κόστους προς άγραν “ανταγωνιστικότητας της οικονομίας” (δηλαδή μεγαλύτερης κερδοφορίας) είναι μερικά από τα πολλά παραδείγματα της πολύμορφης κλοπής που διενεργείται στις πλάτες μας από τους καπιταλιστές και το κράτος τους. Το τελευταίο ανδραγάθημα των επίδοξων “σωτήρων” της ασφάλισης και των ταμείων, που συνεχίζει στην κατεύθυνση των προκατόχων δεξιο-πασόκων οξύνοντας την επιθετική πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης που ακολουθείται στα μνημονιακά χρόνια, φέρει την υπογραφή του “κομμουνιστή” (όπως πρόσφατα δήλωσε ο ίδιος) συνταγματολόγου Κατρούγκαλου και χρησιμοποιώντας την απαραίτητη κοινωνική νομιμοποίηση που επιτεύχθηκε με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κρατική εξουσία επιχειρεί την ολοκλήρωση της διάλυσης της κοινωνικής ασφάλισης. Η αδυναμία αποπληρωμής του χρέους αποτέλεσε τα τελευταία χρόνια ιδανικό επιχείρημα για την ψήφιση αρκετών αντικοινωνικών μέτρων που μέσα σε λίγα χρόνια κατάφεραν όσα δεν μπορούσαν να γίνουν από τα αφεντικά εδώ και δεκαετίες.
Στο ίδιο μοτίβο, σαν “προαπαιτούμενα” για το 3ο μνημόνιο, η αριστερά του κεφαλαίου και οι συγκυβερνήτες αφού ήδη φρόντισαν για
- την παράταση της περιόδου εκμετάλλευσης της εργασίας μας με την παράταση του εργάσιμου βίου, μέσω της αύξησης των συντάξιμων ορίων ηλικίας – έμμεσα αυξάνει και τις εισφορές με αυτόν τον τρόπο
- κατάργηση των πρόωρων συντάξεων
- περαιτέρω μετακύληση του κόστους υγειονομικής περίθαλψης στους εργαζομένους μέσω της αύξησης των σχετικών εισφορών
- την κατάργηση φόρων προς τρίτους που χρηματοδοτούσαν τα ασφαλιστικά ταμεία
- την κατάργηση του ΕΚΑΣ προς τους χαμηλοσυνταξιούχους
- την απαγόρευση της κρατικής χρηματοδότησης του ενιαίου ταμείου επικουρικής ασφάλισης και την εισαγωγή ρήτρας μηδενικού ελλείματος, σύμφωνα με την οποία το συντάξιμο ποσό θα καθορίζεται από την δημοσιονομική επάρκεια του ταμείου
- την συμφωνία για εξοικονόμηση 2,5 – 3 δις ευρώ από τις συντάξεις την διετία 2015-16
- και διάφορα άλλα ωραία
με το νομοσχέδιο Κατρούγκαλου, που παίρνει την σκυτάλη από τους νόμους Λοβέρδου – Κουτρουμάνη του 2010, προχωράει στο πετσόκομμα των συντάξεων. Η βασική αρχιτεκτονική παραμένει αυτή της μετατροπής του αναδιανεμητικού χαρακτήρα του ΣΚΑ σε ένα σύστημα που δεν θα επηρεάζεται από τον αγώνα ενός συλλογικού υποκειμένου σε επίπεδο κλάδου και γενικότερα της τάξης αλλά από την προσωπική μέριμνα του κάθε εξατομικευμένου μισθωτού. Πιο αναλυτικά:
- Θα δίνεται μια βασική, κρατικά χρηματοδοτούμενη σύνταξη που το ανώτατο ύψος θα είναι γύρω στα 390 ευρώ για όσους έχουν 40 έτη ασφάλισης και έχουν φτάσει τα 67, οι υπόλοιποι θα παίρνουν κλάσμα αυτής και βάσει των συνθηκών στην αγορά εργασίας ο μέσος όρος αυτής για την πλειοψηφία θα είναι γύρω στα 120-150 ευρώ.
- Συμπληρωματικά της τεράστιας βασικής σύνταξης θα χορηγείται μια ανταποδοτική βάσει των ατομικών εισφορών του κάθε ασφαλισμένου στο σύνολο του εργάσιμου του βίου, αντί της 5ετίας, 2ετίας ή του τελευταίου μισθού όπως γινόταν κατά σειρά παλιότερα. Αυτό θα πραγματοποιείται με ένα σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης που συνδέει άμεσα τον εργαζόμενο με τις τύχες της κεφαλαιακής συσσώρευσης και προβλέπει μειώσεις σε περιόδους οικονομικής ύφεσης. Επίσης με αυτόν τον τρόπο επαναϋπολογισμού όλων των συντάξεων, θα υπάρξει τεράστια μείωση και στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις αλλά και ειδικά σε αυτούς που συνταξιοδοτούνται τα επόμενα χρόνια αποφέροντας έτσι άμεσα “δημοσιονομικά” κέρδη … για να πληρωθούν και οι κακόμοιροι δανειστές.
- Θα υπάρξει διοικητική και οργανωτική ενοποίηση όλων των ταμείων σε ένα που σημαίνει αυξήσεις στις εισφορές για κάποιους κλάδους (αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες) αλλά και ενοποίηση των κανόνων ασφάλισης για παλιούς, νέους και μελλοντικούς συνταξιούχους, ώστε η υποτίμηση να είναι καθολική. Επίσης ένα μελλοντικό σενάριο ιδιωτικοποίησης είναι πολύ πιο εύκολο να γίνει πραγματικότητα εάν υφίσταται ένα και μόνο ταμείο.
- Με το άρθρο 60 του νομοσχεδίου που έχει τίτλο “Αντικειμενικό σύστημα τεκμαρτού υπολογισμού εισφορών” νομιμοποιείται η μαύρη ανασφάλιστη εργασία και επί της ουσίας διαγράφονται τα τεράστια χρέη των καπιταλιστών στο ΙΚΑ. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούν τα αφεντικά να ασφαλίζουν λιγότερους εργαζόμενους και για λιγότερες ώρες καταβάλλοντας ένα ελάχιστο ποσό στο ταμείο. Έτσι θα υπάρξει δραστική μείωση των εισφορών και κάλυψη της εισφοροκλοπής που ούτως ή άλλως αποτελεί μια αγαπημένη συνήθεια των εγχώριων καπιταλιστών. Επίσης, είναι σχεδόν βέβαιο ότι το παραπάνω θα λειτουργήσει σαν αντικίνητρο για την διεκδίκηση όλων των ενσήμων από τους εργαζόμενους, θα ενισχύσει την μαύρη εργασία και θα αποτελειώσει την κουτσουρεμένη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
- Υιοθετείται δυσμενέστερος τρόπος υπολογισμού της επικουρικής σύνταξης που θα μετατραπεί σε φιλοδώρημα, νέα μείωση του εφάπαξ κ.ά.
Όσον αφορά την συζήτηση για την περίφημη αύξηση των εργοδοτικών εισφορών από 0,5% σε 1% που λειτουργεί παραπλανητικά για το ουσιαστικό περιεχόμενο του νομοσχεδίου, ακόμα και στην περίπτωση που οι καπιταλιστές “δεχτούν να συζητήσουν για μια μικρή και προσωρινή αύξηση των εισφορών τους” όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η γραπτή από κοινού ανακοίνωση των ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ (σύνδεσμοι διαφόρων εκπροσώπων του εγχώριου κεφαλαίου) δεν θα δυσαρεστηθούν ιδιαίτερα να πληρώσουν αυτά τα ελάχιστα ποσά εφόσον αποκομίζουν μεγάλα οφέλη τα τελευταία χρόνια από το σύνολο των μνημονιακών νομοθεσιών. Εκτός από τις συνεχείς μειώσεις του εργοδοτικού κόστους και των εισφορών “για να μειωθεί το μοναδιαίο κόστος εργασίας και να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας” (η κερδοφορία τους δηλαδή), την χρόνια εισφοροδιαφυγή και εισφοροκλοπή, θα έχουν την δυνατότητα να απασχολούν νομότυπα ανασφάλιστους εργαζόμενους. Τον ίδιο προπαγανδιστικό και παραπλανητικό ρόλο έχουν και οι εξαγγελίες περί μη μείωσης των συντάξεων που καταβάλλονται σήμερα, αφού με τον επαναϋπολογισμό τους θα επέλθει γενναιότατη μείωση μέσω της πλαγίας οδού. Όπως και να ‘χει, ενδεχομένως κάποιες ρυθμίσεις που αφορούν συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες (ολιγάριθμες συνήθως) και εκ πρώτης όψεως μπορεί να φαντάζουν πιο “δίκαιες” από προηγούμενες, δεν αποτελούν παρά την επιβεβαίωση της από χρόνων χρησιμοποιούμενης τακτικής του “διαίρει και βασίλευε”. Μια παγιωμένη κατεύθυνση των αφεντικών και του κράτους, για το βάθεμα των διαχωρισμών εντός των προλετάριων και για την αποφυγή καθολικής αντίδρασης και συλλογικής ταξικής αντιμετώπισης των επιθέσεων, είναι αυτή που χρησιμοποιώντας την διασπαστική ρητορική περί “προνομιούχων” αναγάγει τα ζητήματα σε κλαδικό επίπεδο και στρέφει ομάδες εργαζομένων ενάντια σε άλλες. Με τη συχνή επίκληση της “δικαιοσύνης” και της “ισότητας” οι εκμεταλλευτές της εργασίας μας και οι συνεργάτες τους στα γραφεία των συνδικάτων επιχειρούν να αποκρύψουν το γεγονός ότι η λεηλασία που επιχειρείται αφορά το σύνολο της εργατικής τάξης και στοχεύει μέσω της καθολικής υποτίμησης της εργασιακής μας δύναμης στην απαξίωση της. Ειπωμένο αλλιώς, ο ανηλεής πόθος του κεφαλαίου και του πολιτικού του προσωπικού στην τωρινή συγκυρία, και όχι μόνο, είναι να μας κάνουνε λιγότερο δαπανηρούς και περισσότερο αποδοτικούς και πειθαρχημένους για να μπορέσει να εδραιωθεί ένας νέος σταθερός κύκλος συσσώρευσης και κερδοφορίας με όσο γίνεται πιο χαμηλό εργατικό κόστος. Ίσα-ίσα να την βγάζουμε με μισθούς και συντάξεις πείνας, όχι γιατί μας συμπονούν αλλά γιατί τους είμαστε απαραίτητοι επειδή μόνο εμείς παράγουμε όλα τα πλούτη αυτού του κόσμου και μαζί και τον δικό τους. Είναι καιρός να αρχίσουμε να τα παίρνουμε πίσω και να τα χρησιμοποιήσουμε με τρόπους που θα καλύπτουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας.
Δεν σκοπεύουμε να παρακολουθούμε άπραγοι την προσπάθεια κράτους και καπιταλιστών να μας γδέρνουν το τομάρι μέχρι τα βαθιά γεράματα και κατόπιν να μας “πριμοδοτούν” με ψίχουλα για συντάξεις. Δεν αναπαράγουμε τη λογική των αφεντικών που στρέφει ομάδες εργαζομένων και συνταξιούχων ενάντια σε άλλες κάνοντας λόγο για παλιούς και νέους, χαμηλά και υψηλά αμειβόμενους, προνομιούχους και μη. Με αυτοοργανωμένους μαχητικούς ταξικούς αγώνες να δώσουμε τη συλλογική μας απάντηση στον πραγματικό εχθρό, το κεφάλαιο και το καπιταλιστικό κράτος.
Πρωτοβουλία συντρόφων από το αναρχικό αντιεξουσιαστικό στέκι Άτακτον και τη συντακτική ομάδα Πάτρας της Άπατρις