Πολιτικός και υγειονομικός ολοκληρωτισμός, κρατική αναδιάρθρωση και καπιταλιστική επέλαση (εισαγωγή στο κεντρικό)

Το ελληνικό κράτος, όπως και η πλειονότητα των κρατών, με την έξαρση της πανδημίας του covid 19 την άνοιξη ζητάει την κοινωνική συναίνεση για μία καθολική καραντίνα, έτσι ώστε να κερδίσει χρόνο για να ενισχύσει το σύστημα υγείας. Σήμερα, μετά από τόσους μήνες βλέπουμε μια δεύτερη καραντίνα, καθώς το σύστημα υγείας δεν θα μπορέσει να αντέξει, αφού δεν έχει ενισχυθεί. Είναι γνωστό ότι μετά την καπιταλιστική αναδιάρθρωση που ξεκίνησε το 2009 τα συστήματα υγείας ανά τον κόσμο βρίσκονται σε αποσύνθεση. Βεβαία υπήρχαν βάσιμες υποψίες ότι κανένα κράτος που ακολουθεί τις αξίες του νεοφιλελευθερισμού, και σέβεται τον εαυτό του δεν θα πετάξει στον κάλαθο των αχρήστων αυτή την αναδιάρθρωση ενισχύοντας προνομιακές δομές για την εργατική τάξη, όπως την υγειά, την παιδεία και τα Μ.Μ.Μ. Μια υποψία που επιβεβαιώθηκε πολύ νωρίς από τη στιγμή που δεν ενίσχυσε τις παραπάνω δομές, και εξαπέλυσε μια πολυδάπανη εκστρατεία προπαγάνδας, με στόχο τη μετατόπιση της ευθύνης του κράτους στην ατομική και κοινωνική ευθύνη των από τα κάτω.

Το κράτος όντας ο συλλογικός εκπρόσωπος του κεφαλαίου, αυτό που το ενδιαφέρει είναι να μην αμφισβητηθεί η ιδία η έννοια του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής, ως το σύστημα που ελέγχει την παραγωγή και τη διανομή των αγαθών, αλλά και την αναπαραγωγή ανθρώπων. Και ενώ πέρασε η άνοιξη φτάσαμε στο καλοκαίρι, δηλαδή στην εποχή που μπαίνει σε λειτουργία η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας, ο τουρισμός. Ακολουθώντας το παράδειγμά των υπόλοιπών κρατών η Ελλάδα δεν μπορούσε να σταματήσει αυτή την ατμομηχανή του κεφαλαίου, και αφού τα «μετρά περιορισμού» του ρυθμού της εξάπλωσης του ιού έχουν πετύχει τον στόχο τους να διαφημίσουν το τουριστικό προϊόν της Ελλάδας ως υγειονομικά ασφαλές, περιορίζονται έως και καταργούνται τελείως, με την ατομική ευθύνη να παραμένει το καλύτερο άλλοθι για ό,τι συμβεί. Φτάνουμε σήμερα σε μια ακόμη καθολική καραντίνα, και πάρα την αναμενόμενη από κάθε άποψη έξαρση του ιού, το κράτος φροντίζει να μείνει πιστό στις αξίες του νεοφιλελευθερισμού και να μην ενισχύσει το σύστημα υγείας, αλλά την αστυνομία και τα σώματα ασφαλείας, καθώς και να χρηματοδοτήσει τα Μ.Μ.Ε.

Ο νεοφιλελευθερισμός ως οικονομική θεωρία προωθεί τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας και τη μεγέθυνση του κράτους καταστολής (αστυνομία), για την αντιμετώπιση της κοινωνικής δυσαρέσκειας που προκύπτει από την απόσυρση της πρόνοιας. Το κεντρικό διακύβευμα από την αρχή της διακυβέρνησης της Ν.Δ., ο έλεγχος του δημοσίου χώρου και η εφαρμογή του δόγματος νόμου και της τάξης, φάνηκε περισσότερο με το ξέσπασμα της πανδημίας. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τις επιθέσεις των ΜΑΤ σε κόσμο που απλώς καθόταν σε πλατείες, τη στιγμή που ο χώρος της εστίασης λειτουργούσε κανονικά. Η συγκυρία του covid 19 δεν ήταν μόνο το πρόσχημα για την εφαρμογή αυτών των πολιτικών, αλλά και ανάγκη καθώς η διάρρηξη του κοινωνικού συμβολαίου που περιλαμβάνει την πρόσβαση στην υγεία, και την προστασία της εργασίας μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες για το κράτος. Κάπως έτσι δεν φαντάζει περίεργο που η υγεία αντικαθίσταται απ’ τη δημόσια ασφάλεια, και μια δυτική δημοκρατία περιστέλλει ελευθερίες με τρόπο που θα ζήλευαν και τα πιο απολυταρχικά καθεστώτα. Το κράτος, ενώ προσλαμβάνει 1500 αστυνομικούς και 800 συνοριοφύλακες και εξαγγέλλει προσχηματικές προσλήψεις γιατρών, περνάει και εφαρμόζει το νομοσχέδιο για την απαγόρευση των διαδηλώσεων. Για πρώτη φόρα μετά τη δικτατορία επιβάλλει καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας τις βράδυνες ώρες, επειδή ομολογουμένως ο ιός επιτίθεται τη νύχτα. Σε αυτό το σημείο κάθε υπόνοια λογικής πρέπει να παραμεριστεί και ο φόβος να ριζώσει, ώστε το κράτος όχι μόνο να διατηρήσει την εξουσία του αλλά και να βγει ακόμα πιο δυνατό απ’ την υγειονομική κρίση· ώστε οι από τα κάτω να αφήσουν κάθε διακύβευμα για τη ζωή τους στην άκρη, και να γίνουν ένα μαζί του στη διαχείριση πανδημίας. Όχι μόνο υιοθετώντας αυτή τη διαχείρισή, όχι μόνο μένοντας κλεισμένοι στη σφαίρα της ιδιωτικότητάς τους, αλλά λειτουργώντας και οι ίδιοι ως ελεγκτές της εφαρμογής της απέναντι στους παραβάτες «άλλους».