Βιβλιοκριτική στην μπροσούρα «έθνος-φύλο και γυναικεία κινήματα στην ελλάδα 1880-1949»

Πριν λίγους μήνες κυκλοφόρησε η μπροσούρα «έθνοςφύλο και γυναικεία κινήματα στην ελλάδα 1880-1949» από την ομάδα Fight Back!, μία υποομάδα του Antifa Negative. Μέσω αυτού του εντύπου, η ομάδα fight back! επιχειρεί να μιλήσει για τις γυναίκες και τους φεμινισμούς του πρώτου κύματος στην ελλάδα, επιστρατεύοντας, όπως οι ίδιοι τονίζουν, μία ιστορική προσέγγιση, ξεκινώντας από δύο παραδοχές. Αρχικά, η Ιστορία (με «ι» κεφαλαίο) συγκροτήθηκε για να έχει δημόσιες, δηλαδή κρατικές, χρήσεις. Στην ελλάδα ιδιαίτερα, στόχευε στην κατασκευή του μύθου ενός ενιαίου και συμπαγούς ελληνικού κράτους. Από την άλλη, η ιστορία γράφεται και ξαναγράφεται (από το κράτος), ανάλογα με τα δημόσια κρατικά συμφέροντα της εποχής.

Μετά από αυτές τις μεθοδολογικές επισημάνσεις, το έντυπο συνεχίζει με μία εξιστόρηση γύρω από τον κύκλο της Καλλιρόης Παρρέν, και του εντύπου Εφημερίδα των Κυριών, της πρώτης ουσιαστικά εξόδου των γυναικών στον δημόσιο λόγο. Οι γυναίκες αυτές ωστόσο, προερχόμενες οι ίδιες από την ελληνική αστική τάξη, υπερασπίζονταν τα συμφέροντά της και του κράτους της, γεγονός το οποίο φαίνεται και στον εχθρικό λόγο απέναντι στις εργάτριεςυπηρέτριες ιδιαίτερα όταν αυτές άρχισαν να οργανώνονται και να διεκδικούν αυξήσεις μισθού και ωραρίου αλλά και με την ίδρυση σωματείων, στα οποία μεσολαβούσαν για τις ζωές των ταξικά κατώτερων γυναικών, αλλά και με άλλες δραστηριότητες στις οποίες υποτίθεται προσέφεραν λύσεις για τις ταξικά ή/και εθνοτικά Άλλες.

Η κατάσταση αυτή δεν άλλαξε ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, με μόνη διαφορά ότι οι γυναίκες της εποχής βγαίνουν στη δημόσια σκηνή περισσότερο οργανωμένες, ακολουθώντας μάλιστα τον εθνικό διχασμό, με την πολιτική τους τοποθέτηση είτε στο πλευρό του βασιλιά (Εθνικό Συμβούλιο ελληνίδων), είτε στο πλευρό του Βενιζέλου (Σύνδεσμος υπέρ των δικαιωμάτων της γυναίκας). Κυρίαρχη ενασχόληση των γυναικών αυτών φάνηκε να είναι η πορνεία, την οποία έβλεπαν ως ένα σημαντικό πρόβλημα, πρόβλημα κυρίως ηθικής και δημόσιας υγιεινής, το οποίο έπρεπε να περιοριστεί ή δυνατόν να εξαφανιστεί. Ενασχόληση για την οποία βέβαια συνεργάστηκαν και με την ασφάλεια Αθηνών, παραλείποντας ταυτόχρονα να λάβουν υπόψη την ταξική καταγωγή των γυναικών για τις οποίες μιλούσαν.

Προχωρώντας, στη συνέχεια, στη δεκαετία του 40, το Fight Back! ξεκινά με μία σημαντική διαπίστωση: Η κυρίαρχη ιστορική αφήγηση γύρω απ’ την δεκαετία του 40 έχει κατασκευαστεί, στα χρόνια της μεταπολίτευσης, σε ένα πλαίσιο εθνικής συμφιλίωσης. Απ’ αυτήν την ιστορική αφήγηση του ενιαίου ελληνικού λαού, που πολεμάει για να προστατέψει την πατρίδα του απ’ τους γερμανούς ναζί, οι γυναίκες πάλι απουσίαζαν. Όταν τελικά εμφανίστηκαν σ’ αυτές τις αφηγήσεις, παρουσιάστηκαν είτε ως θύματα, είτε ως χαροκαμένες μάνες, είτε ως ηρωίδες που σήκωσαν τα όπλα. Το Fight Back!, σε αντιδιαστολή με την κυρίαρχη αφήγηση, τονίζει τους υλικούς δρόμους που έβγαζαν στο βουνό, δηλαδή τα προβλήματα επιβίωσης που είχαν να αντιμετωπίσουν χιλιάδες γυναίκες, είτε γιατί ανήκαν σε μειονότητες (μακεδόνισσες, εβραίες), είτε γιατί αντιμετώπιζαν προβλήματα πείνας αυτές κι οι οικογένειές τους. Ένας ακόμη λόγος που οδήγησε πολλές απ’ αυτές στο βουνό, ήταν για να ξεφύγουν απ’ τον πατριαρχικό οικογενειακό πυρήνα, ο οποίος, ούτως ή άλλως, λόγω των δυσμενών συνθηκών του πολέμου, είχε υποστεί πλήγμα, με τους άντρες να δυσκολεύονται πια να επιτελέσουν τον κυρίαρχο ρόλο τους μέσα στην οικογένεια, ο οποίος αφορούσε μεταξύ άλλων την εξασφάλιση φαγητού και την υπεράσπιση γυναικών π.χ. από βιασμούς, οι οποίοι κατά τη διάρκεια του πολέμου είχαν αυξηθεί ραγδαία.

Βλέποντας, λοιπόν, τις ιστορίες των γυναικών στην ελλάδα από το 1880 μέχρι το 1949, το Fight Back! καταλήγει σε ορισμένα συμπεράσματα. Μελετώντας αρχικά την ιστορία των γυναικών του κύκλου της Παρρέν, και αυτών του μεσοπολέμου, οι οποίες παρόλο που ανέδειξαν για πρώτη φορά γυναικεία ζητήματα στη δημόσια σφαίρα, ήταν τοποθετημένες στο πλευρό των συμφερόντων της ελληνικής αστικής τάξης και του κράτους της, σε βάρος των εθνικά και ταξικά Άλλων, συμπεραίνουν ότι δεν μπορεί να αναλύσει κανείς την πραγματικότητα της εποχής μόνο μέσω της κοινωνικής ταυτότητας της «γυναίκας», αφού μέσα σ’ αυτήν συναρθρώνονται κι άλλοι κοινωνικοί ανταγωνισμοί (εθνοτικοί, ταξικοί). Στη συνέχεια, όσον αφορά στη δεκαετία του 40, η σύγχρονη ιστοριογραφία περιορίζεται να παρουσιάζει τη γυναικεία δραστηριότητα ως μια θηλυκή εποποιία, την οποία δημιούργησε ο ΕΑΜΕΛΑΣ και στη συνέχεια ο ΔΣΕ. Αν εστιάσει όμως κανείς στην πολιτική συγκυρία (εθνοκάθαρση μειονοτήτων, κατάρρευση πατριαρχικής πυρηνικής οικογένειας, φτώχεια κ.α.) θα μπορέσει να βγάλει καλύτερα συμπεράσματα, σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν τις γυναίκες να δραστηριοποιηθούν εκείνη την εποχή. Η ομάδα Fight Back! συνεπώς, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, για να μελετήσει κανείς τα γυναικεία κινήματα, οφείλει να λάβει υπόψη τρεις άξονες: Την κοινωνική ταυτότητα, την πολιτική οργάνωση και την τοποθέτηση στην πολιτική συγκυρία. Από εκεί και πέρα βέβαια, τα συμπεράσματα αυτά και η συνολικότερη ενασχόληση με το συγκεκριμένο έντυπο έχουν το βλέμμα τους κυρίως στο σήμερα, κι όχι στο παρελθόν. Όπως λένε και οι συγγραφείς του εντύπου, η ιστορική αυτή ενασχόληση μάς βοηθά να γνωρίσουμε την ιστορία των αγώνων και των αποκλεισμών, που υφίσταντο τα υποκείμενα που αναγνωρίζουμε ως πολιτικούς μας προγόνους, ενώ ταυτόχρονα καταδεικνύει ότι η κοινωνική μας ταυτότητα (έμφυλη, ταξική, εθνοτική), και η πολιτική μας οργάνωση (σε φεμινιστικές, αυτόνομες, αναρχικές ομάδες κ.α.) είναι απαραίτητες, αλλά δεν μπορούν να σταθούν χωρίς μία τοποθέτηση στην τρέχουσα πολιτική συγκυρία.

sinafi