«Μέγα το της θαλάσσης κράτος»

…Έτσι είπε ο Θεμιστοκλής, ο στρατηγός της πόλης-κράτους των Αθηναίων που ερμήνευσε τον χρησμό των «ξύλινων τειχών» της Πυθίας σε πλοία και οργάνωσε τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Στη ναυτική δύναμή της βασίστηκε η αρχαία Αθήνα για να χτίσει μια εμπορική αυτοκρατορία με στρατιωτική και οικονομική τρομοκρατία. Λίγο παλαιότερα, οι Αχαιοί εξεστράτευσαν με έναν γιγάντιο για την εποχή τους στόλο προκειμένου να λεηλατήσουν και να ισοπεδώσουν την Τροία, ξεκινώντας με τους βιασμούς των γυναικών. Η Ελένη δεν ήταν ένα πρόσχημα − η βία, ο πόλεμος, η εξουσία μέσα στο ανθρώπινο είδος γεννήθηκαν από ένα κίνητρο: την κυριαρχία των αντρών επί των γυναικών. Μέγας ο πολιτισμός των ελλήνων θαλασσοπόρων! Ως εκεί που μπορούσε να φτάσει το τσουτσούνι τους και η κοιλιά τους με τα κανιβαλικά μπράτσα τους.

Στον Βόσπορο, στο στενό που συνδέει το Αιγαίο με τη Μαύρη Θάλασσα, μετέφερε την πρωτεύουσα της ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας ο ρωμαίος Κωνσταντίνος. Έκτοτε αυτό το γεωγραφικό σημείο, η Ιστανμπούλ, αποτέλεσε κι εξακολουθεί να αποτελεί το επίκεντρο για τον έλεγχο της Ασίας από τη χριστιανική και καπιταλιστική Ευρώπη. Αφότου ο ελλαδικός χώρος πέρασε στην υψηλή κυριαρχία του σουλτάνου, παραμένοντας βέβαια υπό την καθημερινή εκμετάλλευση των ελλήνων κοτσαμπάσηδων και της εκκλησίας, τα πελάγη παρέμειναν το κυρίως πεδίο μιας δραστηριότητας συσσώρευσης κεφαλαίων από τους έλληνες καπεταναίους. Η επανάσταση του 1821 ξεκίνησε για τα συμφέροντα των ελλήνων εφοπλιστών· εμπόρων, μισθοφόρων και κουρσάρων (πειρατές με κρατική βούλα). Μα ήδη από την συγκροτητική του πράξη, το ελληνικό κράτος σφραγίστηκε από μια συνθήκη ιστορικά ανυπέρβλητη: η εθνική επανάσταση απέφυγε την ήττα χάρη στην προστασία μιας αυτοκρατορίας. Ο ρώσικος στόλος την έσωσε. Οι συσχετισμοί ισχύος των ιμπεριαλιστικών κρατών κατέστησαν το ελληνικό κράτος μια μαριονέτα. Οι επεκτάσεις της ελληνικής επικράτειας και οι βαλκανικοί πόλεμοι, μέχρι την μικρασιατική εκστρατεία, είχαν αμιγώς τον χαρακτήρα αποτροπής της ενότητας των βαλκανικών και μικρασιατικών λαών, τη συνοριοποίηση και εθνοκάθαρσή τους, για λογαριασμό της καπιταλιστικής αποίκισης της αποσυντιθέμενης οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μέσα στο καμίνι του θαλάσσιου ανατολικού συνόρου της Ευρώπης με τη μουσουλμανική ανατολή, που αποτέλεσε συγχρόνως μια σφήνα στο υπογάστριο των Βαλκανίων, οι δομές και η δυναμική ενός μικρού αστικού κράτους-έθνους δεν θα μπορούσαν παρά να είναι απόλυτα εξαρτημένες και ελεγχόμενες από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του βορρά.

Τα παραδείγματα βγάζουν μάτι. Αφότου εδραιώθηκε το ελληνικό κράτος, στο Αιγαίο επικράτησε η «διπλωματία των κανονιοφόρων». Όχι βέβαια των ελληνικών ή των οθωμανικών, αλλά των βρετανικών, των ρώσικων και των γαλλικών. Στον 1ο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο το γαλλικό κράτος κατάσχεσε και χρησιμοποίησε τα καινούρια θωρηκτά και αντιτορπιλικά του ελληνικού ναυτικού, λόγω της ελληνικής ουδετερότητας. Οι πολεμικές μηχανές του ελληνικού κράτους επιστράφηκαν όταν ανέλαβε να πρωτοστατήσει στην αντεπαναστατική απόβαση στην Ουκρανία το 1919. Μάλιστα, στην Σεβαστούπολη το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα χτύπησε τους Γάλλους ναύτες που αυτομόλησαν στην πλευρά της επανάστασης και σώθηκε από την οργή τους και τα κανόνια τους χάρη στον βρετανικό στόλο.

Στον 2ο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο η ισχύς του ελληνικού πολεμικού μηχανισμού ήταν ισχνή σε σύγκριση μ’ εκείνη των βιομηχανικών κολοσσών, οπότε δεν είχε καμία επίδραση. Αντιθέτως, τα λαϊκά κινήματα σε όλη την Ευρώπη σήκωσαν το βάρος της αντιφασιστικής αντίστασης, αποτελεσματικά. Με τη λήξη του πολέμου, τα απομεινάρια του εθνικού στρατού, μαζί με τη χωροφυλακή και τις ναζιστικές συμμορίες (χίτες κτλ) άνοιξαν τον δρόμο στην επέμβαση του βρετανικού ιμπεριαλισμού, που μεταξύ άλλων βομβάρδισε τον Πειραιά. Το αποκορύφωμα του ελληνικού πολεμικού μεγαλείου ήταν ο βομβαρδισμός με αμερικάνικες ναπάλμ, του αποδεκατισμένου λαϊκού κινήματος μετά από τις αλλεπάλληλες κομματικές προδοσίες και την εθνικιστική  δολοφονική τρομοκρατία.

Με την κεμαλική επανάσταση και την ακόλουθη εθνική ομοιογενοποίηση, εγκαταστάθηκε ένας νέος χωροφύλακας του ευρω-αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στο σύνορο της μέσης ανατολής. Το ελληνικό κράτος έπαψε να αποτελεί το προγεφύρωμα του βορρά. Το ΝΑΤΟ επέβαλε μια νέα μορφή πρακτόρευσης ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Ο ελληνικός φασισμός μαζί με τον τούρκικο έγιναν η νότια λαβίδα ενάντια στα σοσιαλιστικά καθεστώτα των Βαλκανίων και της ρώσικης αυτοκρατορίας, και πολεμικές βάσεις εξόρμησης στη μέση ανατολή. Έτσι η ελληνική «θαλασσοκρατία» έφτασε μέχρι το φιάσκο του πολέμου στην Κορέα, έτσι επίσης κατάφερε να εθνικοποιήσει την Κύπρο, για να στρατωνίζονται πάνω της επί μισό αιώνα τουλάχιστον τέσσερις στρατοί (βρετανικός, ελληνικός, τούρκικος και διεθνής-ΟΗΕ). Το επεισόδιο των Ιμίων −που ορθώς ονομάστηκε κρίση αφού αφορούσε στις μοιρασιές του μπακάλικου του Αιγαίου ανάμεσα στα φιλαράκια, τον ελληνικό και τούρκικο εθνικισμό− έδειξε για μια ακόμα φορά στην ιστορία τα μηδαμινά περιθώρια «αυτοδιάθεσης» των εθνικισμών-μαριονέτων του ανατολικού θαλάσσιου συνόρου της Ευρώπης.

Ευλογημένες ράτσες

Η μεθοριακή ιμπεριαλιστική θέση του ελληνικού κράτους αποτυπώνεται επίσης στα οικονομικά μεγέθη που το κατατάσσουν σταθερά στην καπιταλιστική ημιπεριφέρεια. Μια αστική τάξη δουλοπρεπής στα ιμπεριαλιστικά μονοπώλια και υπερθεματίζουσα τον εκμαυλιστικό πολιτισμό τους, ξεζουμίζει ανελέητα τη ντόπια1 και περιφερειακή ταξική βάση. Ο ελληνικός καπιταλισμός εισέβαλε στα Βαλκάνια τη δεκαετία του 1990, ντιλάροντας τη μονοπωλιακή τεχνολογική καινοτομία, και λεηλατώντας τον τοπικό χρηματοπιστωτικό τομέα. Ταυτόχρονα, αναβαθμίστηκε μέσα στην εθνική επικράτεια με την απεριόριστη εκμετάλλευση των μεταναστών, μετατρέποντάς την σε δουλοκτητικό κάτεργο και δημιουργώντας μια νέα εκτεταμένη αστική τάξη, ποταπή σε σύγκριση με την κορυφή της πυραμίδας, αλλά στυγνή ενάντια στις διαλυμένες προλεταριακές μάζες. Ο πόλεμος, η λεηλασία των φυσικών πόρων, ο οικονομικός στραγγαλισμός και οι δικτατορίες στην πλανητική περιφέρεια παράγουν δεξαμενές εργατικής δύναμης του βασικού κεφαλαίου, που εκτοξεύουν ραγδαία την υπεραξία του διεθνούς καπιταλισμού. Η εκμετάλλευση της μετανάστευσης, ως η ριζικότερη άνιση ανταλλαγή, καθιστά ένα κράτος, μαζί με το έθνος του, κατεξοχήν ιμπεριαλιστικό.

Ο καπιταλισμός, όπως κι οι προηγηθείσες μορφές εκμετάλλευσης, αναπτύχθηκε μέσα από τον πόλεμο και την επικυριαρχία. Ιστορικά, η σύγκρουση για τον έλεγχο των φυσικών πόρων και η δουλεία, πρωτίστως των γυναικών, προηγήθηκαν και γέννησαν τον καταμερισμό εργασίας. Η γεωγραφία είναι ταξική, η ιστορία του καπιταλισμού είναι αδιαχώριστη από τη ρατσιστική επικυριαρχία και την πατριαρχία. Από τις καθημερινές εκτελέσεις Αλβανών μεταναστών στην Πίνδο πριν τρεις δεκαετίες, στις Μανωλάδες και τα στρατόπεδα σεξ-εργασίας, μέχρι το εντεινόμενο δολοφονικό πογκρόμ στα σύνορα από το ελληνικό λιμενικό, τον στρατό και τις φασιστικές συμμορίες τους, η ελληνική ιμπεριαλιστική μεθόριος αποτελεί έναν βάρβαρο τόπο.

Το ελληνικό κράτος ως ιστορικά προσδιορισμένη ζώνη ταξικού πολέμου ενάντια στην ανατολή, χτίστηκε μέσα από έναν ακραιφνή ελιτίστικο σοβινισμό. Ο εθνικισμός διασφάλισε την πειθαρχία των γηγενών στην ιμπεριαλιστική πρακτόρευση, με επεκτατικούς πολέμους, δικτατορίες, φασιστική τρομοκρατία και με οράματα εύκολου πλουτισμού από την υποδούλωση των «απολίτιστων», που καρποφόρησαν στην τελευταία περίοδο αστικής δημοκρατίας. Όσο ο εθνικισμός της ημιπεριφέρειας στρατωνίζει μια κοινωνία για λογαριασμό του ιμπεριαλιστικού κέντρου, εξίσου διασφαλίζει την απρόσκοπτη λεηλασία των εδαφών του από τους ολιγάρχες, ντόπιους και ανώτερους. Η αστική τάξη, δηλαδή εκείνοι που κερδοφορούν από την εργασία άλλων, άμεσα ή έμμεσα (εισοδηματίες, πολιτικοί, γραφειοκράτες, τεχνοκράτες), πλουτίζουν ασταμάτητα, αξιοποιώντας τις διαφόρων μορφών κρίσεις που είναι εγγενείς σ’ έναν μεθοριακό χώρο. Ενώ η ζωή των εκμεταλλευόμενων και των αποκλεισμένων εξαθλιώνεται επίσης αδιάλειπτα, με την αξία της εργασίας να κατρακυλά μέσα στην εθνικιστική κανονικότητα του έκτακτου επί τρεις δεκαετίες.

Διαχρονικά, το ελληνικό εφοπλιστικό λόμπι της παγκόσμιας ολιγαρχίας −η αριστοκρατία του «ναυτικού έθνους»− αποτελεί το πρότυπο της καπιταλιστικής ελευθερίας: υπεράνω φορολογίας, με όλες τις σημαίες στο μπαούλο. Μέγιστες οι της θαλάσσης τσέπες. Άλλωστε, σχεδόν το σύνολο των κερδών του ελληνικού κεφαλαίου μπαίνει αμέσως στα ταμεία των τραπεζικών μονοπωλίων του βορρά. Η μετατροπή του ελληνικού κράτους σε αποικία χρέους, πρώτα με τη δέσμευση στο σύμφωνο Μάαστριχτ, κι ύστερα με τις δανειακές συμβάσεις, εκτόξευσε την υπεραξία όλων των κεφαλαιοκρατών που επιχειρούν επί του ελλαδικού εδάφους. Η ιμπεριαλιστική δικτατορία του σκληρού νομίσματος, και η ροή αξίας από την ταξική βάση προς τα χρηματοπιστωτικά κέντρα μέσω αλλεπάλληλων αντεργατικών επιθέσεων, γεμίζουν τις σάπιες κοιλιές των αφεντικών σε όλη την πυραμιδική κλίμακα της καπιταλιστικής κυκλοφορίας. Την ίδια στιγμή που το ελληνικό κράτος από τη διαχείριση ΓΑΠ μέχρι του Σαμαρά, κεφαλαιοποιούσε το μέλλον της εργασίας στην επικράτειά του, μέσω των αλλεπάλληλων δανείων, πάσχιζε να κρατήσει τον έλεγχο για μια ακόμα μέρα και να αρπάξει ό,τι προλάβει. Η διαχείριση ΣΥΡΙΖΑ, με τις κοινωνικές δυνάμεις ήδη ηττημένες στον δρόμο, αναβάθμισε την διαρπαγή υπό έκτακτες συνθήκες σε θεσμική κανονικότητα, στρώνοντας τον δρόμο για την τρέχουσα ταξική επίθεση με ανοιχτά πολεμικούς όρους. Καθώς αγριεύει ο μονομερής ταξικός πόλεμος μέσα, το συνοριακό σφαγείο δεν χρειάζεται το συγκαλυπτικό πέπλο της αριστεράς, κι επανέρχεται στο καθεστωτικό ιδεολογικό κάδρο με την περηφάνια του στρατοκράτη.

Η στρέψη του ντόπιου προλεταριάτου προς τον ρατσιστικό κανιβαλισμό αποτελεί εγγύηση συντήρησης των αλυσίδων του. Οι εύποροι ελληναράδες, ως μετενσαρκώσεις της αρχαιοελληνικής ευεξίας, μπορούν να καταναλώνουν super foods και «ποιοτική» κουλτούρα, επικροτώντας τους μισθοφόρους τους που τουφεκίζουν γυμνά σώματα στον Έβρο. Αλλά πρέπει να αντέξουν κι οι σκλάβοι την ατέρμονη εκπτώχευση, την υποκρισία, τον θάνατο του συνανθρώπου μέσα στη μοναξιά του διπλανού διαμερίσματος σε κατάσταση καραντίνας, στην απομόνωση του στρατοπέδου συγκέντρωσης, στην εγκατάλειψη της φυλακής· να αντέξουν την απύθμενη κενότητα του καπιταλιστικού κόσμου. Με την έλευση των μνημονίων το κράτος κατέδειξε στους σκλάβους τι πρέπει να κάνουν, όπως φωνάχτηκε εύγλωττα από το στόμα ενός ελληνοπρεπούς πολιτιστικού ειδώλου: «στην κρίση, μια είναι η λύση, ο ύπνος και το γαμήσι»2. Το εθνικό ιδεώδες της Ευρώπης: στρατιές έτοιμες να αυτοφυλακιστούν στο έσχατο ιδιωτικό σύνορο, βυθισμένες στα τηλεοπτικά διαγγέλματα κι έτοιμες να βγουν στα μπαλκόνια για να χαφιεδίσουν τους απείθαρχους, και στα χωράφια για να δολοφονήσουν τους πεινασμένους.

Νησιωτική αύρα: όπως λέμε Λας Βέγκας, Ελντοράντο, Τέξας…

Βιομηχανία τουρισμού, ηλεκτροπαραγωγής και άντλησης υδρογονανθράκων

Η θάλασσα και τα παράκτια εδάφη του ελλαδικού χώρου έχουν αποικιοποιηθεί σταδιακά τον προηγούμενο μισό αιώνα από την τουριστική βιομηχανία. Ο τουρισμός αποτελεί ένα προ καιρού δομημένο τοπίο καπιταλιστικοποίησης των κοινωνικών σχέσεων και περιβαλλοντικής καταστροφής. Πρόκειται για μια αγορά που πλέον, με τον βαθμό ανάπτυξής της, είναι εξαρτημένη από τους εύπορους πελάτες του πλανήτη, και γι’ αυτό επιχειρεί να εξορίσει καθολικά το ντόπιο προλεταριάτο από την παραδοσιακή δυνατότητα του παραθερισμού, ενισχύοντας τον οικονομικό αποκλεισμό με την κατοχή των ακτών και αστυνομικές επιχειρήσεις. Έχει πάψει δηλαδή να ικανοποιεί γενικές ανάγκες, ενώ συγχρόνως αποτελεί πρωταγωνιστικό πεδίο εργασιακής εκμετάλλευσης και πολιτιστικής ισοπέδωσης. Στη μια πλευρά ενός νησιού μπορεί να ξεβράζονται πτώματα από τη θάλασσα και στην άλλη πλευρά οι εργάτες να δουλεύουν μέρα νύχτα ως υπηρέτες για τους καταναλωτές ενός παράλληλου σύμπαντος με a la carte ηλιοβασιλέματα και greek souvlaki.

Στις βουνοκορφές φυτρώνουν αιολικές βιομηχανικές ζώνες, που καταστρέφουν την περιβάλλουσα ζωή προκειμένου να θησαυρίζουν ορισμένοι αετονύχηδες μεγαλοεπενδυτές και να συσσωρεύει ενέργεια το ιδιωτικοποιημένο κρατικό μονοπώλιο ηλεκτρισμού, που κι αυτό θησαυρίζει από την ταξική βάση. Ακόμα και σ’ αυτό το πεδίο η αστική τάξη βγάζει διπλά: οι επιχειρήσεις φορτώνουν χρέη, δηλαδή στύβουν τους εργάτες με τσάμπα ρεύμα και οι εργάτες πληρώνουν τη βιομηχανία της ενέργειας από τον μισθό τους. Οι άνεργοι, απλά ζουν στην αστική φυλακή χωρίς ρεύμα.

Λίγο πιο κάτω, στο θαλάσσιο σύνορο, οι στρατοκράτες παίζουν σκάκι με τα σιδερικά τους για μια μίζα από τις πετρελαϊκές πολυεθνικές. Πειραματίζονται στα όρια του πολέμου για την εξορυκτική εκβιομηχάνιση του βυθού, που θα επιφέρει αναπόδραστα τον αφανισμό της θαλάσσιας ζωής στην περιοχή.

Η ταξική εξάρτηση και εκμετάλλευση, η περιβαλλοντική νέκρωση κι η μεταμόρφωση των κοινωνικών σχέσεων σ’ ένα ομοιογενές κατακερματισμένο πεδίο κανιβαλισμού είναι αλληλένδετες διεργασίες. Στις δεδομένες συνθήκες κυριαρχίας σ’ ετούτη την καπιταλιστική έρημο, η προλεταριακή τάξη αδυνατεί να ορθώσει αποσπασματικές αντιστάσεις. Στο τουριστικό κάτεργο δεν υπάρχει χαραμάδα απειθαρχίας· φαντάζει εύθραυστο προνόμιο μια θέση εντός. Οι τοπικές κοινωνίες, διασπασμένες από την επίθεση της τουριστικής αγοράς πάνω στη φτώχεια, γίνονται ανίκανες και να δημιουργήσουν ριζοσπαστικές μορφές κοινωνικού βίου και να αντισταθούν αποτελεσματικά στη λεηλασία του εδάφους. Ο ρατσιστικός εκφασισμός αναδύεται μέσα από τις σχέσεις πρόσδεσης στην ιμπεριαλιστική οικονομία. Η πατροπαράδοτη απανθρωπιά συναντιέται με την παρούσα διάρθρωση της ταξικής πυραμίδας. Εκεί όπου τα πάντα μετριούνται σε χρήμα, τ’ αφεντικά και οι μπράβοι τους σκοτώνουν τους σκλάβους που περισσεύουν.

Το «ανατολικό ζήτημα»

Δυο συμπληρωματικοί παράγοντες τροφοδοτούν μια σπείρα ενδεχόμενης πολεμικής αναμέτρησης στην ανατολική Μεσόγειο: Το τζιχαντιστικό τουρκικό κράτος προσπαθεί να γίνει περιφερειακή ιμπεριαλιστική δύναμη διαπραγματευόμενο οριακά την πρακτόρευση των ΝΑΤΟϊκών συμφερόντων, και το ελληνικό, δίνοντας γη και ύδωρ στις πολεμικές μηχανές των ΗΠΑ και του Ισραήλ, διεκδικεί την αποκλειστική κατοχή του εκμεταλλεύσιμου υπεδάφους, παρότι είναι προδιαγεγραμμένο ότι οι ίδιες εταιρείες θα καρπωθούν τα κέρδη. Στα παιχνίδια ισχύος μια σύρραξη βρίσκει τη λογική της. Εφόσον οι αντίπαλοι εθνικισμοί λιμπίζονται το ίδιο μερτικό από τους καπιταλιστικούς ενεργειακούς πόρους, ίσως χρειαστεί να αναμετρηθούν σε κόστος αίματος και οικονομίας πολέμου, προσδοκώντας να βρεθούν την επόμενη μέρα σε θέση στρατιωτικού πλεονεκτήματος. Είναι σίγουρο ότι μια ελληνοτουρκική σύρραξη θα διαρκέσει όσο το επιτρέψουν οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, μα ακριβώς εξαιτίας αυτής της συνθήκης οι δυο μαριονέτες θα συναγωνιστούν να αρπάξουν όσα περισσότερα προλάβουν πριν κάτσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η ΝΑΤΟϊκή συγκατοίκηση επιβάλλει μια ιμπεριαλιστική ειρήνη. Ωστόσο, καθίσταται επισφαλής λόγω της εξάρτησής της από τις δυνάμεις που την ελέγχουν. Οι λοιποί ΝΑΤΟϊκοί συνέταιροι προβοκάρουν την αντιπαράθεση χαϊδεύοντας την μεγαλομανία και των δυο εθνικισμών.

Θα ήταν παραπλανητικό να υποθέσουμε ότι οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού έχουν ποντάρει σε ένα άλογο. Αφού ελέγχουν και τα δυο, κρατάνε στα χέρια τους όλες τις εναλλακτικές. Έτσι κι αλλιώς ο διακρατικός πόλεμος αποτελεί καταστροφή για τις κοινωνίες. Δεν είναι η υποτέλειά του στις μεγάλες δυνάμεις εκείνη που τον καθιστά απαράδεκτο. Αυτή η ιστορική υποτέλεια όμως, αποκαλύπτει τον πραγματικό χαρακτήρα των δυο εθνικισμών. Τα ελληνοτουρκικά σύνορα δεν χωρίζουν έναν τοπικό εκμεταλλευτή από τον εκμεταλλευόμενο γείτονα. Χωρίζουν δυο εκμεταλλευόμενους γείτονες πάνω στο σύνορο του καπιταλιστικού κέντρου κι έτσι διατηρούν αυτό το σύνορο εμπόλεμο και φραγμένο.

Από προλεταριακή σκοπιά, η επιλογή ανάμεσα στην αλληλεγγύη με τον Τρίτο Κόσμο, την παγκόσμια Τρίτη3 Τάξη της εποχής, ή την εθνικιστική στράτευση, ως λακέδες και μισθοφόροι του Πρώτου, είναι ταυτόσημη με την επιλογή ανάμεσα στη συναδέλφωση των γειτονικών λαών της καπιταλιστικής μεθορίου ή τη διαιώνιση των εθνικών συνόρων και την αλληλοσφαγή για χάρη της ιμπεριαλιστικής ανάπτυξης. Πριν έναν αιώνα, με τον 1ο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, και στη συνέχεια με την επέλαση του φασισμού στην Ευρώπη, διδαχτήκαμε ότι όποτε η εργατική τάξη χάνοντας από τον ορίζοντά της την παγκόσμια ταξική σκοπιά, αφέθηκε να διεκδικεί την άνοδό της μέσα στα γρανάζια της εθνικής οικονομίας, οδηγήθηκε στον πόλεμο και την εξαθλίωσή της. Στο μέτωπο της αντίστασης στον αντιμεταναστευτικό πόλεμο κρίνεται η προοπτική της αντίστασης στον εθνικό πόλεμο. Στη δυνατότητά μας να σαμποτάρουμε τον εθνικό πόλεμο θα κριθεί η προοπτική του κοινωνικού μετασχηματισμού της ευρωπαϊκής μεθορίου, από τον ελλαδικό χώρο μέχρι τη μέση ανατολή, σε έναν τόπο συναδέλφωσης και ελευθερίας για όλους. Το ντόπιο κοινωνικό κίνημα έχει καθήκον να αποτρέψει μια ελληνική εισβολή στην άλλη πλευρά του συνόρου, που θα αναπυροδοτούσε τον τούρκικο φασισμό, θα δυσκόλευε το επαναστατικό κίνημα στην τουρκική επικράτεια και θα εμπέδωνε τον ελληνικό εθνικισμό για χρόνια. Η πάλη ενάντια στην ατέρμονη επιδείνωση της ταξικής δουλείας περνάει από τα σύνορα, από τη συγκρότηση ενός συνομοσπονδιακού αντικαπιταλιστικού μετώπου των λαών της ανατολικής μεσογείου.

Ο κόσμος της αλληλεγγύης

Από τη μέρα που ξαμολήθηκαν οι ένοπλοι φασίστες στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, οι τοπικές αντιφασιστικές κοινότητες δοκιμάζονται. Η ανάσχεση του ρατσιστικού πογκρόμ δεν αποτελεί τοπική υπόθεση και δεν μπορεί να επιτευχθεί με όρους τοπικών συσχετισμών. Όποιος αφήνεται να παλέψει μόνος του, βρίσκει απέναντί του όλον τον κρατικό και παρακρατικό μηχανισμό. Το κοινωνικό κίνημα οφείλει αφενός να επιδείξει μαζικά την πυγμή του στα εδαφικά σημεία του ρατσιστικού ταξικού πολέμου, και αφετέρου να αντεπιτεθεί στα πολιτικο-οικονομικά κέντρα του ελληνικού κράτους, του ευρωκαπιταλισμού, της ιμπεριαλιστικής στρατοκρατίας, από τα οποία εκπορεύεται η δολοφονική διαχείριση της μετανάστευσης. Να μεταφέρουμε τον πόλεμο που διεξάγεται εναντίον του Τρίτου Κόσμου, στην έδρα του εχθρού.

Sol     

Σημειώσεις:

1. Ντόπιοι, με την έννοια της συμπερίληψης όλων όσων εγκαθίστανται μόνιμα ή προσωρινά σε έναν συγκεκριμένο τόπο, πρέπει να μην θεωρούνται μόνο οι γηγενείς. Η διάκριση ντόπιου-ξένου καθίσταται προβληματική. Ξένοι είμαστε όλοι στον κόσμο των αφεντικών.

2. Στίχος του «λαϊκού» τραγουδιστή -καταξιωμένου προϊόντος- Γιώργου Τσαλίκη, με το τηλεκατευθυνόμενο κοινό να χτυπιέται κάτω από την πίστα.

3. Η κατώτερη τάξη της προεπαναστατικής γαλλικής κοινωνίας. Συμβολικά σημασιοδοτεί την κοινωνική μάζα που δεν έχει πραγματική ισχύ μέσα σ’ ένα καθεστώς, μέχρι να πάρει τα όπλα.