Από το Μάρτη του ‘20 το ελληνικό κράτος (όπως και τα περισσότερα παγκοσμίως) εφάρμοσε σταδιακά μια διευρυνόμενη κατάσταση εξαίρεσης στον πληθυσμό, υπό τη μορφή μέτρων πρόληψης, στο όνομα της αντιμετώπισης μιας επιδημίας που εξελισσόταν σε πανδημία.
Η αναπαραγωγή ψευδών και αληθινών ειδήσεων αναφορικά με τις επιπτώσεις του covid-19 διέσπειραν τον πανικό και δημιούργησαν εύφορο έδαφος για κάθε λογής συνωμοσιολογία (5G, αντιεμβολιαστές), δίνοντας βήμα στην alt right και στους ψεκασμένους εθνικοπατριώτες. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού κλείστηκε στο σπίτι, άλλοι φοβούμενοι τις συνέπειες της ανικανότητας των κυβερνώντων, και άλλοι ακολουθώντας τα μειλίχια διαγγέλματα των τεχνοκρατών τύπου Τσιόδρα ή το απειλητικό ύφος χωροφύλακα του ‘60, του υφυπουργού Χαρδαλιά. Όσο ο πληθυσμός παρακολουθούσε τις υγειονομικές εξελίξεις σε μορφή πολεμικών ανακοινωθέντων, τα περιοριστικά μέτρα εξελίσσονταν από τη σύσταση για την αποφυγή συνωστισμού, στην απαγόρευση κυκλοφορίας και την καραντίνα.
Η πλύση εγκεφάλου του «Μένουμε σπίτι» παρουσίαζε ανθυποσελέμπριτις και influencers να μαγειρεύουν γκουρμεδιές, να κάνουν γιόγκες και να διαβάζουν την πανούκλα του Καμί, αποκρύπτοντας τις έμφυλες και ταξικές ανισότητες που γιγαντώθηκαν μέσα στις ασφυκτικές συνθήκες. Γυναίκες και ΛΟΑΤΚΙΑ αποκλείστηκαν στο σπίτι με τους κακοποιητές τους. Εργαζόμενες και εργαζόμενοι είτε είδαν τις εργασιακές τους υποχρεώσεις να διογκώνονται και να εντατικοποιούνται, με την εισβολή του εργασιακού χρόνου στο σπίτι μέσω της τηλεργασίας, είτε σε πολλές περιπτώσεις εξαναγκάστηκαν να διακινδυνεύσουν την υγεία και τη ζωή των ίδιων και των δικών τους μπροστά στο μεροκάματο της επιβίωσης. Τα ήδη υποτιμημένα κομμάτια της κοινωνίας εξαλιώθηκαν: όχι μόνο δεν είχαν πρόσβαση στα στοιχειώδη, αλλά διακινδύνευαν και τις ζωές τους καθημερινά τόσο από την ασθένεια, όσο και από την κρατική βία στο όνομα της υγειονομικής ασφάλειας. Οι μετανάστ(ρι)ες θάφτηκαν μέσα σε σφραγισμένα πλέον στρατόπεδα και δομές, ενώ οι κρατούμενοι και ψυχικά ασθενείς στερήθηκαν ακόμα και θεμελιώδη δικαιώματα όπως το επισκεπτήριο.
Η αστυνομοκρατία, η επιτήρηση και ο έλεγχος εντατικοποιήθηκαν, αγγίζοντας κατά περιπτώσεις τη στρατιωτική διαχείριση. Κι ενώ τα αντανακλαστικά της κοινωνίας ήταν μειωμένα, η διακυβέρνηση του κράτους μέσω πράξεων νομοθετικού περιεχομένου περνούσε μεταρρυθμίσεις αλλάζοντας άρδην το τοπίο, τόσο στα εργασιακά, όσο και στην υγεία, την εκπαίδευση και το περιβάλλον, στήνοντας παράλληλα ένα ατελείωτο πάρτυ μιζών και μαύρου χρήματος για τους φίλους της κυβέρνησης -από την υπερκοστολόγηση της ενοικίασης κλινών ΜΕΘ σε ιδιωτικές κλινικές και το «σκόιλ ελικικού» των ΚΕΚ, μέχρι τα εκατομμύρια που μπούκωσαν τα ΜΜΕ.
Πλέον το κοινωνικό σκηνικό συνθέτουν η απειλή της επερχόμενης ανέχειας και εξαθλίωσης, και ο κίνδυνος που εγκυμονούν, εντός και εκτός συνόρων, ο ελληνικός εθνικισμός σε συνδυασμό με τα γεωπολιτικά συμφέροντα του ελληνικού κράτους. Στο δημόσιο πεδίο η βία της καταστολής εξαπολύεται ανεξέλεγκτα στοχοποιώντας τα κατώτερα στρώματα, κι επιδεικνύοντας ζήλο στον ξυλοδαρμό της «αναιδούς» νεολαίας που συχνάζει σε πλατείες, την ίδια στιγμή που ακροδεξιοί πραγματοποιούν ανοιχτά ρατσιστικές συγκεντρώσεις και επιθέσεις με την υποστήριξη των μπάτσων.
Η «μετά κορωνοϊού εποχή» παγιώνεται βασισμένη στην κυνική νεοφιλελεύθερη πολιτική που μετατρέπει τις καταστροφές σε πρώτης τάξεως ευκαιρίες για το κεφάλαιο και τα αφεντικά, και στην εδραίωση ενός μηχανισμού γενικευμένης κατάστασης εξαίρεσης με έναν αναβαθμισμένο υγειονομικό έλεγχο της κοινωνίας.
Βγαίνοντας από την περίοδο της καραντίνας με το λάβαρο της «επιτυχούς» διαχείρισης της πανδημίας, το ελληνικό κράτος ετοιμάζεται να επανεκκινήσει τη «βαριά» βιομηχανία, τον τουρισμό, σε συνθήκες όπου οι επισφαλείς εργαζόμενοι θα ρισκάρουν καθημερινά με τον covid-19 -με ό,τι αυτό συνεπάγεται- αντιμετωπίζοντας τον ορατό εκβιασμό της πείνας και της φτώχειας.
Η σιδερένια φτέρνα του κράτους επιδιώκει να συνθλίψει κάθε κίνηση αντίστασης στο πετσόκομμα των εναπομεινάντων εργασιακών και κοινωνικών κεκτημένων.
Αυτή τη στιγμή οι ΗΠΑ φλέγονται από οργή για τη δολοφονία του Τζόρτζ Φλόυντ, ακόμα μία δολοφονία με φυλετικά και ταξικά χαρακτηριστικά. Εάν είσαι φτωχός και μη λευκός, οι πιθανότητες δολοφονίας σου από τους «προστάτες του πολίτη» εκτοξεύονται. Πλήθος κόσμου έχει εξεγερθεί μπροστά στην αδικία και την εκμετάλλευση. Ο πρόεδρος Τραμπ επιχειρεί να απεκδυθεί την ευθύνη του θανάτου 100.000 πολιτών λόγω της διαχείρισης της πανδημίας, απαντώντας με σκληρότερη καταστολή και προκαλώντας χάος: η εθνοφυλακή έχει κατέβει στους δρόμους στις μεγάλες πόλεις και ήδη μετράμε περισσότερους νεκρούς, ενώ κυκλοφορούν φήμες για την παρουσία ένοπλων ακροδεξιών ομάδων.
Το τι μέλλει γενέσθαι βρίσκεται στα χέρια των ίδιων των εργαζομένων και όλων των κομματιών της κοινωνίας που υποτιμούνται, βρίσκεται στα χέρια του κόσμου του αγώνα και της αλληλεγγύης. Να μην αφήσουμε τις κοινωνικές αντιστάσεις να καμφθούν. Η κρίση που μας απειλεί, να γίνει κρίση των αφεντικών.
συντακτική ομάδα Ηρακλείου