Ράιχσταγκ 2012

Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει πατέρα;

Τα «άλλα πλήθη»

Το καθεστώς είναι ένας γίγαντας που πλέον έχει πήλινα πόδια. Γι’ αυτό και πρέπει να τα βάλει στον γύψο αλλιώς θα γίνουν θρύψαλα. Το έστω και επιβεβλημένο ρίσκο που πήραν τα αφεντικά, από τη στιγμή που επεδίωξαν τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής και την εκ νέου οικοδόμησή της με άλλους όρους, δημιουργεί δυναμικές καταστάσεις. Το κέντρο του πολιτικού φάσματος, ο εκφραστής της πάσης φύσεως νοικοκυροσύνης, σιγά-σιγά αποσύρεται, και μαζί του εξαφανίζονται και οι ψευδαισθήσεις επιστροφής στην ομαλότητα του κράτους πρόνοιας. Από τη μία αναδύεται η οργή και από την άλλη το δράμα των πολιτών, που ψάχνουν κάπου να αναθέσουν τις ζωές τους και δεν βρίσκουν κανέναν. Η εκκωφαντική κατάρρευση του κοινωνικού ιστού αναδεικνύει όλες τις αντιφάσεις μιας κοινωνίας που κατέστειλε τις επιθυμίες της με τηλεοπτικά ναρκωτικά και καταναλωτικά υπνωτικά. Για ένα μεγάλο κομμάτι της, αυτή η ύπνωση έγινε η ίδια επιθυμία. Με πιο απλά λόγια, μαζί με την κρίση δεν εμφανίστηκε μόνο το αίτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης, ξαναεμφανίστηκε και το αίτημα της χαμένης κοινωνικής ηρεμίας.

Σε αυτή την κοινωνία ποτέ δεν ήμασταν μόνοι. Απλά η άλλη πλευρά δεν μίλαγε ‒ προτιμούσε να μιλάει στην τηλεόραση. Μπορεί αυτοί που βγήκαν τον Δεκέμβρη να ήταν πολλοί, αλλά και αυτοί που αναρωτιόντουσαν τι δουλειά είχε ο Γρηγορόπουλος στα Εξάρχεια πάλι πολλοί ήταν, ενώ ακόμα πιο πολλοί ήταν αυτοί που χάρηκαν που ο κόσμος κάποια στιγμή γύρισε σπίτι του, όταν πλέον η κατάσταση είχε χρονικά παρατραβήξει. Τα «άλλα πλήθη» στην Ελλάδα πάντα υπήρχαν αλλά έκαναν την εμφάνισή τους σπάνια. Είτε με τη μορφή των μακεδονομάχων το ’90, είτε στις συγκεντρώσεις του Χριστόδουλου, είτε ως ποδοσφαιρόκαβλοι στο Euro, είτε στις απολίτικες συμμορίες που δέρνουν μετανάστες στις γειτονιές, είτε τέλος στις συγκεντρώσεις της οποιασδήποτε δεξιάς ή ακροδεξιάς. Το ζήτημα πλέον είναι ότι όλοι αυτοί πρέπει πλέον να κινητοποιηθούν, ο καναπές χάλασε και τρίζει, η τηλεόραση παίζει μόνο ταινίες οικονομικού τρόμου, και το σπίτι θα το πάρει η τράπεζα, άσχετα εάν έτσι κι’ αλλιώς σε λίγο δεν θα είχε θέρμανση και ρεύμα. Μαζί με τα πλήθη που εν δυνάμει μπορούν να επαναστατήσουν, εμφανίζονται και τα πλήθη που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον στρατό της αντεπανάστασης. Όσο είναι ο καιρός μας, άλλο τόσο είναι και o δικός τους. Ακόμα και εάν σε επίπεδο πολιτικού κινήματος είναι σε εμβρυακό στάδιο, πλεονεκτούν σε ένα βασικό ζήτημα: Αποτελούν σάρκα εκ της σαρκός του καθεστώτος, και προφανώς θα τύχουν και της αμέριστης φροντίδας του. Ταυτόχρονα ο κόσμος που δεν έχει πάρει ακόμα θέση αριθμητικά είναι τόσο μεγάλος που αναμφίβολα θα καθορίσει και την τελική έκβαση των πραγμάτων.

Χρυσαυγίτες, στρατός και μπάτσοι

Η αστική-κοινοβουλευτική δημοκρατία ούτε είναι, ούτε ήταν για το καθεστώς κάτι παραπάνω από ένα εργαλείο. Όποτε δεν την έχει ανάγκη ή όποτε δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς του δεν δίστασε να την πετάξει στα σκουπίδια. Αυτή την εποχή φαίνεται ότι αυτός ο θεσμός περνάει μεγάλη κρίση, και στο περιθώριο αυτής της κρίσης αναδεικνύονται φασιστικές αντι-δημοκρατικές αντιλήψεις και «ιδεολογίες». Μαζί τους αναδεικνύεται και μια μπασταρδεμένη λογική διαμαρτυρίας και φιλοχουντισμού, πατριωτικής αγανάκτησης και αντιμπατσικών συνθημάτων, μια ιδιάζουσα μορφή εθνικής ενότητας στη βάση της φαντασιακής ανιδιοτελούς πολιτικής καθαρότητας. Επίσης μαζί τους εμφανίζεται, και για πρώτη φορά μετά την αντιπολίτευση, κινητικότητα στον στρατό, στη λογική της λαϊκής ακροδεξιάς που κινητοποιείται ενάντια στους προδότες, όπως αυτή εκφράστηκε στο σπάσιμο του Υπουργείου Άμυνας. Η ακροδεξιά πατριωτική συνιστώσα της ελληνικής κοινωνίας αρχίζει σιγά-σιγά να δίνει το παρόν. Με το ένα πόδι πατάει στις συγκεντρώσεις και τις απεργίες ουρλιάζοντας ενάντια στους προδότες, και με το άλλο συζητάει παρασκηνιακά με τους μπάτσους και ρωτάει για το επόμενο κυνήγι μεταναστών. Η ανάγκη έκφρασης αυτού του χώρου πολιτικά, εάν όχι τώρα, κάποια στιγμή αναπόφευκτα θα εκδηλωθεί. Η δημοσκοπική άνοδος της ακροδεξιάς, και μάλιστα όχι της εκλαϊκευμένης του Καρατζαφέρη αλλά της ναζιστικής του Μιχαλολιάκου, αποτελεί ένα σημείο των καιρών που κάποια στιγμή θα εμφανιζόταν. Εάν δεν εμφανιζόταν, το καθεστώς θα έπρεπε να το εφεύρει.

Οι χρυσαυγίτες, οι στοχικοί και τα λοιπά ακροδεξιά μορφώματα αποτελούν την εμπροσθοφυλακή του πατριωτικού ακροδεξιού χώρου. Η μηδαμινή τους, μέχρι την κρίση, παρουσία στο πολιτικό προσκήνιο αποτελούσε συνάρτηση πολλών συνιστωσών. Από τη μία η μαχητική αντιφασιστική δράση και το αδιανόητο της ναζιστικής πρότασης κοινωνικής οργάνωσης σε καιρούς ευημερίας, και από την άλλη η δραστηριοποίησή τους στο επίπεδο του παρακρατικού μηχανισμού οδήγησε αυτόν τον χώρο στη μέχρι τώρα αφάνεια και περιθωριοποίηση. Παρ’ όλα αυτά δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν, το καθεστώς τούς έτρεφε μέσα του, τους άφηνε να στρατολογούν μπάτσους και καραβανάδες, και ταυτόχρονα τους στρατολογούσε το ίδιο στις υπηρεσίες του, μυστικές ή μη. Τώρα είναι η πιο ακραία εφεδρεία του στην υπό προϋποθέσεις επερχόμενη αλλαγή φρουράς.

Στρατόπεδα συγκέντρωσης αντιφρονούντων

Σε αυτό αυτό το πρωτοφανές και ομιχλώδες κοινωνικά τοπίο πραγματοποιούνται και οι πιο περίεργες μεταπολιτευτικά εκλογές. Αν και το ίδιο το αποτέλεσμα των εκλογών σίγουρα σηματοδοτεί μια εντελώς καινούργια κατάσταση, με τις προβλέψεις να μιλάνε για την είσοδο στην βουλή δύο φασιστικών κομμάτων (ΛΑ.Ο.Σ., Καμμένος) και ενός ναζιστικού, μεγάλη άνοδο της αριστεράς και ταυτόχρονα κατάρρευση των κομμάτων εξουσίας, στο παρασκήνιο της προεκλογικής περιόδου συμβαίνουν πιο σημαντικά πράγματα. Πιο σημαντικός από τις ίδιες τις εκλογές είναι ο τρόπος με τον οποίο γίνονται. Η μέχρι στιγμής μονοθεματικότητα γύρω από το θέμα της εγκληματικότητας, όπως προβάλλεται από ΜΜΕ και την πολιτική εξουσία, δείχνει έναν εντελώς καινούργιο τρόπο χειραγώγησης της κοινής γνώμης. Και αυτό στον βαθμό που σηματοδοτεί ουσιαστική αλλαγή στην ίδια την άσκηση εξουσίας είναι σίγουρα πιο σημαντικό από τη διαχείρισή της.

Η τεράστια σε διάσταση επιχείρηση αποπροσανατολισμού των οικονομικά λεηλατημένων μικροαστών, τηλεθεατών και ψηφοφόρων είναι πρωτοφανής σε κυνισμό και αγριότητα. Χωρίς ακόμα να έχει τελειώσει την επίθεσή του εναντίον των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων, με μηδενική νομιμοποίηση στα μάτια αυτών που εξουσιάζει, και ενώ η θέση του είναι τουλάχιστον επισφαλής, το καθεστώς προσπαθεί να αλλάξει τον ίδιο του τον ρόλο και να επιβληθεί ως ο μεγάλος προστάτης της κοινωνίας. Όλη η επιχείρηση μοιάζει σαν να προσπαθεί να σβήσει σε μια στιγμή από τη μνήμη των προλετάριων και των μικροαστών όλη την ταξική σύγκρουση των τελευταίων τριών ετών ,και να επανεκκινήσει την κοινωνική μηχανή από την αρχή με άλλους όρους. Ο βασικός μισθός πήγε 400 ευρώ (μόλις πριν δυο μήνες) και η κοινωνία εξαθλιώθηκε από κάποια περίεργη φυσική καταστροφή ή επιδημία, την οποία τώρα ο Χρυσοχοΐδης, οι Ναζί, ο Καρατζαφέρης ή ο Σαμαράς καλούνται να διαχειριστούν, και για την οποία προτείνουν λύσεις. Στην κοινωνία-στρατόπεδο συγκέντρωσης ούτε οι Χρυσοχοΐδηδες, ούτε οι Σαμαράδες είναι υποχρεωμένοι να εξηγούν τι κάνουν και γιατί το κάνουν. Έχουν δικαίωμα επί της ζωής και του θανάτου όλων των φυλακισμένων εντός του στρατοπέδου, του οποίου και εγγυώνται την εύρυθμη λειτουργία σκοτώνοντας και εκτελώντας όσο συχνά χρειαστεί. Το ολοκαίνουργιο κόμμα της Τάξης σχεδιάζει ένα εφιαλτικό δυστοπικό μέλλον με ορδές μπάτσων στους δρόμους, μισθοφόρους και πολιτοφύλακες στις γειτονιές, και εάν χρειαστεί στρατό γύρω από κυβερνητικά κτήρια. Ο σχεδιασμός είναι αυτός που αρμόζει στη στρατιωτική επιβολή επί ενός εχθρικά διακείμενου πληθυσμού.

Το Κόμμα της Τάξης, είτε στη μνημονιακή είτε στην αντιμνημονιακή μορφή του, έχει ένα και μόνο αντικείμενο. Εμπορεύεται Τάξη και Ασφάλεια και ξερνάει τρομοκρατία επί του πληθυσμού. Η παρακρατική Ελληνική Πολιτοφυλακή του καθηγητή Λιόλιου, που μόνο προσωρινά διαλύθηκε, δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένας μισθοφορικός στρατός εντός της πόλης – σύμφωνα με τον επίσημο κανονισμό λειτουργίας της – που θα πουλάει προστασία στους έντρομους πολίτες ενός κράτους που από τη μία λεηλατεί οικονομικά τον πληθυσμό και από την άλλη πριμοδοτεί την αλληλοσφαγή του. Ομοίως οι Χρυσαυγίτες δεν κρύβουν ότι σκοπεύουν και οι ίδιοι να μετατραπούν σε επαγγελματίες μισθοφόροι. Και στις δύο περιπτώσεις η εταιρία γιγαντώνεται και μετατρέπεται σε κράτος. Αντίστοιχα με νέα ρύθμιση του Χρυσοχοΐδη θα μπορούν μεγαλέμποροι, βιομήχανοι, μαφιόζοι ή οποιοσδήποτε έχει τη δυνατότητα να νοικιάζει μπάτσους για προστασία, μετατρέποντας το ίδιο το κράτος σε εταιρία παροχής ασφάλειας. Κράτος, παρακράτος, μισθοφόροι, μαφιόζοι, πολιτικοί, βιομήχανοι και χρυσαυγίτες εμπλέκονται σε ένα ελεεινό γαϊτανάκι αλληλοπαροχής προστασίας σε έναν ολοκληρωτικό κόσμο αγγελικά πλασμένο. Η εφαρμογή αυτού του σχεδίου από ένα καθεστώς που έχει ήδη ηθικά χρεοκοπήσει αποτελεί εμφύλιο πόλεμο.

Η ιδεολογική σύμπλευση του Χρυσοχοΐδη με τον Μιχαλολιάκο δεν προκύπτει ούτε από την φασιστοποίηση του πρώτου, ούτε από τον εξωραϊσμό τον «απόψεων» του δεύτερου. Προκύπτει από την ανάγκη του καθεστώτος να σταματήσει να αμφισβητείται πολιτικά. Η επίθεση στους μετανάστες είναι μόνο η αρχή. Ο υπουργός Καταστολής δεν είναι μαλάκας να πιστεύει ότι φοβούνται τους μετανάστες οι νεόπτωχοι και γι’ αυτό δεν ψωνίζουν στο εμπορικό κέντρο της Αθήνας. Στόχος του είναι η αποκτήνωση της κοινωνίας, είτε με τους Δελτάδες να γονατίζουν και μετά να τσουβαλιάζουν ανθρώπους που στη συντριπτική πλειοψηφία τους δεν έχουν κάνει απολύτως τίποτα, είτε με το να υπόσχεται θέσεις εργασίας σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όταν το επιτύχει αυτό θα επιτεθεί και σε αυτούς που μπορούν ακόμα να βλέπουν τον υπαίτιο για την εξαθλίωσή τους. Οι οποίοι και πάρα πολλοί είναι και αυξάνονται. Ταυτόχρονα πλησιάζει η στιγμή που δεν θα ικανοποιούνται με μια στημένη συγκρουσιακή γενική απεργία κάθε τρεις μήνες.

Αντιφασισμός και αντιεξουσιαστική πρόταση

Η κρισιμότητα της ιστορικής περιόδου που διανύουμε αναδεικνύει της αδυναμίες και τα όρια της συγκρότησης της δικιάς μας πλευράς. Συνεπώς δείχνει και τα όρια του αντιφασισμού. Η εναντίωση στην άνοδο των φασιστικών-ναζιστικών συμμοριών, που συντελείται ταυτόχρονα με τον εκφασισμό του καθεστώτος, εάν δεν ξεφύγει από το επίπεδο της αντίστασης και δεν προχωρήσει στην πρόταση δεν έχει μέλλον. Ο φασισμός πατάει στην κανιβαλιστική συμπεριφορά εξαθλιωμένων ελλήνων και μεταναστών, τη διαχωρίζει με βάση τη φυλή, και της δίνει πολιτικό πρόσημο. Η ύπαρξή του νοηματοδοτείται από την ύπαρξη του κανιβαλισμού ‒ σε επίπεδο γειτονιάς οι φασίστες είναι οι μπράβοι που προστατεύουν τα ελληνικά μικροσυμφέροντα στον πόλεμο φυλετικών συμμοριών που οι ίδιοι πριμοδοτούν (και εάν δεν υπάρχει τον εφεύρουν). Η αναγκαία εξόντωση των φασιστών, εάν δεν συνοδεύεται από τη δημιουργία κοινοτήτων και δομών με τις οποίες θα μπορούν οι κάτοικοι να επιβιώνουν σε αυτές τις γειτονιές δεν είναι μόνο ανέφικτη, είναι και ανούσια – ο φασισμός θα ξαναεμφανιστεί με άλλη μορφή. Ταυτόχρονα εάν δεν χτυπήσουμε το κοινωνικό απαρτχάιντ ενάντια στους εργάτες χωρίς χαρτιά, δημιουργώντας ομάδες που είτε θα απαιτούν και θα διεκδικούν τα αυτονόητα όπως υγεία, παιδεία και τροφή, είτε θα τα κάνουν δικιά τους υπόθεση με κοινωνικά ιατρεία, ελευθεριακά σχολεία και λαϊκά συσσίτια, οι αναγκαίες ομάδες αυτοάμυνας απέναντι σε μπάτσους και φασίστες δεν θα μπορούν να γίνουν από πολιτικές ομαδοποιήσεις, κομμάτι της κοινωνίας. Με απλά λόγια η συμβίωση ντόπιων και μεταναστών εξαρτάται άρρηκτα από την επιβίωσή τους.

Ταυτόχρονα εάν ο αντιφασισμός δεν ξεπεράσει την αναπαραγωγή στερεοτύπων αριστερής προέλευσης, και δεν περάσει στο επίπεδο της πραγματικής ζωής και καθημερινότητας, αναπόφευκτα θα καταλήξει γραφικότητα κενή νοήματος. Ανάμεσα στους μετανάστες υπάρχουν επαναστατημένοι και νοικοκυραίοι, ρουφιάνοι και αξιοπρεπείς, αφεντικά και σκλάβοι και πολλοί, πάρα πολλοί προλετάριοι που δεν βρίσκουν κανέναν απολύτως τρόπο επιβίωσης. Η ταυτότητα του μετανάστη δεν αποτελεί συλλογική ταυτότητα, και συνεπώς δεν είναι όλοι οι μετανάστες αδέλφια μας, όπως άλλωστε ούτε όλοι οι προλετάριοι είναι, ούτε όλοι οι ντόπιοι εργαζόμενοι. Τα αδέλφια μας βρίσκονται στις λαϊκές συνελεύσεις, στις συγκρούσεις και τα οδοφράγματα, στα δίκτυα αλληλεγγύης και σε εκείνο το κομμάτι του ντόπιου και πολυεθνικού προλεταριάτου που ούτε θα φάει τις σάρκες του, ούτε θα σκύψει το κεφάλι.

Μαζί τους θα οικοδομήσουμε την αντιεξουσιαστική πρόταση και μαζί τους θα επαναστατήσουμε.

Βαγιάν