Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, το τεράστιας κλίμακας κακό δεν χρειάζεται διαβολικούς ανθρώπους για να το συντελέσουν. Φτάνουν μερικοί αφοσιωμένοι μεσαίοι ή μικροί υπαλληλίσκοι, οι οποίοι με την κατάλληλη φροντίδα και την ανάλογη κολακεία από τον άρχοντα, μεταμορφώνονται από φοβισμένα ανθρωπάκια σε αδίστακτους, πιστούς και φανατικούς προστάτες του. Η αφοσίωσή τους και η πίστη τους στην εργασία που τους έχει ο άρχοντας αναθέσει, έγκειται στο ότι πράττουν, έχοντας καθαρή τη συνείδηση τους, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν την έχουν λερώσει ποτέ με συναισθήματα, αξίες, ηθική. Πιστεύουν με θρησκευτική προσήλωση ότι δεν έχουν καμία ευθύνη για τις πράξεις τους, πως ό,τι κάνουν το κάνουν για το καλό. Το καλό που ορίζει και γνωρίζει μόνο ο άρχοντας. Τα μάτια τους είναι τα μάτια του άρχοντα, η φωνή τους είναι η φωνή του, και τα αυτιά τους αναγνωρίζουν μόνο τη χροιά της.
Αυτά τα άλλοτε αδύναμα, μαζεμένα ανθρωπάκια που από τον άρχοντα απέκτησαν κτηνώδη δύναμη, εξακολουθούν να έχουν ογκώδη άγνοια. Αν για μία στιγμή ταξίδευαν τη μνήμη τους στον ωκεανό της ιστορίας, θα μπορούσαν να μάθουν μέσα από τις γραμμές της ότι οι Άϊχμαν καταλήγουν πάντα -αργά ή γρήγορα- στην Ιερουσαλήμ. Γιατί το ανθρώπινο είδος ποτέ δεν συγχώρεσε εκείνους που «δεν έφταιξαν ποτέ».
Firewater