Έχει ίσως κάποιο ενδιαφέρον να σχολιαστούν οι δυο τελευταίες απόπειρες απόδρασης από φυλακές υψίστης ασφαλείας. Με ελικόπτερο από τα Τρίκαλα η μια, με μία μικρή μπλόφα από το Μαλανδρίνο η άλλη.
Στη μία περίπτωση φάνηκε ότι η αστυνομία δεν δίστασε, προκειμένου να εμπεδωθεί το δόγμα μηδενικής ανοχής, να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή δεκάδων ανθρώπων, επικαλούμενη την πρόθεσή της να αποτρέψει μια απόδραση, πράξη που διώκεται σε βαθμό πλημμελήματος…
Στη δεύτερη περίπτωση είδαμε τι μπορεί να πετύχει ένας κρατούμενος καμουφλάροντας ένα απλό ράδιο σε τηλεχειριστήριο βόμβας (!) αν οι διωκτικοί μηχανισμοί ξέρουν ότι με την ελευθερία του δεν αστειεύεται. Μπορεί τελικά να μην κατάφερε να φύγει, αλλά κράτησε για ένα 24ωρο μια φυλακή στο πόδι με μόνο του όπλο την απόφαση.
Όμως αυτό που πραγματικά έχει σημασία σ’ αυτά τα δυο περιστατικά είναι η αλλαγή στο νόημα της απόδρασης και η μετάλλαξή της σε μια ατομική υπόθεση του κρατούμενου. Μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ’90 η εξέγερση και η απόδραση ήταν δυο έννοιες σχεδόν αλληλένδετες. Η εξέγερση ήταν συνήθως η συνέπεια μιας απόπειρας μαζικής απόδρασης. Οι κρατούμενοι σε μια φυλακή, όλοι μαζί προσπαθούσαν ν’ αποδράσουν, κάποιοι τα κατάφερναν, κάποιοι τραυματίζονταν από σφαίρες μπάτσων στην προσπάθεια, και οι υπόλοιποι επέστρεφαν πίσω κι έκαιγαν τη φυλακή τους. Για τη μετάλλαξη αυτή οι αιτίες πρέπει ν’ αναζητηθούν από τη μια στην αναβάθμιση της τεχνολογίας και της αρχιτεκτονικής της καταστολής, και από την άλλη στον χωρίς προηγούμενο ατομικισμό των σύγχρονων κρατουμένων.
Οι σύγχρονες φυλακές είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε να επιτυγχάνεται ο μεγαλύτερος δυνατός έλεγχος τόσο με φυσικές όσο και με ηλεκτρονικές μεθόδους. Είναι οι κάμερες σε κάθε γωνιά, της απόλυτα τετραγωνισμένης και με απουσία οποιοιδήποτε φυσικού στοιχείου, πτέρυγας. Είναι οι πόρτες που ανοίγουν μόνο ηλεκτρονικά από τα δωμάτια ελέγχου. Είναι και ότι –μια σημαντική λεπτομέρεια- η ταράτσα, το κατεξοχήν καταφύγιο στασιαστών κρατουμένων, δεν είναι προσβάσιμη σχεδόν με κανέναν τρόπο.
Από την άλλη είναι η αλλαγή στη σύνθεση του πληθυσμού την τελευταία δεκαετία, που έχει επιφέρει κάποιες αλλαγές στην αντίληψη των κρατουμένων. Ο πληθυσμός των φυλακών δεν αποτελείται ούτε από αιμοσταγείς εγκληματίες ούτε από ρομαντικούς παράνομους. Αποτελείται από μετανάστες της Αφρικής και της Ασίας που τις περισσότερες φορές δεν γνωρίζουν, όχι απλά τη γλώσσα αλλά ούτε καν τον λόγο που είναι στη φυλακή. Αποτελείται από τοξικομανείς των οποίων η θέση είναι στα νοσοκομεία. Αποτελείται από τρομαγμένους απατεωνίσκους και χρεοφειλέτες, την νέα τάση των ελληνικών φυλακών. Αποτελείται από νονούς και μπράβους της νύχτας που με αντάλλαγμα κάποιες μικροεξυπηρετήσεις κρατάνε μια ισορροπία στις ελληνικές φυλακές μεταξύ διαφθοράς και κοινωνικής ειρήνης.
Οι σχέσεις των κρατουμένων μεταξύ τους είναι ψεύτικες, υποκριτικές μέχρι αναγούλας και διπλωματικές. Ένα παιχνίδι κυριαρχίας που λειτουργεί ως τροχοπέδη στο χτίσιμο σχέσεων εμπιστοσύνης, κάτι που μειώνει την αγωνιστική διάθεση η οποία προϋποθέτει την αλληλεγγύη. Διασπασμένοι οι κρατούμενοι σε έθνη και φυλές, σε μικρές και μεγάλες ποινές, σε διαφορετικά αδικήματα, σε προσωπικές διαφορές οι οποίες οφείλονται κυρίως στην πρέζα και σε ατομικά μικροσυμφέροντα, καταστρέφουν την όποια κοινότητα αγώνα θα μπορούσε να δημιουργηθεί. Τελικά όποιος θέλει να διεκδικήσει την ελευθερία του καλείται να το προσπαθήσει μόνος του ή με μερικούς φίλους. Οι συλλογικές λύσεις μοιάζουν σαν ένας ξεπερασμένος ρομαντισμός που ανήκει στη δεκαετία του ’90.
Και γιατί όλα αυτά έχουν σημασία;
Γιατί η φυλακή δεν είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας. Είναι ο χώρος που συμπυκνώνονται οι λειτουργίες της, οι αξίες της, οι παραδόσεις της, η ηθική της, τα προβλήματά της. Βλέποντας κανείς και αναλύοντας τι συμβαίνει μέσα μπορεί να ερμηνεύσει την κοινωνική αδράνεια έξω.
Θεαματικά και θεμιτά είναι τα ελικόπτερα της απόδρασης, όμως ομορφότερες είναι οι φλόγες της εξέγερσης. Δεν πρέπει να πάψουμε να τιμούμε αυτούς που κατάφεραν ή έστω προσπάθησαν να ν’ αποδράσουν, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στόχος δεν πρέπει να είναι να πετάξουμε πάνω από τα τείχη αλλά να χορέψουμε πάνω στα συντρίμμια τους.
* Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε ένα 24ωρο πριν την μαγική απόδραση στις φυλακές Τρικάλων στις 22/03/2013.
Α. Θεοφίλου
Ε1 πτέρυγα φυλακών Δομοκού, 21/03/2013