Μερικές σημειώσεις για την οικονομία του διαμοιρασμού,
το airbnb και τα κινήματα για τη στέγη
Το γνωστό σε όλους πλέον “airbnb”, ή αλλιώς η βραχυπρόθεσμη ενοικίαση ακινήτων, όπως λέγεται επίσημα η πρακτική τουριστικής εκμετάλλευσης της κατοικίας, έχει απασχολήσει ενδελεχώς τον δημόσιο λόγο, τις εφημερίδες και τα πανεπιστήμια, αλλά και όλους εμάς που θέλουμε πρόσβαση στην κατοικία. Έτσι λοιπόν εμείς από τη μεριά μας δεν θα σταθούμε τόσο στη μεταβολή του αστικού τοπίου, την αλλοίωση του χαραχτήρα της πόλης, την παραγωγή νέων κουλτουρών κατανάλωσης, αλλά στην αύξηση των ενοικίων και των εξώσεων ή και αντίστροφα.
«Ποια είναι η λειτουργία της κατοικίας σε μια καπιταλιστική κοινωνία; Θα μπορούσε κανείς να διακρίνει τρεις διαφορετικές λειτουργίες. Καταρχάς είναι ένα εμπόρευμα σαν όλα τα άλλα. Ακόμα, μέσα στις πόλεις είναι μια χρήση γης, η οποία βρίσκεται σε ανταγωνισμό με άλλες, πιθανώς πιο κερδοφόρες, τη συγκεκριμένηχρονική στιγμή. Τέλος, είναι ίσως το σημαντικότερο, μετά την τροφή και την ένδυση, απαραίτητο στοιχείο για την αναπαραγωγή της εργατικής τάξης. Όλες οι λειτουργίες μάς φέρνουν αντιμέτωπους και με την έννοια της γαιοπροσόδου*.»
Sharing economy ή οικονομία του διαμοιρασμού
Η ιδεολογία του sharing economy, ή της οικονομίας του διαμοιρασμού σε ελληνική μετάφραση, καθώς και του peer to peer – ας το μεταφράσουμε διαμοιρασμός/οικονομία άτομου προς άτομο – είναι η ιδεολογία πάνω στην οποία βασίστηκε η πλατφόρμα του airbnb και έκτοτε την υιοθέτησε. Η οικονομία του διαμοιρασμού προσπαθεί να μας πείσει ότι είναι δίκαιη, επειδή ο καθένας και η καθεμία είναι ελεύθεροι να βάλουν τα σπίτια τους προς ενοικίαση, και από την άλλη η καθεμία και ο καθένας είναι ελεύθεροι να νοικιάσουν ένα προσβάσιμο σπίτι για τις διακοπές τους. Η παραπάνω όμως λογική, θα λέγαμε,παραβλέπει ότι αυτή η διαδικασία αναπαράγει τις υπάρχουσες σχέσεις εκμετάλλευσης. Στην ουσία μιλάει για την ελευθερία πάνω σε μια συναλλαγή, που κάποιος πουλάει κάτι και κάποιος άλλος το αγοράζει, κάτι που συμβαίνει από αρχαιοτάτων χρόνων, αγνοώντας το ποιος όμως κατέχει τα μέσα παραγωγής και αναπαραγωγής στην περίπτωσή μας.
Airbnb και gentrification
Το
airbnb είναι και αυτό
αναμφίβολα μια μορφή gentrification
με όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά του.
Αυξάνει τα νοίκια, εκδιώκει τους παλιούς
κατοίκους, φέρνοντας νέους , στην
περίπτωση μας τουρίστες. Ιδιοποιείται
την αρχιτεκτονική , την τοπική πολιτιστική
και πολιτική κουλτούρα, τις τέχνες και
την κουζίνα και όλα αυτά τα μεταμορφώνει
σε ένα τεράστιο υπαίθριο μουσείο.
Παράλληλα όμως το airbnb
είναι και μια πολύ μεγάλη καινοτομία.
Μόνο με τη χρήση ενός σάιτ έχει τη
δυνατότητα να διαχειρίζεται τους
ιδιοκτήτες, δηλαδή την προσφορά, αλλά
και τους ενοικιαστές, δηλαδή τη ζήτηση.
Δίνει τη δυνατότητα εκτίναξης της
γαιοπροσόδου και άντλησης υπεραξίας
στους ιδιοκτήτες καθώς μια απλή καταχώρηση
σε ένα σάιτ, αρκεί, για την αλλαγή χρήσης
από κατοικία σε τουριστικό κατάλυμα
και την παραγωγή υπεραξίας.
Χωρίς
μάλιστα να χρειάζεται περεταίρω επένδυση
κεφαλαίου, όπως συναντάμε στις παραδοσιακές
προσπάθειες gentrification(2),
που το κράτος ή οι ιδιωτικές εταιρίες
χρειάζεται να καταβάλουν μεγάλα κεφαλαία
για αναπλάσεις, αλλά και την ασφάλεια
των επενδύσεων και γενικότερα της
περιοχής., Αναλύοντας τις κατηγορίες
των ιδιοκτήτων βέβαια διαπιστώνουμε
ότι δεν έχουν όλοι την ίδια ευθηνή, έτσι
βλέπουμε : α) αυτούς που βάζουν προς
ενοικίαση ένα δωμάτιο στο σπίτι που
κατοικούν και οι ίδιοι, με σκοπό να
συμπληρώσουν το εισόδημά τους, β) αυτοί
που εκμεταλλεύονται, νοικιάζοντας ένα
ή και παραπάνω σπίτια πέραν της κατοικίας
τους, και γ) οι εταιρίες που είτε έχουν
στην κατοχή τους είτε διαχειρίζονται
σπίτια άλλων προς εκμετάλλευση. Παντός
σίγουρα οι κατηγορίες β και γ αντλούν
περισσότερο κέρδος χωρίς να κάνουν
τίποτα, δεν έχουν καμιά συνέπεια, ενώ
ενδέχεται να έχουν κάνει και ίδιοι
εξώσεις.
Κράτος
Καθοριστικό παράγοντα στην επέκταση του φαινομένου έπαιξε αρχικά το κράτος αφήνοντας το πεδίο της ανάπτυξης της βραχυπρόθεσμης ενοικίασης τελείως ελεύθερο, με μηδενική φορολογία και κανενός είδους νομικό πλαίσιο, απολαμβάνοντας τα οφέλη του. Αλλά και σήμερα παρά τις όποιες εξαγγελίες δεν διαφαίνεται καμιά προοπτική αποτροπής του φαινόμενου, παρά μόνο μια προσπάθεια αφομοίωσης στην οικονομία με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, που σε καμία περίπτωση δεν το περιορίζει αλλά στην καλύτερη το διαχειρίζεται. Βεβαία η τεράστια αποδοχή που υπάρχει στην “ελληνική κοινωνία” συνδέεται άμεσα και με την αυξημένη μικροϊδιοκτησία, με αποτέλεσμα αυτός που σε βγάζει από το σπίτι σου να μην είναι κάποια μεγάλη γερμανική εταιρία, απαραίτητα, αλλά και ο ιδιοκτήτης της διπλανής πόρτας.
Ιδιοκτησία
Η
ιδιαίτερη συνθήκη της Ελλάδας, σχετικά
με την ιδιοκτησία, έγκειται στο, οτι
μπορεί να είναι προνόμιο και των
καταπιεσμένων τάξεων που μπορεί να
έχουν κάποιο σπίτι για να μείνουν. Στην
κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση που θέλουμε
να φτιάξουμε όμως, θα πρέπει είναι
προϋπόθεση και η κατάργηση της ιδιοκτησίας.
Βεβαία, στις σημερινές συνθήκες πρέπει
να είμαστε αρκετά
προσγειωμένοι,
ώστε να την αναγνωρίσουμε στο πλαίσιο
της χρηστικής της αξίας για την αναπαραγωγή
της εργατικής τάξης. Παρολαυτά, αυτό
δεν δικαιολογεί σε καμία περίπτωση τη
συσσώρευση της ιδιοκτησίας και την
εκμετάλλευση αυτής.
Κίνημα
Μετά από κάθε καπιταλιστική αναδιάρθρωση, το κεφαλαίο επεκτείνεται όλο και περισσότερο και εντείνει την εκμετάλλευση των ανθρώπων και των πόρων σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό. Η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, η μείωση του έμμεσου και του αμέσου μισθού είναι απλά παραδείγματα της επιθετικής πολιτικής σε καιρούς κρίσεις, ενώ τα τελευταία χρόνια πλήττεται και το δικαίωμα στη στέγη, τόσο από την κρατική πολιτική(βλ. εξώσεις), όσο και από την ιδιωτική πρωτοβουλία (βλ. airbnb). Το πρόβλημα βεβαία είναι γνωστό: η εκμετάλλευση που συντελείται με την ενοικίαση ενός σπιτιού από τους ιδιοκτήτες του, και η προσπάθεια ακόμα μεγαλύτερης εκμετάλλευσης μέσω του airbnb, μάς αναγκάζουν να δουλεύουμε περισσότερο και να μένουμε σε όλο και χειρότερες συνθήκες στέγασης. Αυτό όμως που απασχολεί εμάς είναι η διερεύνηση των αντιστάσεων. Μπορεί λόγω της κατάστασης της ιδιοκτησίας, που αναλύσαμε παραπάνω, να μην έχουμε μεγάλη εμπειρία σε κινήματα υπεράσπισης της στέγασης και της αντίστασης στις εξώσεις, αλλά από τις γειτονικές περιοχές της Ιταλίας και της Ισπανίας έχουμε να διδαχτούμε πολλά. Και οφείλουμε να το κάνουμε, αν θέλουμε να δώσουμε την πρώτη μάχη, να αντισταθούμε στις εξώσεις από τους ιδιοκτήτες λόγω της τουριστικής εκμετάλλευσης της κατοικίας, άρα και στην αύξηση των ενοικίων – πριν χαθεί αυτός ο αγώνας οριστικά . Ταυτόχρονα, με τις σχέσειςαγώνα να μην έχουν οικοδομηθεί, η αναγκαία αναβάθμιση τουαγώνα μας όπως οι καταλήψεις κτιρίων – μια πολύ άμεσα αναγκαία λύση –βρίσκεται πολύ μακριά.
Στη γειτονική Ιταλία συγκεκριμένα, και ακόμα πιο συγκεκριμένα στο Τορίνο, αναπτύχτηκε ένα πολύμορφο κίνημα χρησιμοποιώντας, αλλά και δημιουργώντας νέα εργαλεία αντιστάσεων στον αγώνα για τη στέγη, που ο πιο πρόσφατος κύκλος του μετράει περίπου μια δεκαετία. Οι συντρόφισσες και οι σύντροφοι από Ιταλίαφυσικά αξιοποίησαν τις σχέσεις, τις εμπειρίες,αλλά και τη ζύμωση που είχαν δημιουργηθεί σε προϋπάρχοντες αγώνες, αλλά στην πραγματικότητα ο αγώνας γεννήθηκε μέσα από την κοινή δράση, τα πρακτικά ζητήματα αλλά και τις ανάγκες. Επικεντρωθήκαν στο σύνολο των πρακτικών,αλλά και των θεωρητικών ζητημάτων που ενέκυπταν μέσα από τον αγώνα τους. Και κάπως έτσι, μέσα από μια τυχαία γνωριμία των συντρόφων με κάποια οικογένεια που αντιμετώπιζε τον κίνδυνο της έξωσης λόγω της αδυναμίας καταβολής του ενοικίου, ξεκίνησε ο αγώνας. «Και έτσι η επιτυχημένη αντίσταση αυτής της οικογένειας ήταν το έναυσμα για να αρχίσει ο κόσμος να συνειδητοποιεί πως υπήρχε η δυνατότητα να αντισταθεί στις εξώσεις, και να κρατήσει το σπίτι του αν οργανωνόντουσαν μαζί με τους γείτονες και τους συντρόφους τους.»
Παρ όλα αυτά οι σύντροφοι πολύνωρίςαντιμετώπισαν το ζήτημα της ντροπής του κόσμου στο να αναγνωρίσει την επισφάλεια της κατοικίας του, και να μπει στη διαδικασία να το συζητήσει, πράγμα που έχει φανεί και στην Ελλάδα ήδη από το ζήτημα των πλειστηριασμών.
Και κάπως έτσι ξεκίνησαν, από το μπλοκάρισμα των εξώσεων, τις πορείες στις γειτονίες των εξώσεων μετά το περάς των παρεμβάσεών τους, που κοινωνικοποιούσαν το ζήτημα, ενώ παράλληλα δεν εφησυχάστηκαν από τις πρώτες νίκες και από τα άμεσα υλικά επίδικα, όπως το να καταφέρει μια οικογένεια να κρατήσει το σπίτι της. Αλλά προετοιμάζονταν για τις ενδεχόμενες αποτυχίες που μπορεί να συναντούσαν, και έτσι μελέτησαν εναλλακτικές που θα απαντούσαν στο ζήτημα της στέγασης, καταλήγοντας στις καταλήψεις στέγης.
Αντί επιλόγου, δανειζόμαστε την κατακλείδα του επιλόγου της εισαγωγής του βιβλίου,«Οι αγώνες για τη στέγαση στις γειτονίες του Τορίνο», που αποτελεί απόρροια ενός κύκλου συζητήσεων στην κατάληψη του Asilo,και από όπου προέρχονται οι πληροφορίες για τους αγώνες για τη στέγαση στην Ιταλία.
«Χρειάζονται πολλά τον κόσμο για ν’ αλλάξεις: Οργή κι επιμονή, Γνώση κι αγανάχτηση. Γρήγορη απόφαση, στόχαση βαθιά. Ψυχρή υπομονή, κι ατελείωτη καρτερία. Κατανόηση της λεπτομέρειας και κατανόηση του συνόλου. Μονάχα η πραγματικότητα μπορεί να μας μάθει πώς την πραγματικότητα θ’ αλλάξουμε». ~ΜπέρτολτΜπρέχτ
foreign_voice
Βασική βιβλιογραφία:
Airbnbκαι βραχυπρόθεσμες πόλεις | Η περίπτωση του κουκακίου
Κομπρεσέρ | τεύχος 6 | για την πόλη και την κατοικία
Οι αγώνες για τη στέγαση στις γειτονίες του Τορίνο | ασύμμετρη απειλή
«Εξευγενίζοντας» τους πληβείους» | Τα παιδιά της γαλαρίας
Υποσημειώσεις:
1) Γαιοπρόσοδος: Το άθροισμα της άξιας της κατοικίας και της κεφαλαιοποιημένης γαιοπροσόδου. Eπηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες της αγοράς. Βλέπε π.χ. ένα «ερειπωμένο» σπίτι στα Εξάρχεια, που όμως λόγω τουρισμού, μόδας, τοπικής κουλτούρας
κ.λπ., μπορεί αν νοικιαστεί σε τουρίστες, να αύξηση κατακόρυφα την αξία του σε σχέση με την ενοικίαση του, έτσι ακόμα και φθαρμένο, να έχει πολλαπλάσιο ενοίκιο για όλους εμάς ακόμα και από ένα πολύ καλύτερο σπίτι σε κάποια άλλη γειτονία. Το χάσμα γαιοπροσόδου είναι η διαφορά της δυνητικής γαιοπροσόδου και της πραγματικής, δηλαδή αυτής που ορίζεται βάσει της τωρινής χρήσης του ακινήτου. Δημιουργείται όταν οι αγοραίες αξίες των ακινήτων πέφτουν είτε λόγω φυσικής φθοράς είτε λόγω απαξίωσης του δομημένου περιβάλλοντος της γειτονιάς, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχει δυνατότητα κεφαλαιοποίησης μεγαλύτερου ποσού υπό τη λειτουργία νέων χρήσεων. Σύμφωνα με τον συγγραφέα Ν. Smith, όταν η διαφορά αυτή μεγιστοποιείται, εμφανίζεται το gentrification, δηλαδή υπάρχουν ευνοϊκές συνθήκες επένδυσης που επιτρέπουν τις αγοραπωλησίες σε χαμηλό κόστος και καταλήγουν σε κερδοφορία. Την ίδια στιγμή οι χρήσεις της γης αλλάζουν και η γειτονιά ανακυκλώνεται, μπαίνει σε νέο κύκλο ζωής.
2) gentrification: Μεταφράζεται ευρέως στα ελληνικά ως «εξευγενισμός», ή όπως το μετέφρασαν τα «παιδία της γαλαρίας» το ’96 «κυριλοποίηση». Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια διαδικασία καπιταλιστικής «επανοικοιοποίησης». Ξεκινάει από γειτονίες με παλαιό ή καθόλου συντηρημένο κτιριακό απόθεμα, και υποβαθμισμένο αστικό περιβάλλον. Περιοχές δηλαδή που προσφέρονται για επενδύσεις και αγορά ακινήτων σε χαμηλές τιμές. Έπειτα συνεχίζεται με την παρέμβαση του κράτους, όπως έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα, ή και με ιδιωτικές πρωτοβουλίες, αλλά και με συνδυασμό των παραπάνω. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν αυτό της Πλάκας, που μιλάμε για μια κατεξοχήν κρατική πρωτοβουλία, την περιοχή του Ψυρρή και του Γκαζιού, όπου πάλι η διαδικασία κινήθηκε από το κράτος αλλά στηρίχτηκε σε ιδιώτες, ενώ στην περίπτωση του Μεταξουργείου μιλάμε μάλλον για μια ιδιωτική πρωτοβουλία που στηρίχτηκε απ’ το κράτος αλλά δεν κατάφερε να ολοκληρωθεί ποτέ, ακόμα τουλάχιστον. Οι παρεμβάσεις αυτές περιλαμβάνουν από αλλαγές χρήσης των κτιρίων, πεζοδρομήσεις, αναστηλώσεις διατηρητέων κτιρίων, στέγαση δημοσίων υπηρεσιών και πολιτιστικών ιδρυμάτων μέχρι τη φιλοξενία πολιτιστικών εκδηλώσεων, ακόμα και την οικειοποίηση και ενσωμάτωση έθνικ κουλτούρας, όπως διεθνείς κουζίνες. Και έχει ως αποτέλεσμα εν τέλει τη μεγάλη αύξηση των τιμών τόσο των σπιτιών όσο και της ζωής στην περιοχή και την εκδίωξη των προηγούμενων κατοίκων.