Αναδημοσίευση από το blog των Lass’attack
για την αποδόμηση των αποικιοκρατικών αφηγήσεων της Δύσης και την εργαλειοποίηση του φεμινισμού για το ξέπλυμα της γενοκτονίας
Ολόκληρο το κέιμενο εδώ
Οι γυναίκες είναι ο πρώτος λαός που βρέθηκε σε καθεστώς αποικίας
και ο φεμινισμός είναι η εξέγερση της παλαιότερης αποικίας.
~Maria Mies
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο παρακολουθούμε να εκτυλίσσεται η γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού από το κράτος του Ισραήλ, με τη στήριξη των δυτικών κρατών. Οι μαζικοί εκτοπισμοί, οι συνεχείς βομβαρδισμοί, η καταστροφή κάθε δομής υγείας και εκπαίδευσης, αλλά και η λιμοκτονία που προκαλεί ο αποκλεισμός εισαγωγής τροφίμων αποτελούν βασικές συνιστώσες αυτού του αποικιοκρατικού σχεδίου. Η Δύση -συμπεριλαμβανομένου και του ελληνικού κράτους- προσφέρει στο Ισραήλ πολιτική, οικονομική και στρατιωτική στήριξη. Γεγονός που την καθιστά ενεργά συνένοχη, καθώς στόχος είναι η προώθηση των δικών της συμφερόντων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Μέσα σε αυτή τη συγκυρία δεν χωρά αμφισβήτηση ότι θα είμαστε στο πλευρό των Παλαιστινίων. Ως φεμινίστριες δεν γίνεται να μην προβληματιστούμε με τη ροζ ατζέντα που προωθεί το κράτος του Ισραήλ, ειδικά όταν αυτή σχετίζεται με τη γενοκτονία ενός λαού της Μέσης Ανατολής. Και δεν θα μπορούσαμε να παραβλέψουμε τις κρατικά επιχορηγούμενες ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται με σκοπό τη βελτίωση της ζωής των γυναικών του Τρίτου κόσμου αλλά και τον ρόλο τους διαχρονικά.
Τι είναι αυτό που κάνει ένα κράτος που είναι υπεύθυνο για τον θάνατο 60.000 Παλαιστινίων –έως τώρα– να υπερασπίζεται με τόσο σθένος τα γυναικεία και ευρύτερα τα ανθρώπινα δικαιώματα; Γιατί οφείλουμε ως φεμινίστριες να είμαστε αντίθετες στα παραπάνω; Και στη τελική πως γίνεται το φεμινιστικό κίνημα να έχει ενιαία θέση την στιγμή που ένα κομμάτι του συντάσσεται με τις «νέες περιφράξεις» που λαμβάνουν χώρα αυτή τη στιγμή, στη Μέση Ανατολή; Για να γίνει κατανοητό, πώς λειτουργεί η δυτική προπαγάνδα υπέρ της αποικιοκρατίας, είναι αναγκαίο να παραθέσουμε ορισμένες από τις κυρίαρχες αφηγήσεις που τη συγκροτούν.
Μία «φεμινιστική» ουτοπία στην Μέση Ανατολή
Tο κράτος του Ισραήλ αυτοπαρουσιάζεται και εκθειάζεται από τα διεθνή καπιταλιστικά ΜΜΕ ως το μόνο προοδευτικό κράτος στην περιοχή της Μέσης Ανατολής σε όλα τα επίπεδα (κοινωνικά, οικονομικά πολιτικά και πολιτισμικά). Ένα κράτος που συχνά επαινείται για την προηγμένη τεχνολογία και τον στρατιωτικό εξοπλισμό του κ.α., για τα οποία –καθόλου τυχαία– λαμβάνει χρηματοδότηση από τα δυτικά κράτη. Θεωρείται μια κοινωνία υποδειγματική όσον αφορά τα δικαιώματα των γυναικών, που έχει εξαλείψει την έμφυλη καταπίεση και ανισότητα και που έχει αναγνωρίσει και συμπεριλάβει στην ατζέντα του πολιτικές που δεν περιορίζονται στα δυο βιολογικά φύλα. Από την δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, η Σιων υποσχόταν να είναι ένα μέρος που θα αγκάλιαζε τις Εβραίες όλου του κόσμου. Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, από το 1948 το έτος της επίσημης ίδρυσής του, η στράτευση των γυναικών κατέστη υποχρεωτική για 2 χρόνια, αναδεικνύοντας πως συνιστά ένα κράτος από τις ρίζες του μιλιταριστικό. Εξίσου σημαντικό είναι το queer friendly προσωπείο του Ισραήλ, καθώς μπορεί κάποια να διαβάσει πως κατατάσσεται σε μία από τις πιο προοδευτικές χώρες της περιοχής ως προς τα δικαιώματα των τρανς ατόμων. Για παράδειγμα, η αναγνώριση του φύλου για τα τρανς άτομα κατοχυρώνεται νομικά, συμπεριλαμβανομένου την αλλαγή σε όλα τα επίσημα έγγραφα, χωρίς την ανάγκη χειρουργικής επέμβασης αλλά αφού περάσουν απο ειδική ιατρική επιτροπή. Όπως και το Pride Parade που γίνεται κάθε χρόνο στην Τελ Αβίβ, είναι μια από τις μεγαλύτερες και πιο γνωστές παρελάσεις υπερηφάνειας στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Το πρόβλημά μας δεν είναι τα δικαιώματα και η ευημερία που μπορεί να απολαμβάνουν κάποιες Ισραηλινές γυναίκες και κουιρ άτομα, ούτε υποτιμάμε τις διαστάσεις της έμφυλης καταπίεσης που υφίστανται. Παρόλ’αυτά, οφείλουμε να εξετάσουμε βαθύτερα κατά πόσο η ευημερία ενός τμήματος του πληθυσμού πατάει πάνω στην εξόντωση ενός άλλου. Και αυτό έγκειται στο γεγονός ότι τα αιτήματα που θέλουμε να θέσουμε και οι αγώνες που θέλουμε να δώσουμε, εμείς ως κομμάτι του φεμινιστικού κινήματος έχουν διαφορετική αφετηρία από την παροχή δικαιωμάτων από τα κράτη και συγκεκριμένα το Ισραήλ.
Ο πολιτισμικός ρατσισμός ως όπλο στα χέρια της Δύσης
“We are in a battle of civilization against barbarism”.
~Benjamin Netanyahu
Η τόσο έντονη ενασχόληση με την συμπερίληψη των γυναικών και των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, δεν γράφεται πάνω σε λευκή κόλλα. Αντίθετα, χρησιμοποιείται για να οξύνει τις πολιτισμικές και πολιτικές αντιθέσεις που εντοπίζονται μέσα στο αφήγημα περί μισογύνηδων Αράβων. Τι εννοούμε με αυτό: Δεν είναι καινούργια αυτή η επίθεση στον αραβικό κόσμο, που κατασκευάζει δίπολα προοδευτικής και μη κοινωνίας, που βασίζονται στην ισλαμοφοβία, τον πολιτισμικό ρατσισμό και την αποικιοκρατική αντίληψη που έχει εμποτίσει ευρύτερα τον «πρώτο κόσμο». Οι αραβικές κοινωνίες, μέσω μιας σταδιακής και μεθοδευμένης απανθρωποποίησης, παρουσιάζονται στα μάτια των ευρωπαίων -μεταξύ πολλών άλλων προκαταλήψεων- ως κοινωνίες βαθιά σεξιστικές και καταπιεστικές για τις γυναίκες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εμμονικής αναφοράς στην υποχρεωτική hijab (μαντίλα), ως σύμβολο υποτέλειας και υποταγής, με αποκορύφωμα αυτής της επίθεσης την εφαρμογή νόμου στη Γαλλία, σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύτηκε η μαντίλα στα δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια επειδή συνιστά «επιδεικτικό θρησκευτικό σύμβολο». Αυτό βέβαια, όχι γιατί πραγματικά ενδιαφέρονται για την ανατίμηση και την αξιοπρέπεια των μουσουλμάνων γυναικών. Αντίθετα, ψάχνουν αφορμές να εκδηλώσουν το ρατσιστικό τους παραλήρημα και ευκαιρίες να επιβάλλουν μέτρα που έχουν σκοπό την υποτίμηση της πολυεθνικής εργατικής τάξης, με τις γυναίκες να παρουσιάζονται ως θύματα συγκεκριμένων πολιτισμικών και κοινωνικών συστημάτων. Τους αποδίδεται apriori η ταυτότητα ενός άβουλου και ευάλωτου συνόλου, και προβάλλεται η αδιαμφισβήτητη αδυναμία τους να σταθούν απέναντι σε οποιαδήποτε καταπίεση μπορεί να βιώνουν.
Έτσι, αφενός το ίδιο αυτό αφήγημα καταλήγει να είναι σεξιστικό και αφετέρου στρώνεται το έδαφος της επιτακτικής ανάγκης να διασφαλιστεί η ισότητα των γυναικών του Τρίτου Κόσμου από τους Ευρωπαίους σωτήρες. Επιπλέον, η τροφοδότηση του ρατσισμού κατά των Αράβων ενισχύεται και μέσω της επίμονης οριενταλιστικής αναπαράστασης των κοινωνιών της Μ.Ανατολης ως προσκολλημένες στις θρησκευτικές αξίες, βάρβαρες και διατεθειμένες να καταφύγουν σε εξτρεμιστικές δράσεις, καθόλου πρόθυμες να εκσυγχρονιστούν και τελικά τρομακτικά επικίνδυνες για τα φιλειρηνικά κράτη της δύσης. Έτσι, νομιμοποιείται και συντηρείται ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας».
Η έμφυλη διάσταση της αποικιοκρατίας
Η ισραηλινή και δυτικοευρωπαϊκή προπαγάνδα λοιπόν, επένδυσε στο δομικό στοιχείο της αποικιοκρατικής λογικής, που είναι ο εκπολιτισμός των απολίτιστων Παλαιστινίων από τους προοδευτικούς Ισραηλινούς. Και η υποτιθέμενη υπεράσπιση της χειραφέτησης των γυναικών συντέλεσε ακρογωνιαίο λίθο αυτής της αποστολής. Αποκτώντας ηθικό πλεονέκτημα σε αυτόν τον τομέα, καθώς οι ισραηλινές στρατιώτισσες έχουν την δυνατότητα να πολεμούν στην πρώτη γραμμή, το κράτος του Ισραήλ ξεπλένει την γενοκτονία που διεξάγει και τα εγκλήματα που διαπράττει καθημερινά στο όνομα της συμπερίληψης και της ισότητας. Η εργαλειοποίηση των δικαιωμάτων των γυναικών ως πρόσχημα για την δικαιολόγηση της επεκτατικής πολιτικής ισχυρών κρατών που επιβάλλουν την κυριαρχία τους σε άλλους λαούς, οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά και πολιτισμικά, αποτελεί επαναλαμβανόμενο μοτίβο στην ιστορία της αποικιοκρατίας.
Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε αυτό το μοτίβο ως μια στρατηγική την οποία πρέπει να αναδείξουμε και στην οποία πρέπει να εναντιωθούμε με όλα μας τα μέσα. Και αυτό γιατί εμπεριέχεται σε αυτήν μια αφομοίωση του φεμινιστικού λόγου, ένας σφετερισμός της έννοιας της γυναικείας χειραφέτησης και μια επικίνδυνη νοηματοδότηση από τον κυρίαρχο και ιμπεριαλιστικό λόγο, που προσπαθεί να νομιμοποιήσει τις πράξεις του. Κατανοώντας λοιπόν την βαρύτητα αυτής της εργαλείοποίησης, και την προσβολή στα φεμινιστικά κινήματα παγκοσμίως, θεωρούμε ότι είναι ευθύνη μας να αντισταθούμε στο ξέπλυμα της γενοκτονίας στο όνομα του φεμινισμού.
«Πώς λοιπόν να προσδοκούμε από το κράτος να λύσει το πρόβλημα της βίας κατά των γυναικών όταν το ίδιο αναπαράγει συνεχώς την ιστορία του, μια ιστορία αποικιοκρατίας, ρατσισμού και πολέμου; Πως μπορούμε να ζητάμε από το κράτος να παρέμβει όταν στην πραγματικότητα οι ένοπλες δυνάμεις του πάντα διέπρατταν βιασμούς και ξυλοδαρμούς γυναικών <<εχθρών>>. Για την ακρίβεια, η σεξουαλική και ιδιωτική βία κατά των γυναικών υπήρξε κεντρική στρατιωτική τακτική πολέμου και κυριαρχίας. Ωστόσο, η προσέγγιση του νεοφιλελεύθερου κράτους είναι να εντάξει γυναίκες σε αυτούς τους φορείς βίας, να τις ενσωματώνει στις ένοπλες δυνάμεις και την αστυνομία»
~Angela Davis
Η εμπλοκή της Δύσης και οι ΜΚΟ
Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα των τελευταίων δεκαετιών όπου παρατηρούμε την προώθηση των γυναικείων δικαιωμάτων και την ευρύτερη παροχή βοήθειας, μέσω ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων, συνεδρίων, συμβάσεων του ΟΗΕ και δράσεων των ΜΚΟ, σε χώρες του τρίτου κόσμου που βρίσκονται σε πόλεμο.
Για να το πιάσουμε από λίγο πιο πίσω, αυτά τα παραδείγματα, σχετίζονται άμεσα με σημαντικά γεγονότα στην ιστορία των ανατρεπτικών κινημάτων:
Αρχικά την εμφάνιση νεοφιλελεύθερων τάσεων εντός των επικίνδυνων για την εποχή (60-70) φεμινιστικών κινημάτων. Οι τάσεις αυτές σηματοδότησαν την δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί ο φεμινισμός για να υποστυλώσει το υπό διαμόρφωση νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Ακόμα, την –κατ’ αναλογία– καπέλωση των αντιαποικιοκρατικών κινημάτων της δεκαετίας του 60, από θεσμικούς φορείς της δύσης, οι οποίοι αυτοανακηρύχθηκαν ως συνήγοροι των αποικιοκρατούμενων χωρών με στόχο βέβαια την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του διεθνούς κεφαλαίου. Οι ιστορικές εξελίξεις ανάγκασαν τα ιμπεριαλιστικά κράτη να μετασχηματίσουν τους τρόπους με τους οποίους ασκούν επιρροή και ελέγχουν συγκεκριμένες περιοχές. Προϊόν αυτών των μετασχηματισμών, όπως και άλλων, αποτέλεσε η μετα-αποικιοκρατική πολιτική επέμβασης υπό το πρόσχημα της αποκατάστασης της σταθερότητας.
Σε συνέχεια των γεγονότων που καθόρισαν τις πολιτικές επέμβασης στις αποικιοκρατούμενες χώρες, περνάμε στην δεκαετία του ’80 όπου η υποχώρηση των κρατικών δημόσιων παροχών που αφορούσαν την κοινωνική πρόνοια οδήγησε στην ραγδαία ανάπτυξη των ΜΚΟ σε παγκόσμια κλίμακα. Η άμεση ανταπόκριση των οργανώσεων που ασχολούνται με την προστασία ανθρώπινων δικαιωμάτων για την κάλυψη αυτού του κενού τις κατέστησε καθοριστικούς παράγοντες στις διεθνείς πολιτικές εξελίξεις. Ειδικότερα για τα ζητήματα φύλου, αυτό το γεγονός ανακατεύθυνε τους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες οδηγώντας στην ΜΚΟ-ποίηση του φεμινισμού στις περιοχές αυτές.
Θα αναρωτιόταν κάποια, γιατί είναι πρόβλημα αυτό;
Αρχικά, γιατί ο φεμινιστικός λόγος και η δράση των ΜΚΟ που χρηματοδοτούνται από τον δυτικό κόσμο, δεν θα μπορούσε ποτέ να εμπεριέχει μια κριτική σε αυτόν, αφού δεν αναγνωρίζει την πατριαρχία ως αναπόσπαστο κομμάτι του καπιταλιστικού συστήματος, ούτε τη σημασία του έμφυλου καταμερισμού εργασίας στην συσσώρευση κεφαλαίου. Γιατί όταν ο θεσμικός φεμινισμός μιλάει για την βία κατά των γυναικών, αποκρύπτει πως είναι συστημική. Αντίθετα, την παρουσιάζει σαν ένα φαινόμενο κοινωνικής παθογένειας και άρα ως τέτοιο θα το αντιμετωπίσει. Η επιφανειακή και ελλιπής αυτή ανάλυση της θεσμικής βίας που ασκείται καθημερινά από το κράτος και την πατριαρχία, πολύ στοχευμένα παραβλέπει όλες τις διαστάσεις με τις οποίες η τελευταία διαπλέκεται: Δηλαδή την απόλυτη φτωχοποίηση και τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας, την μετανάστευση σε συνθήκες παρανομίας, τους πολέμους και τις καπιταλιστικές επεκτάσεις.
Ταυτόχρονα, σκιαγραφεί πολύ στοχευμένα ένα αντρικό υποκείμενο εν γένη βίαιο και μισογυνιστικό, στοχοποιώντας τον αραβικό αντρικό πληθυσμό στην περίπτωσή μας. Παρατηρώντας αυτή τη στοχοποίηση, μας έρχεται στο μυαλό η τακτική εργαλειοποίησης της κατηγορίας του βιασμού που εφαρμόστηκε στις ΗΠΑ την δεκαετία του ’70. Η παρουσίασή της σεξουαλικής βίας σαν μια επιδημία για της οποίας την εξάπλωση ευθύνεται ο μαύρος αντρικός πληθυσμός, κατάφερε να εντείνει το ρατσιστικό λιντσάρισμα, και να διχάσει με αυτό τον τρόπο τις φεμινίστριες. Η ρήξη αυτή δεν ήταν μόνο φυλετική, αλλά και ταξική: ενώ πολλές λευκές φεμινίστριες αναπαρήγαγαν τον λόγο του κράτους, οι μαύρες εργάτριες βίωναν την κρατική καταστολή ως καθημερινότητα. Η εγκληματοποίηση των αντρών Αράβων, θα μπορούσε να θεωρηθεί ο «μύθος του μαύρου βιαστή» του χωροχρόνου στον οποίο αναφερόμαστε. Καθώς, μέσα σε αυτές τις πολιτικές προστασίας των γυναικών συμπυκνώνονται οι πρακτικές ποινικοποίησης συγκεκριμένων λαών/πληθυσμών ταξικά και φυλετικά προσδιορισμένων.
Και τέλος γιατί, με πρόσχημα την επίτευξη της ειρήνης, οι δυτικές φεμινίστριες της αστικής τάξης στρατολογούνται για να εκπαιδεύσουν τις γυναίκες των «αναπτυσσόμενων χωρών» για το πώς να καταπολεμήσουν τις έμφυλες διακρίσεις και για να πατρονάρουν τον αγώνα τους σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα. Και αυτή η επέμβαση, παραγκωνίζοντας τα αιτήματα και τις κατευθύνσεις που θέλουν να θέσουν τα τοπικά κινήματα, περισσότερο μοιάζει με ιεραποστολική εισβολή. Ή πιο συγκεκριμένα, επιβάλλεται η καπιταλιστική εναλλακτική με όρους οικονομικού εκβιασμού, καθώς για να χρηματοδοτηθούν αυτά τα προγράμματα και να πραγματοποιηθούν συγκεκριμένες ενέργειες βελτίωσης της ζωής των γυναικών του Τρίτου Κόσμου, είναι αναγκασμένες να υιοθετήσουν την δυτική αφήγηση.
Έτσι, και οι Παλαιστίνιες, την δεκαετία του 90′ είδαμε να μπαίνουν στο στόχαστρο πολλών καμπανιών ανθρωπιστικού έργου, ως ένα κοινωνικό σύνολο το οποίο χρειάζεται μια άμεση βοήθεια. Χωρίς να υπάρχει κανένας έλεγχος σε αυτές τις υποστηρικτές δράσεις από τις ίδιες τις γυναίκες –ή αλλιώς τα θύματα όπως παρουσιάζονται– καταλήγουν να τις περιθωριοποιούν ακόμη περισσότερο. Και τελικά αντί για την στήριξη των καθημερινών δράσεων αντίστασης που δείχνουν οι Παλαιστίνιες στην ισραηλινή κατοχή και στα πολλαπλά μέτωπα καταπίεσης, η ΜΚΟ-ποίηση των αγώνων οδήγησε στην αποδυνάμωση τόσο του γυναικείου όσο και οποιουδήποτε αντιστασιακού κινήματος. Αντικατοπτρίζεται, λοιπόν, και σε αυτό το πεδίο ο ρόλος των αποικιοκρατ(ίσσ)ών, αυτή τη φορά με έναν φιλανθρωπικό-φεμινιστικό μανδύα, ή αλλιώς η ενσωμάτωση της προστασίας των γυναικών στην ευρύτερη εκπολιτιστική αποστολή των ιθαγενών πληθυσμών του παγκόσμιου νότου.
Για έναν αντιαποικιακό φεμινισμό
Εν τέλει, δεν θα μπορούσαμε να καταλήξουμε κάπου αλλού πέρα από το ότι έχει μεγάλη ιστορική βαρύτητα η τοποθέτηση του παλαιστινιακού ζητήματος εντός των θεμάτων με τα οποία καταπιάνεται ο αντιπατριαρχικός αγώνας. Γιατί είναι αυτή η στάση που θα διασφαλίσει ότι η φιλελεύθερη ροζ ατζέντα δεν θα μας βρει μουδιασμένες, αλλά αντίθετα θα παίρνουμε ξεκάθαρη θέση με την σωστή πλευρά της ιστορίας.
Την ίδια στιγμή που η αποικιοκρατική στρατηγική καπηλεύεται τον φεμινιστικό λόγο, και προσπαθεί να σπρώξει τα κινήματα παγκοσμίως σε μία συναίνεση στη γενοκτονία, υπάρχουν ολόκληρες γενιές Παλαιστινίων που ξεσηκώνονται για να διεκδικήσουν το μέλλον τους. Γιατί το να ζει κάποια/κάποιος στην Παλαιστίνη, σε καθεστώς σύγχρονου απαρτχάιντ, είναι από μόνο του πράξη αντίστασης. Κι εμείς θα είμαστε για πάντα με τις καταπιεσμένες και τις αντιστεκόμενες, οποία μορφή αγώνα κι αν επιλέξουν να χαράξουν μέχρι την απελευθέρωση από τη γενοκτονική βία και το εποικιστικό σχέδιο των Ισραηλινών δυνάμεων κατοχής, που πραγματοποιείται όχι μόνο τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, αλλά για πολλές δεκαετίες.
Σε αυτό το σημείο, όπως και οι φεμινίστριες των κινημάτων του ’70 αναγνωρίζουν ότι η βελτίωση της ζωής των γυναικών της αστικής τάξης, δεν θα επιφέρει την αντίστοιχη βελτίωση σε αυτές της εργατικής τάξης, αλλά το αντίθετο, έτσι κι εμείς πρέπει να αντιληφθούμε ότι οι λευκές φεμινίστριες δεν θα σώσουν τις γυναίκες του αραβικού κόσμου. Μέσα στις αλλεπάλληλες επιθέσεις που ερχόμαστε αντιμέτωπες καθημερινά, οι αντιστάσεις που ανθίζουν σε κάθε μεριά του πλανήτη ενάντια σε ένα σύστημα που βασίζεται στην εκμετάλλευση και στις καταστροφικές επεμβάσεις για χάρη οικονομικών και γεωπολιτικών συμφερόντων, είναι αγώνες που δίνονται για όλες μας. Είναι χρέος μας να τις στηρίζουμε αδιαμφισβήτητα και αποφασιστικά.
Αντιλαμβανόμαστε τον αγώνα ενάντια στην πατριαρχία έναν συνεχή και αδιάκοπο αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό, την αποικιοκρατία, τον πολιτισμικό και θρησκευτικό ρατσισμό. Σε μια εποχή όπου η καπιταλιστική τάξη ιδιοποιείται τα εργαλεία μας, κανένα φεμινιστικό κίνημα δεν είναι βιώσιμο αν δεν έχει στο επίκεντρο του την αμφισβήτηση ολόκληρης της πατριαρχικής κοινωνικής δομής και κατ’ επέκταση την συνεχή και μόνιμη εναντίωση στους υπερασπιστές των γυναικείων δικαιωμάτων, που υπονομεύουν την ανατρεπτική δυναμική του. Γιατί για εμάς, ο μόνος φεμινισμός που μπορεί να υπάρχει και τον οποίο οφείλουμε να υπερασπιστούμε είναι ο ριζοσπαστικός αυτόνομος φεμινισμός, που παλεύει για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και την καταστροφή κάθε είδους καταπίεσης.
lass’attack
αυτόνομη γυναικεία ομάδα
άνοιξη ’25