Τον Απρίλη του 2012 Μπαγκλαντεσιανοί εργάτες αποφάσισαν συλλογικά να ζητήσουν τα επί μηνών δεδουλευμένα τους από το μεγαλοτσιφλικά φραουλοπαραγωγό της Νέας Μανωλάδας, Βαγγελάτο. Αντί αυτού, συνάντησαν μπράβους οπλισμένους με μπόλικο φασισμό και όπλα. Τελικά, αντί για ευρώ εισέπραξαν άφθονο ξύλο, σφαίρες και σκάγια. Δεκαεννιά από τους άμοιρους εργάτες διακομίσθηκαν στο νοσοκομείο του Πύργου Ηλείας κι άλλοι εννιά διακομίσθηκαν στο νοσοκομείο της Πάτρας με τραύματα σε ζωτικά όργανα.
Το αίμα κύλησε για άλλη μια φορά στους αγρούς του πόνου, δίνοντας τροφή στα ΜΜΕ για να ξεκινήσουν το γνώριμο για αυτά παιγνίδι, τάχα μου ότι δεν γνώριζαν την άθλια εργασιακή εκμετάλλευση στον ελληνικό χώρο, και ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών δεν καταπατούνται ασυστόλως . Έγιναν εκτενή ρεπορτάζ σε τηλεοράσεις, στήθηκαν τηλεοπτικά δικαστήρια σε μηδενικό χρόνο και Άδωνις, Παναγιώταρος, Δένδιας και λοιποί του σιναφιού ξέρασαν δικαιολογίες, αηδίες και μίσος κατά των μεταναστών, ενώ γνωρίζουν πολύ καλά τα φαινόμενα που καθημερινά εκτυλίσσονται στα ελληνικά χωράφια μεγαλοτσιφλικάδων της κάθε Μανωλάδας, και αγνοούν προκλητικά τον ανθρώπινο πόνο, καθώς αυτό τους εξυπηρετεί σε χρήμα και ρουσφέτια.
Στις συγκεκριμένες περιοχές πολλάκις αλλοδαπά χέρια έχουν μωλωπίσει όχι μόνο από τη βαριά εργασία, αλλά κι από το πολύ ξύλο και την κακοποίηση∙ κι αυτά τα χέρια δεν είναι μόνο ενηλίκων αλλά και παιδικά. Κορμιά έχουν σχιστεί στην άσφαλτο δεμένα σε οχήματα, με τους επιστάτες δουλεμπόρους να γκαζώνουν πίσω από το τιμόνι χαμογελώντας εν είδει τιμωρών, ενώ πίσω τους οι πέτρες και το χώμα διεκδικούν κομμάτια ανθρώπινης σάρκας.
Όλ’ αυτά εις γνώσιν της τοπικής κοινωνίας, των θεσμικών οργάνων, των μπάτσων και των γιατρών – μια ωραία λευκή κορδέλα (βλ. Das weiße Band). Η αστυνομία στις ανακοινώσεις της προσπαθούσε να περάσει τα περιστατικά αυτά ως ήσσονος σημασίας, και έκανε τα στραβά μάτια στο γεγονός ότι η κατάσταση είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Περιστατικά τα οποία κρατάνε από τις αρχές του 1990, όταν το αλβανικό εργατικό μεταναστευτικό κύμα χτύπησε τις πόρτες πάμπολλων εργοδοτών. Και τότε, ο Έλλην της διασποράς του ‘50-‘60 χτύπησε αλύπητα τον έρμο μετανάστη, διότι απλά ο εργαζόμενος ζήτησε τα δεδουλευμένα του. Ξύλο και πάλι ξύλο, και εν συνεχεία κατάδοση στην αστυνομία επειδή δεν κατείχε άδεια παραμονής.
Όλ’ αυτά τα φαινόμενα δεν είναι ανεξήγητα. Η διαρκής προβολή της δράσης της Χ.Α. (νταηλίκια και τσαμπουκάς, διάλυση λαϊκών αγορών κλπ.) από τα ΜΜΕ, και η προκλητική ατιμωρησία της γι’ αυτή, ενθαρρύνει τον κάθε χαζό νεοέλληνα ψηφοφόρο να ασπαστεί την ίδια τακτική, αφού η «δικαιοσύνη» είναι φίδι που δεν δαγκώνει τα παιδιά του.
Κι επειδή το κράτος δεν πάει πίσω, χειρίστηκε ανάλογα τη συγκεκριμένη περίπτωση της Μανωλάδας. Ο Δένδιας, ως υπουργός δικαιοσύνης, δεσμεύτηκε ότι κανείς μετανάστης-θύμα της επίθεσης δεν θα απελαθεί, και κανένας μάρτυρας δεν θα γίνει έρμαιο των απειλών των πιστολέρο επιστατών και του αφεντικού τους. Κι όμως, μέσα σ’ έναν χρόνο, δεκάδες από τα θύματα έχουν απελαθεί, ενώ όσοι είχαν τραυματιστεί αναγκάστηκαν από τις δικαστικές αρχές να ζητήσουν άδεια παραμονής μέχρι τη διεξαγωγή της δίκης. Μόνο 35 από τις 154 άδειες δόθηκαν, και στους υπόλοιπους δεν χορηγήθηκε κάποιο σχετικό έγγραφο για τη συμμετοχή τους στη δίκη. Έτσι, αρκετοί από αυτούς απελάθηκαν ενώ άλλοι κρατούνται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης μετά από επιχειρήσεις-«σκούπα» στο πλαίσιο του σχεδίου «Ξένιος Δίας». Πέρα από τις λοιδορίες της ελληνικής δικαιοσύνης υπήρχαν και φαινόμενα ξυλοδαρμών και απειλών εναντίον βασικών μαρτύρων, δίχως αυτό να επηρεάσει στο ελάχιστο τη διεξαγωγή της δίκης, που έλαβε χώρα κάτω από καθεστώς τρομοκρατίας.
Στις 6 Ιουνίου 2014, το μικτό ορκωτό δικαστήριο πήρε μπρος μετά από 2 αναβολές, κι αφού πλέον οι κατηγορίες είχαν μετατραπεί από απόπειρα ανθρωποκτονίας σε «βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη», πράγμα που σήμαινε ότι οι κατηγορούμενοι θα έπεφταν στα μαλακά. Πέραν τούτου, ένα θέμα με το οποίο η ελληνική δικαιοσύνη θα ερχόταν αντιμέτωπη ήταν κι αυτό της εμπορίας εργατικού δυναμικού, το οποίο είναι επίσης καλά συγκαλυμμένο από την εξουσία εδώ και πολλά έτη.
Η δίκη τέλειωσε στις 30/7/14 και η απόφαση γνωστοποιήθηκε την επόμενη μέρα. Όπως όλοι αντιλαμβανόμαστε, αφού γνωρίζουμε το επαναλαμβανόμενο στόρι του έργου, ο μεγαλοτσιφλικάς-δουλέμπορας αθωώθηκε όπως και ένας μπράβος του, ενώ οι άλλοι 2 πιστολέρο τη βγάλαν λάδι με εξαγοράσιμες ποινές ανασταλτικού χαρακτήρα και αφέθηκαν ελεύθεροι. Όσο για τη δουλεμπορία…αθώοι. Να σημειωθεί πως η απόφαση του δικαστηρίου ήταν ομόφωνη (7-0), κάτι που σημαίνει πως δεν μπορούσε να ασκηθεί έφεση για το αποτέλεσμα.
Και φτάνουμε στο σημείο στο οποίο πρέπει να αναφερθούμε στην αφασία – ανοχή της «δικαιοσύνης» σε τέτοιου είδους φαινόμενα. Η απόφαση ουσιαστικά νομιμοποιεί τα φαινόμενα ρατσισμού και ξενοφοβίας εναντίον των μεταναστών, με αποτέλεσμα τα φαινόμενα αυτά να αναπαράγονται στο μέλλον και να χαρακτηρίζονται «μεμονωμένα». Τα θεσμικά όργανα είναι απρόθυμα ν’ αντιμετωπίσουν φαινόμενα τέτοιας σημασίας (μιας και τα άτομα που είναι εντεταλμένα να επιτελούν το λειτούργημα αυτό είτε θα εξυπηρετούν το σύστημα είτε θα είναι ανήμπορα να αντιδράσουν).
Τρανταχτό παράδειγμα η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, όπου ένας χρόνος πέρασε και αφού πλέον είναι σίγουρη η καθολική συμμετοχή της χρυσής αυγής στη δολοφονία ένα χρόνο τώρα άπλα τους χαϊδεύουν τα αυτιά.
Η συνέχεια επί του πιεστηρίου…
Της μοιχαλούς