Μια μικρή ιστορία των καταλήψεων στην Ευρώπη

«Κάτοχε αγαθών, κάτοχε ακινήτων
ποιος ήταν ο πρώτος τους κάτοχος;
Ψέμα και τα αγαθά, ψέμα και τα ακίνητα,
υπάρχουν μόνο για να απασχολούμαστε»

~Γιουνούς Εμρέ, 13ος αιώνας

Ο όρος κατάληψη αναφέρεται στην οργανωμένη διεκδίκηση και κυρίευση εδάφους ή κτηρίων. Οι λόγοι ύπαρξης μιας κατάληψης μπορεί να είναι ποικίλοι και έρχονται να καλύψουν συγκεκριμένες ανάγκες. Θα πρέπει να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα σε καταλήψεις που γίνονται εξ ανάγκης και σε αυτές που γίνονται για καθαρά πολιτικούς λόγους. Φυσικά το ένα δεν αποκλείει το άλλο, με αρκετά παραδείγματα, κυρίως στις χώρες της δύσης, όπου μια κατάληψη καλύπτει τόσο κάποιες πρακτικές ανάγκες, όσο και πολιτικά κίνητρα. Η καπιταλιστική κρίση των τελευταίων ετών έχει προκαλέσει ένα νέο κύμα καταλήψεων, κυρίως για λόγους στέγασης. Με τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, απελπισμένοι άνθρωποι παίρνουν τη μοίρα τους στα χέρια τους και καταλαμβάνουν. Υπολογίζεται ότι πάνω από το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε κατειλημμένους χώρους.

H περίφημη φράση «η ιδιοκτησία είναι κλοπή» του Προυντόν, το 1840, θεμελίωσε εν πολλοίς την αναρχική θεώρηση του ζητήματος της ιδιοκτησίας. Φυσικά δεν χρειάζεται να είναι κανείς ούτε φιλόσοφος, ούτε ιστορικός, ούτε αναρχικός για να καταλάβει ότι η πρωταρχική ιδιοκτησία γης προήλθε από καταπάτηση, και αποτελεί επομένως κλεψιά. Έχοντας αυτό κατά νου, μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα τους λόγους για τους οποίους γίνεται μια πολιτική κατάληψη. Κομμάτια του (συνήθως) αστικού ιστού, οι πολιτικές καταλήψεις αλληλεπιδρούν με τον κόσμο και δημιουργούν νησίδες ελευθερίας σ’ έναν κόσμο που κυριαρχείται από σχέσεις κέρδους και εκμετάλλευσης. Πάνω απ’ όλα δημιουργούν σχέσεις αλληλεγγύης και αντίστασης απέναντι σε ό,τι μας στερεί το πολυτιμότερό μας αγαθό, την ελευθερία. Η Ευρώπη έχει παίξει ιστορικά τον σημαντικότερο ρόλο στο κίνημα των πολιτικών καταλήψεων σε παγκόσμιο επίπεδο, και γι’ αυτό αξίζει τον κόπο να κάνουμε μια σύντομη ανασκόπηση στην ιστορία των καταλήψεων σε χώρες που πρωτοστάτησαν σε αυτή την ήπειρο. Για λόγους ευκολίας θα εξετάσουμε το θέμα ανά χώρα, από τον 20ο αιώνα και μετά.

Ιταλία – «Η κατοικία είναι δικαίωμα – μην πληρώνετε ενοίκιο!»

Στην Ιταλία το κίνημα των καταλήψεων ξεκινά το ‘68 με τους κομμουνιστές και τους αναρχικούς να πρωτοστατούν. Αυτές ονομάζονται «αυτοδιαχειριζόμενα κατειλημμένα κοινωνικά κέντρα». Στα μέσα της δεκαετίας του ‘70, επαναστατικές κομμουνιστικές ομάδες καταλαμβάνουν κοινόχρηστους χώρους και άδεια κτήρια. Στόχος τους είναι η αντίσταση στη μισθωτή σκλαβιά και η απεξάρτηση από τα εργατικά συνδικάτα και τα κόμματα της αριστεράς. Υπήρξε δηλαδή μια αντίθεση ως προς το σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και του κομματικού κατεστημένου. Τα κέντρα αυτά, πρώτης γενιάς, υπήρξαν πραγματικές αντισυστημικές εστίες μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Έπειτα επικράτησαν οι βίαιες συγκρούσεις και ο ένοπλος αγώνας, που ακολουθήθηκαν από ομαδικές συλλήψεις και φυγή στο εξωτερικό. Τα κέντρα δεύτερης γενιάς είχαν ένα πιο χαμηλό προφίλ και στηρίχτηκαν από μη-μαρξιστικές ομάδες, όπως για παράδειγμα τους πανκ. Μετά τα μέσα του ‘80 τα κοινωνικά κέντρα άνθισαν, αριθμώντας πάνω από 100 στις μεγάλες και μεσαίου μεγέθους πόλεις. Το 1989 η αντίσταση απέναντι στην προσπάθεια εκκένωσης της κατάληψης Leoncavallo στο Μιλάνο συσπείρωσε απρόσμενα όλη την κοινωνία υπέρ των καταλήψεων. Την επόμενη χρονιά φοιτητές καταλαμβάνουν αρκετά κοινωνικά κέντρα σε όλη τη χώρα. Στις αρχές του ‘90 έφτασαν στο απόγειό τους βασισμένα στην αλληλεγγύη και τον κολεκτιβισμό. Κοινές τους αρχές ήταν η παράνομη κατάληψη δημόσιων κτηρίων, η αυτοδιαχείριση, η συσπείρωση καταληψιών και κοινωνίας και η οικονομική αυτάρκεια. Υπήρξαν όμως και διαφοροποιήσεις ιδεολογικής φύσεως ανάμεσα στις καταλήψεις (αναρχικές, αυτονομιστικές, κομμουνιστικές, μη ιδεολογικές). Τα επόμενα χρόνια το χάσμα μεγάλωσε με κάποιες καταλήψεις να αναζητούν επαφές με τις τοπικές αρχές, και με άλλες που αρνούνταν να το κάνουν βάσει αρχής. Στο τέλος της δεκαετίας του ’90, οι μισές σχεδόν καταλήψεις είχαν επιτύχει μια μορφή συμφωνίας με τους ιδιοκτήτες (κυρίως δημόσιο). Κριτική ασκήθηκε από αναρχικούς και επαναστατικούς κομμουνιστές σε «ρεφορμιστικές» καταλήψεις που επιδίδονταν σε οικονομικές δραστηριότητες. Η νέα χιλιετία ξεκίνησε δυναμικά για τις καταλήψεις, με συμμετοχή σε διαδηλώσεις, όπως αυτή ενάντια στη σύνοδο της G8 στη Γένοβα το 2001. Οι καταλήψεις αποτελούν κέντρα αγώνα, μαζί με τις επιτροπές πολιτών, σε θέματα μιλιταριστικού, εκπαιδευτικού και οικολογικού περιεχομένου.

Μεγάλη Βρετανία – Πολιτικές καταλήψεις και κινήματα επανοικειοποίησης στέγης

Το Ηνωμένο Βασίλειο, κυρίως η Αγγλία και η Ουαλία, είναι μια χώρα με μεγάλη παράδοση στο ζήτημα των καταλήψεων. Εδώ βρίσκεται από το 1898, στο Whiteway Colony, η παλαιότερη πιθανότατα αναρχική κοινότητα της Ευρώπης. Το πρόβλημα της στέγασης έγινε επιτακτικό μετά το τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου, όταν η χώρα είχε υποστεί μεγάλες υλικές ζημιές. Τότε καταλήψεις έγιναν κυρίως σε στρατιωτικές βάσεις, πάνω από 1.000, προσφέροντας έτσι στέγη σε περίπου 45.000 ανθρώπους για μια δεκαετία. Προς το τέλος της δεκαετίας του ‘60 και τις αρχές του ‘70 ένα νέο κύμα καταλήψεων εξαπλώνεται στην Αγγλία. Αυτή τη φορά αναρχικοί και αριστεροί προχωρούν προς αυτή την κατεύθυνση, θεωρώντας ότι οι καταλήψεις ήταν επαναστατικές πολιτικές πράξεις. Δεν γίνονται μόνο καταλήψεις μεμονωμένων κτηρίων, αλλά και περιοχών όπως ο δρόμος St. Agnes Place στο Λονδίνο. Οι καταλήψεις συνεχίστηκαν μέχρι και μετά το 2000, αλλά οι περισσότερες ήταν καθαρά για στέγαση ή καλλιτεχνική έκφραση και όχι πολιτικές. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα κατειλημμένα αναρχικά καφενεία (anarchist teapot) στο Brighton, το Cuts Cafe σε Λονδίνο και Leeds, το Okasional Cafe στο Μάντσεστερ, αλλά και αλλού, τα οποία αποτελούν αυτοδιαχειριζόμενους χώρους οργάνωσης ενάντια σ’ ένα σύστημα που εξοντώνει.

Ισπανία – Η κίνηση okupa

Η Ισπανία είναι μια χώρα-σταθμός για το αναρχικό κίνημα, το οποίο διακόπηκε απότομα με τη δικτατορία του Φράνκο. Αντιεξουσιαστές συνέχισαν την αντιπληροφόρηση και τις επιθέσεις στο καθεστώς του Φράνκο τη δεκαετία του ‘60 και τα πρώτα χρόνια του ‘70. Μετά τον θάνατο του δικτάτορα το 1975 όμως, αναπτύχθηκε το κίνημα των πολιτικών καταλήψεων (okupa). Έφτασε στο απόγειο του τη δεκαετία του ‘80, με τη συμβολή του πανκ και του κινήματος αντικουλτούρας που άνθησε παράλληλα. Εκεί βρήκαν πολιτική στέγη οι συνεχιστές της μαχητικής παράδοσης του ιβηρικού αναρχισμού, οι οποίοι είχαν ήδη απομακρυνθεί από τους συνδικαλιστές της CNT. Κέντρο του κινήματος είναι η βόρεια Ισπανία, κυρίως η Βαρκελώνη, η χώρα των Βάσκων και η Μαδρίτη, αν και πρόσφατα υπάρχει κινητικότητα και στον νότο, στην Ανδαλουσία. Γεννήθηκε μια νέα γενιά αναρχικών που κύριο στόχο έβαλε την υπεράσπιση των αυτόνομων χώρων και της κουλτούρας του «καν’ το μόνος σου». Όπως και στην Ιταλία, έτσι και εδώ υπάρχουν καταλήψεις με ξεκάθαρα αναρχικά χαρακτηριστικά, και άλλες οι οποίες επιθυμούν τον διάλογο με τις τοπικές αρχές, με σκοπό τη μετατροπή τους, και αυτοδιαχειριζόμενα κοινωνικά κέντρα. Ένα σύνθημα που ακουγόταν πριν την κρίση ήταν το «μια εκκένωση, άλλη μια κατάληψη». Σήμερα αυτό έχει μετατραπεί σε «μια έξωση, μια κατάληψη». Το πρώτο σύνθημα δήλωνε την επιθυμία για συνέχιση των ίδιων των καταλήψεων, ενώ το δεύτερο δηλώνει την επιθυμία των ανθρώπων να αρπάξουν αυτά που χρειάζονται για να επιβιώσουν, επιτιθέμενοι ταυτόχρονα στο σύστημα που τους καταστρέφει τη ζωή.

καταληψίας κατά τη «μάχη της Ryesgade»

Δανία – Υπερασπίζοντας το δικαίωμα της στέγης

Η Δανία είναι επίσης μια χώρα που έχει αφήσει μεγάλη παρακαταθήκη στο κίνημα των πολιτικών καταλήψεων και των αντιστάσεων. Η υψηλή ανεργία τη δεκαετία του ‘70, σε συνδυασμό με το υπαρκτό πρόβλημα στέγασης στην πρωτεύουσα, έδωσαν ώθηση σε αριστερές ομάδες, ακτιβιστές, πανκ και ανέργους ώστε να αρχίσουν να καταλαμβάνουν κτήρια. Ο δήμος είχε κατεδαφίσει σπίτια στις υποβαθμισμένες συνοικίες, ενώ τα νέα σπίτια που είχαν χτιστεί ήταν πολύ ακριβά. Οι κάτοικοι ένιωσαν στο πετσί τους ότι άλλοι αποφασίζουν τελικά για τις ζωές τους και αποφάσισαν να δράσουν καταλαμβάνοντας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Κοπεγχάγη βρίσκεται η μεγαλύτερη αναρχική κατάληψη της Ευρώπης, η Christiania. Ιδρύθηκε το 1971 σε μια εγκαταλελειμμένη στρατιωτική ζώνη, καταλαμβάνει μια έκταση 34 εκταρίων και έχει 850 περίπου κατοίκους. Στεγάζει τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό σταθμό, κινηματογράφο, κέντρα διασκέδασης, καταστήματα με βιολογικά προϊόντα, εστιατόρια, αίθουσες συναυλιών, φούρνο, καθώς και ό,τι χρειάζεται μια κοινότητα. Στους χώρους της παράγονται ποδήλατα και ξύλινες κατασκευές, ενώ χρησιμοποιεί και δικό της νόμισμα. Μια άλλη ιστορική κατάληψη ήταν η Ungdomshuset (το σπίτι των νέων), ένα τετραώροφο πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο. Ήταν η βάση της D.I.Y. σκηνής στην Κοπεγχάγη, ένας συναυλιακός χώρος και ένα σημείο συνάντησης για διάφορες αυτόνομες και αριστερές ομάδες από το 1982 ως το 2007, όταν μετά από μεγάλη διαμάχη κατεδαφίστηκε. Σήμερα συνεχίζεται η κατάληψη σε δυο άλλα κτήρια που βρίσκονται στην ίδια περιοχή, μετά από συμβιβασμό με τον δήμο της Κοπεγχάγης. Βασίζεται στην αρχή της άμεσης δημοκρατίας (οι αποφάσεις παίρνονται από τις συνελεύσεις), παρέχοντας έναν αληθινά εναλλακτικό χώρο σε όποιον αντιστέκεται σε λογικές κέρδους, ξενοφοβίας, ρατσισμού ή σεξισμού. Ένα γεγονός που σημάδεψε την ιστορία των καταλήψεων στη Δανία ήταν η μάχη της οδού Ryesgade το 1986. Ολόκληρη η αστυνομία της Κοπεγχάγης επιστρατεύτηκε για να εκκενώσει την κατάληψη της Ryesgade. Η υποστήριξη από τον κόσμο ήταν μαζική και η μάχη κράτησε 9 ημέρες. Οι εξεγερμένοι ήταν καλά προετοιμασμένοι, ενώ σύνθημά τους ήταν το «καλύτερα να πεθάνεις όρθιος, παρά να ζεις γονατισμένος». Η αστυνομία δήλωσε ότι η κατάσταση αυτή θα τελείωνε με τον θάνατο αρκετών, μιας και είχε ετοιμάσει 1500 μπάτσους, αρκετούς με οπλοπολυβόλα, για την τελική επίθεση. Τελικά οι πολιορκημένοι αποφάσισαν να αποχωρήσουν για να μην θρηνήσουν θύματα. Στο μανιφέστο που άφησαν πίσω τους, δήλωσαν ότι «Μπορεί να νομίζετε ότι νικήσατε, όμως η εμπειρία που αποκτήσαμε, καθώς και η βοήθεια και αλληλεγγύη που μας έδωσε ο απλός λαός της Κοπεγχάγης είναι κάτι που δεν μπορείτε να μας πάρετε. Επιλέγουμε να ζήσουμε και να πολεμήσουμε κάποια άλλη μέρα».

Ολλανδία – Οι Krakers

Στην Ολλανδία οι καταλήψεις ξεκίνησαν στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 ως μια πρακτική λύση στα τεράστια οικονομικά προβλήματα και προβλήματα στέγης: οι τιμές των ακινήτων ήταν εξοργιστικά υψηλές, η ανεργία ιδιαίτερα εκτεταμένη και πολλά σπίτια έμεναν άδεια. Η ανάγκη στέγης και η έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας ανάγκασε πολλούς να αντιδράσουν. Τη δεκαετία του ‘70 μια ομάδα στο Άμστερνταμ κατέστρεψε αρκετές φορές το δημοτικό αρχείο του τμήματος στέγασης, με σκοπό να ξεσηκώσει όσους έψαχναν σπίτι. Το κίνημα των καταλήψεων πήρε πιο αναρχική χροιά την επόμενη δεκαετία. Πολιτικοί ακτιβιστές βοήθησαν καταληψίες στέγης να αντισταθούν απέναντι στο κράτος. Το κράτος εδώ χρησιμοποίησε το «μοντέλο πόλντερ» για να χειριστεί την κατάσταση. Αυτό είναι ένα σύστημα βάσει του οποίου υπάρχουν περιθώρια για διάλογο και συμβιβασμό με όλους: το αφεντικό με τον εργάτη, ο ιδιοκτήτης με τον ενοικιαστή, το κράτος με τους πολίτες, προκειμένου να προκύπτουν οι λιγότερες δυνατές διαμάχες – κι έτσι αποφεύχθηκε η κατά μέτωπο αντιπαράθεση, αλλά άνοιξε ένα πεδίο όπου το κίνημα των καταλήψεων μπορούσε να γίνει αποδεκτό στο πλαίσιο της νομιμότητας. Η αποφυγή της ανοιχτής αντιπαράθεσης είναι μια τακτική που τελικά απέδωσε. Η νομιμοποίηση αποδείχτηκε μια από τις πιο επιτυχημένες αντεπαναστατικές κινήσεις στην ιστορία των κοινωνικών κινημάτων. Οδήγησε τελικά σε ρήξη τους καταληψίες στέγης, οι οποίοι επιζητούσαν τον συμβιβασμό, με τους πολιτικούς καταληψίες, οι οποίοι ήθελαν τη σύγκρουση με το κράτος και οι οποίοι τελικά αποτραβήχτηκαν από τη σκηνή του Άμστερνταμ το 1988.

Γερμανία – Το κίνημα αστικής αντικουλτούρας

Το κίνημα των καταλήψεων στη δυτική Γερμανία ξεκίνησε από ακροαριστερές και αντιεξουσιαστικές ομάδες στις αρχές της δεκαετίας του ‘70. Η χώρα όπου γεννήθηκε το «μπλακ μπλοκ» από τους αυτόνομους είναι η δυτική Γερμανία και ο χρόνος οι αρχές του ‘80. Οι αυτόνομοι από τη δεκαετία του ‘70 είχαν αναλάβει την προστασία των καταλήψεων απέναντι στην αστυνομία. Το πραγματικό σημείο εκκίνησης της «Εξέγερσης του 1981», ήταν η 12η Δεκέμβρη 1980. Την ημέρα εκείνη μια παράνομη έξωση πραγματοποιήθηκε από την αστυνομία στην περιοχή του Kreuzberg και προκάλεσε ταραχές στους δρόμους που κράτησαν μέχρι το πρωί της επόμενης μέρας. Η ηγεσία της Γερουσίας, που ανέλαβε την εξουσία τον Φεβρουάριο του 1981, θέλησε να μετατρέψει τις καταλήψεις «σε νόμιμα καθορισμένες συνθήκες που θα βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με το αστικό δίκαιο». Όπως και στην Ολλανδία, ο συμβιβασμός και η νομιμοποίηση των σπιτιών σήμαινε τελικά το τέλος κάθε πολιτικής διάστασης των καταλήψεων. Η ένωση των δύο κρατών το 1990 έφερε μαζί της πολλά άδεια κτήρια στο ανατολικό Βερολίνο, και επομένως νέο πεδίο για πολιτικές καταλήψεις. Την ίδια χρονιά ακολούθησαν βίαιες εκκενώσεις με εκατοντάδες συλλήψεις και χρήση χιλιάδων μπάτσων απ’ όλη τη χώρα. Αυτό κατέδειξε με σαφήνεια ότι η επιλογή της στρατιωτικής άμυνας των καταλήψεων είχε αποτύχει. Ειδικά μετά τις δραματικές αυτές εκκένωσεις, μόνο λίγες καταλήψεις αρνήθηκαν να αποδεχτούν τη διαπραγματευτική λύση. Ακολούθησαν περισσότερες εκκενώσεις τη δεκαετία του ‘90. Με αναπτυξιακά προγράμματα «αυτοβοηθητικής στεγαστικής πολιτικής» εκατομμυρίων ευρώ, η Γερουσία του Βερολίνου κατάφερε τελικά να απορροφήσει πάρα πολλές πρώην καταλήψεις.

*

Όλα αυτά αφορούν την ιστορία, η οποία συνεχίζει να γράφεται, από εμάς τώρα, από άλλους στο μέλλον. Πολλές χώρες στην Ευρώπη έχουν δημιουργήσει το δικό τους νομικό οπλοστάσιο για την καταστολή ή την αποδοχή και εξουδετέρωση των ελεύθερων χώρων. Το ζήτημα βεβαίως για κάθε χώρα εξαρτάται από τις ισορροπίες δυνάμεων. Η δυναμική των αντιεξουσιαστικών κινημάτων διαφέρει από περιοχή σε περιοχή, και είναι αρκετές φορές απρόβλεπτη η επιρροή που ασκεί στην κοινωνία. Το παρελθόν δεν αλλάζει, το μέλλον όμως χαράσσεται από τη στάση μας τώρα. Ο δρόμος έχει ήδη ανοιχτεί, προχωράμε μπροστά, περισσότερο συσπειρωμένοι από ποτέ, γνωρίζοντας πως η αλληλεγγύη δεν γνωρίζει σύνορα, όπως σύνορα δεν γνωρίζει και το πάθος μας για έναν λεύτερο κόσμο!

Δαναΐδες