Ο Ουαλίντ Τάλεμπ ήρθε από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου πριν τέσσερα χρόνια περίπου. Ο αδερφός του είχε έρθει λίγα χρόνια πριν και έμενε στη Σαλαμίνα, οπότε τον ακολούθησε κι εκείνος για να βρει μια εργασία με την οποία να μπορεί να συντηρεί την οικογένειά του στην Αίγυπτο – τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά του.
Στην Αίγυπτο μια πολυμελής οικογένεια μπορεί να ζει με λιγότερα από 100 ευρώ το μήνα, αλλά δεν είναι εύκολο για μεγάλο μέρος του πληθυσμού να βρει μια δουλειά για να βγάζει ακόμα κι αυτά. Όταν τυχαία βρήκε τη δουλειά στο ζυμωτήριο του φούρνου Star στη Σαλαμίνα, θεώρησε ότι ήταν πολύ τυχερός και γι’ αυτό ήταν πολύ ευγνώμων στον εργοδότη του.
Ο εργοδότης του όμως, ο Γιώργος Σγούρδας (ο οποίος έχει διατελέσει δημοτικός σύμβουλος και αντιδήμαρχος Αμπελακίων την περίοδο 2002-2006 με τον δημοτικό συνδυασμό «Νέοι Ορίζοντες» που υποστήριζε η Νέα Δημοκρατία), είχε πολύ ρατσιστική συμπεριφορά απέναντί του. Εκτός του ότι τον εκμεταλλευόταν, έχοντάς τον να εργάζεται ανασφάλιστος και δίνοντάς του μεγάλο φόρτο εργασίας με σχετικά μικρό μισθό, του μιλούσε συχνά πολύ άσχημα, βρίζοντας τη θρησκεία του, τη χώρα του και τον ίδιο. Εκτός από τον φούρναρη, ερχόταν και ένας φίλος του στο μαγαζί, ο Γιώργος Ζαχαριάδης. Ο Ζαχαριάδης ερχόταν συχνά στον φούρνο και κάθε φορά προσέβαλε πάρα πολύ τον Ουαλίντ, κάνοντας χυδαία ρατσιστικά σχόλια, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τον είχε χτυπήσει. Ο Ουαλίντ δεν αντιδρούσε σε αυτές τις προκλήσεις, διότι προσπαθούσε μάταια να έχει μια καλή σχέση με τον φούρναρη. Φοβόταν πως, αν αντιδρούσε και τον απέλυε ο φούρναρης, θα δυσκολευόταν πάρα πολύ να βρει άλλη δουλειά.
Ο Ουαλίντ, όπως και άλλοι Αιγύπτιοι, μάζευαν χρήματα για να τα στείλουν στις οικογένειές τους στην Αίγυπτο. Κατά τη διάρκεια της ημέρας που όλοι πήγαιναν στις δουλειές τους, κάποιοι έδιναν τα χρήματά τους στον Ουαλίντ, καθώς αφενός τον εμπιστεύονταν και, αφετέρου ο εργασιακός του χώρος ήταν ο πιο ασφαλής. Δεν μπορούσαν να αφήσουν τα χρήματά τους στο σπίτι γιατί αυτό δεν ασφάλιζε καλά και φοβόντουσαν μήπως κάποιος τους κλέψει.
Στις 3 Νοεμβρίου 2012 ο Ουαλίντ πήγε στο φούρνο στις 4 το πρωί, όπως έκανε κάθε μέρα, έχοντας πάνω του περίπου 12.000 ευρώ. Αυτές ήταν οι οικονομίες κάποιων Αιγυπτίων (συμπεριλαμβανομένου του ίδιου και του αδερφού του) που σκόπευαν να στείλουν στις οικογένειές τους στην Αίγυπτο σε λίγες μέρες. Κάποια από αυτά τα χρήματα ήταν στις τσέπες του Ουαλίντ και τα υπόλοιπα σε ένα τσαντάκι που είχε. Προκειμένου να εξασφαλίσει ότι δεν θα έκλεβε κανείς το τσαντάκι του, είπε στον φούρναρη για αυτό, ενημερώνοντάς τον πως είχε κάποια χρήματα μέσα. Γύρω στη μιάμιση το μεσημέρι, όταν ο Ουαλίντ τελείωνε την δουλειά του και ετοιμαζόταν να φύγει, στο φούρνο βρίσκονταν ο φούρναρης, ο γιος του Σταμάτης (ο οποίος φέρεται να έχει σχέσεις με την τοπική Χρυσή Αυγή) και ο Γιώργος Ζαχαριάδης, ο φίλος του φούρναρη.
Όταν ο Ουαλίντ ετοιμάστηκε να φύγει, ο φούρναρης του ζήτησε να περιμένει. Του είπε πως θα του έδινε τους δύο μισθούς που του χρωστούσε και ότι αν ήθελε να τους πάρει έπρεπε να περιμένει. Ο Ουαλίντ δεν γνώριζε ότι ο φούρναρης είχε πάει νωρίτερα εκείνη τη μέρα να αγοράσει μια μεγάλη σιδερένια αλυσίδα. Ξαφνικά, ο φούρναρης, ο Ζαχαριάδης και ο γιος του φούρναρη (Σταμάτης Σγούρδας) άρχισαν να χτυπάνε τον Ουαλίντ με μπουνιές, μέχρι που εκείνος σωριάστηκε στο πάτωμα. Συνέχισαν να τον κλωτσάνε και να τον πατάνε με τα πόδια τους. Του πέρασαν την αλυσίδα στο λαιμό του, τυλίγοντάς την πολύ σφιχτά, και κλείνοντάς την με ένα λουκέτο. Τότε άρπαξαν το τσαντάκι του, μετέφεραν τον Ουαλίντ σε ένα φορτηγάκι που είχε ο φούρναρης και τον πήγαν στο σπίτι του φούρναρη, το οποίο βρισκόταν στα Αμπελάκια σε σχετικά απόμερο σημείο. Τον έβαλαν σε έναν στάβλο δίπλα στο σπίτι και έδεσαν την αλυσίδα σε ένα μεταλλικό κρίκο στον τοίχο, ασφαλίζοντάς την με δεύτερο λουκέτο. Εκεί άρχισαν να βασανίζουν τον Ουαλίντ με διάφορους τρόπους, ενώ εκείνοι το διασκέδαζαν τρώγοντας, πίνοντας και καπνίζοντας. Κάποια στιγμή πήγε στον στάβλο και ένας τέταρτος άνδρας, ο Frederik Zoto, που είναι μετανάστης από την Αλβανία, ο οποίος πρότεινε να βγάλουν τα ρούχα του Ουαλίντ και να τα ψάξουν, καθώς θεωρούσε ότι είχε και άλλα χρήματα πάνω του. Οι άλλοι συμφώνησαν με την πρότασή του και άφησαν τον Ουαλίντ γυμνό, μόνο με το εσώρουχο, ενώ συνέχισαν να τον κακοποιούν με διάφορους τρόπους. Μεταξύ άλλων βασανιστηρίων, του τραβούσαν την αλυσίδα που τον έσφιγγε στο λαιμό ώστε να μην μπορεί να αναπνεύσει, τον χτυπούσαν μέχρι εκείνος να λιποθυμήσει και για να επαναφέρουν τις αισθήσεις του έριχναν πάνω του μπύρα. Όλοι γνώριζαν ότι ο Ουαλίντ δεν πίνει αλκοόλ λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, οπότε διασκέδαζαν με το να ρίχνουν μπύρα πάνω του ή να του ανοίγουν το στόμα και να τον υποχρεώνουν να την καταπιεί. Και οι τέσσερις τον βασάνιζαν με φρικτούς τρόπους για περίπου 18 ώρες. Πολλές φορές ο φούρναρης έδενε την αλυσίδα γύρω από το χέρι του και τον χτυπούσε με αυτήν δυνατά στο κεφάλι.
Όταν άρχισε να ξημερώνει, έφυγαν όλοι για να πάνε στις δουλειές τους αφήνοντας τον Ουαλίντ μόνο στο στάβλο. Κάποια στιγμή γύρισε ο γιος του φούρναρη και ο Ουαλίντ τον παρακάλεσε να τον ελευθερώσει. Τότε εκείνος του απάντησε πως δεν μπορούσε να το κάνει αυτό, γιατί όταν τελείωνε τη δουλειά του ο πατέρας του θα επέστρεφε για να τον σκοτώσει. Κατόπιν έφυγε, καθώς ήταν αδειούχος από το στρατό κι έπρεπε να επιστρέψει. Ο Ουαλίντ έμεινε πάλι μόνος και τότε πρόσεξε ότι υπήρχε μια πέτρα μέσα στον στάβλο. Με μεγάλη δυσκολία κατάφερε να την πιάσει, καθώς η πέτρα ήταν μακριά και έπρεπε να τεντώσει το πόδι του για να τη φτάσει, ενώ η αλυσίδα τον έσφιγγε πάρα πολύ στο λαιμό και δεν μπορούσε να κουνηθεί εύκολα. Όταν την έπιασε, προσπάθησε με αυτήν να σπάσει το λουκέτο στο λαιμό του, αλλά σύντομα κατάλαβε ότι αυτό ήταν αδύνατο, επειδή το λουκέτο είχε μπει μέσα στο δέρμα του. Τότε προσπάθησε να σπάσει το δεύτερο λουκέτο που κρατούσε την αλυσίδα δεμένη στον τοίχο. Με μεγάλη προσπάθεια, και τραυματίζοντας αρκετά το χέρι του, κατάφερε να την σπάσει. Πήρε την αλυσίδα, βγήκε από τον στάβλο και άρχισε να περπατάει στον δρόμο ώστε να απομακρυνθεί από το σπίτι. Περπάτησε για πολύ μεγάλη απόσταση, παρότι η όρασή του ήταν περιορισμένη από τα πολλά χτυπήματα στο κεφάλι. Εξαντλημένος, κατέρρευσε μπροστά σε ένα δέντρο που βρισκόταν πάνω σε έναν δρόμο, πολύ κοντά σε έναν άλλο κεντρικό δρόμο. Κάποιοι καταστηματάρχες που είχαν τα μαγαζιά τους εκεί κοντά τον είδαν και ειδοποίησαν την αστυνομία.
Ο Ουάελ, ο αδερφός του Ουαλίντ, βλέποντας ότι εκείνος δεν είχε επιστρέψει στο σπίτι, όπως συνήθιζε, άρχισε να τον ψάχνει μαζί με κάποιους άλλους φίλους τους Αιγύπτιους. Ο Ουάελ πήγε αμέσως στο φούρνο και, όταν διαπίστωσε πως ο Ουαλίντ δεν ήταν εκεί, πήρε τηλέφωνο τον φούρναρη. Εκείνος του είπε πως ο Ουαλίντ έφυγε την ώρα που συνήθιζε και πως κάποια στιγμή θα εμφανιστεί. Ο Ουάελ συνέχισε να παίρνει τηλέφωνο τον φούρναρη και εκείνος συνέχισε να του λέει ψέματα και να τον παραπλανεί, ενώ κάποια στιγμή τον κάλεσε να πιει καφέ μαζί του στο φούρνο και να σταματήσει για λίγο τις έρευνες.
Τελικά ο Ουάελ με δύο φίλους του βρήκαν τον Ουαλίντ την επόμενη μέρα, όταν είχε καταρρεύσει μπροστά στο δέντρο, λίγα λεπτά πριν φτάσει η αστυνομία. Τότε κατάφεραν να βγάλουν την αλυσίδα από το λαιμό του Ουαλίντ. Ειδοποιήθηκε το ΕΚΑΒ και ο Ουαλίντ μεταφέρθηκε στο Θριάσιο Νοσοκομείο στην Ελευσίνα. Εκεί, παρότι τα τραύματά του ήταν πολύ σοβαρά και έλεγε ότι έβλεπε θολά, έμεινε μόνο λίγες ώρες και κατόπιν μεταφέρθηκε στο Τμήμα Ασφαλείας της Σαλαμίνας για να καταθέσει. Εκεί πήγε και ο φούρναρης, ισχυριζόμενος ότι ο Ουαλίντ είχε κλέψει από εκείνον το ποσό που είχε πάνω του. Όμως ο Ουαλίντ είπε στην αστυνομία πως το τσαντάκι ήταν δικό του και πως μέσα είχε μια φωτογραφία του με τη γυναίκα του και τα παιδιά του, γεγονός που διαπιστώθηκε αμέσως. Επίσης, τους έδειξε ότι πάνω στα χαρτονομίσματα είχε γράψει με μολύβι στα αραβικά τα ονόματα των Αιγύπτιων που του είχαν δώσει τα χρήματα. Κατόπιν αυτών, οι αστυνομικοί τού επέστρεψαν αμέσως περίπου 8.500 ευρώ. Τα υπόλοιπα χρήματα τα είχε ήδη ξοδέψει ο φούρναρης, καθώς χρωστούσε ενοίκια και για τους δύο φούρνους των οποίων είναι ιδιοκτήτης.
Μετά την κατάθεσή του, ο Ουαλίντ μεταφέρθηκε στο Αλλοδαπών στην Πέτρου Ράλλη, όπου κρατήθηκε επειδή δεν είχε χαρτιά. Ο Ουαλίντ αφέθηκε ελεύθερος έπειτα από τέσσερις μέρες και μετά από έντονες αντιδράσεις, ενώ αργότερα νοσηλεύτηκε για μέρες στο Κρατικό της Νίκαιας. Την ίδια στιγμή, μετά από διαφωνία εισαγγελέα και ανακριτή, ο φούρναρης και οι άλλοι τρεις που είχαν βασανίσει τον Ουαλίντ δεν προφυλακίστηκαν.
Ο Ουαλίντ μετά τον 18ωρο βασανισμό του έχει υποστεί μόνιμες βλάβες στην υγεία του: δεν βλέπει πια καθόλου από το ένα μάτι, έχει συνεχώς πολύ δυνατούς πονοκεφάλους (ως αποτέλεσμα των πολλών χτυπημάτων στο κεφάλι), έχει πάθει χρόνια βρογχίτιδα (ως αποτέλεσμα της πολύωρης παραμονής του στο στάβλο χωρίς ρούχα τον Νοέμβριο), έχει πρόβλημα στο νεφρό του και έχει επιδεινωθεί ένα πρόβλημα στο πόδι του που είχε εκ γενετής (το οποίο οι βασανιστές του γνώριζαν και επίτηδες τον κλωτσούσαν πολύ στο σημείο αυτό για να πονάει περισσότερο). Δεν μπορεί να κοιτάξει ψηλά γιατί ζαλίζεται, ενώ δεν είναι πλέον δυνατόν να εργαστεί λόγω των τόσων προβλημάτων στην υγεία του (καθιστώντας τον αδερφό του υπεύθυνο να συντηρεί τους τους δυο τους, τις οικογένειές τους στην Αίγυπτο, αλλά και τους γονείς τους). Επίσης, πάσχει από διαταραχή μεταυτραυματικού στρες και κατάθλιψη.
Ίσως να μην μαθαίναμε ποτέ για αυτήν την υπόθεση αν ο Ουαλίντ δεν είχε καταφέρει να δραπετεύσει από το στάβλο κι αν ο αδερφός του, ο Ουάελ, δεν είχε ξεσηκώσει όλη τη Σαλαμίνα για να τον βρει. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι μετά τα βασανιστήρια, ο Σγούρδας και η παρέα του είχαν σκοπό να σκοτώσουν τον Ουαλίντ.
Η δίκη των τεσσάρων βασανιστών του Ουαλίντ έχει αναβληθεί ήδη πέντε φορές. Κατηγορούνται για ληστεία, αρπαγή, πρόκληση βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης και προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας κατά συναυτουργία. Η δίκη θα συνεχιστεί στις 30/4.
Μαρία Πανταζή
* Αναδημοσίευση από το http://www.provo.gr