Στους δρόμους, τις πλατείες και τις γειτονιές, γυναίκες μετανάστριες δεν είστε μοναχές

Μετά τις αποκαλύψεις για τις μαζικές γυναικοκτονίες μεταναστριών εργατριών που διέπραξε ο Ελληνοκύπριος στρατιωτικός, διαβάζουμε και ακούμε συνεχώς στα ΜΜΕ να μας αναλύουν δημοσιογράφοι, πολιτικοί, ψυχολόγοι, ειδικοί και ακαδημαϊκοί, το προφίλ και τα κίνητρα του δολοφόνου, του μεγαλύτερου εγκληματία στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία, του διαβόητου serial killer όπως τον αποκαλούν.

Από τη μια, αυτό είναι αναπόφευκτο λόγω των φρικιαστικών εγκλημάτων που ομολόγησε πλέον ο ίδιος. Από την άλλη όμως, όλη αυτή η συζήτηση που επικεντρώνεται στο πρόσωπο του δράστη, που τονίζει τη μοναδικότητα του φαινομένου, γίνεται στοχευμένα και με συγκεκριμένους σκοπούς: Να αποπροσανατολίσει τον κόσμο και να απενοχοποιήσει, όχι μόνο τους κρατικούς μηχανισμούς, αλλά και όσους εκτρέφουν καθημερινά τον σεξισμό, τον ρατσισμό και τον ταξικό διαχωρισμό. Γενικότερα δηλαδή, όσους με τη στάση τους όπλισαν τα χέρια του δολοφόνου και συγκάλυψαν τα εγκλήματά του, μέχρι να γίνουν γνωστά από ένα τυχαίο γεγονός που ξετύλιξε το κουβάρι των δολοφονιών.

Είναι πλέον προφανές όχι μόνο ότι οι δολοφονίες έχουν ξεκάθαρα σεξιστικά, ρατσιστικά και ταξικά χαρακτηριστικά -αφού όλα τα θύματα είναι γυναίκες, μετανάστριες, φτωχές, εργάτριες- αλλά κι ότι το αίμα αυτών των γυναικών το έχει στα χέρια του το κράτος που καλλιέργησε τον θεσμικό ρατσισμό και την υποτίμηση αυτών των ζωών, με αποτέλεσμα ακόμα κι όταν δολοφονήθηκαν να μείνουν στα αζήτητα, σώματα αόρατα, όπως αόρατες ήταν και οι ζωές τους στο περιθώριο. 

Κι όχι γενικά και αόριστα το κράτος, αλλά σύσσωμοι οι κατασταλτικοί (αστυνομία, δικαστήρια, στρατός) και ιδεολογικοί (ΜΜΕ, παιδεία, συστημικά κόμματα κ.α.) μηχανισμοί του, που υποδέχονται και συλλαμβάνουν ως «παράνομους» και «λαθρομετανάστες» πρόσφυγες πολέμου, και τους στοιβάζουν σε φυλακές και στρατόπεδα συγκέντρωσης μέχρι να αποφασίσουν αν θα τους διώξουν ή αν θα τους δώσουν άσυλο ή προσωρινή άδεια διαμονής. Τα ΜΜΕ που μας βομβαρδίζουν καθημερινά για τους «παρείσακτους εισβολείς» που έρχονται να αλλοιώσουν τον πολιτισμό μας. Οι εκπρόσωποι καθεστωτικών κομμάτων, όχι μόνο νεοναζιστικών και ακροδεξιών, που καλλιεργούν τον ρατσισμό και την ξενοφοβία, αλλά και του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου, αυτοί που αραδιάζουν ένα σωρό ψέματα για τα επιδόματα και τις απολαβές των προσφύγων και μεταναστών, κι όταν αποκαλύφθηκε ότι παρουσίαζαν ψευδή στοιχεία και έγγραφα προς ενοχοποίηση των μεταναστών, συγκαλύφθηκαν αντί να ξεσκεπαστούν από τα ΜΜΕ, την πολιτεία και την κοινωνία.

Στο στόχαστρο όλων αυτών βρίσκονται φυσικά μόνο οι φτωχοδιάβολοι μετανάστες, γιατί αντίθετα οι πλούσιοι, οι εκπρόσωποι του ξένου κεφαλαίου, είναι ευπρόσδεκτοι με τιμές από το κράτος και την υψηλή κοινωνία. Αυτοί μπορούν άμεσα να αγοράσουν διαβατήρια, υπηρεσίες, ακίνητα, ως επενδυτές και ευεργέτες της οικονομίας μας.

 Οι γυναίκες μετανάστριες εργάτριες βρίσκονται ίσως στη χειρότερη θέση απ’ όλη την εργατική τάξη, ντόπια και ξένη, στην Κύπρο. Ακόμα κι αν «νομιμοποιηθούν», ζουν και εργάζονται κάτω από το ιδιότυπο καθεστώς των οικιακών εργατριών, στερούμενες το δικαίωμα να παίρνουν τον θεσπισμένο ελάχιστο κατώτατο μισθό (870 ευρώ), ούτε καν το 50% αυτού, με πρόσχημα ότι έχουν εξασφαλισμένη τροφή και διαμονή.  Η σχετική σύμβαση του κράτους αναφέρει ότι μια οικιακή εργάτρια δεν έχει δικαίωμα να αλλάξει τόπο εργασίας και εργοδότη, δεν μπορεί να ζητήσει αύξηση, πρέπει να υπακούει σε ό,τι διατάξει το αφεντικό, να δουλεύει 6 μέρες την εβδομάδα, να μην συμμετέχει σε πολιτικές και κοινωνικές δραστηριότητες, ενώ για τις ώρες απασχόλησης, αν και είναι 7 ημερησίως σύμφωνα με την σύμβαση, αυτές στην πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερες. Σε πολλές περιπτώσεις, το καθεστώς καταπίεσης και εκμετάλλευσης, το οποίο περιλαμβάνει απλήρωτη δουλειά στον ίδιο μα και σε φίλους και συγγενείς που την προωθεί ο εργοδότης σαν να είναι ιδιοκτησία του, απαγόρευση κυκλοφορίας, καταναγκαστική εργασία την Κυριακή και συχνά κακοποίηση και σεξουαλική εκμετάλλευση, επεκτείνεται πέραν από τις όποιες συμβάσεις.

Κοινώς, αυτό το κομμάτι της εργατικής τάξης έχει καταδικαστεί από το κράτος, το κεφάλαιο, αλλά και ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, να ζει και να εργάζεται σε συνθήκες σκλαβιάς και να είναι υπηρέτριες των αστικών οικογενειών που τις μεταχειρίζονται ως δούλες.  Πολλές από αυτές που δεν κατάφεραν να αποδράσουν από αυτό το καθεστώς, που δεν μπόρεσαν ούτε καν να μιλήσουν αφού δεν είχαν καμιά βοήθεια και προστασία, οδηγηθήκαν στην αυτοκτονία και μαθαίναμε την κατάληξή τους στα μονόστηλα των εφημερίδων σε 5 γραμμές που δεν αναφέρουν καν το όνομά τους. Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο που και οι δολοφονίες των γυναικών έμειναν θαμμένες στη σιωπή, κάτω από την κρατική και κοινωνική αδιαφορία. Την ίδια τύχη είχαν και πολλές μετανάστριες γυναίκες που ήρθαν εδώ να εργαστούν ως καλλιτέχνιδες όπως τους είπαν, αλλά ρίχτηκαν διά της βίας στο σκλαβοπάζαρο της σωματεμπορίας χωρίς καμιά δυνατότητα διαφυγής.

 Οι γυναικοκτονίες λοιπόν έφεραν ξανά στην επιφάνεια όλη αυτή τη σαπίλα που επιμελώς προσπαθεί να κρύψει κάτω από το χαλί ο κοινωνικός ιστός. Ασφαλώς δεν φταίει όλη η κοινωνία για το ό,τι συμβαίνει, αλλά είναι συνένοχοι όσοι κλείνουν τα μάτια και σιωπούν μπροστά σε αυτά τα φαινόμενα που είναι η σκληρή καθημερινότητα για κάποιους ανθρώπους. Είναι επιτακτική ανάγκη να παλέψουμε για να τσακιστεί στη ρίζα του ο ρατσισμός, ο σεξισμός και η εκμετάλλευση αυτών των γυναικών. Κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο με ασυμβίβαστο αγώνα ενάντια στο σύστημα που διαιωνίζει την ανισότητα, που ενισχύει την πατριαρχία και την εκμετάλλευση.

Να εκφράσουμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας στις μετανάστριες εργάτριες αλλά και σε κάθε καταπιεσμένο άνθρωπο, ντόπιο ή ξένο. Να οργανωθούμε και να αγωνιστούμε μαζί, ενωμένη η εργατική τάξη ενάντια στους δυνάστες μας. Ό,τι διώχνει αυτούς τους ανθρώπους μακριά από τον τόπο τους, ρίχνει κι εμάς στη φτώχεια και την ανεργία. Ας κοιτάξουμε κατάματα τον κοινό εχθρό και να διεκδικήσουμε μια άλλη ζωή, να επιδιώξουμε την κοινωνική απελευθέρωση.

Η εικόνα με το μαζικό και οργανωμένο μπλοκ των εργατριών από τις Φιλιππίνες στην πορεία της πρωτομαγιάς προχθές στην Λεμεσό, πρέπει να είναι μια όμορφη εικόνα από το μέλλον, όπου όλοι οι εργάτες και εργάτριες, ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης, θα βαδίζουν μαζί στον δρόμο για μια άλλη κοινωνία, όπου ο πλούτος θα ανήκει σ’ αυτούς που τον παράγουν, για ένα κόσμο χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, χωρίς αφεντικά.

Bandiera – συλλογικότητα αναρχικών και κομμουνιστών