Mια βδομάδα μετά την Υπατία

Το κείμενο είναι αναδημοσίευση από την Κόκκινη Ορχήστρα.
http://avantgarde2009.wordpress.com/2011/03/15/mia-bdomada-meta-ypatia/

Στις 9 Μαρτίου και ύστερα από 44 μέρες, έληξε η απεργία πείνας σε κλίμα γενικού ενθουσιασμού. Ωστόσο από την επόμενη κιόλας μέρα, η κυβέρνηση μέσω του Γ. Ραγκούση (συνέντευξη στο ΣΚΑΪ, 10/03) έσπευσε να διευκρινίσει ότι οι απεργοί μετανάστες και οι συμπαραστάτες πανηγυρίζουν απλώς για επικοινωνιακούς λόγους, «διότι δεν εδόθη καμία νομιμοποίηση, ούτε καν άδειες παραμονής όπως αρχικά ζητούσαν, παρά μόνο καθεστώς ανοχής». Καθεστώς μάλιστα που θα ανανεώνεται σε ατομική βάση από την αστυνομία και χωρίς εμπλοκή του υπουργείου εσωτερικών.


Οι δηλώσεις αυτές στα ΜΜΕ προκάλεσαν με τη σειρά τους ένα κλίμα σκεπτικισμού στον κόσμο που συμπαραστάθηκε στον σκληρό αυτό αγώνα, δημιουργώντας ένα σωρό ερωτηματικά για το ποιος τελικά κάνει επικοινωνιακά παιχνίδια, για το αν έγινε ένας συμβιβασμός κάτω από το τραπέζι, που να βολεύει εν τέλει την κυβέρνηση, για το αν υπαναχωρεί η κυβέρνηση από την αρχική συμφωνία κ.ο.κ.
 Όλα αυτά για να αποσαφηνισθούν θα πρέπει να δούμε ακριβώς τι συμφωνήθηκε και πάνω σε ποια νομική βάση.

Η συμφωνία

Συνθέτοντας όλα όσα έχουν γραφτεί και ένα γραπτό σημείωμα-πρόταση της κυβερνητικής αντιπροσωπείας, η συμφωνία αποτελείται από τρία κεντρικά σημεία, συν δύο ακόμα που αφορούν τον αριθμό των ένσημων για ανανέωση της άδειας παραμονής και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, που όμως η κυβέρνηση είχε ούτως ή άλλως δεσμευτεί από τις 28 Φλεβάρη σε συνάντηση του Κουτρουμάνη με τη ΓΣΕΕ, όπως επίσης και μια νέα ρύθμιση για τους νόμιμους μετανάστες που εξαιτίας της κρίσης (ανεργία) δεν μπορούν να συμπληρώσουν τις προϋποθέσεις (ένσημα) για την ανανέωση της άδειας παραμονής τους.


Έτσι λοιπόν ο τελικό κείμενο που παρουσίασε η κυβέρνηση και όπως το δημοσίευσε το Ξεκίνημα περιλαμβάνει τα εξής:


1) Ως προς το καθεστώς ανοχής: 
«Κατ’ άτομο ειδική απόφαση αναβολής επιστροφής στην χώρα με ισχύ 6 μηνών, και δυνατότητα ανανέωσης επ’ αόριστο έως ότου αποκτήσουν τις νόμιμες προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας παραμονής».


2) Ως προς τη δυνατότητα ταξιδιού
: «Για τους κατόχους της σχετικής βεβαίωσης παραχωρείται δυνατότητα ταξιδιού στις χώρες καταγωγής τους για ανθρωπιστικούς λόγους χωρίς χρονικούς περιορισμούς».


3) Για την 8ετία ως αναγκαίο χρόνο νομιμοποίησης: 
«Η κυβέρνηση θα προβεί στην μείωση των ετών που απαιτούνται προκειμένου ένας μετανάστης να αιτηθεί την άδεια παραμονής από 12 σε 8 χρόνια».

Αναβολή απέλασης και όχι άδεια παραμονής

Καταρχάς το σημείο αυτό αφορά τους 300 απεργούς, και όχι τους υπόλοιπους μετανάστες, οι οποίοι εντάσσονται στο λεγόμενο καθεστώς ανοχής. Το καθεστώς αυτό σημαίνει αναβολή απομάκρυνσης (απέλασης) όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 24 του ν. 3907 που ψηφίστηκε μόλις στις 21/01/2011, και όχι άδεια παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους που θα μπορούσε να δοθεί με το άρθρο 21 παρ. 4 του ίδιου νόμου. Να σημειώσουμε εδώ ότι όλη η συμφωνία έγινε στη βάση αυτού του νόμου, στον οποίο ενσωματώθηκε και η περιβόητη κοινοτική οδηγία 2008/115/ΕΚ στην οποία αναφέρεται ο Ραγκούσης «σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» (ΕΕ L 348/24.12.2008). Για την ακρίβεια στο άρθρο 24 αναφέρονται τα εξής: «Αναβολή της απομάκρυνσης παρ. 4: Η απόφαση αναβολής της απομάκρυνσης επιδίδεται στον υπήκοο τρίτης χώρας και συνιστά γραπτή βεβαίωση ότι η απόφαση επιστροφής δεν μπορεί να εκτελεσθεί προσωρινά (βεβαίωση αναβολής της απομάκρυνσης). Η βεβαίωση αυτή έχει εξάμηνη ισχύ και μπορεί να ανανεώνεται μετά από νέα κρίση σχετικά με την εξακολούθηση του ανέφικτου της απομάκρυνσης. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της γραπτής βεβαίωσης, ο κάτοχός της έχει προσωρινό δικαίωμα διαμονής στην Ελλάδα και οφείλει, σε κάθε περίπτωση, να παραμένει στη διάθεση των αρμόδιων για την εκτέλεση της απομάκρυνσης αρχών και να συνεργάζεται μαζί τους, ώστε αυτή να καταστεί δυνατή σε σύντομο χρόνο».

Σύμφωνα με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου «αρμόδιες για την εκτέλεση απόφασης απομάκρυνσης είναι οι αστυνομικές αρχές που με αιτιολογημένη απόφασή τους, μπορούν να αναβάλουν την απομάκρυνση». Σ’ αυτό ακριβώς αναφέρεται ο Ραγκούσης όταν δηλώνει σε συνέντευξη στο δελτίο του ΣΚΑΪ στις 10/03 ότι «το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι οι 300 της Υπατίας θα έχουν να κάνουν με την ελληνική Αστυνομία, η οποία κάθε φορά θα κρίνει αν κάθε 6 μήνες θα τους ανανεώνει ή όχι το καθεστώς υπό ανοχή που τους εντάσσει». Επ’ αυτού λοιπόν δεν υπάρχει υπαναχώρηση από την αρχική συμφωνία.


Να σημειώσουμε εδώ ότι σε καθεστώς αναστολής απέλασης βρίσκονται χιλιάδες μετανάστες που για αντικειμενικούς λόγους είναι αδύνατο να απελαθούν. Αυτό που ουσιαστικά κέρδισαν οι 300 απεργοί πείνας είναι δύο πράγματα: 1ον ότι αυτό το καθεστώς θα ανανεώνεται κατά μόνας βεβαίως αλλά επ’ αόριστον. Και 2ον ότι θα μπορούν ενδιάμεσα να ταξιδεύουν στις χώρες τους, πράγμα που μέχρι τώρα ήταν αδύνατον, χωρίς περιορισμούς. Η εμμονή ωστόσο του Ραγκούση ότι οι 300 θα έχουν να κάνουν με την αστυνομία, που θα κρίνει ή όχι την ανανέωση του καθεστώτος ανοχής, αμφισβητεί ευθέως την αρχική συμφωνία που αφορά την «επ’ αόριστον ανανέωση» χωρίς χρονική οροφή, και μέχρι να συμπληρώσουν τα απαιτούμενα χρόνια παραμονής, και να μπορούν να αιτηθούν ένταξη στο κανονικό καθεστώς νομιμοποίησης.

Η πρόταση να δοθεί λύση στη βάση του άρθρου 24 του 3907 ήταν από την αρχή πρόταση της κυβέρνησης και είχε απορριφθεί από τους απεργούς πείνας, γιατί δεν εξασφάλιζε τίποτα όσον αφορά την ανανέωση της «αναβολής απομάκρυνσης» ύστερα από τα 2 εξάμηνα που πρότεινε η κυβέρνηση, και που εν πάση περιπτώσει δεν χρειαζόταν η απεργία πείνας για να δοθεί. Η επιμονή της κυβέρνησης να μην υπαχθούν στο άρθρο 21 παρ. 4, δίνοντας άδεια παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, αφήνει ανοιχτό το παράθυρο να σπάσει η συμφωνία στην πράξη, με την αστυνομία να ανακαλύψει ξαφνικά ότι «η απόφαση επιστροφής» πλέον «μπορεί να εκτελεσθεί» για ορισμένους από τους 300.

Από τα 12 στα 8 χρόνια για αίτηση νομιμοποίησης

Αυτό αφορά όλους τους μετανάστες που βρίσκονται στην Ελλάδα χωρίς χαρτιά, και ειδικά όσους εισήλθαν από την 01/01/2005 και μετά, αφού από τότε δεν υπάρχει κανένα καθεστώς για να ενταχθούν στη διαδικασία νομιμοποίησης και να αποκτήσουν άδειας διαμονής, όπως ορίζει και ο Ν 3386/05. Να σημειώσουμε εδώ ότι εξαιτίας αυτής της κατάστασης ο μόνος δρόμος που απέμενε σε όποιον έμπαινε στη χώρα για να νομιμοποιηθεί ήταν η αίτηση ασύλου, που ως γνωστόν απορρίπτεται σε ποσοστό 99,9%, με αποτέλεσμα να έχει συσσωρευτεί από το 2005 και ύστερα ένα αριθμός ίσως και 300.000 ανθρώπων που βρίσκονται αναγκαστικά στην παρανομία και στο έλεος κάθε είδους εκμετάλλευσης. Αδυνατούν να εργαστούν νόμιμα, να ασφαλιστούν, να νοικιάσουν σπίτι, να κυκλοφορήσουν ελεύθερα, και φυσικά να επισκεφτούν τους οικείους τους στις χώρες προέλευσής τους. Ούτε φυσικά να μετακινηθούν όπως θα ήταν δυνατόν, αν είχαν νομιμοποιηθεί, σε μια άλλη χώρα της Ευρώπης.


Τα γκέτο για τα οποία τόσο κόπτονται τα κάθε είδους ρατσιστοειδή, όπως επίσης και η εγκληματικότητα, είναι προϊόν ακριβώς αυτής της κατάστασης, και μοναδικός υπεύθυνος γι’ αυτό είναι το ελληνικό κράτος. Οι άνθρωποι αυτοί εγκλωβίζονται στα γκέτο του κέντρου της Αθήνας, ή στα dogvil της ελληνικής επαρχίας, σε κατάσταση ημιδουλείας, αντικείμενο εκμετάλλευσης των αφεντικών και της μαφίας, όπως επίσης και της αστυνομίας, που κατά βούληση ενώ γνωρίζει την ύπαρξή τους κατά τόπους, τους «επιτρέπει» να υπάρχουν σε αυτό το καθεστώς φόβου, αναλαμβάνοντας καθήκοντα νταβατζή, αφού ο κάθε «παράνομος» μετανάστης γνωρίζει ότι αν αντιμιλήσει, την άλλη μέρα θα βρεθεί στα κρατητήρια και υπό απέλαση.


Απ’ αυτή την άποψη τα 12 χρόνια που θεσπίστηκαν μόλις στις 21 Γενάρη με τον 3907 είναι μια πρόοδος από το τίποτα που ίσχυε από το 2005. Όμως για να μην έχουμε αυταπάτες, ο νόμος και εδώ αφήνει ένα κάρο παραθυράκια, που θα συνεχίσουν να ισχύουν ακόμα κι αν η 12ετία γίνει 8ετία, πράγμα για το οποίο ο Ραγκούσης τα μασάει ότι έχει συμφωνηθεί, μιλώντας για ορίζοντα 8ετίας και άμεσα ίσως για «10-11 χρόνια».


Τι προβλέπει λοιπόν ο νόμος για την 12ετία; Πρόκειται για το άρθρο 42 που αντικαθιστά το άρθρο 44 του ν. 3386/2005, και που αφορά τη «Χορήγηση και ανανέωση αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους». Με κοινή υπουργική απόφαση Εσωτερικών και Εργασίας μπορούν να δοθούν άδειες παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, δηλαδή σε «θύματα εμπορίας ανθρώπων, εγκληματικών πράξεων, ενήλικοι, θύματα ενδοοικογενειακής βίας, θύματα εργατικών ατυχημάτων, ανήλικοι ή ενήλικοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα ή παρακολούθησαν εδώ σχολείο, ή μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη, εφόσον δεν θεωρούνται επικίνδυνοι για την ασφάλεια της χώρας ή δεν αποτελούν κίνδυνο για την δημόσια τάξη». Αυτά ορίζονται στην 1η παράγραφο. Στη 2η είναι η περιβόητη 12ετία, ως προϋπόθεση για υποθέσεις τις οποίες κρίνει το υπουργείο εσωτερικών, και αφορά άδειες σε μετανάστες που «αποδεικνύουν ότι έχουν αναπτύξει ιδιαίτερους δεσμούς με τη Χώρα, εφόσον δεν συντρέχουν στο πρόσωπό τους λόγοι δημόσιας τάξης». Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι σύμφωνα με το αρ. 48, ΝΟΜΟΣ 3772/10.7.2009 «ο αλλοδαπός θεωρείται επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια ιδίως όταν σε βάρος του ασκηθεί ποινική δίωξη για αδίκημα που τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή τουλάχιστον τριών (3) μηνών». Αυτοί και 112 χρόνια να βρίσκονται στη χώρα δεν πρόκειται ποτέ να μπουν σε διαδικασία νομιμοποίησης. Για την ιστορία θυμίζουμε ότι στον ίδιο νόμο το καλοκαίρι του 2009 ψηφίστηκε και ο κουκουλονόμος, που ως γνωστόν και παρά τις αρχικές εξαγγελίες περί κατάργησής του, εξακολουθεί να υπάρχει.


Έτσι λοιπόν μπορούν να κάνουν αίτηση για νομιμοποίηση εφόσον βρίσκονται «στη χώρα για δώδεκα (12) τουλάχιστον συνεχή χρόνια» χωρίς μάλιστα να είναι προαπαιτούμενο στα δικαιολογητικά η «θεώρηση εισόδου ή άδειας διαμονής έστω και εάν αυτές έχουν λήξει, ούτε διαβατήριο σε ισχύ». Από ‘κει και πέρα περνάνε από επιτροπές που κρίνουν τους «δεσμούς με τη χώρα» για τη διαπίστωση των οποίων συνεκτιμώνται σύμφωνα με το νόμο: (α) η πολύ καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας, (β) η φοίτηση σε ελληνικό σχολείο πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, (γ) το διάστημα διαμονής του στην Ελλάδα και κυρίως της νόμιμης, (δ) ο χρόνος τυχόν ασφάλισής του σε ελληνικό οργανισμό κύριας ασφάλισης και εκπλήρωσης φορολογικών υποχρεώσεων, (ε) ο συγγενικός δεσμός του με Έλληνα πολίτη ή ομογενή. Αλλά δεν είναι μόνο αυτές οι προϋποθέσεις που κάλλιστα θα μπορούσαν να κόψουν έναν επί 12ετίας μετανάστη κάτοικο της χώρας από τη διαδικασία, αλλά και η πιθανή αδυναμία του να αποδείξει ότι πράγματι βρίσκεται όλα αυτά τα χρόνια στην Ελλάδα. Και αυτό γιατί ως «παράνομος» είναι σχεδόν αδύνατο να έχει λογαριασμούς, να νοικιάζει σπίτι στο όνομά του ή να είναι ασφαλισμένος, και από εκεί να φαίνονται οι απαιτούμενες ημερομηνίες που θα πιστοποιούν τη 12ετία, και όλα αυτά όχι με ευθύνη του μετανάστη, αλλά ούτε καν του εργοδότη ή του ιδιοκτήτη του σπιτιού που δεν του κόβει απόδειξη, αλλά του ιδίου του κράτους που έχει ποινικοποιήσει (άρθρο 48, ΝΟΜΟΣ 3772 – ΦΕΚ 112/Α/ 10.7.2009) την παροχή στέγης, εργασίας ή ακόμα και τη βοήθεια στη μετακίνησή σε «παράνομο» μετανάστη.


Η 12ετία δίνει μια λύση σε όσους έχουν μπει στη χώρα μέχρι το 1998 και η 8ετία μέχρι το 2002. Ωστόσο οι περισσότεροι απ’ αυτούς έχουν μπει στη διαδικασία της νομιμοποίησης ή την έχουν χάσει ενδιάμεσα, αλλά μπορούσαν να την επαναδιεκδικήσουν, εφόσον βρίσκονται στο προ 2005 καθεστώς. Ωστόσο το ουσιαστικό πρόβλημα το αντιμετωπίζουν όσοι μπήκαν στην Ελλάδα τα τελευταία 6 χρόνια. Αυτοί δεν καλύπτονται ούτε από την 8ετία, ούτε καν από το άρθρο 24 περί «αναβολής απομάκρυνσης», μιας και κάτι τέτοιο δεν δίνεται έτσι απλά από την αστυνομία, και ούτε κανείς θα παρουσιαστεί οικειοθελώς για να απελαθεί, και στη συνέχεια να αιτηθεί την «αναβολή» της απέλασης. Επομένως θα συνεχίσει όλος αυτός ο κόσμος να ζει στο υπάρχον καθεστώς παρανομίας, και θα συνεχίσει να είναι αντικείμενο της πιο άγριας εκμετάλλευσης.

Οι δεσμεύσεις για τα ένσημα και η «δεύτερη ευκαιρία»

Η ρύθμιση για τη μείωση των απαιτουμένων ενσήμων από τα 200 στα 120 για την ανανέωση της άδειας διαμονής σίγουρα είναι μια επιτυχία, αν και αυτό είχε ήδη συμφωνηθεί από τις 28 Φλεβάρη. Όπως επίσης και η μείωση των ενσήμων σε 50 από 80 για παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από τα ταμεία, μέτρο άλλωστε που αφορά και τους έλληνες εργαζόμενους που πλήττονται από την ανεργία. Ωστόσο και εδώ θα πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι γιατί χιλιάδες μετανάστες δεν συμπληρώνουν ούτε αυτά τα ένσημα, και ειδικά όσοι απασχολούνται στην οικοδομή ή σε άλλες περιστασιακές δουλειές. Μένει να διευκρινιστεί αν αυτό θα έχει μόνιμο χαρακτήρα ή θα αποτελεί μια εξαίρεση για φέτος, όπως αρχικά είχε δηλωθεί από τον υφυπουργό εργασίας Κουτρουμάνη.


Η ρύθμιση «δεύτερης ευκαιρίας» για όσους νόμιμους μετανάστες (περίπου 150.000-200.000) έχασαν τα τελευταία 2 χρόνια λόγω της ανεργίας τη δυνατότητα ανανέωσης της άδειας διαμονής είναι η τελευταία δέσμευση της κυβέρνησης, που όμως μένει να διευκρινιστούν και εδώ οι λεπτομέρειες, δεδομένου ότι τα 120 προαπαιτούμενα ένσημα θα δώσουν λύση σε ελάχιστους απ’ αυτούς. Αλλιώς θα οδηγήσει τους περισσότερους μετανάστες να τα πληρώνουν από την τσέπη τους προκειμένου να συμπληρωθεί ο αριθμός τους. Όπως και να χει από τα 200 καλύτερα τα 120.

Νίκη ή ήττα;

Η απεργία πείνας των 300 είχε ένα προηγούμενο, την νομιμοποίηση 15 μεταναστών ύστερα από 25 μέρες απεργίας πείνας στα Χανιά τον Νοέμβριο του 2008. Υπενθυμίζουμε πως «στις αρχές Νοεμβρίου του 2008 15 μετανάστες εργάτες στα Χανιά ξεκίνησαν απεργία πείνας με αίτημα τη νομιμοποίησή τους. Μετά από πολυήμερη απεργία και την πίεση του κινήματος αλληλεγγύης στον αγώνα τους, ο τότε υπουργός Εσωτερικών, Γ. Παυλόπουλος, τους είχε νομιμοποιήσει ενεργοποιώντας με υπουργική απόφαση την Επιτροπή Μετανάστευσης του άρθρου 89 του νόμου 3386/2005. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, η Επιτροπή “παρέχει τη γνώμη της για όσες περιπτώσεις παραπέμπονται σε αυτήν όταν, η άδεια παραμονής χορηγείται ή ανανεώνεται με απόφαση του υπουργού Εσωτερικών ή με κοινή υπουργική απόφαση”. Επικυρώνει εν ολίγοις την επιλογή του υπουργού Εσωτερικών να νομιμοποιήσει έναν αλλοδαπό, ακόμη και αν δεν πληροί τις προϋποθέσεις, για εξαιρετικούς λόγους». (Αυγή 01/02/2011) Πάνω σ’ αυτό το νομικό προηγούμενο στάθηκε και η πρόσφατη απεργία, καθώς και σε άλλες μαζικές νομιμοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε πολλές χώρες της Ευρώπης μετά το 2008.

Όμως η κυβέρνηση απέκλεισε εντελώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο. «Επιχειρώντας λοιπόν ο υπουργός Εσωτερικών να κλείσει κάθε νομική δυνατότητα νομιμοποίησης των 300 απεργών, ανακοίνωσε χθες (6η μέρα της απεργίας) πως με απόφασή του καταργεί “την υπ’ αριθ. 1719/26.01.2009 (ΦΕΚ 91 Β’) απόφαση του υπουργού Εσωτερικών, Παραπομπή υποθέσεων στην Επιτροπή του άρθρου 89 του ν. 3386/2005, βάσει της οποίας οι αρμόδιες υπηρεσίες είχαν προβεί στην εξατομικευμένη νομιμοποίηση των 15 μεταναστών”. Να σημειώσουμε ότι η κατάργηση δεν συνιστά ανάκληση των αδειών που είχαν χορηγηθεί στους 15, αλλά “πάγωμα” τρόπον τινά της σχετικής Επιτροπής, καθώς το άρθρο 89 που την προβλέπει δεν μπορεί να καταργηθεί παρά μόνο με νέα νομοθετική πρωτοβουλία». (Αυγή 01/02/2011)


Αν λοιπόν κρίνει κανείς το αποτέλεσμα από το αρχικό αίτημα των απεργών, που ήταν η νομιμοποίηση με βάση το προηγούμενο των Χανίων, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για νίκη. Εξάλλου η πρόταση για καθεστώς ανοχής ήταν γνωστή και είχε ήδη απορριφθεί από τους απεργούς. Αυτό που αλλάζει το αποτέλεσμα είναι η υποχώρηση της κυβέρνησης στο δικαίωμα των απεργών να ταξιδεύουν στη χώρα τους, και φυσικά η υπόσχεση για επ’ αόριστον«αναβολή επιστροφής». Ωστόσο πρόκειται για λύση πολύ πιο κοντά στις θέσεις της κυβέρνησης, και μάλιστα χωρίς να αναγκάζεται γι’ αυτό να νομοθετήσει. Το νομικό καθεστώς παραμένει το ίδιο, με τους 300 να βρίσκονται σε ένα ευάλωτο ειδικό καθεστώς εξαίρεσης, αν υποθέσουμε ότι θα τηρηθούν οι δεσμεύσεις της κυβέρνησης. Παρ’ όλα αυτά δεν πρέπει να υποτιμηθεί η υποχώρηση της κυβέρνησης στα σημεία (ένσημα, 2η ευκαιρία, δυνατότητα ταξιδιού στους 300). Αυτά είναι μια μερική νίκη που ισοφαρίζει την επιμονή της κυβέρνησης στο καθεστώς ανοχής.

Καθαρές εξηγήσεις

Στην πραγματικότητα η κουβέντα περί νίκης και ήττας έχει συσκοτιστεί, όχι τόσο από το αποτέλεσμα που δυστυχώς κανείς δεν εξηγεί με ένα ξεκάθαρο τρόπο, αλλά από την αρχή του αγώνα με δεδομένο ότι δεν υπήρχε ένα συγκεκριμένο διεκδικητικό πλαίσιο, πέρα από το γενικό «νομιμοποίηση για όλους τους μετανάστες». Ένα τέτοιο αίτημα, αν δεν έχει απλώς προπαγανδιστικό χαρακτήρα, και μπαίνει με έναν άμεσο τρόπο, δηλαδή εδώ και τώρα, θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε μια απεργία θανάτου με ό,τι επακόλουθα θα είχε αυτό. Και αυτό δεν αφορά κάποιους συσχετισμούς απλώς, αλλά την ετοιμότητα της αριστεράς και του κινήματος να αντεπεξέλθουν σε μια τέτοια απότομη κλιμάκωση της αντιπαράθεσης. Εν πάση περιπτώσει, είναι συνήθεια στην Ελλάδα όταν γίνεται ένας αγώνας να μπαίνουν όλα στο τραπέζι, και στο τέλος να μην μένει τίποτα.


Το δεύτερο προβληματικό σημείο ήταν ο τρόπος που διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση. Αυτό δεν αποτελεί υπονοούμενο γι’ όσους συμμετείχαν σ’ αυτές, αλλά σίγουρα υπήρχε σκοτάδι στον κόσμο που κινητοποιήθηκε για το τι ακριβώς συζητιέται. Και δεν μιλάμε για τους ίδιους τους απεργούς που προφανώς συμμετείχαν σ’ αυτές και έχουν άμεση γνώμη, αλλά περισσότερο για τους αλληλέγγυους και γενικά τον κόσμο που μπορεί να μην βάρεσε βάρδιες στην Υπατία ή στα νοσοκομεία, αλλά ήταν στο πλευρό των απεργών. Αυτό συμβαίνει ακόμα και μερικές μέρες μετά την απεργία, την ώρα που το κίνημα πανηγύριζε, για να πληροφορηθούμε λίγο αργότερα για το καθεστώς ανοχής, για την «αναβολή επιστροφής», για δακτυλοσκοπήσεις και άδειες που θα δίνει η αστυνομία κ.ο.κ. Όλα αυτά θα έπρεπε να γίνουν γνωστά πρώτα απ’ όλα από την ίδια την Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης, και όχι από τις διευκρινήσεις του Ραγκούση. Και τα περί «υπαναχώρησης» και «κωλοτούμπας» του ΠΑΣΟΚ απλώς συνεχίζουν να δημιουργούν ερωτηματικά χωρίς κανένα λόγο.


Η Πρωτοβουλία από την πρώτη στιγμή όφειλε να ξεκαθαρίσει ότι αυτή είναι η συμφωνία, κερδίσαμε σ’ αυτά τα σημεία και στα άλλα αναγκαστήκαμε να αποδεχτούμε τις προτάσεις της κυβέρνησης. Οι απεργοί ήταν σύμφωνοι με αυτήν ακριβώς τη λύση, δυστυχώς δεν πήραμε αυτό που θέλαμε, αλλά τουλάχιστον κάναμε ένα βήμα. Απλά, ξάστερα, τίμια και ωραία. Οι απεργοί έχουν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν, αλλά η αριστερά και το κίνημα θα πρέπει να κάνουν άλλου είδους αποτιμήσεις, και να μην κρύβονται πίσω από τη χαρά 300 ανθρώπων που έδιναν επί 45 μέρες τη ζωή τους. Και μόνο το γεγονός ότι έκαναν γνωστό το πρόβλημα και που ανάγκασαν τη κυβέρνηση να διαπραγματεύεται μαζί τους είναι όντας μια μεγάλη επιτυχία.

Και αντί να γίνει ένας σοβαρός πολιτικός απολογισμός, γινόμαστε μάρτυρες μιας σπέκουλας. Από το «τι θέλετε να συνέχιζαν την απεργία και να πέθαιναν», μέχρι για «κουστωδίες διαμεσολαβητών που πρόδωσαν τον αγώνα». Ούτε η απεργία μπορούσε να συνεχιστεί, ούτε κανείς πρόδωσε τον αγώνα. Ο αγώνας αυτός βρέθηκε από την πρώτη μέρα στριμωγμένος στη γωνία, με την εκκένωση της Νομικής, και με το μεγαλύτερο μέρος της αριστεράς όχι μόνο να απέχει αλλά και να σιχτιρίζει «αυτούς που έσυραν τους μετανάστες στη Νομική». Αυτό το είδος της αριστεράς είναι όχι μόνο ο μεγάλος απών αλλά και ο μεγάλος χαμένος αυτού του αγώνα. Είναι η αριστερά που έχει μάθει να δίνει καθώς πρέπει αγώνες, και μόνο μέχρι εκεί που της επιτρέπει η αστική νομιμότητα, της οποίας τα όρια πλέον βάζει η άκρα δεξιά. Και αν υπάρχει ένα μεγάλο κέρδος για το κίνημα και την αριστερά που βρέθηκε στο πλευρό των απεργών εργατών πείνας, είναι ότι πλέον μόνο με τέτοιους σκληρούς και αποφασισμένους αγώνες μπορούμε να προχωρήσουμε σπάζοντας τον τσαμπουκά του κράτους εκτάκτου ανάγκης που έχει επιβάλει η κυβέρνηση. Ανεξάρτητα αν ένας αγώνας καταλήγει σε νίκη, ήττα ή ισοπαλία, αυτό που έχει σημασία για να μπορέσουμε να πάμε μέχρι το τέλος είναι να βγάζουμε κάθε φορά χρήσιμα συμπεράσματα. Αλλά γι’ αυτό δεν υπάρχει κανένας λόγος να συμπεριφερόμαστε σαν θίασος πανηγυρτζήδων, και την επομένη να ψάχνουμε ποιος μας πρόδωσε. Αποφασιστικότητα και σθένος την ώρα της μάχης, ψυχρή λογική την ώρα του απολογισμού, χωρίς συναισθηματισμούς και ρηχές συγκινήσεις. Μόνο έτσι θα γίνουμε καλύτεροι και μόνο έτσι θα χτίσουμε στέρεες βάσης συντροφικότητας και εμπιστοσύνης. Ας διδαχτούμε από την αποφασιστικότητα των 300 μεταναστών απεργών πείνας. Και να πανηγυρίσουμε όταν και εμείς καταφέρουμε έστω και για μια φορά να αναγκάσουμε την κυβέρνηση να κάνει πίσω.

Κ. Μαραγκός