Η προειδοποίηση είχε δοθεί σχεδόν δυο βδομάδες πριν. Ή αδειάζετε τις καταλήψεις ή το κάνουμε εμείς. Απλός, λιτός, απέριττος. Πέταγε το μπαλάκι στις καταλήψεις και περίμενε. Ξημέρωνε Τετάρτη· όλοι είχανε κανονίσει τα ρεπό τους. Ανηφορίζανε βαριεστημένα, κανένας δεν πρόλαβε να πάρει καφέ. Κατά τις 9 ξεκινάει η επιχείρηση «Τελεσίγραφο». Στην καρδιά των Ιωαννίνων, δίπλα στο δημαρχείο, καταλαμβάνουν το παλιό κτίριο της πολεοδομίας. Μπαίνουν από την πόρτα και ξεκινάνε τις δουλειές. Κάποιοι ανεβαίνουν να καθαρίσουν, στην πόρτα τοποθετείται πρωταθλητής του «τέτρις» για την οχύρωση, και οι υπόλοιποι πήγαν να βάλουν το γιγαντοπανό: «να γιομίσει ο τόπος καταλήψεις – κατάληψη τελεσίγραφο». Το έβλεπαν την προηγούμενη μέρα λίγο πριν πάρει την τελική του μορφή, και δεν μπορούσαν να σταματήσουνε να χαμογελάνε.
Πόσες καταλήψεις είπες ότι θα εκκενώσεις; 80; Κάν’ τες 81. Η απόδειξη στην πράξη ότι οι ιδέες δεν κλείνονται μέσα στα ντουβάρια, πως υπάρχουν στους δρόμους και τις γειτονιές, μπορείς να τις δεις να αχνοφαίνονται στην ταράτσα της παλιάς πολεοδομίας, κάποιοι τις κρατάνε στις γροθιές τους που έχουν υψωμένες.
Λίγα μέτρα μακριά, στο δημαρχείο, αποφασίζεται η εκκένωση του κτιρίου. Στο τσακ-μπαμ, χωρίς ιδιαίτερη κουβέντα. Να βγουν από εκεί το συντομότερο δυνατόν. Στις 11 είχε μαζευτεί ο κατασταλτικός μηχανισμός που χρειαζόταν. Τους ρωτάνε, θα βγείτε; Όχι. Απλοί, λιτοί, απέριττοι. Ανηφορίζουν σιγά-σιγά προς την ταράτσα. Μόλις φτάνουν το θέαμα είναι φοβερό. 14 άνθρωποι από τη μία φωνάζουν συνθήματα πιασμένοι αλυσίδα, από την άλλη οι μπαλούρδοι όλοι ένας και ένας. Αυτός που δεν καταλαβαίνει τι γίνεται, ένας που ξεκάθαρα τον κόψανε από τσίπουρα, ένας που τους στραβοκοιτάει επειδή του χαλάσανε το ρεπό και ο σερίφης, ο καλύτερος από όλους, ο 007 της λίμνης Παμβώτιδος. Η ζήλια για αυτά που κάνουν οι συνάδελφοί του στην Αθήνα διαγράφεται στη φάτσα του. Εκνευρίζεται που οι υπόλοιποι άνδρες των ΜΑΤ δεν έχουν το ίδιο μένος, περισσότερο όμως που τους εκκενώνει και αυτοί δεν σταματάνε να χαμογελάνε. Δεν μπορεί να το αντιληφθεί το κεφάλι του, «τι διάολο σε γάμο πάνε;»
Κατεβαίνουνε τις σκάλες όλοι μαζί, μπαίνουνε στο βανάκι της αστυνομίας για να τους πάνε στη ΓΑΔΙ. Η φωνή τους ενώνεται με τους αλληλέγγυους και κάνει το βανάκι να τρίζει. Άλλο όμως έξω στον δρόμο και άλλο στο αστυνομικό μέγαρο. Το λέει και η λέξη άλλωστε, μέγαρο, αλλιώς θα το λέγαν καφενείο. Παρόλα αυτά όμως είχανε τις χαρές τους, πώς να το κάνουμε; Βγάλανε ένα τάβλι που βρήκαν στο «μέγαρο», σπάσαν στην πράξη τον αντικαπνιστικό, έβαλαν τη μουσική τους, κολάτσισαν και περιμένανε… Κατά τις 2 το μεσημέρι έρχονται και τους λένε σχεδόν συνωμοτικά, σας έφεξε την πήρε πίσω τη μήνυση ο δήμαρχος (τι ευθυνοφοβία δέρνει αυτή τη χώρα!), είστε ελεύθεροι.
Έμασαν τα πράγματά τους και κατηφορίσανε, αφού περάσαν πρώτα από το «τελεσίγραφο», για να δουν την «οχύρωση» που του έκαναν για να μην ξαναμπούν. Κοιτάνε την πόρτα· την είχαν κλείσει με λαμαρίνα, δεν είναι καιρός για σπατάλες. Συνεχίζουνε να κατεβαίνουν για να βρουν τους συντρόφους τους, κάποιος πετάει «και πού να μπει το ‘20…». Αναστεναγμός και μία υπόσχεση:
Οι καταλήψεις είναι αγκάθι και για να τις πάρουν θα ματώσουν!
Τραμπάκουλας