Στη Βορειοανατολική Χαλκιδική, στην περιοχή των Σκουριών, διεξάγεται εδώ και δεκαετίες ένας πολύμορφος αγώνας κατοίκων και αλληλέγγυων ενάντια στις απόπειρες εξόρυξης χαλκού και χρυσού στο όρος Κάκαβος που έχουν γίνει μέσα σε αυτά τα χρόνια. Η σύγχρονη ιστορία της προσπάθειας εξόρυξης στις Σκουριές, ξεκινά το 1987 από κρατική μεταλλουργική βιομηχανία. Ακολουθεί στις αρχές του ’90 η πώληση των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης των μεταλλείων στην καναδική εταιρία TVX GOLD και την ελληνική της θυγατρική. Ωστόσο, η έντονη κινηματική δράση αναγκάζει τη δικαστική εξουσία και την εταιρία σε υποχώρηση. Το 2003 με ταχύτατες διαδικασίες το ελληνικό κράτος, στο οποίο είχαν ξαναπεριέλθει τα δικαιώματα της εξόρυξης, πουλά έναντι 11 εκατ. ευρώ τα μεταλλεία στην νεοϊδρυθείσα τότε “Ελληνικός Χρυσός”, ιδιοκτησίας ενός από τα μεγαλύτερα αφεντικά της χώρας, του Μπόμπολα, ενώ 6 μήνες αργότερα η αγοραία αξία τους προσδιορίζεται στα 408 εκατ. ευρώ! Σήμερα, με την υπόθεση να πηγαινοέρχεται στο Συμβούλιο της Επικρατείας, οι εργασίες συνεχίζονται με αυξημένη ένταση μέσα στο τελευταίο χρόνο, ενώ μέχρι στιγμής έχουν ήδη εκχερσωθεί περίπου 1500 στρέμματα του αρχέγονου δάσους και το έργο αναμένεται να ολοκληρωθεί με την εκχέρσωση 3350 περίπου στρεμμάτων.
Όλα αυτά τα χρόνια και με διάφορες διακυμάνσεις μέχρι και σήμερα, έχει αναπτυχθεί ένα πολύμορφο κίνημα αντίστασης στην εξόρυξη, που ως κύρια επιδίωξη έχει τον αποχαρακτηρισμό της περιοχής από μεταλλευτική και την έμπρακτη παρεμπόδιση και οριστική παύση κάθε διαδικασίας εξόρυξης. Περιφρούρηση του δάσους με βάρδιες, μαζικές πορείες σε πανελλαδικό επίπεδο, εκδηλώσεις ενημέρωσης, συνελεύσεις και επιτροπές αγώνα σε χωριά της ευρύτερης περιοχής, συγκρούσεις με την αστυνομία που φύλαγε το εργοτάξιο, σαμποτάζ και πυρπολήσεις του εξοπλισμού εξόρυξης, και πάνω απ’ όλα η αλληλεγγύη μεταξύ των αγωνιζόμενων, συνθέτουν εδώ και δεκαετίες το φάσμα του αγώνα. Στον αντίποδα, το κράτος απαντούσε και απαντάει με καταστολή. Ειδικά στη νεότερη φάση της όλης διαδικασίας, η αστυνομία στρατοπεδεύει στο βουνό και στα χωριά της ευρύτερης περιοχής, καταστέλλοντας βίαια διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις, ενώ σημείο σταθμό αποτελεί η δίωξη με τον “αντιτρομοκρατικό” νόμο, ανθρώπων που συμμετείχαν στο κίνημα αντίστασης, με κάποιους από αυτούς να προφυλακίζονται, καθώς επίσης και η δημιουργία τράπεζας DNA αγωνιστών ύστερα από συλλήψεις και εισβολές σε σπίτια, με σκοπό την ανά πάσα στιγμή δίωξή τους. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως οι συλλήψεις αγγίζουν μέχρι σήμερα τις 400. Η εταιρία από την άλλη, με κινήσεις παρακρατικής μαεστρίας, χρηματοδοτεί και οργανώνει συγκεντρώσεις υπέρ των μεταλλείων, επιστρατεύοντας κυρίως τους εργαζόμενους αυτών, για να περιφρουρούν και να υπερασπίζονται τις εγκαταστάσεις, αλλά στην ουσία για να υπερασπιστούν στην ολότητά τους τα συμφέροντα της εταιρίας και να τρομοκρατούν τους αντιστεκόμενους κατοίκους με τραμπούκικες μεθόδους.
Τα τελευταία ειδικά χρόνια, και απ’ όταν το ελληνικό κράτος υπέγραψε και επίσημα την υπαγωγή του σε οικονομικά προγράμματα των διεθνών τοκογλύφων, η ανάπτυξη μπήκε στην κορυφή της κυρίαρχης ατζέντας ως αντιστάθμισμα. Με πρόσχημα την οικονομική κρίση, το κράτος και οι μηχανισμοί του, προσπάθησαν να καλλιεργήσουν εντός του κοινωνικού συνόλου την πεποίθηση πως η ανάπτυξη αποτελεί αυτοσκοπό και πρέπει να μπει ως προτεραιότητα, ανεξάρτητα από τις συνέπειες που μπορεί να επιφέρει. Αυτό βέβαια σαν αντίληψη, δεν είναι κάτι που προέκυψε πρόσφατα, αλλά αποτελεί ένα από τα βασικά δόγματα του καπιταλισμού, συνεπώς και οι νεοφιλελεύθεροι διαχειριστές του κράτους, σε κάθε ευκαιρία την αναπαράγουν με περίσσεια χυδαιότητα.
Στην περίπτωση των Σκουριών λοιπόν, από τη στιγμή που η εταιρία «Ελληνικός Χρυσός» είχε στόχο μέσα στο περιβάλλον της κρίσης να επιταχύνει μία τόσο μεγάλη επένδυση, αποτελούσε το υπόδειγμα αυτού του δόγματος. Γι’ αυτό και υποστηρίχτηκε με μεγάλη θέρμη από τις τότε κυβερνήσεις και διαφημίστηκε και προωθήθηκε με πάθος από τα ΜΜΕ. Παράλληλα, το ότι ο τόπος αυτός αποτέλεσε κεντρικό κόμβο για τη ανάπτυξη οξυμένων κοινωνικών αντιστάσεων και το κατ’ επέκταση γεγονός ότι το κράτος τέθηκε σε θέση άμυνας και υπεράσπισης των συμφερόντων της εταιρείας, έκανε την όλη κατάσταση στις Σκουριές μία από τις βασικές περιπτώσεις εφαρμογής του κρατικού δόγματος της μηδενικής ανοχής. Κι αυτό διότι το κράτος, παρουσίαζε τους αγωνιζόμενους ως παρεμποδιστές του συνολικότερου δημόσιου συμφέροντος, οι οποίοι έπρεπε σύμφωνα με αυτή τη ρητορική και την επίκληση στη νομιμότητα να αντιμετωπιστούν ως εσωτερικός εχθρός, που πρέπει να παταχθεί με κάθε τρόπο. Μέσω αυτής της αντιμετώπισης, περαιτέρω σκοπός ήταν η περίπτωση των Σκουριών να λειτουργήσει παραδειγματικά και να γίνει σαφές πως όποιος αντιστέκεται στα αναπτυξιακά σχέδια των αφεντικών και του κράτους, θα αντιμετωπίζεται ως εχθρός και θα καταστέλλεται βίαια.
Από εκεί και ύστερα, μέσα σε μία σωρεία κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων, έφτασε ο Γενάρης του 2015, όπου και εκλέχθηκε η σημερινή κυβέρνηση. Το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως μέσω της καπήλευσης και διαμεσολάβησης του αγώνα, με επερωτήσεις στη Βουλή και την αυτόκλητη εκπροσώπηση σε διάφορα κανάλια αλλά και θεσμικές διαδικασίες από μεριάς βουλευτών του και υποψήφιων δημάρχων του στην εκεί περιοχή, δημιούργησε την αίσθηση συμπόρευσης του κόμματος αυτού με το ευρύτερο κίνημα αντίστασης στην εξόρυξη. Αυτό καλλιέργησε την ψευδαίσθηση λοιπόν ότι ήταν πιθανό, με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, να μπει οριστικό τέλος στην εξόρυξη στις Σκουριές. Έτσι λοιπόν η πολιτική του κατάφερε να οδηγήσει κομμάτια του κινήματος σε αναμονή και καθίζηση. Η στρατηγική που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση όμως, της καπήλευσης του κινήματος και αλλοίωσης των αιτημάτων του, έρχεται να αντικατασταθεί από την κυβερνητική στρατηγική της μέσης λύσης σήμερα. Έτσι, η κρατική προπαγάνδα στην παρούσα φάση, αναγνωρίζει την εξόρυξη στις Σκουριές ως αναπτυξιακό έργο, το οποίο αν γίνει μέσα στα “προβλεπόμενα περιβαλλοντικά όρια”, είναι θεμιτό. Ακόμη όμως και αν η λειτουργία των μεταλλείων υπό την αιγίδα της «Ελληνικός Χρυσός» κριθεί στο μέλλον παράνομη, το παραθυράκι για μια άλλη εταιρία να αναλάβει το έργο παραμένει ανοιχτό, όσο η περιοχή είναι χαρακτηρισμένη ως μεταλλευτική.
Μέσα από τη λογική που αναφέρουμε παραπάνω, αναδύεται το σχέδιο της, δήθεν, πιο φιλοοικολογικής αναπτυξιακής πολιτικής, η οποία είναι καθ’ όλα σύμφωνη με τις επιταγές της οικονομικής ελίτ. Διότι τα όρια του τι θεωρείται επιβλαβές και τι όχι για το περιβάλλον, έχουν οριστεί από τους ίδιους τους ωφελούμενους από τέτοια έργα, τους μεγαλοεπιχειρηματίες σε συνεργασία με το κράτος και σύμφωνα με πρωτόκολλα διεθνών διακρατικών οργανισμών και κατ’ επέκταση υπακούν στους νόμους της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Όλο αυτό το παραμύθι έχει το όνομα “πράσινη ανάπτυξη” και δεν είναι τίποτε παραπέρα από έναν ελιγμό του καπιταλισμού, προκειμένου να συνεχίσει να αναπαράγεται, με τις λιγότερες δυνατές αντιστάσεις, με την μεγαλύτερη δυνατή κοινωνική νομιμοποίηση, για αυτό και παράλληλα πλασάρεται ως παραγωγική διέξοδος από τις κρίσεις του.
Ωστόσο η βάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, είτε με φιλοοικολογικό προσωπείο, είτε χωρίς, είναι κοινή, και είναι η λεηλασία και ο βιασμός του φυσικού κόσμου. Ο καπιταλισμός όχι μόνο επικυρώνει τις προκαπιταλιστικές αντιλήψεις για κυριάρχηση της γης και των ζώων από τον άνθρωπο, αλλά και κάνει τη λεηλασία τους ζωτικό νόμο των σύγχρονων μαζικών κοινωνιών. Η γη, τα οικοσυστήματα, τα τρεχούμενα νερά των ποταμών, τα ζώα, αντιμετωπίζονται ως μέσα παραγωγής ωφέλιμων πόρων για την εξέλιξη του καπιταλισμού. Για την επιβίωση και την επέκταση της κυριαρχίας σε όλο τον κόσμο, όλο και περισσότερα ορυχεία εμφανίζονται σκάβοντας το υπέδαφος, ρυπαίνοντας τους βιότοπους και οδηγώντας, εντέλει, στον θάνατο πολλά από τα έμβια όντα των τοπικών οικοσυστημάτων. Όλες αυτές βέβαια οι διαδικασίες έχουν σαν σκοπό την εκπλήρωση και κατασκευή περισσότερων επίπλαστων αναγκών στηρίζοντας έτσι την υπερκατανάλωση και τελικά τα προνόμια της εκάστοτε εξουσίας.
Το προτεινόμενο έργο εξόρυξης χαλκού και χρυσού στο όρος Κάκαβος, ανατολικά της Χαλκιδικής, αποτελεί αναμφίβολα μία διαδικασία που φανερώνει την επιδίωξη της κυριαρχίας για όλο και αυξανόμενη εξάρτηση του ανθρώπου από την υλική πραγματικότητα. Πρόκειται για μια βίαιη επέμβαση στο φυσικό κόσμο, προκαλώντας του ανεπανόρθωτες βλάβες. Η μεταλλευτική δραστηριότητα λοιπόν, έχει δημιουργήσει μια σειρά προβλημάτων στην περιοχή. Τεράστιες εκτάσεις αρχέγονου δάσους αποψιλώνονται, το γενικότερο τοπίο αλλοιώνεται, βιότοποι καταστρέφονται, ενώ για την απαίτηση και μόνο χώρου εγκατάστασης του εργοταξίου και τη διάνοιξη δικτύων μεταφοράς και ηλεκτροδότησης προς αυτό, η καταστροφή είναι τεράστια. Η αποδοτικότερη λειτουργία της εξόρυξης προϋποθέτει την αποστράγγιση του υπεδάφους και τη συνεχή άντληση νερού προκαλώντας όμως έτσι καταβιβασμό της στάθμης του υπόγειου νερού και ξήρανση του γύρω πεδίου. Ένα από τα σημαντικότερα πλήγματα που δέχεται η χλωρίδα και πανίδα της ευρύτερης περιοχής οφείλεται στη χρήση εκρηκτικών για την επιφανειακή εξόρυξη του μεταλλεύματος. Χιλιάδες τόνοι σκόνης καθημερινά εκλύονται στην ατμόσφαιρα και στη συνέχεια καθιζάνουν στο έδαφος, υποβιβάζοντας την ποιότητα του αέρα και καθιστώντας άγονη τη γη, λόγω των βαρέων μετάλλων (όπως Αρσενικό, Ψευδάργυρο κ.α.) που περιέχει η σκόνη. Η χρήση εκρηκτικών ακόμα επιφέρει σε μεγάλο βαθμό ηχορύπανση με συνέπεια την απομάκρυνση ζωικών πληθυσμών από το δάσος όπως για παράδειγμα διαφόρων ειδών πτηνών, θηλαστικών αλλά και εντόμων. Στην ίδια κλίμακα από πλευράς επιπτώσεων με την εξορυκτική διαδικασία είναι και η επακόλουθη επεξεργασία του μεταλλευτικού υλικού, για την οποία προστίθεται η χρήση τοξικών ουσιών (όπως το Κυάνιο) και από την οποία απομένουν μεγάλες ποσότητες άχρηστων τοξικών καταλοίπων που εμπλουτίζουν το έδαφος με την παρουσία τους, ρυπαίνουν τα υπόγεια ύδατα και μετέπειτα τη θάλασσα.
Όπως όλη η πανίδα της περιοχής επιβαρύνεται από τα χημικά, τη ρύπανση εδάφους και νερού και τις εκλύσεις δηλητηριωδών αερίων στην ατμόσφαιρα, έτσι και οι άνθρωποι των γύρω περιοχών επηρεάζονται σε τέτοιο βαθμό, που καθίσταται οριακά αδύνατη και επικίνδυνη η παραμονή τους στις περιοχές αυτές. Αυτό σαν γεγονός, καταρρίπτει την αυτονομία τους στον αυτοκαθορισμό του τόπου διαβίωσης, καθώς επικαθορίζεται και διαμεσολαβείται με τον πιο βίαιο τρόπο από το κράτος και κάθε λογής εταιρία. Η αφαίρεση δηλαδή της αυτοδιάθεσης γίνεται με όρους καθοριστικούς για την υγεία και τη ζωή τους.
Όλα αυτά όμως σκόπιμα δεν λαμβάνονται υπόψιν από το κράτος και τις εταιρίες που επιβλέπουν το έργο και οι οποίες μάλιστα καθησυχάζουν τον κόσμο με την ιδέα της αποκατάστασης. Η καταπάτηση της φυσικής περιοχής που θα γίνει από τέτοιους καθησυχαστές θα αλλάξει το τοπίο με τρόπο ουσιαστικά ανεπανόρθωτο. Στο πλέον άγονο έδαφος δεν θα μπορεί να αναπτυχθεί καμία βλάστηση, στο πλέον ανύπαρκτο δάσος δεν θα μπορεί να ζήσει κανένα ζώο και αυτό που θα απομείνει είναι η κατασπαραγμένη φύση και μια ζωή δηλητηριασμένη για όλα τα ζώα, ανθρώπινα και μη, των γύρω περιοχών, όλα στο βωμό του κέρδους και της ασυδοσίας.
Η περίπτωση της εξόρυξης στις Σκουριές, αναδεικνύει μία ακόμη πτυχή του συστήματος εκμετάλλευσης, αυτή του τεχνοεπιστημονικού συστήματος ως ισχυρό όπλο στα χέρια της εξουσίας και της βιομηχανοποίησης. Η τεχνολογία και η επιστήμη εξελίσσονται μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο με σαφείς στοχεύσεις. Αναπαράγουν το πλαίσιο αυτό, καθώς η μορφή τους, οι δυνατότητές τους και ο σκοπός τους καθορίζονται από αυτό. Στην καπιταλιστική πραγματικότητα λοιπόν, που τα πάντα διαμεσολαβούνται από το κέρδος, η τεχνολογία συνέβαλε και συμβάλλει καθοριστικά στην περαιτέρω βιομηχανοποίηση, κι έτσι οι ρυθμοί παραγωγής εντείνονται διαρκώς, νέα πεδία πλουτισμού ανοίγονται και νέες μέθοδοι ελέγχου και καταστολής εφαρμόζονται. Έτσι και στις Σκουριές, η συμβολή των παραπάνω κλάδων προς όφελος της εταιρίας και των κρατικών πολιτικών, είναι προφανής. Από τη μία οι ταχύτατοι ρυθμοί που αναπτύχθηκε το “έργο”, αλλά και η ίδια η μέθοδος εξόρυξης, είναι απόδειξη των παραπάνω. Από την άλλη η γενετική και η βιοτεχνολογία χρησιμοποιούνται ως εργαλεία βιοπολιτικής σε ευρύτερη κλίμακα από τις δυνάμεις καταστολής. Έτσι, έχει δημιουργηθεί τράπεζα DNA αγωνιστών της Χαλκιδικής, με σκοπό την επιβολή του ελέγχου και της τρομοκρατίας στις τάξεις τους. Στόχος αυτής της πρωτοφανούς κίνησης είναι μεν η δίωξή τους, αλλά και ευρύτερα ο περιορισμός στο εύρος και την πολυμορφία των δράσεών τους, τη στιγμή που το κίνημα στις Σκουριές έχει δείξει τις δυναμικές και επιθετικές του διαθέσεις απέναντι στην εταιρία και τους υπερασπιστές της.
Εμείς από τη μεριά μας ως αναρχικοί/ές παλεύουμε προτάσσοντας την ολική απελευθέρωση, μακριά από μία κοντόφθαλμη ανθρωποκεντρική προσέγγιση, γι’ αυτό και η υπεράσπιση της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσης για μας δεν αρχίζει και τελειώνει μονάχα στα στενά πλαίσια του ανθρώπινου είδους, σε αντίθεση με την κυρίαρχη νοοτροπία που βάζει τον άνθρωπο-εξουσιαστή όχι ανάμεσα στον φυσικό κόσμο, αλλά απέναντί του. Συμπαρατασσόμαστε με τον αγώνα ενάντια στα μεταλλεία των Σκουριών και δεν μπορούμε παρά να συμβάλουμε στην όξυνση του, κόντρα στην ανάθεση στους θεσμούς, τα προσχήματα για ανάπτυξη και πρόοδο και την τρομοκρατία που επιβάλλει το κράτος και οι μηχανισμοί του.
Τοποθετούμε αυτόν τον αγώνα στο διεθνές ψηφιδωτό των κινημάτων εναντίον του εκμεταλλευτικού συστήματος. Κοινή βάση αυτών των αγώνων για μας είναι η απαγκίστρωση από τα δεσμά του κράτους, του κεφαλαίου και κάθε ιδεολογήματος που αυτά προωθούν. Είναι ζητούμενο λοιπόν τα τοπικά κινήματα να ξεφεύγουν από το στενό τοπικό τους χαρακτήρα και να αφορούν το σύνολο εκείνων που αγωνίζονται ενάντια στην καπιταλιστική βαρβαρότητα. Να αγωνιστούμε για την ανατροπή του συστήματος που τεμαχίζει τη γη σε χώρες και οικόπεδα πλασάροντας νοοτροπίες τοπικισμού και εθνικισμού, με σκοπό η τακτική του διαίρει και βασίλευε να διαχωρίζει τους καταπιεσμένους, τη στιγμή που ο βαθύτερος σκοπός είναι η δημιουργία πιστών και καθηλωμένων υπηκόων.
Να δώσουμε μάχες στο σήμερα για την καταστροφή του συστήματος που δεν διστάζει να δηλητηριάσει ολόκληρες περιοχές και όλα τα ζώα, ανθρώπινα και μη, που κατοικούν σε αυτές, για να καλύψει τις επίπλαστες ανάγκες που το ίδιο δημιουργεί, πλουτίζοντας ταυτόχρονα στις πλάτες των από τα κάτω.
Να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με τα άλλα ζώα και τη φύση συνολικότερα, μακριά από το σάβανο της εκμετάλλευσης και της εξουσίας.
αναρχική / αντιεξουσιαστική συλλογικότητα για την ολική απελευθέρωση, Κρακατόα