Φασίστες στα δημοκρατικά Χανιά

Στις 25 Μαρτίου, μέρα εθνικής ανάτασης στα δημοκρατικά Χανιά, 40 περίπου φασίστες και εθνοπατριώτες συγκεντρώνονται απέναντι από την εξέδρα των επισήμων, υπό την προστασία (και με τη συμμετοχή) ασφαλιτών και μπάτσων. Σκοπός τους είναι η διασφάλιση της ομαλής διεξαγωγής της εθνικιστικής/στρατιωτικής παρέλασης. Τις προηγούμενες μέρες «αγανακτισμένοι» εθνοσωτήρες, με εξώδικο προς τους μπάτσους, ζητούν να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για την αποτροπή της αμαύρωσης της παρέλασης. Η πρόφαση ήταν η κατασκευασμένη φήμη ότι μετανάστες πρώην απεργοί πείνας θα επιχειρούσαν να παρέμβουν στην παρέλαση. Ο πραγματικός λόγος ήταν η ματαίωση της παρέλασης της 28ης Οκτωβρίου της προηγούμενης χρονιάς από πάνω από 800 διαδηλωτές, κυρίως μαθητές εν μέσω μαθητικών καταλήψεων. Αυτή η συσπείρωση του εθνικιστικού συρφετού αφορούσε χρυσαυγίτες, φασίστες, μπράβους και ασφαλίτες, μέχρι μέλη της εθνοπατριωτικής ΣΠΙΘΑΣ και ΔΑΠίτες. Μετά το τέλος της παρέλασης πραγματοποίησαν πορεία με μπροστάρη μια περικεφαλαία. Ήταν η πρώτη δημόσια εμφάνιση φασιστών στα Χανιά. Για όσους ακόμα δεν το κατάλαβαν γίνεται σαφές τι είναι αυτό που υπερασπίζονται όχι μόνο οι φασίστες, αλλά και όσοι τοποθετούν το έθνος πάνω από όλες τις κοινωνικές αντιθέσεις. Η υπεράσπιση του έθνους, οδηγεί στην ενίσχυση του κράτους, της νομιμότητας και της τάξης. Μπροστά στην όξυνση των αγώνων και την κοινωνική/ταξική πόλωση, όσοι προτάσσουν την εθνική ενότητα και το συμφέρον της πατρίδας, θα παίρνουν θέση υπέρ του «νόμου και της τάξης» και άρα υπέρ ενός ισχυρού κράτους. Αυτό που ενόχλησε ήταν η διάσταση που έλαβε ο αγώνας των μαθητών και η μέγιστη ύβρις που πραγματοποίησε: Την απαξίωση του έθνους, μέσα από τη ματαίωση της παρέλασης της 28ης, και την πρόταξη των αναγκών και των επιθυμιών τους σε σύγκρουση ακριβώς με αυτούς που επικαλούνται το καλό του έθνους, δημιουργοί της σημερινής κοινωνικής απαθλίωσης.

Μέσα στην επόμενη βδομάδα τα φασιστοειδή επιτίθενται σε μετανάστες στην περιοχή της πλατείας 1866 και του ΚΤΕΛ, πυρπολούν το αμάξι μέλους του Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης, και ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι όπου έμεναν μετανάστες. Την Κυριακή 03/04 φασιστοειδή απειλούν και τραμπουκίζουν μετανάστες. Μόλις φτάνει η αστυνομία προσπαθεί να φυγαδεύσει τους φασίστες, και μπροστά σε απειλές για μηνύσεις οι μπάτσοι «αναγκάζονται» να προσαγάγουν 2 φασίστες, απευθυνόμενοι σε αυτούς με τα μικρά τους ονόματα. Ο ένας μάλιστα ξεφορτώνεται με άνεση μαχαίρι που κουβαλούσε πάνω του. Την επόμενη μέρα, και ενώ αντιφασίστες βρίσκονται στον δρόμο για να αποτρέψουν φασιστικές επιθέσεις, ένα περιπολικό και ένα ασφαλίτικο αυτοκίνητο συνοδεύουν και φυγαδεύουν αυτοκίνητο με στιλιάρια που θα χρησιμοποιούσαν φασίστες.

Στις 05/05 έχει κανονιστεί πορεία διαμαρτυρίας στην πλατεία της Αγοράς, από μερίδα μεταναστών πρώην απεργούς πείνας, για την υλοποίηση των δεσμεύσεων της κυβέρνησης σχετικά με την απεργία πείνας των 300 μεταναστών. Την ίδια ώρα περίπου 25 φασιστοειδή συγκεντρώνονται στην πλατεία της Αγοράς. Μια διμοιρία ΜΑΤ εμφανίζεται μέσα σε 5 λεπτά και προστατεύει τους φασίστες. Ασφαλίτες και ΜΑΤάδες συζητούν φιλικά με τους φασίστες. Κάποια στιγμή και ενώ έχει μαζευτεί αρκετός αλληλέγγυος κόσμος, οι μπάτσοι συνοδεύουν τους φασίστες ενώ αποχωρούν από την Αγορά. Ακολουθούν μικροσυμπλοκές με τους φασίστες και οι μπάτσοι απωθούν τους αλληλέγγυους με χημικά και ξύλο. Οι φασίστες τελικά κάνουν πορεία στο κέντρο της πόλης, με τους μπάτσους να παραμένουν στην Αγορά εμποδίζοντας οποιαδήποτε κίνηση των αλληλέγγυων. Αυτή τη φορά το κάλυμμα των φασιστών ήταν ανακοίνωση της ΝΟΔΕ Χανίων της Νέας Δημοκρατίας για επέμβαση της αστυνομίας στις συνεχείς συγκεντρώσεις μεταναστών στην πόλη, που παρεμποδίζουν την οικονομική κίνηση. Σε λίγο θα μας πουν πως οι μετανάστες έκοψαν το επίδομα ανεργίας, πετσόκοψαν τους μισθούς των ελλήνων και υπέγραψαν το Μνημόνιο.

Τα συγκεκριμένα γεγονότα δεν είναι παρθενογένεση, ούτε αφορούν μονάχα τα Χανιά. Έχουν να κάνουν με μια εντεινόμενη δράση των φασιστών εδώ και τουλάχιστον έναν χρόνο στα Χανιά, αν και με διαφορετικά χαρακτηριστικά πλέον. Επίσης συνδέονται με μια γενικότερη ενεργοποίηση των φασιστικών δράσεων πανελλαδικά, και μια συνολικότερη ένταση των ρατσιστικών/εθνικιστικών αντιλήψεων. Και για να αναφερθούμε απλώς σε μερικά πρόσφατα περιστατικά, στο Ηράκλειο παρέες νεολαίων βγαίνουν τα σαββατοκύριακα και εκτονώνονται χτυπώντας μικροπωλητές μετανάστες. Στην Ηγουμενίτσα εδώ και καιρό εκατοντάδες κάτοικοι, με την επίσημη συμμετοχή δημοκρατικών φορέων (Δήμος κ.λπ.) προχωρούν σε ρατσιστικές συγκεντρώσεις εναντίων μεταναστών, τους απαγορεύουν την είσοδο σε σούπερ μάρκετ και νοσοκομεία. Κορυφαία στιγμή του ρατσιστικού μίσους αποτελεί το τετραήμερο πογκρόμ φασιστών και αγανακτισμένων νοικοκυραίων που ακολούθησε τη στυγερή δολοφονία του 44χρονου Μ. Καντάρη για μια κάμερα στις 10 Μαΐου. Το αποτέλεσμα του πογκρόμ ήταν ένας δολοφονημένος 22χρονος μετανάστης και δεκάδες μαχαιρωμένοι. Είναι επίσης σαφές ότι ο ρατσισμός και ο εθνικισμός δεν είναι κάτι νέο στον ελλαδικό χώρο και σίγουρα δεν είναι γέννημα της κρίσης, όπως κάποιοι υποστηρίζουν. Έχει μακρά ιστορία στον ελλαδικό χώρο, η οποία όμως δεν μπορεί να εξιστορηθεί εδώ. Εδώ θα περιοριστούμε σε κάποια ζητήματα με αφορμή το φασιστικό φαινόμενο στα Χανιά, τα οποία όμως ξεφεύγουν από το τοπικό και γενικεύονται.

Η απροκάλυπτη συνεργασία μπάτσων-φασιστών και το ζήτημα ενός παρακρατικού μηχανισμού στα Χανιά

Η ιστορία της στενής σχέσης κράτους-φασιστών και οι παρακρατικές μορφές οργάνωσης της καταστολής δεν είναι κάτι νέο, αλλά μια συνθήκη που έχουν βιώσει στο πετσί τους χιλιάδες αγωνιστές. Το αποκορύφωμα ήταν η αποκρυστάλλωση του μετεμφυλιακού κράτους τις δεκαετίες του ‘50-’60, όπου η παρακρατική αντίληψη θεσμοποιήθηκε επίσημα. Έτσι, επανερχόμενοι στα Χανιά, δεν μπορούμε παρά να επισημάνουμε την αναβαθμισμένη εδώ και καιρό στενή συνεργασία/κάλυψη που παρέχουν οι μπάτσοι στους φασίστες. Από την εξιστόρηση των τελευταίων γεγονότων γίνεται σαφής ο ρόλος που έπαιξαν οι μπάτσοι στην 25η Μαρτίου, στην αντισυγκέντρωση των φασιστών την 5η του Μάη, και σε πλήθος άλλων περιπτώσεων, όπου Ζητάδες και Δίας παρόντες σε ξυλοδαρμούς μεταναστών στην πλατεία 1866 είτε έκαναν τα στραβά μάτια, είτε παρότρυναν τους φασίστες να φύγουν όταν μαζεύονταν αλληλέγγυοι. Πέρα από το γεγονός ότι κάποιους τους ξέρουν με τα μικρά τους, είναι γνωστό ότι ορισμένοι ασφαλίτες είναι ταγμένοι χρυσαυγίτες. Δεν μπορούμε ακόμα βέβαια να μιλάμε για οργανωμένο παρακρατικό μηχανισμό με κεντρικό συγκεκριμένο σχεδιασμό. Το σίγουρο όμως είναι ότι υπάρχει έντονη σχέση και δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ φασιστών και κράτους/μπάτσων, αν αναλογιστούμε επιπλέον και τη συμμετοχή μπράβων της νύχτας και ατόμων που έχουν σχέση με το Μαρκογιαννάκη (όπως ο Λυκούργος Κατάκης). Σχέσεις οι οποίες δεν αποκλείεται να αποτελέσουν πρόπλασμα για το στήσιμο ενός οργανωμένου παρακρατικού μηχανισμού καταστολής στα Χανιά. Στην πράξη λοιπόν σπάει η περυσινή φαινομενική γραμμή που κρατούσαν οι μπάτσοι, τον ρόλο δηλαδή του δημοκρατικού επιδιαιτητή μιας υποτιθέμενης σύγκρουσης 2 άκρων, και παίρνουν απροκάλυπτα τον φυσικό τους ρόλο.

Τα σημεία συσπείρωσης των φασιστών

Η φασιστική δράση στα Χανιά, περίπου ενάμιση χρόνο πριν, είχε κυρίως να κάνει με εμπρησμούς και νυχτερινές επιθέσεις σε ντόπιους αγωνιστές, μετανάστες, σπίτια, στέκια και καταλήψεις. Τον τελευταίο καιρό γίνονται τα πρώτα βήματα για δημόσιες εμφανίσεις και προσπάθεια νομιμοποίησης στον δρόμο. Δεν είναι τυχαίο ότι και τις δύο φορές που εμφανίστηκαν είχε προηγηθεί η προετοιμασία ενός κλίματος. Στη μεν 25η Μάρτη με το εξώδικο που ζητούσε τη διασφάλιση της ομαλής διεξαγωγής της παρέλασης, στη δε 5η Μάη με ανακοινώσεις της ΝΟΔΕ Χανίων της Νέας Δημοκρατίας, που ζητούσε την επέμβαση της αστυνομίας για να σταματήσουν οι διαδηλώσεις μεταναστών που παρεμποδίζουν την οικονομία της πόλης. Έτσι, στα δημοκρατικά Χανιά έχουμε και τις πρώτες προτροπές για απαγόρευση των διαδηλώσεων. Το πέρασμα στην προσπάθεια για νομιμοποίηση της δημόσιας εμφάνισης των φασιστών, επουδενί δεν σημαίνει ότι σταμάτησαν τις τακτικές των νυχτερινών επιθέσεων και των ξυλοδαρμών.

Τα φασιστικά ρεύματα εσωκλείουν τάσεις με πολλαπλά χαρακτηριστικά. Κεντρικά σημεία συσπείρωσης των φασιστών είναι απ’ τη μια το ρατσιστικό μένος απέναντι στους μετανάστες, και απ’ την άλλη η εχθρότητα που τρέφουν για οποιονδήποτε είτε αντιπολιτεύεται –ακόμη και– θεσμικά το κράτος είτε το ανταγωνίζεται έμπρακτα. Βασικό πρόταγμα υπεράνω κάθε άλλης κοινωνικής αντίθεσης είναι η υπεράσπιση του έθνους, της μικροϊδιοκτησίας έναντι του μεγάλου κεφαλαίου, της οικογένειας και της θρησκείας. Κύρια τακτική είναι η συνεχής άσκηση βίας και επιβολής ως κουλτούρα και αντίληψη ζωής, και συνεπώς ως συστατικό στοιχείο της κοινωνικής οργάνωσης. Στους περισσότερους κυριαρχεί η στρατιωτική πειθαρχία και η προσωπολατρία μπροστά στο δέος του Άριου αρχηγού. Η συμπύκνωση όλως αυτών των στοιχείων καταλήγει στην υποταγή στο έθνος-κράτος, την οργάνωση της κοινωνικής ζωής στη βάση στρατιωτικών, βίαιων και άκρως ιεραρχικών δομών, όπου η αμφισβήτηση και η διαφορετικότητα θα πολεμούνται ανηλεώς. Αυτή η υποταγή στο έθνος-κράτος διατηρεί και ενισχύει στο έπακρο, όλους τους κοινωνικούς/ταξικούς διαχωρισμούς εντός της κοινωνίας, και διατηρεί την ισορροπία και την κοινωνική συνοχή αποκλειστικά με όρους επιβολής, προσωπολατρίας, πίστης σε εθνικιστικές ιδεοληψίες και βία.

Κοινωνικός εκφασισμός ή ενίσχυση του παρακράτους;

Ένα από τα κύρια ζητήματα που τίθενται επιτακτικά για το ανταγωνιστικό κίνημα και χρίζει διερεύνησης είναι το στάδιο στο οποίο βρίσκεται αυτή τη στιγμή το φασιστικό φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο. Σχηματικά μπορεί να τεθεί με δύο τρόπους.

Η μια ανάγνωση βλέπει τον φασισμό να ενσαρκώνεται σε παρακρατικές συμμορίες, οι οποίες με την ενίσχυση και προστασία του κράτους δρουν ως ένας μηχανισμός καταστολής. Κι αυτό ειδικότερα σήμερα αφού το ίδιο το κράτος φασιστικοποιεί τον λόγο και τις πρακτικές του. Το κρατικό σχέδιο αφορά την προετοιμασία ενός ισχυρού παρακρατικού μηχανισμού ο οποίος –αν και ήδη αναλαμβάνει έργο– θα χρησιμοποιηθεί ως άλλο ένα μέσο καταστολής εξεγέρσεων και αναταραχών, ή γενικότερα για τη «λύση» μειζόνων κοινωνικών συγκρούσεων. Τα παραδείγματα της παρακρατικής επίθεσης στην Πάτρα τον Δεκέμβρη του 2008, τα χτυπήματα φασιστών μαζί με μπάτσους σε καταλήψεις, η «μαύρη τρομοκρατία» στην περιοχή του Άγιου Παντελεήμονα και πλήθος άλλων περιπτώσεων, επιβεβαιώνουν εν μέρει αυτήν την αντίληψη. Μια δεύτερη ανάγνωση του φασισμού αντιλαμβάνεται ότι ενδεχομένως να έχει αρχίσει να αναπτύσσεται κυρίως κοινωνικά και να ξεφεύγει ελαφρώς, χωρίς να αποσυνδέεται, από την παρακρατική του λειτουργία. Η καπιταλιστική κρίση ενισχύει και οξύνει τον διάχυτο και βαθύ κοινωνικό ρατσισμό απέναντι στους μετανάστες. Η κατάρρευση του μικροαστικού ονείρου και η από καιρού διάλυση του συλλογικού ενισχύει την εξατομικευμένη στάση και μια επιθετική αντίληψη επιβίωσης του δόγματος «όλοι εναντίον όλων», άρα και εναντίων των από κάτω. Εντείνεται η ανασφάλεια και ο φόβος, και απαιτείται ασφυκτική αστυνόμευση. Αυτά είναι ενδεικτικά μόνο σημεία, τα οποία μαζί με έναν εντεινόμενο εθνικισμό μιας μερίδας κοινωνικών στρωμάτων, μπορούν να συσπειρώσουν αγανακτισμένους νοικοκυραίους –κι όχι μόνο– στη συγκρότηση φασιστικών ρευμάτων. Παραδείγματα όπως αυτά του κοινωνικού ρατσισμού στην Ηγουμενίτσα, τη διάχυση των ρατσιστικών αντιλήψεων στα σχολεία, που μορφοποιούνται σε βίαιες επιδρομές εκτόνωσης εναντίων μεταναστών, και το ρατσιστικό πογκρόμ στην Αθήνα μετά τη 10η Μαΐου, καθώς και η δημιουργία νέων φασιστικών τάσεων όπως οι λεγόμενοι «αυτόνομοι εθνικιστές», επιβεβαιώνουν εν μέρει αυτήν την αντίληψη.

Είναι προφανώς σαφές πώς αυτές οι δύο αναγνώσεις ούτε αντικρουόμενες είναι –και σίγουρα αλληλομπλέκονται–ούτε και μοναδικές, και σίγουρα ως κοινωνικές καταστάσεις είναι υπό διαμόρφωση και όχι παγιωμένες. Το ζήτημα που τίθενται είναι μια ανάγνωση και ερμηνεία του φασιστικού φαινομένου σήμερα στον ελλαδικό χώρο, για τη χάραξη μιας ανάλογης στρατηγικής σύγκρουσης και ανακοπής της ανάπτυξής του. Το σίγουρο είναι πως είτε ως κοινωνικό φαινόμενο είτε ως παρακρατικός μηχανισμός, η θέση που έχουν πάρει από πάντα είναι εχθρική απέναντι στους κοινωνικούς αγώνες, και άρα, όπως και να έχει, η σύγκρουση με τον φασισμό γίνεται και θα γίνεται με όρους κοινωνικού πολέμου, ενταγμένη στον συνολικότερο αγώνα για ελευθερία και αξιοπρέπεια.

βλάσσης