«Αν στον εμφύλιο πόλεμο πήραν μέρος μαχητές και στρατοί από δεκάδες άλλα κράτη κι εθνικές κοινότητες, στον σημερινό, υφέρπον, αργό κι ακήρυχτο πόλεμο του Λιβάνου μπλέκονται μύριες οικονομικές εξουσίες και συμφέροντα, γεωπολιτικές συμμαχίες και συμφορές, κοινωνικές δυνάμεις και δυνατότητες, αλλά και ερμηνευτικές οπτικές και όψιμες παρερμηνείες».
Μπορείς να μας δώσεις μια εικόνα των κοινωνικών συνθηκών στον Λίβανο κατά την τρέχουσα περίοδο;
Οικονομική κρίση, μαζική ανεργία και υποτίμηση του νομίσματος σε σχέση με το δολάριο (-85% της αξίας) χτυπούν ανελέητα τα πιο φτωχά στρώματα, τους πρόσφυγες, και τις μετανάστριες εργάτριες κι εργάτες. Το μπλοκάρισμα των τραπεζικών λογαριασμών σε δολάρια (capital controls), το πάγωμα των διασπορικών εμβασμάτων και η κατάρρευση του εξαγωγοκεντρικού οικονομικού μοντέλου διαλύει τη μεσαία τάξη.
Δεδομένης της απόλυτης νεοφιλελευθεροποίησης του κράτους, η κοινωνική υποστήριξη διοχετεύεται με τρεις κύριους τρόπους: κομματική πελατεία, εγχώριες ΜΚΟ-υπηρεσίες του ΟΗΕ (ειδικά σε φτωχούς και πρόσφυγες), και δίκτυα αλληλεγγύης βασισμένα σε συγγένεια, γειτονιά ή την οργανωμένη συμπόνοια με θρησκευτικό πρόσημο. Τέλος, η ξεκάθαρη ήττα του ξεσηκωμού του περασμένου Οκτώβρη -μαζί με το διπλό σοκ της πανδημίας και της έκρηξης στο λιμάνι- έχει αποθαρρύνει τον προοδευτικό κόσμο. Από αυτόν τον κόσμο, μικρές κινητοποιήσεις εξακολουθούν για επιμέρους αν και σημαντικά ζητήματα, όπως η πολιτική της Τράπεζας του Λιβάνου και η στήριξη μεταναστών κι άλλων εργατών.
Γενικά, η κινηματική αδυναμία έγκειται σε πολλούς παράγοντες. Ο παλιότερος εξ αυτών είναι η αποικιοκρατικής έμπνευσης διάσπαση του πληθυσμού σε σέχτες. Αυτή η νεωτερική πρακτική διακυβέρνησης (διαμοιρασμός πολιτικής εξουσίας με βάση τη θρησκεία) μπόλιασε τη νεοφιλελεύθερη «ειρήνη» από το 1990 και μετά, και μαζί γέννησαν -μεταξύ άλλων- κι ένα τερατώδες τραπεζικό σχήμα ponzi, που στηριζόταν στην υπερχρέωση του κράτους και την αναδιανομή αμύθητου πλούτου σε μεγαλοκαταθέτες, επιχειρηματίες και πολιτικούς. Το μεταποικιακό-μεταπολεμικό σύστημα του Χαριρισμού εξαγόραζε την κοινωνική ειρήνη με κεφάλαια από το εξωτερικό (Αραβικός κόλπος – λιβανέζικη διασπορά) και το μοίρασμα διασπαθισμένου χρήματος στους πρώην πολέμαρχους-νυν κομματάρχες Αούν, Μπέρι, Ζάζα, Τζεμάγιελ.
Σήμερα, αυτό το σύστημα καταρρέει κάτω από βάρος ενδογενών παθογενειών (δημόσιο χρέος) κι εξωγενών πιέσεων (κυρώσεις από ΗΠΑ σε Συρία και Χεζμπολάχ), στέλνοντας εκατομμύρια στην εξαθλίωση, κατεβάζοντας χιλιάδες στους δρόμους κι αλλάζοντας άρδην τη μεταπολεμική κανονικότητα της χώρας, κάτι που δεν κατάφερε να κάνει ούτε η καταστροφή που επέφερε ο πόλεμος μεταξύ Χεζμπολάχ και Ισραήλ το 2006, ούτε η εισροή 1.5 εκατομμυρίου Σύρων προσφύγων από το 2011 και μετά. Οι συνθήκες είναι πραγματικά εκρηκτικές.
Είδαμε πως τις ημέρες που ακολούθησαν την έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού εκδηλώθηκε ένα κύμα οργής από κόσμο, πραγματοποιήθηκαν διαδηλώσεις, συγκρούσεις κ.λπ. Θα μπορούσες να δώσεις μια εικόνα για τη σύνθεση αυτού του κόσμου;
Από τις αρχικές διαδηλώσεις και μετά υπήρξε ένας μετασχηματισμός της σύνθεσης του κόσμου τους, κοινωνικά όσο και πολιτικά. Ενώ οι πρώτες διαμαρτυρίες ξεκίνησαν με ξεκάθαρο ταξικό πρόσημο και αυθόρμητη αντικυβερνητική οργή, οι επόμενες σημαδεύτηκαν από διαφοροποιήσεις ανά πόλη και περιοχή. Έτσι, ενώ στον ταλαιπωρημένο Νότο και τον φτωχό Βορρά είχαμε ταξικά διαστρωματωμένες διαδηλώσεις, στη Βηρυτό κυριάρχησε η μικροαστική διαμαρτυρία εισάγοντας άλλα αιτήματα και πρακτικές διαμαρτυρίας. Μια άλλη σημαντική παράμετρος, που αποτυπώθηκε πιο καθαρά στις μικρές διαδηλώσεις μετά την έκρηξη, αλλά και σε δημόσιες συζητήσεις -ειδικά στα social media- ήταν η στρατηγική να ποδηγετηθεί η δικαιολογημένη κοινωνική οργή, και να στραφεί ενάντια στη Χεζμπολάχ (και το οπλοστάσιό της). Κι αυτό ενώ δεν υπήρξε καμία ένδειξη ότι η έκρηξη στο λιμάνι οφειλόταν σε πυρομαχικά ή σε δολιοφθορά. Η προσπάθεια να στραφεί ο ξεσηκωμός ενάντια στη Χεζμπολάχ αποτελούσε μια συνειδητή στρατηγική πολιτικών και μιντιακών δυνάμεων, εντός κι εκτός χώρας, από την αρχή του, τον Οκτώβριο του 2019.
Αυτή η στρατηγική οδήγησε στην κρίσιμη διάσπαση και σταδιακή εξασθένιση του μετώπου διεκδίκησης, κυρίως με τη μαζική αποχώρηση λαϊκών στρωμάτων που είχαν περισσή οργή για τη διεφθαρμένη εξουσία, αλλά κι εμπιστοσύνη στην ανιδιοτέλεια και την αποτελεσματικότητα της Αντίστασης, δηλαδή της Χεζμπολάχ, και στον χαρισματικό επικεφαλής της, Χασάν Νασράλα. Στην αρχική διάσπαση ήρθε να προστεθεί η αδυναμία σύγκλισης των κινηματικών δυνάμεων σε μια κοινή πλατφόρμα δράσης και διεκδίκησης, με αποτέλεσμα να βλέπουμε σήμερα την καθολική παλινόρθωση του καθεστώτος, με την πανηγυρική επανεκλογή του υιού Χαρίρι στη θέση του πρωθυπουργού, από την οποία εξωθήθηκε σε παραίτηση τις πρώτες εβδομάδες των διαδηλώσεων.
Οι διαδηλώσεις εκείνων των ημερών έχουν περιγραφεί εδώ ως κυρίως αντικυβερνητικές, ενώ στη συνέχεια, με τις επισκέψεις Μακρόν, υπήρξαν αφηγήσεις που παρουσίασαν τους διαδηλωτές ως υποστηρικτές της γαλλικής παρέμβασης στον Λίβανο. Κατά πόσο είναι ακριβής αυτή η εικόνα; (Αν όχι) Θα μπορούσες να δώσεις μια οπτική;
Αν ακολουθήσουμε τον μετασχηματισμό της σύνθεσης των διαδηλώσεων στον οποίο αναφέρομαι πιο πάνω, η εικόνα μερικών διαδηλωτών να επευφημούν τον πρόεδρο της πρώην αποικιοκρατικής δύναμης, ζητώντας του να … «ξεβρωμίσει τον τόπο» από τους ντόπιους πολιτικούς δεν θα πρέπει να ξενίζει. Αυτές οι φωνές, που θυμίζουν σε ύφος και περιεχόμενο τους «Μένουμε Ευρώπη» της Ελλάδας στο δημοψήφισμα, γέμισαν το κενό που άφησαν αφενός η αρχική μαζική αποχώρηση των στρωμάτων υπέρ της Αντίστασης, και αφετέρου η αδυναμία της κινηματικής αντιπολίτευσης να συγκροτηθεί σε μια μαζική πλατφόρμα. Οι παραλληλισμοί είναι πάντα ριψοκίνδυνοι, αλλά στις μεταποικιακές κοινωνίες, όπως στην Ελλάδα, πολλοί βλέπουν θετικά την εποχή της αποικιοκρατίας, την οποία ερμηνεύουν ως συμβολή στην απελευθέρωση από τον ζυγό της σκλαβιάς ή κάποιας πολιτιστικής καθυστέρησης. Στον Λίβανο αυτές οι κοινωνικές απόψεις συναντιόνται σχεδόν αποκλειστικά στους Χριστιανούς Μαρωνίτες, και ειδικότερα στα δεξιά κι ακροδεξιά κόμματά τους, τους Φαλλαγίτες και τους Lebanese Forces του εγκληματία πολέμου Σαμίρ Ζαζα. Παρόμοια στάση έχουν απέναντι στη μόνη εποικιστική αποικιοκρατία στην περιοχή, το Ισραήλ, από το οποίο προμηθεύονταν όπλα και χρήματα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου. Σε αντίθεση με την έναρξη του εμφυλίου το 1975, αυτές οι δυνάμεις σήμερα δεν είναι ικανές να μετατραπούν σε πρωτο-φασιστικές συμμορίες, ακόμα κι αν οπλιστούν. Παραμένουν ισλαμοφοβικοί πολέμιοι της αραβικής ενότητας, νοσταλγοί της αρχαίας Φοινίκης και του αποικιοκρατικού παρελθόντος, εν πολλοίς αναπολώντας μια εξιδανικευμένη προνομιακή σχέση της μαρωνίτικης κοινότητας με τη γαλλική αποικιοκρατία.
Ύστερα από την αποτυχία σχηματισμού κυβέρνησης από τον Αντίμπ, ο Χαρίρι φαίνεται να επιστρέφει ως πρωθυπουργός, με μια οριακή πλειοψηφία, μόλις έναν χρόνο μετά την -υπό το βάρος των περσινών κινητοποιήσεων- παραίτησή του. Μπορείς να σχολιάσεις επάνω σε αυτό και να πεις λίγα λόγια για το πώς φαίνεται να διαμορφώνεται το πολιτικό σκηνικό αυτή τη στιγμή και μερικές εκτιμήσεις για ενδεχόμενες εξελίξεις; Σε αυτό να σημειώσουμε ότι από τα φιλελέδικα ελληνικά μέσα, ο Χαρίρι παρουσιάζεται κατά ένα τρόπο ως το καταλληλότερο πρόσωπο προκειμένου να κρατήσει ισορροπίες με Χεζμπολάχ, και να σχηματίσει μια κυβέρνηση «τεχνοκρατών».
Η επιστροφή Χαρίρι στην πρωθυπουργία αποτελεί ξεκάθαρη ήττα του Οκτώβρη. Αναφέρθηκα ήδη στις διασπάσεις μεταξύ των ξεσηκωμένων, οι οποίες, μαζί με τη δηλωμένη καχυποψία της Χεζμπολάχ απέναντι στις μετέπειτα διαδηλώσεις, έδωσαν χώρο και χρόνο στις ελίτ να συνέλθουν από το αρχικό σοκ και να επιβάλουν τη νέα κανονικότητα της κρίσης, να τη χρεώσουν δηλαδή στους πολίτες με τη βοήθεια του Δ.Ν.Τ. Παράλληλα, πολλές αντιπολιτευτικές κοινωνικές δυνάμεις είχαν καταπιεί μονορούφι την καραμέλα της «κυβέρνησης τεχνοκρατών» σε τέτοιο βαθμό που ώθησε ακόμα και τον Νασράλα να ξιφουλκήσει εναντίον των μη εκλεγμένων «ειδικών». Σήμερα, η οικουμενική κυβέρνηση που διαφαίνεται στον ορίζοντα αποτελεί μια ύστατη προσπάθεια των πολιτικών και οικονομικών ελίτ να σώσουν την παρτίδα με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Απέναντί τους δεν έχουν τον οργισμένο λαό, όπως θα ήθελε κανείς, αλλά το Δ.Ν.Τ., το διεθνές τραπεζικό κατεστημένο και συνεργαζόμενα κεφαλαιοκρατικά τραστ, τα οποία εποφθαλμιούν το επερχόμενο μαζικό ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας. Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά σε μια αναδιανομή της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας στον Λίβανο, από την οποία θα προκύψουν σίγουρα νικημένοι και νικητές. Από αυτήν απέχουν εντελώς οι εξεγερμένες μάζες του Οκτώβρη. Δεν σημαίνει όμως ότι δεν γίνονται διεργασίες για τη συγκρότηση ενός κινηματικού πόλου. Σε αυτές τα ζητήματα που διχάζουν είναι το πολιτικό πρόγραμμα, οι τεχνοκράτες και η Αντίσταση.
Αυτές τις μέρες κλείνει ένας χρόνος από την περσινή εξέγερση στον Λίβανο. Ποια θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι τα απότοκα, οι παρακαταθήκες εκείνης της εξέγερσης τελικά; Τι συνέβη με τα υποκείμενα εκείνα, κατά πόσο αναδύθηκε τελικά ένα «νέο εμείς» (όπως έγραφες χαρακτηριστικά σε κείμενό σου εκείνης της περιόδου)** και ποια εκδοχή φαίνεται να επικράτησε;
Το νέο εμείς δεν σφυρηλατήθηκε ποτέ. Στο κείμενό μου εκείνης της περιόδου έγραφα τα εξής σχετικά: «Το διακύβευμα λοιπόν είναι πώς το σύνθημα “κούλουμ γιάανι κούλουμ” (“όλοι τους σημαίνει όλοι τους” – διεφθαρμένες ελίτ) θα μετουσιωθεί σε ένα περιεκτικό και προχωρημένο “κουλούνα γιάανι κουλούνα” (“όλοι μας σημαίνει όλοι μας”). Αν επικρατήσει η αναδυόμενη εκδοχή από μέρους της παραδοσιακής πολιτικής ελίτ και Δυτικούς αναλυτές, το “εμείς” θα νοηματοδοτηθεί σε αντιπαράθεση με την Αντίσταση, αλλά και την προοπτική μιας νέας κοινωνικής συμμαχίας. Αν όμως, το “κουλούνα” γίνει πολιτική απεύθυνσης προς τις μάζες των καταπιεσμένων, μεταξύ των οποίων και οπαδοί της Αντίστασης, τότε το νέο “εμείς” μπορεί να χτιστεί γύρω από ζητήματα όπως καθολική πρόσβαση σε κοινωνικά αγαθά, οικονομική δικαιοσύνη, περιβαλλοντική φροντίδα και γεωπολιτική ασφάλεια, για όλους χωρίς εξαιρέσεις».
Ένα χρόνο μετά, είναι σαφές ότι επικράτησε η αρνητική προφητεία, αν και στις κοινωνίες που βράζουν τίποτα δεν είναι τελεσίδικο. Παρακαταθήκη μένει η μοναδική εμπειρία του ξεσηκωμού, η απαράμιλλη αίσθηση της εξεγερμένης λαϊκής δύναμης, αλλά και η πρόκληση της σύγκλισης με κομμάτια της κοινωνίας με τα οποία δεν έχει κανείς συνηθίσει να συνομιλεί, πολύ περισσότερο να συμμαχεί και να συμβαδίζει. Σε ένα πρόσφατο κείμενό μου πάνω στην εμπειρία μου από την ολιγοήμερη κατάληψη του Αυγού, ενός εγκαταλελειμμένου σινεμά στο κέντρο της πόλης, αναφέρομαι στον κατακερματισμό της λιβανέζικης πολιτικής κοινωνίας που συχνά προκύπτει από έναν παράξενο συνδυασμό τεχνοκρατικής ιδεοληψίας και ηθικολογικής καθαρότητας.
Στο Αυγό προσπαθήσαμε να στήσουμε μια πολιτική κατάληψη με διοργάνωση αντιμαθημάτων, συζητήσεων κι εκδηλώσεων, η οποία όμως δέχτηκε από την πρώτη κιόλας μέρα άγρια κριτική ως ελιτίστικη και διασπαστική. Η κριτική εκπορευόταν κυρίως από κόσμο με πρόσβαση σε δίκτυα ΜΚΟ και επίσημης τέχνης, που χωρίς εμπειρία σε κινηματικές διαδικασίες, έβλεπε με καχυποψία real estate το εγχείρημα. Τέλος, στον κατακερματισμό της πολιτικής κοινωνίας, προσθέστε τη σεχταριστική αναδιανομή της εξουσίας-κομματικής πελατείας, αλλά και την αμοιβαία καχυποψία μεταξύ αντιιμπεριαλιστικού Ισλάμ και αριστερών-αναρχικών, για να κατανοήσουμε την αδυναμία συγκρότησης ενός νέου εμείς.
Μπορείς να μαντέψεις ή να υποθέσεις τι σκέφτεται και τι κάνει σήμερα αυτός ο κόσμος και οι ομάδες που ήταν τότε στον δρόμο, καθώς και ποια ήταν η εμπλοκή τους (αν υπήρξε) στις κινητοποιήσεις που ακολούθησαν τις εκρήξεις στο λιμάνι της Βηρυτού;
Σε πολύ χοντρές γραμμές, αυτός ο κόσμος νιώθει απογοητευμένος, καταθλιμμένος, εξόριστος στην ίδια του τη χώρα. Το κλίμα στον κινηματικό κόσμο μού θυμίζει την επόμενη του ελληνικού δημοψηφίσματος, όταν οι αυταπάτες της διαδηλωτικής -και ενίοτε εκλογικής- προοπτικής κατέρρευσαν με πάταγο. Στον Λίβανο η ενότητα των διαδηλωτών αποδείχτηκε πλασματική, όταν πέρα από την εύκολη καταδίκη των από πάνω, άρχισαν να μπαίνουν ερωτήματα για την πολιτική των από κάτω. Με άλλα λόγια, για να γυρίσει ο κόσμος θέλει δουλειά πολλή, κι αυτή είναι μια ξεκάθαρη επιλογή πια από κομμάτια του κινήματος που δεν βολεύονται με την ΜΚΟποίηση της δράσης τους, ούτε και με την καπηλεία του ξεσηκωμού από αντιδραστικές δυνάμεις. Μεταξύ τους βρίσκονται δυνάμεις που κινούνται στην προσπάθεια ανασυγκρότησης του συνδικαλιστικού κινήματος στα πρότυπα Τυνησίας και Σουδάν, δυνάμεις που στοχεύουν σε μια λύση εκτάκτου ανάγκης με τη μορφή μιας κυβέρνησης βγαλμένης από (ανύπαρκτες) λαϊκές επιτροπές, κι άλλοι που επεξεργάζονται τρόπους να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ αντίστασης στην εγχώρια ελίτ κι αντιιμπεριαλιστικής αντίστασης.
Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής δουλειάς μένει να φανεί στο μέλλον, αλλά σίγουρα προϋποθέτει μια πιο ανοιχτόμυαλη προσέγγιση στον ορισμό του «εμείς», που να περιλαμβάνει πολιτικούς χώρους, κοινωνικές δυνάμεις και βιωματικές εμπειρίες, όχι με όρους μιας φιλελεύθερης διαφορετικότητας, αλλά προγραμματικής στόχευσης, εντός κι εκτός συνόρων. Για παράδειγμα, το ζήτημα της νεοαποικιοκρατίας και της στάσης απέναντι σε αυτήν είναι σημαντικό συστατικό στη συγκρότηση ενός νέου κινηματικού-ανατρεπτικού εμείς στον Λίβανο και στη Μέση Ανατολή.
Με βάση το πρόσφατο παρελθόν κινητοποιήσεων και τις ενδεχόμενες εξελίξεις φαντάζει πιθανός ένας νέος κύκλος κινητοποιήσεων/μια νέα εξέγερση στο μέλλον;
Δεδομένης της πολλαπλής ασφυξίας στην οποία υποβάλλεται η χώρα, όλα είναι πιθανά: από μια πραγματική εξέγερση (δεν αναλύω τον ξεσηκωμό του Οκτώβρη ως εξέγερση και πολύ λιγότερο ως «επανάσταση»), μέχρι έναν νέο εμφύλιο πόλεμο, αν οι απειλές του Ζαζα για 15.000 έτοιμους μαχητές ενάντια στη Χεζμπολάχ ή η νεκρανάσταση του ΙΣΙΣ επαληθευτούν. Για το κίνημα, το σίγουρο είναι ότι οι προκλήσεις του πρόσφατου παρελθόντος, όπως προσπάθησα πολύ συνοπτικά να τις περιγράψω πιο πάνω, θα είναι ακόμα πιο παρούσες και πιεστικές σε κάθε επόμενο βήμα. Το ζητούμενο παραμένει: ένα νέο κοινωνικό μπλοκ με ένα πολιτικό πρόγραμμα που να προωθεί τη χειραφέτηση από τα τριπλά απότοκα του αποικιοκρατίας, που ακόμα μαστίζουν τη χώρα: τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό των εγχώριων ελίτ, τη δυτική νεοαποικιοκρατία που φέρνει οικονομικό στραγγαλισμό, πόλεμο, και προσφυγιά, αλλά και τη μόνιμη στρατιωτική απειλή από την εποικιστική αποικιοκρατία στην Παλαιστίνη. Μέχρι τότε, βασικό καθήκον είναι η επιβίωση του λαού με όρους αξιοπρέπειας κι όχι επαιτείας. Αυτό σημαίνει (αυτο)οργάνωση στη βάση πολιτικής ισότητας, αλληλεγγύης και συντροφικότητας. Σε αυτόν τον τομέα, η Χεζμπολάχ έχει κάνει πολλά και σημαντικά βήματα, τα οποία αποτελούν σίγουρα ένα ενδιαφέρον αντιπαράδειγμα στη ΜΚΟποίηση της πολιτικής κοινωνίας του Λιβάνου, η οποία επιφέρει εξάρτηση από χρηματοδότες και πρακτικές αποπολιτικοποίησης δράσης και λόγου. Πάντα θεωρούσα ότι το κοινωνικό μοντέλο της Χεζμπολάχ -ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί κανείς πολιτικά- χρήζει ιδιαίτερης σπουδής από κινήματα που οραματίζονται εναλλακτικές πέρα του βιοπολιτικού κράτους. Για παράδειγμα, απέναντι στην πανδημία η Χεζμπολάχ έθεσε στη διάθεση της κυβέρνησης όλες τις υγειονομικές δομές της (νοσοκομεία, ασθενοφόρα, γιατρούς, αλλά και προσωρινές εγκαταστάσεις για μαζικά τεστ).
Μέσα από μια διεθνιστική οπτική, ποια θα ήταν τα σημεία στα οποία θα έπρεπε να εστιάσει ένα κίνημα αλληλεγγύης;
Στον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο, καμία χώρα, κανένας λαός, δεν βιώνει πράγματα εντελώς πρωτόγνωρα για άλλες χώρες, για άλλους λαούς. Με αυτή την έννοια, η οργανωμένη ανταλλαγή γνώσης, αναλυτικής, βιωματικής, κινηματικής, οργανωτικής γνώσης, είναι επιτακτική ανάγκη σε έναν κόσμο όπου κράτη και επιχειρήσεις πειραματίζονται πάνω σε κορμιά, πληθυσμούς και ανθρώπινες ζωές για να παράξουν νέες μορφές καταπίεσης, καταλήστευσης και υποταγής. Αυτοί έχουν θεσμούς μέσα από τους οποίους ανταλλάσσουν γνώση, οργανώνουν την αλληλεγγύη και οικοδομούν την αλληλοκατανόηση μεταξύ τους.
Σήμερα το παράδοξο είναι ότι ενώ η τεχνολογία διευκολύνει την επικοινωνία, η πολιτική απόσταση μεταξύ των κινημάτων ανατροπής κι αντίστασης ανά τον πλανήτη -και ειδικά μεταξύ Παγκόσμιου Νότου και Βορρά- δείχνει μεγαλύτερη από ποτέ. Σε αυτό συντελούν πολλοί παράγοντες, κάποιοι από τους οποίους πιστεύω είναι η αδυναμία ή απροθυμία του κινήματος στη δύση να κατανοήσει τη βαθιά επίδραση της αποικιοκρατίας και των σύγχρονων παραγώγων της (περιφράξεις γης, εποικισμός, επιστημονικός ρατσισμός, λευκή υπεροχή, πατριαρχία, αλλά και φιλελευθερισμός και πατερναλιστικός ουμανισμός) στην παγκόσμια κατανομή βίας κι ανισότητας. Με άλλα λόγια, ένα κίνημα αλληλεγγύης θα ξεκινούσε από την απο-αποικιοποίηση των εννοιών μέσα από τις οποίες (παρα)βλέπουμε τον κόσμο που αγωνίζεται για μια καλύτερη και δικαιότερη ζωή στη Μέση Ανατολή. Αυτό το βήμα είναι όρος αναγκαίος και ικανός για να μπορέσουμε να στήσουμε γέφυρες ανταλλαγής κι αλληλεγγύης με θεμέλιο την πραγματική πολιτική ισότητα μεταξύ μας.
Υπάρχει κάτι ακόμα που θα ήθελες να προσθέσεις;
Ναι, θα ήθελα -αν μου επιτρέπεται- να καλέσω με τη σειρά μου σε έναν ξεσηκωμό ενάντια στη «γεωπολιτικοποίηση» της Μεσης Ανατολής. Με αυτό εννοώ την τάση να αναλύουμε την περιοχή κυρίως μέσα από εκκωφαντικά γεγονότα (έκρηξη, εξέγερση, εισβολή), και με βάση κυρίαρχα φίλτρα που παράγονται από κρατοκεντρικούς θεσμούς. Ασφάλεια συνόρων, προσφυγική κρίση, ροές πετρελαίου, ισλαμιστές τρομοκράτες, είναι σήμερα ερμηνευτικά πλαίσια προωθούμενα από δυνάμεις αντίθετες προς το κίνημα αλληλεγγύης κι αντίστασης. Χρειαζόμαστε επειγόντως δικές μας έννοιες ανάλυσης, πλαίσια κατανόησης και υποκείμενα δράσης που να προκύπτουν μέσα από κινηματικές διαδικασίες «μετάφρασης» κι ανταλλαγής, κι όχι διαμεσολάβησης μεσαζόντων γνώσης κι ανάλυσης. Αυτός είναι ο δρόμος για να ξαναπιάσουμε το νήμα της αλληλεγγύης μέσα από την κατανόηση των άλλων, αλλά κυρίως των δικών μας συνθηκών ζωής, δράσης και σκέψης.
*Ο Νικόλας Κοσματόπουλος διδάσκει πολιτική κι ανθρωπολογία στο αμερικανικό πανεπιστήμιο της Βηρυτού
** Πρόκειται για κείμενο του Ν.Κ. στην ef.syn στις 3/11/19 (bit.ly/32CNPQP)
*** Όλο το φωτογραφικό υλικό είναι από την Rola Khayyat, και έχει δοθεί με άδεια δημοσίευσης στον Νικόλα Κοσματόπουλο
Black cedar