ιστορίες ελληνικού υλισμού
Οι εικόνες του παρελθόντος καθορίζονται από τις ανάγκες του παρόντος
και έχουν άμεση επίπτωση στις πραγματικότητες του μέλλοντος.
~Svetlana Boym, The future of nostalgia
Ποια είναι τα κίνητρα που καθορίζουν τις πράξεις των ιστορικών υποκειμένων; Είναι η εκάστοτε ιδεολογία ανεξάρτητη από τις υλικές (οικονομικές) συνθήκες της ζωής, ή είναι ακριβώς η προσπάθεια για εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών που διαμορφώνει την ιδεολογία. Ένα κλασικό σημείο τριβής στους κύκλους της φιλοσοφίας της ιστορίας είναι η αντιπαράθεση υλισμού-ιδεαλισμού. Η ιστοριογραφία του έθνους-κράτους –όχι μόνο η ελληνική– αντιμετωπίζει την ιδεολογία ως αυθύπαρκτη, ως ένα σύνολο ιδεών που ξεπετάγονται εδώ και εκεί, χωρίς καμία σύνδεση με το υλικό κοινωνικό γίγνεσθαι· χωρίς καμία αναγνώριση πως οι κοινωνικές αντιθέσεις γεννούν ανταγωνισμούς, και αντίστοιχα αντικρουόμενες ιδεολογίες.
Σε αυτό το –τελευταίο– μέρος της στήλης «200 χρόνια νέα εθνική μυθολογία» θα επιχειρήσουμε μια υλιστική προσέγγιση κάποιων σημείων της «Επανάστασης του ‘21» και της πρότερης ελληνικής ιστορίας. Ο σκοπός μας είναι να αναδείξουμε τα οικονομικά οφέλη πίσω από την επιτυχή έκβαση των εχθροπραξιών των ραγιάδων του Αιγαίου απέναντι στο σουλτανικό καθεστώς, και πώς αυτά ακριβώς τα οφέλη επισκιάστηκαν στις μετέπειτα αφηγήσεις, τοποθετημένα κάτω από τη στέγη του πατριωτισμού.
Η Φιλική Εταιρία
Στα σχολικά βιβλία Ιστορίας, που αποτελούν το επίσημο και πλέον προσιτό μέσο αφήγησης της ιστορίας του ελληνικού κράτους, η Φιλική Εταιρία παρουσιάζεται ως μία «συνωμοσία» πατριωτών που σκάρωσε τις «επαναστατικές διεργασίες» του 1821, παρακινούμενη από το «ελληνικό ιδεώδες». Σε μια εποχή που το ελληνικό στοιχείο όπως το εντοπίζουμε σήμερα δεν είχε διαμορφωθεί ούτε στο ελάχιστο, και –ίσως– αποκλειστικό χαρακτηριστικό του αγέννητου ελληνισμού ήταν η ορθοδοξία, η Εταιρία των Φιλικών παρουσιάζεται ως ένα συσσωμάτωμα ανθρώπων που κατάφερε να συγκροτήσει εθνική ιδεολογία, και βάσει αυτής να ενεργήσει. Το υπόδειγμα της πατριωτικής στάσης «διδάσκεται» και σε αυτή την αφήγηση, ενισχύοντας την εθνική ιδεολογία, και αποκρύπτοντας τα κίνητρα και τις ενέργειες των Φιλικών.
Η Φιλική Εταιρία δεν ήταν ένα συνεκτικό μόρφωμα, όπως αφήνεται να εννοηθεί στις επίσημες ιστορικές αφηγήσεις. Από την πρώτη ίδρυσή της (από τους Ξάνθο, Τσακάλωφ και Σκουφά) δεν υπάρχει απόλυτη εμπιστοσύνη μεταξύ των μικροεμπόρων που τη «διευθύνουν». Τουλάχιστον για έναν εξ αυτών, τον Ξάνθο, υπάρχουν καταγεγραμμένες μαρτυρίες ότι «ασώτευε τα χρήματα της Εταιρίας». Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που η εταιρία ιδρύθηκε εκ νέου, λίγους μήνες μετά την πρώτη φορά, με τον Ξάνθο απών αυτή τη φορά. Οι καταγραφές θέλουν και άλλα μέλη της Φιλικής Εταιρίας, όπως π.χ. τον Γαλάτη, να καλοπερνούν με τα χρήματα που συγκέντρωναν για τους σκοπούς της.1
Είναι αλήθεια πως η Εταιρία των Φιλικών αναζήτησε πολλές φορές μετά την ίδρυσή της αρχηγούς, κάνοντας προτάσεις σε επιφανείς προσωπικότητες της εποχής (Άνθιμος Γαζής, Ιωάννης Καποδίστριας κ.ά.). Η απειρία των ανωτέρων στελεχών της εταιρίας, τόσο σε οργανωτικό, όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο, όπως και η αφερεγγυότητά τους αποτέλεσαν αποτρεπτικούς παράγοντες για την αποδοχή μιας ηγετικής θέσης στην ιεραρχία της. Κατ’ επέκταση, η απουσία ηχηρών ονομάτων από τα κατάστιχά της, δεν βοηθούσε στην επιστράτευση νέων μελών. Η αρχή της Εταιρίας το γνώριζε αυτό, όταν στις μετέπειτα διαπραγματεύσεις της με τους Πελοποννήσιους οπλαρχηγούς άφηνε ψευδώς να εννοηθεί πως είχε την υποστήριξη του ρώσου διπλωμάτη Καποδίστρια.
Το ρωσικό στοιχείο, όπως έχουμε επισημάνει και στο δεύτερο μέρος της στήλης, έπαιξε σημαντικό ρόλο στις διαδικασίες της ελληνικής εθνεγερσίας! Χαρακτηριστική η πρώτη στρατιωτική επιχείρηση που οργανώθηκε στο πλαίσιο της Εταιρίας, αυτή στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες τον Φεβρουάριο του 1821, που προηγήθηκε του «ξεσηκωμού στον Μοριά». Στις περιοχές της Μολδοβλαχίας, λοιπόν, ο στρατός των Φιλικών, αποτελούμενος κυρίως από μισθοφόρους, εξοντώνει μερικές δεκάδες Τούρκων κατοίκων και καταληστεύει την περιουσία τους, στη συνέχεια διαλύεται σταδιακά όταν οι επαφές με τη ρωσική διπλωματία αποβαίνουν άκαρπες, και οι ηγέτες του φυλακίζονται ή τρέπονται σε φυγή προς την Πελοπόννησο. Η πρώτη πράξη των φιλικών στρατιωτικών επιχειρήσεων, με επικεφαλής τον έτερο ρώσο διπλωμάτη, Αλέξανδρο Υψηλάντη, θυμίζει περισσότερο παραστρατιωτική δύναμη που ενεργεί στο εσωτερικό της οθωμανικής αυτοκρατορίας με τις ευλογίες (και υπέρ των συμφερόντων) της ρωσικής αυτοκρατορίας, παρά μια οργανωμένη συμμαχία εθνικιστών που έχει ως στόχο της απελευθέρωση της Ελλάδας. Εν τέλει, κάτι τέτοιο ήταν η περιβόητη Φιλική Εταιρία.
Οι εμφύλιοι οπλαρχηγών-πολιτικών: Ένας «εθνικός διχασμός» που πέρασε στα ψιλά
Το νεοσύστατο ελληνικό «κρατίδιο» που προέκυψε μετά τις πολεμικές επιχειρήσεις της «Επανάστασης», αποτέλεσε ένα φιλέτο που θα απέφερε παχυλές απολαβές στους κυβερνήτες του. Μεταξύ των επιφανών προσώπων του 1821, πολλοί ήταν αυτοί που ένιωσαν «ριγμένοι» από τη νέα κατάσταση στην οποία περιήλθε το τμήμα αυτό της βαλκανικής εσχατιάς, και όπως φάνηκε εκ των υστέρων, το πατριωτικό φρόνημα δεν αρκούσε για να χορτάσουν.
Τα παραδείγματα είναι πολλά: Από τα αλισβερίσια και τους δυσβάσταχτους φόρους των αρματολών, που αντιλήφθηκαν πως τα οικονομικά τους ίσως ήταν καλύτερα στο οθωμανικό καθεστώς, ως τις διαμάχες μεταξύ των πολιτικών ηγετών, διαμάχες που αντικατόπτριζαν αντίπαλα [οικονομικά] συμφέροντα μεταξύ των πόλων επιρροής της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Ρωσίας.
Μία περίοδος βαθιάς έντασης υπήρξε το διάστημα από το 1825 έως και περίπου το 1828. Τα αντίπαλα ελληνικά στρατόπεδα ορίστηκαν χωροταξικά μεταξύ της Ρούμελης (Στερεά Ελλάδα) και του Μοριά (Πελοπόννησος), εκπροσωπούμενα στρατιωτικά από τα αντίστοιχα ένοπλα σώματα των ντόπιων αρματολών των γεωγραφικών διαμερισμάτων. Πολιτικά, οι Πελοποννήσιοι, μέσω του Κολοκοτρώνη, διατηρούσαν επαφή με τον ρωσικό δάκτυλο στις ελληνικές υποθέσεις, Ιωάννη Καποδίστρια, ενώ στο αντικαποδιστριακό στρατόπεδο ο Μαυροκορδάτος ήταν ο βασικός εκφραστής της αγγλικής πολιτικής.
Αμφότερες οι «παρατάξεις» λυμαίνονταν το νεοσύστατο κράτος, με πρωταρχικό σκοπό να ενισχύσουν τα συμφέροντα που ήδη διατηρούσαν· συμφέροντα όμως που ευθυγραμμίζονταν με τις εξωτερικές παρεμβάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, όπως ήδη είχαν συμφωνηθεί. Στις μεταξύ τους συγκρούσεις, όταν αυτές πήραν και στρατιωτικό χαρακτήρα, δεν έλειψε το πλιάτσικο, οι σφαγές, οι εκτελέσεις, οι φυλακίσεις «ομοεθνών», αλλά ακόμα και οι υπόγειες συμφωνίες και συνθηκολογήσεις με «προαιώνιους εχθρούς», όταν –έστω και προσωρινά– συνέπιπταν οι πολιτικές βλέψεις ή τα οικονομικά συμφέροντά τους.
Η αντιπαράθεση αυτή αμβλύνθηκε το 1828, για να κορυφωθεί ξανά με τα γεγονότα που ακολούθησαν τις ταυτόχρονες ανταγωνιστικές εθνοσυνελεύσεις, τη δολοφονία του Καποδίστρια το 1831, την έλευση του βασιλιά Όθωνα, την εκπόνηση συντάγματος, την εκδίωξη του Όθωνα κ.ο.κ.
Με μια κριτική ματιά στα ιστορικά πεπραγμένα του τόπου, προκύπτει πως η εθνική ενότητα, όπως αυτή υφαίνεται στις επίσημες ιστοριογραφικές μηχανορραφίες, διδάσκεται και διαχέεται στην κοινωνία, δεν υπήρξε ούτε καν στις «ηρωικές μέρες του ‘21». Η ιστορικοϋλιστική ερμηνεία των γεγονότων δείχνει πως η κύρια δύναμη που κινητοποιούσε τους πρωταγωνιστές ήταν η κάλυψη των προσωπικών αναγκών τους. Τα ιδεολογήματα ήρθαν εκ των υστέρων για να νομιμοποιήσουν τη δράση τους…
Τρελή Βοσκός
1. Ο Βρετανός ιστορικός Τζωρτζ Φίνλεϋ αναφέρει πως «οι πόροι εξανεμίζονταν σε ταξίδια των Αποστόλων και στα καφενεία»…
Για μια ενδελεχή τεκμηρίωση των γραφόμενων, και για ακόμα περισσότερες ιστορικές πληροφορίες γύρω από την ιστορία των πρώτων χρόνων του ελληνικού κράτους, προτείνεται το βιβλίο «1821 – Ιστορικά ζητήματα στις απαρχές του ελληνικού κρατικού και καπιταλιστικού σχηματισμού», που αποτελεί προϊόν επισταμένης έρευνας και ανάλυσης από την αυτόνομη ομάδα έρευνας και αυτομόρφωσης «πρότζεκτ*21», εκδόσεις Traverso.