Μυτιλήνη. Λέρος. Κως. Βικτώρια. Ειδομένη. Βελιγράδι. Πόλεις, χωριά και χωράφια, πύλες και έξοδοι ανθρώπων αλλά και μιας νέας πραγματικότητας που δε χωράει πια κάτω από το χαλί. Στο μεγαλύτερο μέρος τις κοινωνίας ωστόσο, δεν έχει φτάσει ακόμη παρά μόνο διαμεσολαβημένη από οθόνες. Μια τέτοια περίπτωση είναι και Κρήτη που, αν και βρέχεται από τα ματωμένα νερά του Λιβυκού, η γεωπολιτική την έχει σχεδόν αποκλείσει από τους χάρτες αυτού του ακούραστου transit που λαμβάνει χώρα. Αντιπαθώντας λοιπόν τη διαμεσολάβηση της εικόνας, ξεκίνησα από την Κρήτη με καλή συντροφιά, διέσχισα την Ελλάδα και πήγα στην Ειδομένη.
Στη σημειολογία του εκεί τοπίου αξίζει μια εκτενής αναφορά, ώστε να αναδειχθούν οι ιστορικές συγγένειες των εικόνων που συναντά κανείς εκεί, συγγένειες 70ετείς ή 90ετείς. Ωστόσο, ακόμα και μια τέτοια δεν θα ήταν αρκετή για να μεταφέρει το κλίμα που επικρατεί αφού, όταν βλέπεις την εικόνα ακαδράριστη από τον φωτογραφικό φακό, συμπεριλαμβάνει τις –διόλου ευχάριστες- θερμοκρασίες, τις μυρωδιές και τους ήχους που την κάνουν πραγματικότητα, καθώς και τον ίδιο τον φωτογραφικό φακό που καταναλώνει λαίμαργα στοιβαγμένες δυστυχίες. Αντίστοιχα, δύσκολο θα ήταν να μπουν σε γραμμές οι χιλιάδες ιστορίες των ανθρώπων που έβλεπες, ιστορίες για τις οποίες μερικές φορές φοβόσουν να ρωτήσεις κοιτάζοντας τα δύσβατα βλέμματά των ανθρώπων που τις έφεραν. Αλλά αυτό θα γίνει αλλού. Εμείς θα εστιάσουμε αρχικά στο παράλογο θέατρο των συνόρων.
Δεν είναι δύσκολο να αποκρυπτογραφήσεις τους ρόλους που παίζονται. Οι μπάτσοι, πέρα από το ότι βγάζουν το ρατσιστικό σαδισμό τους πάνω στους μετανάστες, τα έχουν πλακάκια με τους διακινητές και με τους ντόπιους κανίβαλους μαυραγορίτες δημιουργώντας ένα συνεκτικό και παντελώς αήθη πλουτοπαραγωγικό ιστό. Η ύπατη αρμοστεία των ηνωμένων εθνών, μαζί με τους μπάτσους και με ύφος νταβατζή της αλληλεγγύης, επιβλέπει, χορηγεί τρόφιμα (μόνο υπό το φως της ημέρας και της δημοσιότητας), διαχειρίζεται φράγκα, στήνει τεράστιες σκηνές, βρύσες και χημικές τουαλέτες, πάντα κατόπιν εορτής και χωρίς συντήρηση και παίρνει το μηνιάτικο. Τις Κυριακές ρεπό. Οι διάφορες ΜΚΟ σκάνε όλες μαζί με φράγκα και χαμόγελα την ημέρα και τα μαζεύουν τη νύχτα. Ακόμα και οι γιατροί φεύγουν, διότι δε βγαίνουν οι βάρδιες λένε, παρόλο που το πρωί είναι τρεις ομάδες γιατρών και το βράδυ καμία. Το βράδυ βλέπεις δεν έχει κάμερες να τραβάνε φωτογραφίες που να δικαιολογούν τα κονδύλια. Πάνω στις ράγες, ή μέσα σε μεγάλες πλαστικές σκηνές που βρωμάνε ξερατά και κάτουρο, κάποιοι άνθρωποι τρομαγμένοι και ταλαιπωρημένοι, μέρα νύχτα έρχονται και φεύγουν ασταμάτητα προς ένα αβέβαιο εκεί και άλλοι προς ένα σίγουρο πουθενά. Δίπλα τους τα βράδια τις περισσότερες φορές βρίσκονται και μερικές αυτοοργανωμένες ομάδες αλληλέγγυων χωρίς διακριτικά που, εδώ και 11 μήνες δίνουν αίμα, κρύβοντας τα πρόσωπα όταν σκάνε οι φακοί, άνθρωποι για τους οποίους η αλληλεγγύη είναι θέση προώθησης μιας διεθνούς κοινωνικής εξίσωσης και όχι αντίθεσης.
Το προσφυγικό δεν ξεκίνησε τώρα, ωστόσο κλιμακώνεται γρήγορα και αλλάζει συνεχώς. Είναι σημαντικό το σημείο που διανύουμε μέσα στην εναλλαγή αυτή, διότι το ζήτημα βρίσκεται σε μια φάση στην οποία δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η θεσμική του πλαισίωση, πράγμα που το καθιστά σχετικά ανεξέλεγκτο από πλευράς κρατών. Μέσα από ακριβώς αυτό το στοιχείο είναι που εγείρεται η δυνατότητα και η ανάγκη για μια κεφαλαιοποίηση αυτής της εντυπωσιακής αντανακλαστικής αλληλεγγύης που προέκυψε, μέσω της αναβάθμισής της σε μακροπρόθεσμη, μέσω δηλαδή της δημιουργίας θεμελιακών δομών που θα απαντάνε στη νέα κατάσταση. Αλληλέγγυων δομών εκτός του πεδίου ελέγχου από κράτη και φορείς, εκτός του συμφεροντολογικού πεδίου ΜΚΟ και ντόπιων. Δομών που θα διαφοροποιούνται από το “δυτικό ανθρωπισμό” ή το εγχώριο κανιβαλισμό, αποτυπώνοντας και πραγματώνοντας αυτό το τρίτο, διαφορετικό αξιακό σκέλος που αναδύεται στην κοινωνία και εμπνέει προτάγματα εχθρικά προς το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό μοντέλο.
Μέχρι σήμερα σε όλη την επικράτεια αυτό το σκέλος έχει εκφραστεί μέσα από συζητήσεις, εκδηλώσεις, καφενεία οικονομικής ενίσχυσης, συλλογή ρούχων και άλλων αντικειμένων, ανταλλαγή πληροφορίας τηλεφωνικά, μέσω συνελεύσεων ή social media, ενδοσυνεννοήσεις για την «κίνηση» των μεταναστών στους διάφορους κόμβους ή και φυσική παρουσία σε αυτούς. Είναι πολύ σημαντικό να δημιουργηθεί όμως ένα δίκτυο μεταξύ όλων των αυτοοργανωμένων δομών αλληλεγγύης και των ανθρώπων που το πλαισιώνουν ώστε: α. να είναι ευκολότερη η συγκέντρωση της πληροφορίας σε ένα κορμό ώστε να οργανώνονται και έπειτα να διαιρούνται καλύτερα οι ανάγκες που υπάρχουν (τρόφιμα, ρούχα, χέρια, χρήματα, τεχνική γνώση, εμπειρία) β. να είναι πιο εύκολο να εντατικοποιηθούν οι προσπάθειες στησίματος δόμων στους κόμβους (μόνιμες εγκαταστάσεις σίτισης και στέγασης, ιατρικής βοήθειας, σχολείων κ.α.) καθώς και υποστηρικτικών ομάδων (νομικής βοήθειας, αυτοάμυνας κ.α.) και σημαντικότερο γ. να οπτικοποιηθεί όλος αυτός ο ιστός αλληλεγγύης ώστε να γίνει κοινωνικά και πολιτικά αναγνωρίσιμος, ξεχωρίζοντας αισθητά από την επαγγελματική φιλανθρωπία. Επίσης, θα είναι ευκολότερο έτσι να απαντήσει συντονισμένα στην καταστολή που θα δεχτεί όταν το κράτος θελήσει να ‘ρεγουλάρει’ το νέο κοινωνικό τοπίο, κατά τρόπο που θα το συμφέρει. Μια γεύση από αυτή πήραμε άλλωστε και στο Presidio No Border Camp στα γαλλο-ιταλικά σύνορα όπου στις 30/09/2015 η αστυνομία εκκένωσε καταυλισμό προσφύγων και αλληλέγγυων.
Ο α/α χώρος τώρα είναι αλήθεια ότι δυσκολεύεται να συμμεριστεί την «αλληλεγγύη του κιλού» (όπως θα έλεγαν οι αυστηροί) πράγμα απόλυτα κατανοητό μιας και σε πολλές περιπτώσεις αυτή φλερτάρει με την φιλανθρωπία. Εδώ και χρόνια η αναρχική αλληλεγγύη έχει γίνει αρκετά ραφιναρισμένη και προσεκτικά στοχοθετημένη. Είναι όμως ώρα να ξεπεράσουμε το σχήμα κείμενο-αφίσα-συνέλευση, συμπληρώνοντάς το με μια συνεπή πρακτική συμβάλλοντας στο δίκτυο αλληλεγγύης με την παρουσία μας, εμπλουτίζοντας έτσι τον αγώνα και την αντιπληροφόρηση ενάντια στο ρατσισμό, τον εθνικισμό, τα σύνορα, τα κράτη και τους πολέμους τους και παίρνοντας θέση και φυσική αλλά και πολιτική σε αυτό το κομβικό ζήτημα, που σείει τα τείχη της Ευρώπης-φρούριο.
Τέλος, δε θα πρέπει να αμελήσουμε να καταγράψουμε τους ελεεινούς χρυσοθήρες που πλουτίζουν εις βάρος των εκτοπισμένων ανθρώπων, είτε το κάνουν εξόφθαλμα όπως οι περιπτεράδες που πουλάνε τη φόρτιση του κινητού, είτε το κάνουν κεκαλυμμένα όπως οι ξενοδόχοι που ξαφνικά αποφάσισαν να γράψουν στα αραβικά έξω από τα ξενοδοχεία τους ότι οι Σύριοι είναι καλοδεχούμενοι. Ίσως να μην είναι τώρα η ώρα της εκδίκησης για τη σκατοψυχιά τους, αλλά σίγουρα πρέπει να έρθει όταν η σκόνη που κατακαθίσει μας αφήσει να τους δούμε καλύτερα.
Θερμούς χαιρετισμούς στους συντρόφους από τις Σέρρες και το Κιλκίς για την τεράστια συνέντευξη που έδωσαν – και που δυστυχώς δε χώρεσε στην εφημερίδα-αλλά και για την ενέργεια που εμπνέουν οι προσπάθειές τους. Κρατάτε γερά!
elf