Η επίθεση του καθεστωτικού μηχανισμού στους 300 μετανάστες απεργούς πείνας, που παρακολουθήσαμε μέσα από τα δελτία ειδήσεων της κυριαρχίας το τελευταίο διάστημα, δείχνει αναμφίβολα (έστω και μέσα από τη συκοφαντία) τον πανικό που έσπειρε στο κράτος η έναρξη της απεργίας πείνας. Από την πρώτη στιγμή της εγκατάστασης των 300 στη Νομική, οι κάθε λογής Ελλαδέμποροι του σάπιου συστήματος που καταρρέει, ούρλιαζαν στα κανάλια και τις εφημερίδες τους «περί διασάλευσης της ακαδημαϊκής λειτουργίας και νόμων που πρέπει να εφαρμοστούν», καθώς και για άμεση και μόνιμη κατάργηση του «αναχρονιστικού» πανεπιστημιακού ασύλου. Η κοινωνία, μέσα από την τηλεοπτική χαβούζα, παρακολουθεί επιθέσεις φασιστών (που παρουσιάζονται ως «αγανακτισμένοι κάτοικοι») σε μετανάστες, ακούει για βασανιστήρια και δολοφονίες στα Α.Τ. από τους «προστάτες του πολίτη», και με την αφωνία της «νίπτει τας χείρας της». Το ζήτημα είναι πρωτίστως ταξικό. Οι 300 μετανάστες απεργοί πείνας δεν είναι τίποτα λιγότερο από αόρατοι εργάτες σε καθεστώς παρανομίας, και ως τέτοιοι για πρώτη φορά διεκδικούν μαζικά και πολιτικά τη νομιμοποίησή τους με το έσχατο των μέσων, την απεργία πείνας. Την εποχή που τα αφεντικά χτίζουν φράχτες, αυτή η κίνηση έρχεται να απαντήσει και να θέσει εκ νέου το μεταναστευτικό ζήτημα στην πραγματική του βάση. Και αυτή είναι η άμεση προλεταριακή απάντηση στην επιταχυνόμενη μετατροπή της εργασιακής συνθήκης σε δουλεμπόριο. Η καταστολή, η προπαγάνδα, η συνεχιζόμενη υποτίμηση έναντι οικονομικών δεικτών και αριθμών, το ΔΝΤ και η άνοδος τόσο του καλυμμένου σοσιαλιστικού φασισμού, όσο και της απροκάλυπτης νεοναζιστικής ακροδεξιάς δείχνουν ότι είναι ώρα να πάρουν όλοι θέση. όποιος δεν εξεγείρεται ενστικτωδώς ή παραμένει ακόμα και αποστασιοποιημένα απαθής μπροστά σε όλη αυτή τη λυσσαλέα επίθεση της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας, τότε θα πρέπει, ανάμεσα σε πολλά άλλα ερωτήματα, να αναρωτηθεί και για το ποσοστό ανθρώπινης ουσίας που του έχει απομείνει.