Οι διοικητικοί υπάλληλοι του ΕΚΠΑ και του ΕΜΠ βρίσκονται στην ένατη εβδομάδα απεργίας, έχοντας μπλοκάρει εκπαιδευτικές και ερευνητικές λειτουργίες των ιδρυμάτων. Μιλήσαμε με το σύντροφο Α., μέλος απεργιακής επιτροπής, για τη δυναμική του αγώνα και για τη γενικότερη αναδιάρθρωση των πανεπιστημίων.
Άπατρις: Τι συμβαίνει με τις απογραφές των υπαλλήλων που ζήτησε το Υπουργείο Παιδείας;
Α: Μπλοκάραμε την παροχή των στοιχείων που ζητούσε το Υπουργείο Παιδείας για τις διαθεσιμότητες. Έτσι, σκαρφίστηκαν την ατομική απογραφή, κάτι που εντάσσεται στο «κράτος έκτακτης ανάγκης» το οποίο αναιρεί την ίδια του τη νομιμότητα για να πετύχει αυτό που θέλει. Αρχικά όλοι, ακόμα και το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου έλεγε όχι στην απογραφή. Συλλέχθηκαν υπογραφές άρνησης της ατομικής απογραφής -620 άτομα σε σύνολο 1000- και επρόκειτο να σταλούν στο Υπουργείο. Όμως, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία λειτούργησε υπονομευτικά. Το ΔΣ -η πλειοψηφία του έχει σχέσεις με το ΠΑΣΟΚ- καλλιέργησε ψευδαισθήσεις ότι οι βουλευτές θα καταψήφιζαν την τροπολογία που άλλαζε τον πειθαρχικό κώδικα των δημοσίων υπαλλήλων, προσθέτοντας σαν πειθαρχικό παράπτωμα τη «μη-απογραφή». Επειδή έληγε η προθεσμία της απογραφής έθεσαν την τροπολογία σε αναδρομική ισχύ και έδωσαν παράταση μέχρι το επόμενο μεσημέρι. Ο Γραμματέας του Συλλόγου βγήκε στη Δ. Τ. και δήλωσε ότι θα απογραφεί παροτρύνοντας και άλλους. Εκεί που 620 άτομα δεν θα απογράφονταν, πέσαν τηλέφωνα, πιέσεις, απειλές, με αποτέλεσμα να μείνουμε γύρω στους 200. Φοβερή διάσπαση, φοβερή ψυχολογική πίεση. Καθαιρέσαμε τον Γραμματέα στη Γενική Συνέλευση και αυτός δεν το αναγνωρίζει.
Οι εργαζόμενοι που δεν απογράφηκαν παραπέμπονται στο πειθαρχικό συμβούλιο του Υπουργείου Παιδείας.
Άπατρις: Ποιοι παράγοντες διαμορφώνουν τη δυναμική της απεργίας;
Α: Υπάρχουν αντικειμενικοί και υποκειμενικοί παράγοντες. Οι πρώτοι είναι το μεγάλο ποσοστό διαθεσιμοτήτων, 40% από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και 50% από το Πολυτεχνείο, και το λεγόμενο Αυτοδιοίκητο. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτά τα ιδρύματα έχουν τις πιο μαχητικές κινητοποιήσεις. Γίνεται «σφαγή». Ταυτόχρονα, το Υπουργείο δεν είχε στα μητρώα του όλα τα στοιχεία που χρειαζόταν για τη διαθεσιμότητα, και έτσι μπλοκάραμε την αποστολή των στοιχείων που ζητήθηκαν.
Οι υποκειμενικοί παράγοντες: Κάνουμε έναν μακρύ απεργιακό αγώνα, γιατί έχουμε καταφέρει να σπάσουμε την ισχύ της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Η ηγεσία του Συλλόγου ταυτίζεται με τη διοίκηση του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας, με αποτέλεσμα να έχουν προσλάβει πάρα πολύ κόσμο «δικό τους», φτιάχνοντας έναν πελατειακό-εργοδοτικό μηχανισμό. Ο Σύλλογος δεν λειτουργεί απλώς ως μηχανισμός διαπραγμάτευσης της τιμής της εργασιακής δύναμης, αλλά ξεκάθαρα προς όφελος της Διοίκησης, εξυπηρετώντας άμεσα τα συμφέροντα των «μαγαζιών» με τα ερευνητικά, έχοντας ένα κομμάτι του κόσμου σκληρά εξαρτημένο.
Όμως, το μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού των ερευνητικών προγραμμάτων έγινε αορίστου χρόνου με τις διατάξεις Παπανδρέου και Παυλόπουλου. Έτσι, υπάρχει μεγάλο μέρος του κόσμου που δεν είναι δεμένο στον μηχανισμό, και υπήρχε δυνατότητα παρέμβασης στον Σύλλογο. Οπότε, όταν σήμανε το καμπανάκι των απολύσεων φτιάχτηκαν επιτροπές αγώνα. Παρότι ξεκινήσανε από ένα μερικό και άμεσο ζήτημα, κατάφεραν και λειτούργησαν «μέσα και ενάντια» στον Σύλλογο, και έθεσαν ζητήματα εκτός του πελατειακό μηχανισμού, ζητήματα περιεχομένου και αυτόνομης οργάνωσης της δράσης. Όπως, σε ποιο πλαίσιο εντάσσεται η συγκεκριμένη κίνηση εναντίον μας ή ποια κοινά συμφέροντα έχουμε με τους φοιτητές και την εργατική τάξη γενικότερα.
Πρέπει να πω ωστόσο ότι καθώς οι διαθεσιμότητες χτυπούν ακόμη και τον σκληρό πυρήνα του συνδικαλιστικού μηχανισμού, έχουν συρθεί στο να ψηφίζουν συνέχιση της απεργίας εδώ και 9 εβδομάδες παρά τις διαρκείς υπονομευτικές κινήσεις.
Άπατρις: Ποιες οι σχέσεις των απεργών με τους φοιτητές, τα μέλη ΔΕΠ ή με ανθρώπους εκτός του πανεπιστημίου;
Α: Πέρυσι, είχαμε προσπαθήσει να κάνουμε κοινές επιτροπές αγώνα φοιτητών-εργαζομένων. Ήτανε μειοψηφικές. Ωστόσο, είχαμε κάνει δυναμικές κινήσεις όπως η κατάληψη του server στη διάρκεια των εκλογών για τα Συμβούλια Διοίκησης. Με την πλειοψηφία των φοιτητών ή των φοιτητικών συλλόγων δεν είχαμε ουσιαστική κοινή δράση. Γιατί μέχρι τώρα στις απεργίες απλά κλείναμε τα γραφεία μας. Γινόντουσαν όλα κανονικά, υπήρχαν απεργοσπάστες. Ήταν σαν να ήμαστε αόρατοι. Σε αυτό τον απεργιακό αγώνα κλείσαμε συνολικά το ίδρυμα και εκ των πραγμάτων ήρθαμε σε επαφή με φοιτητές και μέλη ΔΕΠ.
Οι περισσότεροι σύλλογοι με αγωνιστικές μειοψηφίες στο εσωτερικό τους πήραν αποφάσεις για καταλήψεις, όπως στη Σχολή Θετικών Επιστημών και αλλού. Στην κινητοποίηση συμμετέχουνε τα πιο δυναμικά κομμάτια, αλλά δεν έχει μαζικές φοιτητικές πορείες ή συνελεύσεις. Η κατάσταση αφορά άμεσα και τους φοιτητές. Αν φύγει το 50% του προσωπικού θα υπάρχει πρόβλημα στην καθημερινότητα των σπουδών τους.
Επίσης, στο ΕΚΠΑ έχουμε έρθει σε επαφή και με συνελεύσεις γειτονιών, όπως η Βίλα Ζωγράφου. Μέλη της συμμετέχουν στις περιφρουρήσεις, κάναμε γλέντι, συνεισέφεραν στο απεργιακό ταμείο, πραγματοποιήσαμε πορεία στο Ζωγράφο. Έχουνε γίνει εκδηλώσεις με σωματεία και συλλογικότητες και με τους σχολικούς φύλακες που είχανε κατασκηνώσει στα Προπύλαια.
Όσον αφορά στα μέλη ΔΕΠ υπάρχουν πολλοί που λόγω των «μαγαζιών» είναι εναντίον μας. Στη ΣΘΕ ο σύλλογος μελών ΔΕΠ έκανε αρκετές εβδομάδες απεργία, αλλά αυτό δεν εκπροσωπεί το σύνολο, αλλά το πιο κινητοποιημένο κομμάτι των διδασκόντων.
Υπήρχαν πολλές πιέσεις να λειτουργήσουν τα ερευνητικά. Τελικά το κατάφεραν εν μέρει, και λόγω εσωτερικών προβλημάτων της απεργίας. Το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητικών δεν λειτουργούν αλλά υπάρχουν και «τρύπες». Ειδικά στην Ιατρική και στη ΣΘΕ.
Άπατρις: Ποιες αδυναμίες εντοπίζεις;
Α: Η επιτροπή είναι ανοιχτή και έχει συμμετάσχει αρκετός κόσμος στις δράσεις. Στις απεργιακές δράσεις συμμετέχουν ενεργά περίπου 100 άτομα, και καθημερινά στην απεργιακή επιτροπή 10-20. Δυστυχώς όμως, η λογική της ανάθεσης δεν εκλείπει.
Ένα αρνητικό είναι ότι δεν έχουμε καταφέρει να οικειοποιηθούμε το ίδρυμα με έναν άλλο τρόπο, να το κοινωνικοποιήσουμε μέσα στον αγώνα, να μπουν οι υποδομές στην υπηρεσία της κοινής δράσης με άλλα αγωνιζόμενα κομμάτια.
Άπατρις: Ποια είναι η στάση της Διοίκησης;
Α: Ο Πρύτανης είχε μια επαμφοτερίζουσα στάση λόγω της πίεσης που ασκείται από τη μείωση προσωπικού, αλλά και από μέλη ΔΕΠ με ερευνητικά ή όσους υπερασπίζονται την αναδιάρθρωση. Κήρυξε αναστολή λειτουργίας, αλλά όταν κλείσαμε το ίδρυμα την χαρακτήρισε συμβολική. Μετά ζητούσε να ανοίξουμε το ίδρυμα αλλά δεν κινήθηκε εναντίον μας νομικά ή πειθαρχικά. Αναγκάστηκε να το κάνει ο Υπουργός.
Από την άλλη το Συμβούλιο Ιδρύματος είναι εναντίον μας. Λέει ότι έπρεπε να γίνει σωστότερα η αξιολόγηση αλλά δεν διαφωνεί επί της ουσίας.
Άπατρις: Ποια είναι η παρούσα κατάσταση;
Α: Το γραφείο της απεργιακής επιτροπής είναι ανοικτό και τα επείγοντα ζητήματα (π.χ. έγγραφα ώστε να μην απελαθεί κάποιος) τα διεκπεραιώνουμε. Μιλάμε για κοινωνικές ανάγκες, όχι για το κεφάλαιο. Κινούμαστε σε μια λογική που βλέπει το φοιτητή ως σύμμαχο, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν εξυπηρετούμε τις ανάγκες των ερευνητικών προγραμμάτων. Η επιτροπή δεν αναλαμβάνει μόνο την οργάνωση του αγώνα αλλά και την επικοινωνία με άλλους κλάδους και αγωνιζόμενα κομμάτια.
Κατά κάποιο τρόπον έχει δημιουργηθεί μια μορφή δυαδικής εξουσίας μέσα στο πανεπιστήμιο. Από τη μια η Σύγκλητος και τα διοικητικά όργανα, και από την άλλη η απεργιακή επιτροπή.
Άπατρις: Πώς συνδέονται οι διαθεσιμότητες με την αναδιάρθρωση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση;
Α: Υπάρχει μια πολιτική αναδιάρθρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που ξεκινάει το 2006-07 με το νόμο Γιαννάκου, με τον οποίο κατάφερε μερικώς να προωθήσει τη λογική της λειτουργίας των ιδρυμάτων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, την επιβολή μάνατζμεντ κλπ. Το 2011 ο νόμος Διαμαντοπούλου επιχειρούσε ξανά να αλλάξει το μοντέλο διοίκησης των πανεπιστημίων. Και τότε υπήρξαν αντιδράσεις από φοιτητές, αλλά και από κατεστημένα συμφέροντα και τις πρυτανικές αρχές του πανεπιστημίου. Με τον νόμο Αρβανιτόπουλου το 2012 πέρασε ένα πολύ πιο αυταρχικό μοντέλο διοίκησης με την εισαγωγή των Συμβουλίων Ιδρύματος. Παράλληλα υπήρχε μια διαδικασία συρρίκνωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την πρώτη φάση του Σχεδίου Αθηνά: συγχωνεύσεις ιδρυμάτων, τμημάτων και σχολών.
Τα παραπάνω συνδυάζονται με το πλαίσιο πολιτικής απολύσεων στον δημόσιο τομέα, με τη μείωση του μισθολογικού κόστους και την εισαγωγή επισφαλών σχέσεων εργασίας, κάτι που ήδη γίνεται με τις εργολαβίες όπως για παράδειγμα στην καθαριότητα, αλλά σχεδιάζεται μέχρι και για τους διδάσκοντες (ρύθμιση του ν. Διαμαντοπούλου για προσωρινούς καθηγητές). Η χρηματοδότηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει μειωθεί πάνω από 50% τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ κουρεύτηκαν τα αποθεματικά των πανεπιστημίων με το PSI.
Άπατρις: Ποια είναι η σχέση της αναδιάρθρωσης στην εκπαίδευση με τις γενικότερες μεταβολές στις εργασιακές σχέσεις;
Α: Αυτή η συρρίκνωση των ΑΕΙ και των ΑΤΕΙ δεν είναι μεμονωμένο γεγονός. Είναι ενταγμένη στη γενικότερη πολιτική διαχείρισης της κρίσης μέσω των μνημονίων, και συνδέεται και με την αναδιάρθρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Από τη μια έχεις το νέο λύκειο που μετατρέπεται σε εξεταστικό κέντρο, οδηγώντας σε μείωση των μαθητών που εισάγονται στα πανεπιστήμια τουλάχιστον κατά 25%. Από την άλλη τις δομές κατάρτισης που μέσω του θεσμού μαθητείας εκμεταλλεύονται άμισθα εργασία.
Αυτά έχουν να κάνουν και με την αλλαγή του καθεστώτος συσσώρευσης του κεφαλαίου. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση προσαρμόζεται στις ανάγκες του κεφαλαίου: προφανώς χρειάζονται λιγότερους απόφοιτους πανεπιστημίου. Αυτή η πολιτική της συρρίκνωσης σε σχέση με τις ανάγκες του κεφαλαίου αντανακλάται στον αριθμό των τμημάτων και στον αριθμό του προσωπικού, που μειώνεται και μέσω του παγώματος των προσλήψεων μελών ΔΕΠ.
Εκτός από τη συρρίκνωση του πανεπιστημίου αλλάζει και ο χαρακτήρας του. Μειώνοντας δραστικά την κρατική χρηματοδότηση (μείωση του άμεσου μισθού), ωθούν το πανεπιστήμιο να λειτουργήσει με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες τους όπως π.χ. τη φύλαξη με εργολαβίες. Είναι πολύ πιθανό σταδιακά να έχουμε εισαγωγή διδάκτρων και σε προπτυχιακό επίπεδο, όπως γενικά στην Ευρώπη. Πέρα λοιπόν από την επίθεση στον μισθό μας και τις θέσεις εργασίας, υπάρχει και μια μετακύλιση του κόστους σπουδών από το κεφάλαιο στην εργασία, δηλαδή στους φοιτητές και στις οικογένειές τους. Μια επίθεση στον «κοινωνικό ή έμμεσο μισθό».
Θα φτιαχτούν τμήματα και προγράμματα σπουδών πολλών ταχυτήτων ανάλογα με το πόσα χρήματα μπορούν να αποφέρουν. Η επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου συνδέεται με τη συνολικότερη πολιτική που ακολουθεί το κράτος. Δεν είναι απλώς ότι θέλει να πληρώσει τους δανειστές. Είναι μια πολιτική απαξίωσης εργασιακής δύναμης, μεταβλητού κεφαλαίου, αλλά και απαξίωσης σταθερού κεφαλαίου, ένα κομμάτι των πανεπιστημίων θα κλείσει. Ένα κομμάτι του κρατικού κοινωνικού κεφαλαίου θα καταστραφεί.
Σ.