Μήπως τελικά σ’ αυτή τη χώρα όντως….
«Πώς μας κατάντησαν έτσι;» απορούσε πριν χρόνια η ποιήτρια, εκφράζοντας την αγωνία της για την κατάντια που έβλεπε να εξαπλώνεται γύρω της. Τότε, αυτά τα λόγια ηχούσαν παράταιρα, και όλοι –πλην ελαχίστω – τα αντιλαμβάνονταν ως έναν ακόμα ηλίθιο ποιητικό ρομαντισμό. Σήμερα, κι αφήνοντας κατά μέρους τις κομψότητες, όχι απλά δικαιούμαστε, αλλά επιβάλλεται να φωνάξουμε: Πώς καταντήσαμε έτσι ρε, πώς τους αφήσαμε για να μας καταντήσουν έτσι; Τι διάολο συνέβη, επιτέλους, σ’ αυτή τη χώρα όλα τούτα τα χρόνια; Ποια ύπουλη γάγγραινα σιγότρωγε τα σωθικά αυτής της κοινωνίας, κι έχει φτάσει σ’ αυτή την απάθεια, σ’ αυτή την αποσύνθεση και σ’ αυτό το ντελίριο παραλογισμού; Δεν είναι απλά το γεγονός ότι μπροστά στο μέγεθος της επίθεσης που υφίσταται, η αντίστασή της είναι τραγικά δυσανάλογη. Το πρόβλημα είναι ότι απ’ την αρχή της κρίσης και δυο χρόνια μετά συνεχίζει να άγεται και να φέρεται απ’ τους δημίους της χωρίς να έχει διάθεση ν’ ακούσει και να πραγματευτεί κάτι το διαφορετικό απ’ αυτά που της πιπίλιζαν τόσα χρόνια.
Αλλά ας μιλήσουμε κατά πρόσωπο. Είναι δυνατόν, ω νεοέλληνα ψηφοφόρε, να τους αφήνεις να σου αλλάζουν την προεκλογική ατζέντα, και αντί για τα μνημόνια και τα μέτρα που βιάζουν το παρόν και μέλλον, να τους επιτρέπεις να σου δείχνουν ως υπαίτιους για όλα τους μετανάστες; Πώς πέφτεις πάντα τόσο εύκολα σε τέτοιες λούμπες και μετατρέπεις τους αλήτες της εξουσίας σε τιμητές; Πρόσεξες πως δεν απευθύνονται στη λογική σου για να σε πείσουν, αλλά στα πιο ποταπά ένστικτά σου; Γύρω σου χαμός: Φτώχεια, απελπισία, αυτοκτονίες, καταστολή και αστυνομική βία, και εσύ μόνο τότε να βγαίνεις απ’ τη μακαριότητα της απάθειάς σου, όταν σου υποδεικνύουν αποδιοπομπαίους τράγους. Ένας συνάνθρωπός σου αυτοπυροβολήθηκε επιδεικτικά στο Σύνταγμα, μπας και ταρακουνηθείς λίγο και κάτσεις να σκεφτείς. Ήταν μια πολιτική πράξη αυτοθυσίας με σκοπό να σε αφυπνίσει απ’ τον λήθαργο νεοέλληνα, αλλά μπα σιγά μην ξεκουνήσεις.
Έχεις καταντήσει να πορεύεσαι χωρίς πολιτισμό νεοέλληνα, ζώντας χρόνια μες στον βόρβορο του νεοπλουτισμού και της εξατομίκευσης. Έχεις χάσει τη μνήμη σου, και το μόνο που έχεις στο κεφάλι σου είναι ασχήμιες για ανωτερότητες, και κουραφέξαλα για αρχαία μεγαλεία. Έχεις χάσει τ’ αυγά και τα πασχάλια νεοέλληνα. Όταν ανοίγεις το στόμα σου ξερνάς βρωμιές, και φλυαρείς ακατάσχετα. Έφτιαξες μια ζωή χωρίς νόημα, κι έχεις μάθει μόνο να μισείς και να βλέπεις παντού εχθρούς. Θυμάσαι που λοιδορούσες εκείνους τους ελάχιστους που δεν βολεύονταν και ψάχνονταν; Και θυμάσαι τι απέχθεια και τι μίσος ένιωθες όταν έβγαιναν μπροστά, και με θράσος σου έλεγαν ότι κολυμπάς στα σκατά; Και είναι ακριβώς αυτοί που σου υποδεικνύουν ως τους νέους εχθρούς σήμερα, για να σ’ έχουν έτοιμο αύριο να επιδοκιμάσεις το κυνηγητό που θα εξαπολύσουν εναντίον τους. Έτσι κατάντησες να είσαι κενός περιεχομένου νεοέλληνα και το ξέρεις! Όπως το ήξεραν από χρόνια και αυτοί που σε επέλεξαν για πειραματόζωο όλης της Ευρώπης.
Κάποιος, απ’ αυτούς που απεχθάνεσαι, έχει πει πως ό,τι συνέβη μπορεί να ξανασυμβεί. Γι’ αυτό πρόσεχε νεοέλληνα! Το πηγάδι όπου έχεις πέσει δεν έχει πάτο. Κινδυνεύεις να γίνεις αιώνιο όνειδος. Μπορεί, όταν ψευτογκρινιάζεις, να ταυτίζεις τη Μέρκελ με τον Χίτλερ, και τη Γερμανία με το τρίτο Ράιχ, και να καμώνεσαι τον αντιστασιακό, όμως ο ιός του φασισμού υπάρχει και διαχέεται μέσα στην ίδια σου την κοινωνία, και ο φορέας είσαι εσύ ο ίδιος. Ψάχνεις για μεγάλους ηγέτες που θα σε σώσουν, και επιθυμείς «μια δικτατορία για να επιβάλει τάξη». Τάξη ενάντια σε ποιους και για ποιους νεοέλληνα; Αλλά είπαμε, έχεις ασθενή μνήμη, κι έχεις φτάσει να επικροτείς τους νταβαντζήδες της ζωής σου όταν χρησιμοποιούν το εμετικό ναζιστικό λεξιλόγιο ενάντια στους μετανάστες, και να αβαντάρεις τις φασιστικές συμμορίες όταν λυντσάρουν τους διαφορετικούς. Γι’ αυτό πρόσεξε νεοέλληνα! Έτσι όπως πας θα αποτελέσεις ανεξίτηλο ψεγάδι, ένα παράδειγμα προς αποφυγήν στις γενιές που έρχονται. Πρόσεχε νεοέλληνα, πρόσεχε! Κανείς δεν μπορεί να σε σώσει παρά μόνο ο ίδιος σου ο εαυτός. Γι’ αυτό, άλλαξε νεοέλληνα, άλλαξε! Όχι όπως σου προστάζουν οι αλήτες της εξουσίας και οι εξωνημένοι της δημοσιογραφίας. Έστω και την ύστατη ώρα, στήσε αυτί και κοίτα προς την άλλη πλευρά, προς αυτή που τόσα χρόνια απαξίωνες. Είναι η μόνη μας ελπίδα! Αλλιώς το ερώτημα που συμπληρώνεται παρακάτω θα απαντιέται θετικά!
….είμαστε τόσο μαλάκες, όσο μας θεωρούν;
Ο Παρμένος