Μία έκπληξη περίμενε το επιβατικό κοινό τον μήνα Οκτώβρη που συνεχίζεται μέχρι και τον Νοέμβρη. Οι ουρές στα εκδοτήρια είναι ατελείωτες και αμείωτες, οι εντάσεις μεταξύ επιβατών-εργαζομένων δεν λείπουν, αλλά το μέτρο του ηλεκτρονικού εισιτηρίου φαίνεται να εισέρχεται πια ολοκληρωτικά στη ζωή και την καθημερινότητά μας. Και όλο αυτό γίνεται πολύ βιαστικά, γιατί η αλήθεια είναι ότι έχει καθυστερήσει, με βάση τα πλάνα του υπουργείου. Μία καθυστέρηση που οφείλεται αφενός στις αντιστάσεις των από τα κάτω να πειθαρχήσουν στο νέο μέτρο ελέγχου, και αφετέρου, στα συγκρουόμενα συμφέροντα μεταξύ υπουργείου και μερίδας εργαζομένων. Επίσης, ακόμη δεν έχει ανακοινωθεί ακριβής ημερομηνία για το πότε θα κλείσουν εντελώς οι μπάρες εισόδου-εξόδου (τα δημοσιεύματα αναφέρουν ότι θα γίνει στις 15 Νοέμβρη), καθώς για κάποιο καιρό θα υπάρχουν μερικές ανοιχτές μπάρες για κάποιες ειδικές κατηγορίες επιβατών. Έτσι, κράτος και ΟΑΣΑ πιέζουν με ποικίλους τρόπους προς όλες τις κατευθύνσεις.
Και εμείς όμως, έκπληξη παραμένουμε για τα συμφέροντα του κράτους, του ΟΑΣΑ και των αφεντικών. Θα επιμένουμε με όλα τα μέσα, και θα διεκδικούμε την ελεύθερη μετακίνησή μας μέσα στη μητρόπολη, καθώς είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιβίωσή μας. Γιατί αν εμείς «παραιτηθούμε« από αυτό τον αγώνα, ή θα πληρώνουμε λεφτά που δεν μας περισσεύουν για την καθημερινή μας μετακίνηση, επιφέροντας πλήγματα στον έμμεσο μισθό μας, ή θα αποδεχτούμε τον αποκλεισμό μας, και συνεπακόλουθα τη μη μετακίνηση μας. Οι αντιστάσεις που προβάλλουμε ενάντια στον συγκεκριμένο αποκλεισμό συμβάλλουν στη διεύρυνση των ελευθεριών μας στην καθημερινή ζωή, και τη διεκδίκηση δημόσιου χώρου με τα δικά μας χαρακτηριστικά.
Πιο συγκεκριμένα, για τα γεγονότα που διαδραματίζονται με την έκδοση των καρτών, αλλά και για το πώς φαίνεται ότι θα λειτουργήσει το ηλεκτρονικό εισιτήριο εν γένει, εντοπίζουμε εύκολα κάποιους οργανωτικούς «παραλογισμούς», βασισμένους βέβαια στη μεγιστοποίηση του κέρδους και του ελέγχου εις βάρος των επιβατών. Στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού λοιπόν, εισέρχεται η χρέωση με βάση την απόσταση. Παρουσιάζεται ως πιο δίκαιη, ενώ ουσιαστικά η χρέωση ανά χιλιόμετρο θα λειτουργήσει εις βάρος μας, όπως συμβαίνει και σε χώρες της Ευρώπης που έχουν παρόμοια συστήματα με πολύ ακριβές μετακινήσεις. Επίσης, αυτή η εξίσωση του χρηματικού ποσού με συγκεκριμένη απόσταση, επισφραγίζει τη λογική της μετακινήσης/εμπόρευμα. Δηλαδή, μας λέει ξεκάθαρα ο ΟΑΣΑ ότι όποιος δεν έχει λεφτά, δεν κάνει χιλιόμετρα στις ράγες ή στα λεωφορεία μας. Όσον αφορά τον έλεγχό μας, η εταιρεία λειτουργεί με λογικές φακελώματος σε πολλά επίπεδα, όπως έχουν ήδη κάνει οι εφορίες για παράδειγμα, και έτσι προστίθεται ακόμη ένας κρατικός φορέας που κατέχει και διαχειρίζεται τα προσωπικά μας στοιχεία.
Έτσι, ο ΟΑΣΑ καταλήγει να λειτουργεί στα πρότυπα του μεγιστοποιημένου κέρδους, ως μία εταιρεία με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια με γνώμονα το τρίπτυχο επένδυση-απόσβεση-κέρδος. Και όλα αυτά πάνω στις πλάτες χιλιάδων επιβατών. Οι αυξήσεις στα εισιτήρια, η ελεγχόμενη πρόσβαση στο «εμπόρευμα-μετακίνηση», και η πειθάρχηση του εργατικού δυναμικού (με απειλές από τον υπουργό Σπίρτζη, και την εφαρμογή της τηλεματικής) είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ιδιωτικοποίηση των οργανισμών, και όχι την «αναβάθμιση» του έργου τους.
Από τις αρχές του 2016, ο ΟΑΣΑ, σύσσωμοι οι κρατικοί μηχανισμοί αλλά και τα ΜΜΕ, γνωρίζοντας ότι αυτές οι αλλαγές δεν είναι προς το συμφέρον του επιβατικού κοινού, κήρυξαν έναν ανελέητο επικοινωνιακό πόλεμο ενάντια σ’ όποιον αντιδρά στα σχέδια αναδιάρθρωσης στα ΜΜΜ. Απέναντι στις μερικές/συντεχνιακές αντιδράσεις των σωματείων των εργαζομένων, που αφορούν τον τρόπο εφαρμογής των νέων μέτρων (και δυστυχώς, όχι την ουσία…), ο υπουργός Μεταφορών Σπίρτζης εκτοξεύει συκοφαντίες, μιλώντας για «αντιδράσεις βολεμένων», ενώ δεν παραλείπει να απειλήσει με απολύσεις όσους δεν εφαρμόσουν άμεσα και χωρίς περιστροφές τους σχεδιασμούς του υπουργείου. Εδώ έχουμε το «παράδοξο» ο πολιτικός προϊστάμενος του υπουργείου να κατηγορεί τους υφιστάμενούς του ότι υπηρετούν «αλλότρια συμφέροντα», ενώ ταυτόχρονα τους κουνά το δάχτυλο ώστε να εφαρμόσουν άμεσα όσα επιτάσσει το υπουργείο. Παράλληλα, κάποιοι αντιστέκονται συνολικά στο μέτρο του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, κόντρα σ’ ένα κρεσέντο οργουελισμού μπροστά στις ατελείωτες ουρές για την έκδοση των νέων ηλεκτρονικών καρτών, ενώ μία σειρά φυλλάδων γράφουν ότι για την ταλαιπωρία των επιβατών φταίει η… καθυστερημένη εφαρμογή του ηλεκτρονικού εισιτηρίου και η παραμονή του χάρτινου, και όχι η μανία των ιθύνοντων για την όπως-όπως εφαρμογή και νομιμοποίησή του στη συνείδηση του κόσμου. Και μέσα σε όλα αυτά, βλέπουμε:
– χιλιάδες ανθρώπων να ταλαιπωρούνται στις ουρές, για να εκδώσουν τις νέες ηλεκτρονικές κάρτες υπό τον φόβο της άμεσης κατάργησης των χάρτινων εισιτηρίων και της άμεσης λειτουργίας των μπαρών αποκλεισμού στα μέσα σταθερής τροχιάς
– χιλιάδες άλλων να ψάχνουν ατομικούς τρόπους ώστε να ανταπεξέλθουν στις νέες συνθήκες ελέγχου και αποκλεισμού στα ΜΜΜ, για το πώς θα μπαινοβγαίνουν στο ΜΕΤΡΟ πηδώντας τις μπάρες, πώς θα αποφεύγουν τα μπλόκα των ρουφιάνων-ελεγκτών κ.α.
– τα σωματεία των εργαζομένων στα ΜΜΜ να προβαίνουν σε σπασμωδικές στάσεις εργασίας για την «τιμή των όπλων» απέναντι στον τσαμπουκά του Σπίρτζη, χωρίς να καταφέρνουν να σταματήσουν τις εντατικοποιημένες συνθήκες εργασίας που φέρνει η εφαρμογή των νέων μέτρων στην καθημερινότητά τους.
Το κράτος έχει συνέχεια και μαζί με τα αφεντικά σκέφτονται αδιαλείπτως εναντίον μας. Τον Γενάρη του 2013, η κυβέρνηση Σαμαρά κήρυξε την πολιτική επιστράτευση των εργαζομένων-απεργών στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, ενώ αυτοί υπερασπιζόνταν την προς κατάργηση συλλογική τους σύμβαση (ΣΣΕ). Δεν ξεχνάμε ούτε τις δηλώσεις του τότε υπουργού Μεταφορών, Χατζιδάκη, που επίσης μιλούσε για «βολεμένους-κρατικοδίαιτους συνδικαλιστές που ξεπέρασαν τα όρια του διαλόγου», ούτε και την επέμβαση των ΜΑΤ-ΕΚΑΜ στο κατειλημμένο αμαξοστάσιο του ΜΕΤΡΟ στα Σεπόλια, απέναντι στους απεργούς και τους εκατοντάδες αλληλέγγυους που βρίσκονταν στο πλάι τους. Και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η πολιτική επιστράτευση αποτελεί το κατεξοχήν πολιτικό και κατασταλτικό μέτρο πειθάρχησης και εκφοβισμού ενός κλάδου που βρίσκεται σε απεργιακή κινητοποίηση, αφού μονομιάς διασπά την ενότητα και τη συλλογική φωνή των αγωνιζόμενων εργατών, μετατρέποντάς τους σε παραγωγικές μονάδες που καλούνται να επιστρέψουν στην «εκτέλεση των καθηκόντων τους» κάτω από τη σιδηρά πυγμή του αφεντικού. Και όταν το αφεντικό έχει το πάνω χέρι, με διασπασμένο και φοβισμένο το εργατικό δυναμικό, μπορεί να κάνει ό,τι θέλει χωρίς περιττά πισωγυρίσματα. Ή με άλλα λόγια, η ήττα των εργαζομένων στα ΜΜΜ το 2013 είναι ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες, ώστε 4 χρόνια μετά ο Σπίρτζης, και ο κάθε Σπίρτζης, να τους μεταχειρίζεται σαν μικρά παιδιά που πρέπει να κάτσουν ήσυχα, αλλιώς «θα αποβληθούν εκτός αιθούσης». Και το φόντο σ’ όλα αυτά δεν είναι άλλο από την περίφημη «αναδιάρθρωση των ΜΜΜ».
Ήδη το 2016, ξεκινά η πιλοτική εφαρμογή της τηλεματικής στις στάσεις των λεωφορείων και τρόλλεϋ, ενώ προϋπάρχει για ΜΕΤΡΟ-ΤΡΑΜ-ΗΣΑΠ. Η εν λόγω εφαρμογή δεν εφαρμόστηκε για πάρτη μας, ούτε για το «γενικό καλό» του επιβατικού κοινού, αλλά για δύο άλλους εξαιρετικά σοβαρούς λόγους. Πρώτον, λειτούργησε ως το απαραίτητο προπέτασμα καπνού απέναντι στην επιχειρούμενη αναδιάρθρωση των ΜΜΜ, που περιλαμβάνει μία σειρά μηχανισμών ελέγχου και αποκλεισμού για το επιβατικό κοινό. Γιατί τι άλλο είναι οι μπάρες ελεγχόμενης πρόσβασης και τα ειδικά σώματα ελεγκτών που βρίσκονται στον πυρήνα αυτής της αναδιάρθρωσης; Η δήθεν «αναβάθμιση» και ο «εκσυγχρονισμός» των υπηρεσιών μετακίνησης στην πόλη είναι συνυφασμένη με τη συρρίκνωση και την αυστηροποίηση του πλαισίου λειτουργίας τους. Και η τηλεματική με τους φωτεινούς πίνακες της ήταν ένα απαραίτητο ρετουσάρισμα στο πρόσωπο του ΟΑΣΑ. Δεύτερον, η εφαρμογή της τηλεματικής είναι το κατεξοχήν σύγχρονο εργαλείο ελέγχου των εργαζομένων στα ΜΜΜ. Η διασύνδεση κάθε λεωφορείου, τρόλλεϋ ή συρμού με ένα κέντρο ηλεκτρονικού ελέγχου και συντονσιμού επιτρέπει την καθημερινή καταγραφή κάθε λογής «ανεπιθύμητων καθυστερήσεων ή απροόπτων», που αν τώρα απλώς καταγράφονται, αύριο μπορεί και να συνυπολογίζονται στις ατομικές αξιολογήσεις των εργαζομένων ή να αποτελούν κριτήρια επαναξιολόγησης των (μη) παραγωγικών γραμμών;
Την άνοιξη του 2017, εν όψει της πλήρους εφαρμογής των νέων μέτρων στα ΜΜΜ (ηλεκτρονικό εισιτήριο, μπάρες κ.α.), και ενώ συνεχίζουν να καταγράφονται οι πρώτες κοινωνικές αντιστάσεις με πολύμορφες κινητοποιήσεις και σαμποτάζ που υπερασπίζονται έμπρακτα τις ελεύθερες μετακινήσεις, οι διοικήσεις των οργανισμών των ΜΜΜ (ΟΑΣΑ, ΣΤΑΣΥ) μπαίνουν στη διαδικασία υπογραφής νέων συμβάσεων με τους εργαζομένους. Δυστυχώς, για άλλη μία φορά η επικράτηση των συντεχνιακών λογικών, εν μέσω γενικευμένης φτώχειας και εξαθλίωσης των εκμεταλλευομένων, οδηγεί τα σωματεία των εργαζομένων να υπογράψουν συμβάσεις με ρήτρα που προβλέπει ότι «σε περίπτωση αύξησης των εσόδων της Εταιρείας με την εφαρμογή του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, καθώς και άλλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της ΣΤΑ.ΣΥ Α.Ε., τα δύο μέρη δεσμεύονται ότι τα ως άνω ποσά [εννοείται το ύψος του μπόνους] θα αυξάνονται μετά από κοινή συμφωνία, η οποία θα αποτελέσει και αναπόσπαστο κομμάτι της παρούσας». Έτσι, η προσδοκία ενός μπόνους εν καιρώ ανέχειας λειτουργεί ως τυράκι για τη σιωπηρή συναίνεση και συνενοχή των εργαζομένων στην επιχειρούμενη αναδιάρθρωση, που θίγει όχι μόνο αυτούς, αλλά και το σύνολο των εκμεταλλευομένων που χρησιμοποιούν τα ΜΜΜ για την κάλυψη της καθημερινής τους ανάγκης για μετακίνηση. Και είναι σαφές ότι μία τέτοια εξέλιξη πριμοδοτεί ανοιχτά την καλλιέργεια φαινομένων κοινωνικού κανιβαλισμού και αυτοματισμού μεταξύ κοινωνικών ομάδων, και υπονομεύει ανοιχτά την οποιαδήποτε προοπτική ταξικής συναντίληψης και αγώνα μεταξύ επιβατών και εργαζομένων. Γιατί όταν μία εταιρεία (η ΣΤΑ.ΣΥ εν προκειμένω) σε κάνει κομμάτι των δήθεν κερδών της, σε κρατάει στο χέρι και πολύ εύκολα σε κάνει και μέρος των ελλειμάτων και της χασούρας της… Και δεν είναι τυχαίο ότι αυτή την τακτική του «διαίρει και βασίλευε» καλλιεργούν συνδικαλιστές του κλάδου, που ενίοτε αψιμαχούν μεταξύ τους για τα μάτια του κόσμου ή για το μοίρασμα των ψίχουλων που περισσεύουν (όπως λέει και το παραπάνω άρθρο της σύμβασης «…τα δύο μέρη δεσμέυονται ότι τα ως άνω ποσά [εννοείται το ύψος του μπόνους] θα αυξάνονται μετά από κοινή συμφωνία η οποία θα αποτελέσει και αναπόσπαστο κομμάτι της παρούσας»…). Και εδώ γεννιέται άλλο ένα παράδοξο: Πώς είναι δυνατόν ένας υπουργός να λέει ορθά-κοφτά ότι οι εργαζόμενοι των ΜΜΜ «είναι βολεμένοι», και να τους «βολεύει» και να τους τάζει φράγκα μέσα από την εφαρμογή του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, και μάλιστα επίσημα, ως μπόνους και εξτραδάκι; Παλιές συνταγές χειραγώγησης των εργαζομένων, και δημιουργίας πελατειακών σχέσεων, ή μήπως δυσώδες σύμπτωμα που βαίνει ταχέως προς ιδιωτικοποίηση; Ή μήπως και τα τρία μαζί;
Για εμάς, η πολύμορφη αντίσταση στα νέα συστήματα ελέγχου και αποκλεισμού στα ΜΜΜ είναι συνυφασμένη με τον συνολικότερο αγώνα ενάντια στην υποτίμηση όλων μας, εργαζομένων και επιβατών. Και δεν μπορούμε να παραμείνουμε σιωπηλοί όταν μπροστά μας εκτυλίσσεται ένα οργανωμένο σχέδιο στιγματισμού ολόκληρων κλάδων ως «βολεμένων», τη στιγμή που πάνω στις πλάτες τους χτίζεται και η δική μας υποτίμηση. Και αντίστροφα, δεν μπορούμε να παραμείνουμε σιωπηλοί όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παίζει το πιο ύπουλο χαρτί απέναντι στις συλλογικές διεκδικήσεις και τους κοινωνικούς αγώνες, αυτό της υπονόμευσης και του τεμαχισμού, του αποπροσανατολισμού και του καναλιζαρίσματος των αντιστάσεων σε ακίνδυνες για τα σχέδια τους ατραπούς.
Γι’ αυτό, τα βράδια της Παρασκευής και της Δευτέρας, 3 και 6 Νοέμβρη αντίστοιχα, σαμποτάραμε με διάφορους τρόπους (εισαγωγή αφρού πολυουρεθάνης στις σχισμές και σπάσιμο των οθονών τους) 13 εκδοτικά μηχανήματα παλαιού και νέου τύπου, σε διάφορα μέρη της Αττικής, όπως σε Νέα Σμύρνη, παραλιακή σε διάφορουςσταθμούς του ΤΡΑΜ, σε σταθμούς ΗΣΑΠ, στο Παγκράτι, το Χαλάνδρι και τους Αγίους Αναργύρους.
Πολλοί θα πουν πως είναι υπερβολή να ζητάμε ελεύθερες μετακινήσεις για όλους, όταν «ευαίσθητες» κοινωνικές ομάδες «απολαμβάνουν» εκπτώσεις. Άνεργοι, φοιτητές, πολύτεκνοι, ΑμεΑ και φαντάροι εμφανίζονται να «διατηρούν» προνόμια σε σχέση με τους υπόλοιπους επιβάτες, λόγω της έκπτωσης ή της δωρεάν μετακίνησης που δικαιούνται. Εμείς θα τους πούμε πως δεν αγωνιζόμαστε για κάποιους, ζητώντας ψίχουλα σε σχέση με το επίδικο. Δεν διεξάγουμε αιτηματικό αγώνα, ούτε θα κάνουμε εικασίες για μια κάποια διεύρυνση των εκπτώσεων ή διατήρησή τους.
ΔΕΝ ΖΗΤΑΜΕ ΤΙΠΟΤΑ – ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ
άλλωστε
Η ΜΟΝΗ ΑΡΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ ΕΙΝΑΙ Η ΓΕΝΙΚΕΥΣΗ ΤΟΥΣ
γι’ αυτό άλλωστε
ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ
χωρίς αστερίσκους
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥΣ
ΕΙΝΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΟΛΩΝ ΜΑΣ
ΥΓ: Ως γνωστόν όμως, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες! Μία επαγγελματική ομάδα, που απολάμβανε με το προηγούμενο καθεστώς -εν ώρα δουλειάς- δωρεάν μετακίνηση στα ΜΜΜ, ήταν τα καθάρματα της Ελληνικής Αστυνομίας. Εν μέσω γραφειοκρατίας… και μνημονιακών απαιτήσεων, φάνηκε να μένουν στην απ’έξω με τη «νέα εποχή των μετακινήσεων». Δίχως λοιπόν να χάσουν χρόνο, τα συνδικαλιστικά τους όργανα άρχισαν να αιτούνται προς όλους τους αρμόδιους φορείς (υπ. Μεταφορών, υπ. ΠΡΟ.ΠΟ, ΟΑΣΑ) δωρεάν μετακινήσεις, υπενθυμίζοντας το «θεάρεστο» έργο που επιτελούν…
Με τα δικά τους λόγια: «…σύμφωνα με τον νόμο, ο Έλληνας αστυνομικός θεωρείται ότι εκτελεί υπηρεσία όλο το 24ωρο(!) και εφόσον παραστεί ανάγκη, γεγονός που ενισχύει την άποψή μας για δωρεάν μετακίνηση… εμμένουμε στο γεγονός πως ο εφοδιασμός των αστυνομικών με κάρτες δεν είναι οικονομική παροχή (!) παρά μονο διευκόλυνση (!) με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και την ασφάλεια του πολίτη… Γιατί δεν μπορεί να αποτελεί μέρος των δανειακών συμβάσεων της εκάστοτε κυβέρνησης, η προστασία του πολίτη. Η ασφάλεια πληρώνεται».(!)
Με απλά λόγια, από εκεί που τους τρώγαμε στη μάπα εν ώρα «υπηρεσίας» τους (χωρίς να πληρώνουν), τώρα θα τους «ανεχόμαστε» όλο το 24ωρο (πάλι χωρίς να πληρώνουν) και μην αναγνωρίζοντάς τους, μιας και δεν θα φοράνε τη στολή, γιατι έτσι θα’ ναι πιο ταιριαστό για τον έλεγχο και την καταστολή στα ΜΜΜ.
αναρχικές/αναρχικοί