Το Ν.Α.Τ.Ο. και η ασφάλεια που εδραιώνει.
Συστηματικά, από την ίδρυσή του το Ν.Α.Τ.Ο προσπαθεί να καλλιεργήσει την πεποίθηση ότι η συγκεκριμένη συμμαχία προασπίζεται την ασφάλεια και προάγει την ειρήνη. Παρόλα αυτά οι κάτοικοι των χώρων που έχουν δεχθεί τις «ανθρωπιστικές» παρεμβάσεις του Ν.Α.Τ.Ο. και των μελών του, έχουν δει μόνο τον πόλεμο, τη βία και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, βιώνοντας ακόμα τις συνέπειες των παρεμβάσεων. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν το Ιράκ και η Λιβύη. Ίσως η πιο ειλικρινής παραδοχή του ρόλου της συμμαχίας να ήταν η δήλωση του πρωθυπουργού της Ελλάδας το 1952 Νικόλαου Πλαστήρα, όταν το ελληνικό κράτος εισήλθε στην συμμαχία, «Δεν μπορεί κανείς να μην παραδεχθεί ότι όταν η Ελλάς συμμετέχει εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον μετά των μεγάλων δυνάμεων, αι οποίαι κατοικούνται από ελευθέρους δημοκρατικούς λαούς, αισθάνεται αυτή ασφαλεστέραν… Αι άλλαι θεωρείται περί ειρηνεύσεων και ουδετερότητας… δεν έχουν καμιάν σχέσιν με το γεγονός αυτό».
Στον ελλαδικό χώρο, το αποτύπωμα την ειρήνης και της ασφάλειας που θα προσέφερε το Ν.Α.Τ.Ο., αποτιμάται στην εκτόξευση της αγοράς όπλων, την εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων, την αποστολή στρατευμάτων σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης και την συνεχή πόλωση με τη «μυθική εχθρό» της Ελλάδας και σύμμαχο της στο Ν.Α.Τ.Ο., Τουρκία. Οι Ουκρανοί/ές με τις υποσχέσεις για ασφάλεια και ειρήνη με την ένταξή τους στο Ν.Α.Τ.Ο. βιώνουν την δραματική αποτύπωση του «Ο πόλεμος είναι ειρήνη». Το Ν.Α.Τ.Ο. χτίζοντας τις ζώνες επιρροής του – το μονό που καταφέρνει να εδραιώσει – είναι η πολεμική ανασφάλεια, επιβεβαιώνοντας ότι οι θεωρίες περί ειρήνευσης δεν έχουν καμία σχέση με αυτό.
Ο εθνικισμός και οι διακρατικοί ανταγωνισμοί παράγουν νέους πολέμους.
Οι διακρατικοί ανταγωνισμοί υπάρχουν διαρκώς στο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής που εκφράζεται μέσα από το έθνος-κράτος. Αποτελούν συνθήκες που όλο και συχνότερα παράγουν βίαιες συγκρούσεις. Απαραίτητο συστατικό όμως για την παραγωγή αυτών των συγκρούσεων αποτελεί ο εθνικισμός. Μέσα στις ταραχές του 2014 αναδύθηκε ένας νέος ουκρανικός εθνικισμός επιχειρώντας να πάρει θέση στον διακρατικό ανταγωνισμό Η.Π.Α. – Ε.Ε. και Ρωσίας για το αν η Ουκρανία θα παραμείνει στην σφαίρα επιρροής της Ρωσίας ή θα προσχωρήσει στην Η.Π.Α. – Ε.Ε. Αυτός ο εθνικισμός προετοίμαζε και προέκρινε τον πόλεμο στην κοινωνία.
Αυτό θα πρέπει να γίνει το παράδειγμα προς αποφυγή και να μας προβληματίσει ιδιαίτερα σε σχέση με τον διαρκή εθνικισμό που καλλιεργείται και στον ελλαδικό χώρο. Ένα διαρκές πεδίο παρέμβασης του εθνικισμού στην Ελλάδα αποτελεί και η όξυνση της πολεμικής στις «ελληνοτουρκικές σχέσεις». Αυτός ο εθνικισμός ευθύνεται για την προώθηση της ιδέας του πολέμου αλλά και για την εξοικείωση της κοινωνίας με την πολεμική διαδικασία. Ο αλυτρωτισμός που καλλιεργείται ήδη από τα σχολεία, οι διαρκείς μεταφορές πολεμικών στιγμών στα μέσα ενημέρωσης με εικονικές αερομαχίες, η προπαγάνδα της αμυνόμενης Ελλάδας που κινδυνεύει από την επιθετική Τουρκία, όλα μαζί είναι διαρκείς στόχοι του ελληνικού εθνικισμού. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το στήσιμο μιας υποτιθέμενης «πολεμικής σύγκρουσης» Ελλάδας-Τουρκίας που στήθηκε στον Έβρο, στην οποία όμως υπήρχαν υπαρκτά θύματα από το ελληνικό κράτος, πρόσφυγες και μετανάστες που προσπαθούσαν να περάσουν τα σύνορα.
Πρόσφυγες δύο πολέμων
Τους πρώτους πρόσφυγες από την Ουκρανία υποδέχθηκε ο Περιφερειάρχης Αττικής Γ. Πατούλης, ενώ ο υπουργός μετανάστευσης δήλωσε «Η Ελλάδα είναι ανοιχτή στη φιλοξενία Ουκρανών προσφύγων. Θεωρούμε υποχρέωσή μας να συμμετάσχουν σε αυτή την ανθρωπιστική αλυσίδα» και παρουσίασε και την ταχεία διαδικασία εισόδου για μαζικά εκτοπισμένους πρόσφυγες. Όπως ανέφερε, όσοι φτάνουν στα σύνορα χωρών της ΕΕ λαμβάνουν μια έκτακτη άδεια που τους δίνει το δικαίωμα παραμονής για έναν χρόνο και τους δίνει άμεσα το δικαίωμα εργασίας.
Παράλληλα, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου υγείας δήλωνε πως όλοι οι υπήκοοι της Ουκρανίας που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο καταγωγής τους εξαιτίας του πολέμου, εντάσσονται στις ανασφάλιστες-ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και έχουν το δικαίωμα της ελεύθερης πρόσβασης στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, δικαιούμενοι νοσηλευτικής και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και ούτω καθ’ εξής. Μέχρι και ο ΟΑΣΑ ανακοίνωσε την δωρεάν μετακίνηση των προσφύγων με τις αστικές συγκοινωνίες. Αυτή η υποδειγματική αντιμετώπιση από το ελληνικό κράτος των Ουκρανών προσφύγων εν αντιθέσει με τους πρόσφυγες από την Μέση Ανατολή και την βόρεια Αφρική, για τους οποίους η υποδοχή από το ελληνικό κράτος αποτελεί έναν εφιάλτη, φανερώνει τον δομικό ρατσισμό του ελληνικού κράτους. Από τη μια μεριά οι υπηρεσίες του μπορούν να υποδέχονται με μια ανοιχτή αγκαλιά λευκούς χριστιανούς πρόσφυγες από τη συμμαχική Ουκρανία, ενώ από την άλλη μεριά πνίγουν στο Αιγαίο τους πρόσφυγες που δεν ανταποκρίνονται στα παραπάνω χαρακτηριστικά.
«Ενός πολέμου μύρια έπονται»
Κάθε πόλεμος αποτελεί το προνομιακό πεδίο για την πολεμική βιομηχανία. Αυτή είναι σε θέση να πουλήσει νέα όπλα ή να αντικαταστήσει παλιότερα όπλα που θα καταστραφούν, αλλά και να αιτιολογήσει τη γενικότερη ανάγκη αγοράς οπλισμού ακόμα και για τα κράτη που βρίσκονται μακριά από το πολεμικό θέρετρο.
Ο συγκεκριμένος όμως πόλεμος στην Ουκρανία έβγαλε μπροστά και μια νέα βιομηχανία που έχει πολλά εκατομμύρια να κερδίσει από αυτόν. Φυσικά αυτή η βιομηχανία είναι η ενεργειακή. Με το ξεκίνημα του πολέμου ξεκίνησε και η συζήτηση για τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας και για την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο. Μια συζήτηση η οποία είχε κάθε λόγο να χαροποιήσει τις Η.Π.Α. αφού -πέρα από τον προαιώνιο διακρατικό ανταγωνισμό με τη Ρωσία- εδώ και χρόνια προσπαθούν να λανσάρουν στην Ευρώπη το σχιστολιθικό φυσικό αέριο που εξορύσσουν. Την ίδια στιγμή, η Ευρώπη -με εξαίρεση το ελληνικό κράτος που ικανοποιεί κάθε παραλογή επιθυμία των Η.Π.Α.- είχε κάθε λόγο να αρνείται το σχιστολιθικό αέριο. Αυτό συμβαίνει για τρεις λόγους.
Πρώτον, επειδή η διαδικασία της εξόρυξης είναι εξαιρετικά επιβαρυντική για το περιβάλλον και για αυτό καθιστά την ενέργεια που παράγεται από το σχιστολιθικό αέριο εντελώς μαύρη. Δεύτερον, η μεταφορά φυσικού αερίου δια θαλάσσης είναι μια εξαιρετικά ασταθής τροφοδοσία. Αυτό το απέδειξε περίτρανα η παραλίγο κατάρρευση του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου -της οποίας τις συνέπειες βιώνουμε ακόμα με τις καθυστερήσεις στη μεταφορά των αγαθών και την άνοδο των τιμών. Αυτό το φαινόμενο προκλήθηκε από τα μέτρα για την αντιμετώπισή του κορωνοϊού. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει ενεργειακή αυτονομία τη μεταφορά καυσίμου μέσω θαλάσσης από την άλλη μεριά του πλανήτη. Τρίτον, γιατί η παραλαβή του φυσικού αερίου από τις Η.Π.Α. προϋποθέτει την κατασκευή τεράστιων και κοστοβόρων υποδομών στα λιμάνια. Το κόστος αναλαμβάνουν τα κράτη να το μετακυλήσουν στους καταναλωτές του φυσικού αερίου.
Καταλήγοντας, οι κυρώσεις ενάντια στην Ρωσία δεν έχουν ανατρέψει το πολεμικό σκηνικό, ενώ η Ρωσία προσπαθεί να αποδείξει ότι είναι ένας σταθερός ενεργειακός εταίρος αυξάνοντας τις εξαγωγές πετρελαίου σε επίπεδα ρεκόρ και ρίχνοντας την τιμή του. Η Ευρώπη, από την άλλη, επιλέγοντας να αλλάξει το ενεργειακό της μείγμα εισάγοντας υγροποιημένο φυσικό σχιστολιθικό αέριο από τις Η.Π.Α., δηλαδή μαύρη, ανασφαλή και ακριβή ενέργεια, δεν καταφέρνει να σταματήσει τον πόλεμο και απλώς εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Η.Π.Α.
συντακτική ομάδα Χανίων