BedTime Stories: Ο άλλος παίκτης

Ο ζαπατισμός, περισσότερο από ένα παράδειγμα προς μίμηση, είναι ένα σύμπτωμα.

Αρέσει στον Μάρκος να εκφράζεται με παραβολές. Τα κείμενα και οι λόγοι του διανθίζονται συχνά με διηγήσεις ή παραμύθια που χρησιμεύουν ως παραδείγματα. Στο τέλος της πορείας του προς την Πόλη του Μεξικό, συναντήθηκε με τους διανοούμενους, ξένους και και μεξικανούς (Κάρλος Μονσιβάις, Κάρλος Μοντεμαγιόρ, Πάμπλο Γκονσάλβες Κασανόβα), που είχαν υποστηρίξει την πρωτοβουλία του, για να τους ευχαριστήσει. Στη διάρκεια αυτής της συνάντησης, τους αφηγήθηκε την παρακάτω ιστορία:

Αυτό λέγεται «Ο άλλος παίκτης». Μία ομάδα σκακιστών είχε βυθιστεί σε μία πολύ σημαντική παρτίδα υψηλού επιπέδου. Πλησίασε ένας ιθαγενής, τους κοίταξε και ρώτησε:

«Τι παίζετε;»

Κανείς δεν του απάντησε. Ο ιθαγενής πλησίασε τη σκακιέρα, κοίταξε τη θέση των κομματιών, το αυστηρό και συγκεντρωμένο πρόσωπο των σκακιστών, την παράδοξη στάση εκείνων που παρακολουθούσαν. Έκανε ξανά την ερώτηση:

«Τι παίζετε;»

Ένας από τους παίκτες μπήκε στον κόπο να του απαντήσει:

«Δεν θα μπορούσες να καταλάβεις. Είναι ένα παιχνίδι για σπουδαίους και σοφούς ανθρώπους».

Ο ιθαγενής έμεινε σιωπηλός και συνέχισε να παρατηρεί τη σκακιέρα και τις κινήσεις των αντιπάλων. Μετά από λίγο τόλμησε να ξαναρωτήσει:

«Και γιατί παίζετε, αν αγνοείτε ποιος θα κερδίσει;»

Ο ίδιος παίκτης που είχε απαντήσει προηγουμένως του είπε:

«Δεν μπορείς να καταλάβεις. Είναι ένα θέμα για ειδικούς. Ξεπερνάει τις ικανότητές σου».

Ο ιθαγενής δεν είπε τίποτα. Συνέχισε να παρακολουθεί και μετά έφυγε. Κάποια στιγμή, ξαναγύρισε κουβαλώντας κάτι. Χωρίς να πει κουβέντα, πλησίασε το τραπέζι και ακούμπησε στη μέση της σκακιέρας μια παλιωμένη μπότα γεμάτη λάσπη. Οι παίκτες, αμήχανοι, τον κοίταξαν οργισμένα. Ο ιθαγενής χαμογέλασε πονηρά και ρώτησε:

«Σαχ;»

Τέλος της ιστορίας.

Το κλειδί αυτού του παραμυθιού δεν είναι η παλιωμένη μπότα γεμάτη λάσπη, που διέκοψε και ανέτρεψε μια θεαματική παρτίδα σκάκι των αφεντών της εξουσίας και του χρήματος, και το παιχνίδι εκείνων που έκαναν την πολιτική μία τέχνη προσποίησης και απάτης. Το ουσιαστικό βρίσκεται στο χαμόγελο του ιθαγενούς, που δείχνει ότι ξέρει κάτι. Ξέρει ότι λείπει ένας άλλος παίκτης: αυτός. Αλλά κυρίως, ξέρει ότι η παρτίδα δεν έχει λήξει και δεν την έχουμε χάσει. Ξέρει ότι η παρτίδα σκάκι μόλις ξεκίνησε. Και το ξέρει όχι επειδή το ξέρει, αλλά επειδή ονειρεύεται.

Με μια κουβέντα: Εμείς, οι αυτόχθονες, δεν αποτελούμε τμήμα του παρελθόντος, αλλά του μέλλοντος. Γιατί κοιτάζουμε προς τα πίσω, αλλά ονειρευόμαστε προς τα εμπρός. Τα πόδια μας μένουν βουτηγμένα στον πηλό της ιστορίας, αλλά το κεφάλι μας διακρίνει το φωτεινό αύριο.

Από το βιβλίο «Μάρκος – η εξεγερμένη αξιοπρέπεια» του Ignacio Ramonet

που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2001.

Ντένη Μαρκορά

Ελπίζω και εύχομαι, οι ιστορίες αυτές να πυροδοτήσουν συζητήσεις, ανεξάρτητα με το αν είστε λάτρεις του αθλήματος. Για τους τελευταίους, όμως, φυλάω για το τέλος δύο θέσεις σε σκακιέρες:

The Opera Game
Ένα παιχνίδι από τη ρομαντική εποχή του σκακιού ανάμεσα στον Paul Morphy και στους Duke Karl και Count Isouard. Παίχτηκε στο διάλειμμα μιας όπερας στο Παρίσι το 1858, εξού και το όνομα της παρτίδας. Από πολλούς χαρακτηρίζεται η πιο όμορφη παρτίδα στην ιστορία του σκακιού και σας παροτρύνω να την παρακολουθήσετε ολόκληρη. Αφήνω εδώ το στήσιμο της σκακιέρας μετά τη 15η κίνηση, παίζουν τα λευκά και κάνουν ματ σε 2 κινήσεις.
Τυφλό παίξιμο (blind)
Η παρτίδα παίχτηκε το 1891 ανάμεσα στους Wilhelm Steinitz και Albert Hodges. Το τυφλό παίξιμο, blind όπως συνηθίζεται να λέγεται, είναι μία παρτίδα όπου ο ένας παίκτης ή και οι δύο, δεν κοιτάνε τη σκακιέρα, ούτε παίζουν οι ίδιοι τα κομμάτια. Παίζουν δηλαδή από μνήμης. Κατά τους 18ο-19ο αιώνες χαρακτηριζόταν ως κάτι πολύ επικίνδυνο, γιατί θεωρούσαν ότι προκαλεί διανοητική βλάβη ή ακόμα και τρέλα!