Είναι γεγονός πως καθ’ όποτε οι εν Ελλάδι αντιεξουσιαστές ενημερώνονται για πράξεις δημόσιας άρνησης στράτευσης αναρχικών της Τουρκίας ή διοπτροφόρων εφήβων στο Ισραήλ, διακατέχονται από αισθήματα αλληλεγγύης, επικρότησης και υποστήριξης. Δικαίως, θα λέγαμε, αφού στην κινηματική συνείδηση οι στρατοί των εν λόγω κρατών έχουν εγγραφεί ως εγκληματικοί∙ σε αντίθεση με τον ελληνικό, η βαρβαρότητα και η ευθύνη του οποίου καμουφλάρεται σε βαθμό εξαφάνισης πίσω από τη φονικότητα του ΝΑΤΟ. Στον δημόσιο λόγο των αντιεξουσιαστικών εγχειρημάτων, οι πρόσφατες πολεμικές εξελίξεις στα εδάφη της Ουκρανίας έδωσαν την αφορμή για ξιφούλκηση εναντίον του ΝΑΤΟ, κατά κύριο λόγο, ενώ η ελληνική πολεμική μηχανή ως τέτοια αναφέρθηκε ελάχιστα. Το διαχρονικό φαινόμενο της αδιαφορίας γύρω από τα ένοπλα σώματα του ελληνικού κράτους και η ταυτόχρονη εμμονή με τη διακρατική συμμαχία στα οποία αυτά ισότιμα συμμετέχουν θίγονται στο παρόν κείμενο.
Η ιδεολογική επικυριαρχία της Αριστεράς σε τμήματα του χώρου της Αντιεξουσίας είναι σαφώς τεκμηριωμένη. Τα αναλυτικά εργαλεία της ανάπηρης δημοκρατίας, της οικονομικής εξάρτησης, της πολιτικής υποτέλειας, της αποικίας χρέους και της ξενοκίνητης υποδούλωσης, ως διαδεδομένα και αφομοιωμένα, από τη μια διαχέουν τις πολιτικές σκοπιμότητες και στοχεύσεις της αριστεράς του κράτους στον δικό μας χώρο, και από την άλλη αναπροσανατολίζουν τη δράση ή/και την απραξία μας προς πεδία ακίνδυνα για τον ελληνικό μιλιταρισμό. Ας το πούμε απλά: αν κανείς πιστεύει ότι κουμάντο στη χώρα κάνουν οι ΗΠΑ και η ΕΕ, τότε το έδαφος του ανταγωνισμού μεταφέρεται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, στη Ν. Υόρκη ή τις Βρυξέλλες, και η προτεραιότητα δράσης δεν στοχεύει τις δομές και τους μηχανισμούς του ελληνικού κράτους αλλά τα ευρωατλαντικά στρατηγεία. Έτσι, η άσκηση πολιτικής μετατοπίζεται στην παροχή έμπρακτων ή λεκτικών υποδείξεων προς το ελληνικό κράτος σχετικά με το ποια συμμαχία θα πρέπει ή όχι να συνάψει, και στην αθώωση των καραβανάδων που μας απαγάγουν στη χακί φυλακή για 12 μήνες, αντί να μεριμνά για τη διάλυση του ελληνικού στρατιωτικού μηχανισμού που αποτελεί αφενός βασικό πυλώνα ύπαρξης του κράτους, κι αφετέρου τεχνικό κεφάλαιο και έμψυχο δυναμικό που τα ελληνικά αφεντικά εισφέρουν ως ισότιμα στη δευτεροβάθμια πολεμική συμμαχία στην οποία συμμετέχουν.
Με τα παραπάνω ως δεδομένα, η τοποθέτηση του ελληνικού στρατού στο κυρίως κάδρο των αντιστάσεων των αντιεξουσιαστών περνάει αναγκαστικά μέσα από την απόρριψη της άποψης πως «η Ελλαδίτσα κάνει ό,τι της επιβάλλουν». Για να γίνει αυτό, κι εμμέσως πλην σαφώς να υποστηριχθεί η θέση πως «ο εχθρός είναι εδώ!», θα παρατεθούν ιστορικά παραδείγματα από την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, τα οποία τεκμηριώνουν την ανεξαρτησία του ελληνικού καπιταλισμού σχετικά με τις επιλογές του και τις συμμαχίες του. Παραδείγματα τα οποία αποδεικνύουν πως το ελληνικό κράτος κι ο στρατός του δεν είναι παρακατιανοί που οι εγχώριοι ανατρεπτικοί δεν αξίζει να σπαταλάνε τη δράση τους.
Από το Τελ Αβίβ στο Πάλε κι απ’ τον Σαγγάριο στη Λευκωσία
Είναι σύνηθες να αναφέρεται το κράτος του Ισραήλ ως «προκεχωρημένο φυλάκιο του ευρωατλαντισμού» σε αντιεξουσιαστικές προκηρύξεις. Θα περίμενε κανείς πως σύσσωμη η συμμαχία, πόσο μάλλον τα «υποτελή» της μέλη, θα ήταν αδύνατο να μην αναγνωρίζουν την ύπαρξή του. Κι όμως! Έπρεπε να περάσουν 41 χρόνια από την εισδοχή του Ισραήλ στον ΟΗΕ, και 38 χρόνια από την προσχώρηση της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, για να αναγνωρίσει η κυβέρνηση Κων. Μητσοτάκη την εν λόγω χώρα. Το φαινομενικά παράδοξο, το οποίο άρθηκε τον Μάιο του 1990, θα ήταν κοντόφθαλμο να αποδοθεί σε συμπάθεια προς τα βάσανα των Παλαιστινίων. Τα κράτη, άλλωστε, δεν έχουν συναισθήματα. Η μη συμμόρφωση της Ελλάδας προς τα γενικά συμφέροντα των δυτικών συμμάχων θα πρέπει να αναζητηθεί στα ιδιαίτερα υλικά συμφέροντα του ελληνικού κεφαλαίου υπό το φως των ανακατατάξεων που έφερε η λήξη του Ψυχρού πολέμου, πράγμα το οποίο ξεφεύγει των προθέσεων αυτού του άρθρου.
Στην ιστορία του λυκείου η εκστρατεία στη Μ. Ασία και η ήττα του ελληνικού ιμπεριαλισμού στον Σαγγάριο ποταμό μάς διδάσκεται ως ένα ξεγέλασμα των γάλλων που δήθεν παρότρυναν τους έλληνες να εκστρατεύσουν και εν τέλει τους πούλησαν. Όμως, με βάση τη συνθήκη των Σεβρών, τα σαντζάκια Σμύρνης κι Αϊδινίου θα τελούσαν υπό έλληνα αρμοστή ως εντολοδόχο των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με σαφή πρόβλεψη για προσάρτηση ύστερα από 5 χρόνια μέσω της διεξαγωγής σχετικού δημοψηφίσματος. Ο θρεμμένος με το καύσιμο της Μεγάλης Ιδέας επεκτατισμός της μικρής πλην τίμιας Ελλάδας ήταν ικανός να γράψει στα παλαιότερα των υποδημάτων του τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, να αντιμετωπίσει ως κουρελόχαρτα τα κείμενα των συνθηκών ειρήνης που ο ίδιος υπέγραψε, και να αγνοήσει επιδεικτικά όλες τις διεθνείς δεσμεύσεις που ανέλαβε, για να μπορέσει να ξεχυθεί σε μια περιοχή που είχε οριστεί ως έδαφος-στόχος. Θα ήταν ανόητο να θεωρήσουμε την ανεξαρτησία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ως απονενοημένο διάβημα του Βενιζέλου καταρχάς και του Κωνσταντίνου στη συνέχεια.
Δεν χωρά αμφιβολία πως, δίχως τα στρατεύματα των αγγλοσαξόνων, το εθνικό στρατόπεδο θα τα είχε βρει σκούρα στη μάχη της Αθήνας τον Δεκέμβρη του ’44. Ομοίως και στον Γράμμο. Ποιος αμφισβητεί το πλεονέκτημα που απέκτησε ο εθνικός στρατός με τη χρήση βομβών ναπάλμ; Για την αριστερή παράθεση της πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας, η μέγιστη απόδειξη της υποτέλειας της χώρας στους κακούς δυτικούς ιμπεριαλιστές είναι, μάλλον, η φράση του Κανελλόπουλου προς τον στρατηγό Βαν Φλιτ «ιδού ο στρατός σας». Μόλις 4 χρόνια μετά τη συντριβή της κόκκινης ανταρσίας στα βουνά της ελληνοαλβανικής μεθορίου, σε ένα διαμέρισμα της Ασκληπιού 36β, στο κέντρο της «ελεύθερης» ελέω αγγλικών όπλων Αθήνας, κάποιοι επιφανείς κύριοι υπογράφουν την πράξη ίδρυσης ένοπλης οργάνωσης με σκοπό την απόσπαση εδάφους από το αγγλικό στέμμα. Πρώτοι υπογράφοντες, ανάμεσα στους φιλεύσπλαχνους πατριώτες-πράκτορες του ελληνικού επεκτατισμού, ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο βαμμένος συνεργάτης των άγγλων στρατηγός Γρίβας, ο γνωστός ιδρυτής της «Χ» και πολιτειακός παράγοντας μετά τη λήξη της κατοχής. Αναφερόμαστε, φυσικά, στην ίδρυση της ΕΟΚΑ (07-03-1953) που σήκωσε τα όπλα εναντίον των έως και πριν 4 χρόνια ευεργετών του ελληνικού καπιταλιστικού σχηματισμού, με στόχο να αφαιρέσει την Κύπρο από την βρετανική κοινοπολιτεία και να την ενώσει με τη «Μητέρα Πατρίδα». Πόσο εξαρτημένη δύναται να θεωρηθεί μια χώρα που ξεκινά αντάρτικο κατά του κηδεμόνα της, ελάχιστα χρόνια μετά τη de facto καταχώρισή της στην αγγλοσαξονική σφαίρα επιρροής;
Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη θα γίνει δεκτή ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος στον ΟΗΕ τον Μάιο του 1992, στα ίδια ακριβώς σύνορα που συνιστούσαν τα διοικητικά όρια της ομώνυμης δημοκρατίας-τμήμα της σοσιαλιστικής ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας. Την ίδια περίοδο, οι σέρβικες πολιτικές και οικονομικές ελίτ της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης θα ανακηρύξουν τμήμα του εδάφους της ως «RepublikaSrpska» και θα επιδοθούν σε έναν πόλεμο εθνοκάθαρσης με σκοπό να το ενώσουν με τη «Μητέρα Πατρίδα» Σερβία. Ο πολιτικός ηγέτης των σέρβων της Βοσνίας Κάρατζιτς και ο σέρβος στρατηγός Μλάντιτς θεωρούνται από την δυτική κοινή γνώμη της εποχής ως το αντίστοιχο του διαβόλου σε ανθρώπινο σώμα. Σύσσωμος ο δυτικός κόσμος, συμπεριλαμβανομένων των 2 συμμαχιών στις οποίες ισότιμα συμμετέχει το ελληνικό κράτος (ΕΕ και ΝΑΤΟ), παίρνουν θέση κατά του πολέμου κατοχής και απόσπασης εδαφών εις βάρος ενός κράτους-μέλους του ΟΗΕ. Για την ανάδελφη και εξαρτημένη Ελλάδα αυτά είναι λεπτομέρειες. Στις 06 Μαΐου 1993 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης θα επισκεφθεί το ψευδοκράτος –ας μας επιτραπεί η χρήση του πατριωτικού/αντιιμπεριαλιστικού λεξιλογίου– της Republika Srpska και θα απευθύνει χαιρετισμό στις εργασίες του ψευδοκοινοβουλίου στην ψευδοπρωτεύουσα Πάλε, μόλις 17 χιλιόμετρα μακριά από το αιματοβαμμένο λόγω πολιορκίας Σαράγεβο. Στις 14/07/93 ο δολοφόνος Κάρατζιτς –μετέπειτα καταδικασμένος για εγκλήματα πολέμου, μεταξύ αυτών και η σφαγή της Σρεμπρένιτσα– θα γίνει δεκτός στην Αθήνα με τιμές αρχηγού κράτους, θα συναντηθεί με αρχηγούς κομμάτων και θα μιλήσει στο κατάμεστο ΣΕΦ σε εκδήλωση που διοργανώνει πλήθος θεσμών, οργανώσεων και κομμάτων. Καθ’ όλη τη διάρκεια των πολέμων στα εδάφη της Κροατίας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, το σερβικό καθεστώς, που τελεί υπό εμπάργκο και κυρώσεις, θα βρίσκει τέλειο αποκούμπι στο ελληνικό κράτος αφενός για το σπάσιμο του εμπάργκο με πετρέλαιο, όπλα, αναλώσιμα, προϊόντα, πρώτες ύλες κι αφετέρου για τη συνέχιση των (νόμιμων και παράνομων) δραστηριοτήτων του χρηματοπιστωτικού τομέα σε ελληνικές και κυπριακές τράπεζες. Μια απλή ταξιδιωτική περιπλάνηση στα εδάφη της Σερβίας και η από κοντά θεώρηση των πολύχρωμων ταμπελών των ελληνικών τραπεζών κι επιχειρήσεων, θα έπειθε και τον τελευταίο για τα συμφέροντα που επέβαλλαν στην ελληνική εξωτερική πολιτική να ανεξαρτητοποιηθεί από τις επιλογές των κατά τ’ άλλα κηδεμόνων της.
Συμπερασματικά, το ξεπατίκωμα των αριστερών θεωρήσεων σχετικά με την κατάταξη του ελληνικού καπιταλισμού στον διεθνή καταμερισμό ισχύος μόνο προβλήματα δημιουργεί στους αντιεξουσιαστές που θέλουν όντως να λειτουργούν αντικρατικά και αντικαπιταλιστικά. Η παραδοχή πως ο ξένος ιμπεριαλισμός έχει καταστήσει εξαρτημένη την Ελλαδίτσα, μετατοπίζει την πολιτική δράση σε ανώδυνα για την εγχώρια στρατοκρατία πεδία, υποτιμώντας σε βαθμό αθώωσης τα πεπραγμένα του ελληνικού επεκτατισμού. Η ελληνική εξωτερική πολιτική καθορίζεται από τον αδυσώπητο πόλεμο μεταξύ των ελίτ που νέμονται το κράτος και των ειδικών συμφερόντων που αυτές φέρουν. Η ιστορική εμπειρία δείχνει πως τα αφεντικά και το κράτος τους δεν έχουν κανένα πρόβλημα να αψηφούν τις ίδιες τους τις συμμαχίες εάν πρόκειται να ωφεληθούν τα ειδικά/εθνικά συμφέροντά τους. Συνεπής αντιπολεμική στάση για όσους/ες δεν αναγνωρίζουν σύνορα, κράτη και στρατούς δεν είναι η καταγγελία και η επίθεση στη δήθεν ξενοκρατία, αλλά η διάβρωση, η διάλυση και η επίθεση προς τον εγχώριο μιλιταρισμό, βασικό στήριγμα των αφεντικών «μας» που μάς εκμεταλλεύονται, καταπιέζουν και εκκαθαρίζουν εντός κι εκτός συνόρων, άλλοτε βασιζόμενα αποκλειστικά στα δικά τους σώματα ασφαλείας κι άλλοτε μέσω των πολιτικών/στρατιωτικών συμμαχιών τους.
ολικός αρνητής στράτευσης από τα γιάννινα