Η Συνέλευση Κατειλημμένων Προσφυγικών συγκροτήθηκε στις αρχές του 2010 από συντρόφους/ισσες, αγωνιστές/τριες, που κατοικούσαν σε καταλήψεις στη γειτονιά των Προσφυγικών Λεωφόρου Αλεξάνδρας, πάνω στην προοπτική δημιουργίας μιας κοινότητας αγώνα, μιας κομούνας εν εξελίξει, όπως έγινε τότε αντιληπτή. Η προοπτική αυτή αναδύθηκε σε μια περίοδο συνολικότερης ανάπτυξης αγώνων και προσδοκιών, που άκμασε μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του ‘08. Στο διάστημα αυτό είχε κινητοποιηθεί κινηματικά ένα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας και της προλεταριακής/υπο-προλεταριακής βάσης, αλλά και ατομικότητες ή συλλογικότητες, που δρούσαν στις γειτονιές της μητρόπολης και στις πόλεις της περιφέρειας.
Στα Προσφυγικά, εκείνη την περίοδο, υπήρχαν νέοι και παλιοί πολιτικοί αγωνιστές, πολιτικοί πρόσφυγες και μετανάστες, άνθρωποι που βρέθηκαν χωρίς στέγη. Η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού καταληψιών, αν και από διαφορετικές αφετηρίες, μαζί με το έντονο αγωνιστικό κλίμα της εποχής και τη συσσώρευση καθημερινών προβλημάτων στην γειτονιά, είχαν ήδη οδηγήσει στην συγκρότηση των πρώτων άτυπων συλλογικών σχηματοποιήσεων και πριν την δημιουργία της Συ.Κα.Προ. το 2010-12.
Η Συ.Κα.Προ. προσπάθησε να καλλιεργήσει μέσα στη γειτονιά των Προσφυγικών μια πολιτική κουλτούρα αυτό-οργανωμένου και υπεύθυνου κοινοτικού σώματος. Η αναγνώριση της πρακτικής πώλησης ή ενοικίασης κατειλημμένων διαμερισμάτων και δωματίων, ως μια συνθήκη εχθρική, και η αντιμετώπισή της ως τέτοια, η πώληση ποσοτήτων ουσιών, η εκμετάλλευση ανθρώπων, η αντισυντροφικότητα και η απουσία κοινωνικής και προσωπικής ευθύνης μέσα στα πεδία αγώνα για τα παραπάνω ζητήματα τέθηκαν ως βασικές αρχές της κοινοτικής ζωής. Όμως, οι αρχές που θα όφειλαν να διέπουν τα κατειλημμένα Προσφυγικά, σύμφωνα με την αντίληψη που επιχείρησε να προωθήσει και να πραγματώσει η Συ.Κα.Προ., δεν ήταν αυτονόητες σε μεγάλο μέρος τους, που περιλάμβανε πολιτικούς αγωνιστές και μη.
Μέσα από αγώνες χρόνων της Συνέλευσης και της Κοινότητας, τόσο πάνω στην κουλτούρα συνύπαρξης τόσων διαφορετικοτήτων σε κοινό πεδίο, όσο και πάνω στην ενδυνάμωση της κοινότητας, υλικά, εδαφικά, πολιτικά, δεν θα ήταν άστοχο να ειπωθεί ότι στην γειτονιά των Προσφυγικών έχει επιτευχτεί ένα ιδιόμορφο καθεστώς συντροφικότητας, που βασίζεται στην αλληλοαποδοχή και στην προσπάθεια αλληλοκατανόησης πάνω σε ένα οριζόντιο πεδίο. Για τη συνθήκη αυτή εργάστηκαν όλ@ όσ@ κατά καιρούς ενεργοποιήθηκαν στα πλαίσια της Συνέλευσης και της Κοινότητας των Προσφυγικών.
Η Συ.Κα.Προ. χωρίς να επιχειρήσει να ηγεμονεύσει επί της γειτονιάς και να την εκπροσωπήσει συνολικά, αντιλήφθηκε την πολιτική σημασία της συνύπαρξής της μαζί με άλλους δημιουργικά, και εστίασε τη δράση της στο χτίσιμο δομών και υποδομών, αλλά κυρίως στο γέμισμα της γειτονιάς και των άδειων σπιτιών με νέες καταλήψεις, και στην αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων τεχνικής και οικονομικής φύσης που αντιμετώπιζαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν τα Προσφυγικά και οι κάτοικοί τους.
Με όρους συλλογικών δομών και υποδομών προς κοινή χρήση στην κοινότητα λειτουργούν χώρος συνελεύσεων και εκδηλώσεων, δομές φιλοξενίας και δομή συλλογικών φούρνων της κοινότητας, η οποία παράγει ψωμί για εντός και εκτός της γειτονιάς, δομή παιδικού στεκιού και αυτομόρφωσης για τα παιδιά της γειτονιάς. Η δημιουργία και ενίσχυση της δομής συλλογικού skiping στις κοντινές λαϊκές καλύπτει μέρος της συλλογικής κουζίνας και της τροφής της κοινότητας, ενώ την ίδια στιγμή δίνει δυνατότητες μεταποίησης. Μεγάλο μέρος της γειτονιάς έχει πρόσβαση σε συλλογικό internet και έχει επανεκκινήσει τη λειτουργία του το συλλογικό καφενείο της γειτονιάς, για να ενισχυθεί η κοινωνικότητα και η εξωστρέφεια των Προσφυγικών.
Η Συ.Κα.Προ., μέσα σε περιβάλλον υποχώρησης των αντιστάσεων, διατήρησε την παρουσία και τη λειτουργία της, καταφέρνοντας παράλληλα να απλωθεί, με το άνοιγμα νέων άδειων σπιτιών-καταλήψεων και στα 8 μπλοκ. Σήμερα έχει υλοποιηθεί, πλέον, η πραγμάτωση ενός από τους βασικούς ιδρυτικούς στόχους της Κοινότητας και της Συνέλευσης των Κατειλημμένων Προσφυγικών, για τη συγκρότηση μιας οργανικά και εδαφικά αυτόνομης, οριζόντιας και ανοιχτής κοινότητας.
Πέρα από την απελευθέρωση ζωτικού χώρου, η κοινότητα των Προσφυγικών συνδέθηκε οργανικά με τους αγώνες των καταλήψεων, τους κοινωνικούς-ταξικούς, αντιφασιστικούς και διεθνιστικούς αγώνες, τους αγώνες για την απελευθέρωση των γυναικών, των εξεγερμένων νεολαίων. Σε αυτά τα πλαίσια είχαμε τη χαρά και την τιμή να φιλοξενήσουμε, σύντροφο στην κοινότητά μας, τον αναρχικό Haukur Hilmarsson, διεθνιστή Μάρτυρα του Αφρίν.
Το πρόταγμα της διεθνιστικής αλληλεγγύης ήταν μια προοπτική που άνοιξε μέσα στη γειτονιά, εν μέρει και ως απάντηση στην κινηματική και πολιτική ερήμωση. Η κοινότητα συνδέθηκε οργανικά με νέους συντρόφους και αγώνες, καθώς και αγωνιστικά κινήματα άλλων χωρών, κυρίως συντρόφων πολιτικών Προσφύγων. Σήμερα εργάζεται πάνω στις ίδιες αρχές, οι οποίες αποσκοπούν στη συνύπαρξη μεταξύ ενός αυτοοργανωμένου εγχειρήματος βάσης με οριζόντια και αντιιεραρχικά χαρακτηριστικά, και συντρόφων οργανώσεων διαφόρων ιδεολογικών αναφορών του ριζοσπαστικού φάσματος, πάνω σε ένα οργανωτικό μοντέλο συνομοσπονδισμού.
Παρ’ όλα αυτά, κίνημα χωρίς ζωντανή βάση είναι κίνημα σε αποσύνθεση. Η Συ.Κα.Προ., σύμφωνα με το ιδρυτικό της καταστατικό, ιδίως κάτω από τέτοιες συνθήκες, είχε ευθύνη να διατηρήσει αυτή τη βάση ζωντανή, τουλάχιστον στο περιορισμένο πεδίο που της αναλογούσε. Και όσο και αν της αναλογούν λάθη και παραλήψεις, την ευθύνη αυτή την τήρησε παραδειγματικά. «Με βάση την παραπάνω αντίληψη προσδιορίσαμε τον χαρακτήρα μας απέναντι στον “έξω κόσμο”. Μην έχοντας την αυταπάτη του “μοναδικού” θεωρήσαμε τον εαυτό μας κομμάτι του συνολικότερου ριζοσπαστικού κινήματος […] ότι η ίδια μας η ύπαρξη εξαρτάται από αυτό, αφού είμαστε μέρος του, αλλά και ότι η δική του ύπαρξη εξαρτάται από τα επιμέρους συλλογικά εγχειρήματα, τα οποία του δίνουν περιεχόμενο και δυναμική, μέσα από την πολιτική και κοινωνική τους δράση, από τα προτάγματα και τους αγώνες τους».
Οι σχεδιασμοί καταστολής και λεηλασίας των Προσφυγικών
Από το χθες…
Από το 2002 και έπειτα, οπότε ουσιαστικά ξεκίνησε ο νέος κύκλος σχεδιασμού καταστολής και λεηλασίας του κατειλημμένου εδάφους των Προσφυγικών, με πρόφαση την τότε ανάπλαση στα πλαίσια των ολυμπιακών αγώνων του 2004, οι προσπάθειες άλωσης της γειτονιάς δεν έχουν σταματήσει. Οι κύριοι σταθμοί της επιχείρησης, κατά χρονική σειρά, είναι:
2012: Επανέρχονται οι σχεδιασμοί του 2004 για ανάπλαση της γειτονιάς και χρησιμοποίησή της για διάφορους φορείς και σκοπούς. Η Συ.Κα.Προ. απαντώντας σε αυτές τις εξελίξεις έκανε το πρώτο οργανωτικό και πολιτικό άνοιγμα μέσα στη γειτονιά, αλλά και δημόσια, για τη συγκρότηση ενός πλάνου υπεράσπισης της γειτονιάς μέσα από την ενίσχυσή της οργανωτικά, πολιτικά, υλικά, με δράσεις προπαγάνδας και διοργάνωση πορείας στην περιοχή των Αμπελοκήπων.
2014: Έρχεται η 2η κλήση η οποία ανακινεί το ζήτημα με τη μεταφορά των Προσφυγικών από την Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου (Κ.Ε.Δ.) στο ΤΑΙΠΕΔ. Γίνεται, εκ νέου, δημόσιο κάλεσμα αλληλεγγύης και συγκρότησης ενός σώματος εμπλοκής και ενίσχυσης της γειτονιάς, των δομών, των υποδομών και των λειτουργιών της, με αποτέλεσμα τη σύσταση της Α.Σ.Α.Κ.Α., ενός ανοιχτού σχήματος το οποίο επιχείρησε να εμπλέξει και να συνοργανώσει αλληλέγγυους/ες, συλλογικότητες και άτομα μέσα από τη γειτονιά. Ο κύκλος της έκλεισε το 2016 με απόφαση της γενικής απολογιστικής της Συνέλευσης και της Κοινότητας των Προσφυγικών για την περίοδο 2014-16.
2016: Η 3η επιθετική κίνηση έρχεται το 2016 με τη μεταφορά των Προσφυγικών από την Κ.Ε.Δ. στην Περιφέρεια Αττικής, και τη σχεδόν ταυτόχρονη, μεταφορά της δίκης της χρυσής αυγής στο Εφετείο Αθηνών, η οποία διήρκησε ως το 2020. «Η Συ.Κα.Προ. ήδη από τις πρώτες μέρες κίνησε διαδικασίες ενημέρωσης εντός της γειτονιάς και δημόσια. Κάλεσε σε συνέλευση γειτονιάς με μαζική προσέλευση, όπου επιβεβαιώθηκε η κοινή αντίληψη για τις αρνητικές συνέπειες του σχεδιασμού. Συμφωνήθηκε η συλλογική οργάνωση της περιφρούρησης, και της πολιτικής και τεχνικής υπεράσπισης της κατειλημμένης γειτονιάς των Προσφυγικών από τους φασίστες και την καταστολή». «…Η επιχείρηση εισβολής πραγματοποιήθηκε το πρωί της 31ης Οκτώβρη και το αποτέλεσμα της διήμερης αντιπαράθεσης στις 31/10 & 1/11/2016 ήταν η κρατική καταστολή και η φασιστική συμμορία της Χ.Α. να υποστούν συντριπτική ήττα μέσα στα Προσφυγικά».
Η υπεράσπιση των Προσφυγικών από την αστυνομική και φασιστική εισβολή αποτέλεσε μιας ιστορικής σημασίας πολιτική απόφαση, που ανέδειξε την άρρηκτη σχέση μεταξύ εδαφικοποίησης, συντροφικότητας και αντίστασης. Η εισβολή αποκρούστηκε από κατοίκους των Προσφυγικών, άλλες αλληλέγγυες συλλογικότητες και καταλήψεις, καθώς και συντρόφους-ισσες. Αποτέλεσε μια επιτυχημένη προσπάθεια συντονισμού κοινοτήτων και αγωνιζόμενων ομάδων που προηγήθηκε, η οποία προσέφερε τη μέγιστη δυνατή αντίσταση, και τη δυνατότητα στην κοινότητα να συνεχίσει να στέκεται στους κοινωνικούς αγώνες της επόμενης περιόδου.
Στο σήμερα…
Δεν βλέπουμε το εγχείρημά μας ως μια νησίδα ελευθερίας. Είμαστε μέρος των ταξικών, κοινωνικών και διεθνιστικών αγώνων, και βλέπουμε την αυτοδιαχείριση και την αυτοοργάνωση ως τον μόνο δρόμο απέναντι στο κράτος και τον καπιταλισμό. Η γειτονιά των Προσφυγικών είναι μία έμπρακτη απάντηση στις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που έχει επιβάλει η κυριαρχία.
Στα Προσφυγικά ζούμε άνθρωποι από όλες τις καταπιεσμένες τάξεις: Πρόσφυγες πολέμου, πολιτικοί πρόσφυγες από την Τουρκία και το Κουρδιστάν, μετανάστριες-ες, οικογένειες με παιδιά, γέροι, άρρωστοι, άστεγες, LGBTQI, πρώην τοξικοεξαρτημέν@, πολιτικοί ακτιβιστές-στριες, αναρχικές-οί, κομουνιστές-στριες, άτομα από κάθε εθνικότητα και θρησκεία, ένα πολιτισμικό μωσαϊκό των από τα κάτω.
Όπως είναι φανερό, από τις συνεχείς μεταβιβάσεις και τα μεγαλόπνοα σχέδια που κατά καιρούς ανακοινώνονται, τα Προσφυγικά έχουν γίνει μπαλάκι σε κρατικές υπηρεσίες και φορείς, και όλοι θέλουν να τα σώσουν από την παρακμή και τη φθορά. Η πραγματικότητα, όμως, δείχνει ξεκάθαρα ότι το κράτος είναι ο κύριος και βασικός επίδοξος διαφθορέας της συλλογικής μνήμης των Προσφυγικών, καθώς και ο μεσάζων για κάθε λογής επιχειρηματίες που βλέπουν τον χώρο σαν αφάγωτο φιλέτο. Βάζοντας μπροστά, ως δούρειο ίππο, την ανάγκη στέγασης των συνοδών ασθενών του Αγίου Σάββα, την ανάγκη ύπαρξης μουσείου προσφύγων ή την ανάγκη στέγασης ευάλωτων ομάδων, παίζουν ξεδιάντροπά με τη νοημοσύνη μας. Η «Χριστιανική ένωση» που υπάγεται στη «Μονή Πετράκη», είναι ιδιοκτήτρια του οικοπέδου και των κτιριακών εγκαταστάσεων του Αγ. Σάββα, και ο αφανής αλλά γενικός κουμανταδόρος του. Έχει ολόκληρα κτίσματα στην ευρύτερη περιοχή που θα μπορούσε πολύ λογικά να διαθέσει για τις ανάγκες της φιλοξενίας των συνοδών ασθενών του Αγ. Σάββα, κτίσματα που βέβαια μισθώνει ή τα αφήνει εγκαταλελειμμένα μέχρι να τα εκμεταλλευτεί. Όσο για την ανάγκη μουσείου προσφύγων, ούτε ο πλέον καλόπιστος δεν πείθεται για τις πραγματικές τους προθέσεις.
Τα προσφυγικά είναι ένας ζωντανός οργανισμός και αναπόσπαστο κομμάτι του κινήματος, είναι η στέγη προσφύγων που επέζησαν από τους σύγχρονους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και τα φασιστικά καθεστώτα. Ως κοινότητα προσφυγικών κατοικιών με συμμετοχή στους σύγχρονους κοινωνικούς αγώνες, μπορούν να χαρακτηριστούν ως ένα «ζωντανό μουσείο» χωρίς την έγκριση επίσημων φορέων. Οι δε μικρασιατικοί σύλλογοι θα έπρεπε να αναρωτηθούν, όντας απόγονοι προσφύγων οι ίδιοι, πόσοι πρόσφυγες κατοικούν αυτή τη στιγμή μέσα στα διαμερίσματα, και αν η ανάγκη της στέγασης υπερέχει αυτής του μουσείου· και αν η ευαισθησία τους απέναντι στην προσφυγιά είναι επιλεκτική. Τους αφορά δηλαδή μόνο η «διάσωση της μνήμης» των δικών τους προσφύγων προγόνων, ή τους ενδιαφέρει η αλληλεγγύη του κάθε εκτοπισμένου απανταχού της γης; Και τέλος, για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, να τους ενημερώσουμε ότι η πλειοψηφία των κατοίκων σήμερα ανήκει σε αυτές. Δεν πειθόμαστε με τις πολιτικές φιλανθρωπίας ούτε της τωρινής ούτε της προηγούμενης κυβέρνησης. Σε μια πρόχειρη αποδόμηση του κοινωνικού προφίλ της ανάπλασης αρκεί να δούμε την κατάργηση του προγράμματος Εστία και τη συνολικότερη διαχείριση του ζητήματος της προσφυγιάς, την εγκατάλειψη και αχρηστία των φοιτητικών εστιών, και την προδρομολογημένη πλήρη ιδιωτικοποίηση της υγείας και της παιδείας. Το κράτος είναι αυτό που δημιουργεί το πρόβλημα της στέγασης των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, και δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα με την «επανάχρηση» των Προσφυγικών. Ας μην γελιόμαστε, η «ανάπλαση» των Προσφυγικών είναι ακόμα ένα φαγοπότι με τα λεφτά του δημοσίου στο τραπέζι δημοτικών αρχόντων, εργολάβων, επιχειρηματιών και λοιπών εμπλεκόμενων φορέων. Παράλληλα το κράτος, με την περίπτωση των προσφυγικών, δείχνει ότι το ίδιο επιδιώκει να γίνει ρυθμιστής της συλλογικής μνήμης, και ότι ο βασικός σκοπός δημαρχαίων και κυβερνητικών, πέραν του κέρδους, είναι και η αρπαγή της πολιτικής υπεραξίας που θα παράγει η φοβερή και τρομερή ανάπλαση των Προσφυγικών, για να τραφούν τα mainstream και trendy αντανακλαστικά των σύγχρονων μητροπολιτάνων.
Εξευγενισμός…
Είναι γνωστό το θάμπωμα που προκαλεί ο εκσυγχρονισμός στα κέντρα των μητροπόλεων: φουτουριστικά έργα τέχνης, Airbnb, πανάκριβα μαγαζιά, εστιατόρια και μπαρ, γραφεία πρωτοκλασάτων εταιρειών, αφιλόξενα πάρκα, «έξυπνα» events στους δρόμους του κέντρου για αργόσχολους, για παχιά πορτοφόλια και τουρίστες, παρακάμπτοντας φυσικά τη μεθοδευμένη υποβάθμιση, που προηγείται της αρπαγής του δημόσιου χώρου, της εκδίωξης και καταστολής των φυσικών κατοίκων και των κινημάτων αντίστασης. Το κέντρο μιας πόλης χωρίς κατοίκους μένει ανυπεράσπιστο στο έλεος των επιχειρηματιών, των επισκεπτών-καταναλωτών και των τουριστών. Χωρίς τη φυσική σχέση των ανθρώπων με τους τόπους δεν υπάρχει καμία πιθανότητα υπεράσπισής τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η Βαρκελώνη και το Βερολίνο, όπου οι κάτοικοι εκδιώχθηκαν στα προάστια, και η όποια ζωή εντός του κέντρου συνδέεται αποκλειστικά με το ωράριο της διασκέδασης και της κατανάλωσης.
Με μέσο την καταστολή των κινημάτων και την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, όχι μόνο σε τοπικό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός επελαύνει και εγκαθιδρύεται. Στον αντίποδα, οι μάχες που δίνουν τα κατά τόπους κινήματα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, για τη διατήρηση της φυσικής κληρονομιάς και των δημοσίων χώρων ως τέτοιων, γεννάνε νέες δυναμικές και προοπτικές για την ανατροπή της κυριαρχίας.
Η καταστολή που δέχονται οι καταλήψεις είναι η επίθεση του κράτους στο ριζοσπαστικό κοινωνικό κίνημα. Είναι επίθεση στα σπίτια του αγώνα, στους απελευθερωμένους χώρους, στην πρακτική της αυτοοργάνωσης, στα εκκολαπτήρια των νέων αγωνιστριών/ών. Είναι ένας μακροχρόνιος πόλεμος που η έντασή του αυξομειώνεται αναλόγως της δυναμικής και της ενότητας του κινήματος.
Μπροστά στη μετωπική επίθεση του κράτους χρειάζεται να οργανωθούμε με κεντρικό σχεδιασμό, και όχι να ακολουθούμε τα γεγονότα. Τα βαλλόμενα μέρη οφείλουν να συντονιστούν, αφήνοντας πίσω τις λογικές της επιλεκτικής αλληλεγγύης και των ομάδων συγγένειας, με στόχο την πολιτική και φυσική μας συνέχεια, την ανακατάληψη των απελευθερωμένων χώρων, την εδαφικοποίηση των αγώνων, την εισαγωγή νέου κόσμου στις διαδικασίες μας, τη στήριξή μας στους εργατικούς αγώνες. Υπάρχει επιτακτική ανάγκη σύνδεσης και σύνθεσης με κοινή στρατηγική και ισχυρούς δεσμούς αλληλεγγύης για τη διεκδίκηση των απελευθερωμένων χώρων και ενίσχυση των αγώνων με τη φυσική μας παρουσία.
Απέναντι στον κόσμο της γενικευμένης κρίσης χτίζουμε τον κόσμο της αντίστασης
Οι παγκόσμιες οικονομικές ελίτ και τα κυρίαρχα κράτη, χρησιμοποιούν τον φόβο και τον θάνατο για να επιβάλουν ακραίες πολιτικές οικονομικής αναδιάρθρωσης και κοινωνικο-πολιτικής καταστολής. Η υπόθεση του Covid-19 αποτέλεσε ιδανική συνθήκη και ευκαιρία. Ταυτόχρονα, το εναπομείναν δημόσιο σύστημα υγείας ισοπεδώνεται υπό το βάρος της πανδημίας, εξαιτίας της εδώ και χρόνια βίαιης αντικατάστασής του από το ιδιωτικό. Η ιδιωτικοποίηση μάλιστα της υγείας είναι βασικός παράγοντας της αδυναμίας στη διαχείριση του Covid-19, και οι πολίτες στην ουσία καλούνται «να βγάλουν το φίδι από την τρύπα». Ως δια μαγείας η ευθύνη της δημόσιας υγείας μετατρέπεται σε ατομική ευθύνη. Η ατομική ευθύνη ταυτίζεται με τη συλλογικό αίσθημα ευθύνης, και έτσι το κράτος παίζει το χαρτί της ασφάλειας και τάξης. Για ακόμα μία φορά η λύση είναι στην καταστολή.
Ως κοινότητα στα Κατειλημμένα Προσφυγικά προσπαθούμε όλο αυτό το διάστημα από τη μια να προστατέψουμε την κοινότητά μας από τους κινδύνους σε σχέση με τον κορωνοϊό, ιδιαίτερα των πιο ευπαθών από εμάς (ηλικιωμένους/ες, ασθενείς, παιδιά), και από την άλλη να υπερασπιστούμε τη συλλογική ζωή και τον κοινωνικό αγώνα από την επιβαλλόμενη κατασταλτική καραντίνα, και από την υποχώρηση του συλλογικού-κοινωνικού πεδίου.
Η επιβίωση των Προσφυγικών, ως κοινότητα αγώνα, από την επερχόμενη επίθεση θα ορίσει συνολικά τους σχεδιασμούς αστικής ανάπλασης του κέντρου της Αθήνας, και του ριζοσπαστικού εδαφικοποιημένου κινήματος. Όπως επίσης θα ορίσει σε σχετικό βαθμό τους όρους της αντιπαράθεσης του κόσμου του αγώνα με την καταστολή για την επόμενη περίοδο. Για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι αναγκαία αφενός η πολιτική στήριξη στον αγώνα της κατειλημμένης γειτονιάς των Προσφυγικών, ως μια πολιτικά αυτόνομη, αυτοοργανωμένη κοινότητα, και αφετέρου η πολιτική πίεση της κυβέρνησης και κάθε άλλου συνεργού στο πολιτικό έγκλημα της λεηλασίας των Προσφυγικών.
Παράλληλα είναι καίριας σημασίας η ενίσχυση της δυναμικής της γειτονιάς σε κάθε πτυχή της, ώστε να είναι έτοιμη να υπερασπιστεί τη γειτονιά από εισβολή της καταστολής και εκκένωση καταλήψεων.
Η επιτυχημένη προστασία της κατειλημμένης γειτονιάς των Προσφυγικών από την καταστολή και τη λεηλασία αποτελεί στο σύνολό της ευθύνη του οργανωμένου κινήματος και όλου του κόσμου του αγώνα. Σε κάθε άλλη περίπτωση οι σύντροφοι/ισσες της κοινότητας θα αναλάβουν την ευθύνη της υπεράσπισης κρατώντας τις θέσεις τους. Έχουμε πάρει την απόφαση να μείνουμε, να πολεμήσουμε και να αντισταθούμε για τα σπίτια μας, για την κοινότητά μας, για έναν ακόμη απελευθερωμένο τόπο, και θα το κάνουμε μέχρι το τέλος.
ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ-ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ
ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥΣ
Κοινότητα Κατειλημμένων Προσφυγικών
επικοινωνία: sykapro.squat@riseup.net