«Ο φασισμός δεν απορρέει από τις δομές της αστικής δημοκρατίας στην κρισιακή συγκυρία, όπως η χολή από το στομάχι, αλλά αποτελεί συγκεκριμένη αστική επιλογή σε δοσμένες συνθήκες, η οποία για να ηγεμονεύσει απαιτεί με τη σειρά της την ανάπτυξη αντίστοιχης κουλτούρας».
~Antonio Gramsci, Δημοκρατία και φασισμός, 1924
3 χρόνια μετά
Αυτή η επέτειος αποτελεί την αμετάκλητη πια εμφάνιση της Χ.Α στο κοινωνικό γίγνεσθαι, στον απόηχο του 6,97% και των 440.894 ψήφων, και μετά από άλλο ένα ρατσιστικό πογκρόμ στη Πάτρα. Η εμφάνιση της nεοναζιστικής αυτής οργάνωσης στο κεντρικό πολιτικό πεδίο σημαίνει ότι στην βάση της κοινωνίας λαμβάνουν χώρα διεργασίες που καμία προληπτική αντιφασιστική δράση από μόνη της δεν θα είναι σε θέση να εμποδίσει. Η εξαθλίωση που επιφέρει η κατάρρευση του μέχρι πρότινος πολιτικού-οικονομικού μοντέλου, σε συνδυασμό με τη μάλλον μεθοδευμένη γκετοποίηση κάποιων περιοχών των μεγάλων αστικών κέντρων, αναπόφευκτα θέτει σε κίνηση αντανακλαστικά τα οποία ήταν σε σχετικό λήθαργο κατά την περίοδο της πλαστής ευμάρειας. Σχετικά με αυτό αντλήσαμε τα παρακάτω αποσπάσματα από το περιοδικό Antifa (τεύχος 15, 06/02/2010, Σπουδές στο Γαλανόμαυρο – Λίγα λόγια επί του γενικού και ορισμένες παρατηρήσεις) γιατί βάζει το ζήτημα σε σωστές βάσεις.
«Ο φασισμός και οι πηγές του είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο πολύ βαθύτερο και πολύ ευρύτερο από τον οργανωμένο φασισμό. Οι καπιταλιστικές κοινωνίες είναι οργανωμένες πάνω στην εκμετάλλευση και υποτίμηση της ανθρώπινης εργασίας, συνεπώς πάνω στην εκμετάλλευση και υποτίμηση της ανθρώπινης ζωής. Είναι κοινωνίες που βρίσκονται σε διαρκή καθημερινή βίαιη σύγκρουση γύρω από αυτή την εκμετάλλευση και υποτίμηση. Ο φασισμός είναι η ερμηνεία σε στιγμές έκτακτης ανάγκης της σχέσης κεφάλαιο και του κράτους ως του συλλογικού καπιταλιστή, από εκείνα τα κομμάτια της ταξικής κοινωνίας που στη διαρκή σύγκρουση τάσσονται με τη μεριά των αφεντικών. Ο φασισμός δηλαδή είναι απόρροια ενός ακλόνητου κοινωνικού γεγονότος ήδη διατυπωμένου εδώ και σαρανταπέντε χρόνια».
Έχουμε λοιπόν τη γνώμη ότι το φασιστικό φαινόμενο δεν είναι καταδικασμένο εσαεί σε κάποιο περιθώριο. Αντιθέτως, το φασιστικό φαινόμενο βρίσκεται, πολύ προσωρινά, πολύ ανακλητά, σε μια Λίμπο, σε μια μισο-υπαρκτή και μισοανύπαρκτη κατάσταση από την οποία όμως μπορεί κάλλιστα να ανασυρθεί και να αποκτήσει την παλιά του και ακόμη μεγαλύτερη χρησιμότητα, όχι πια ως περιθώριο, αλλά ως κεντρική πολιτική κατεύθυνση του ελληνικού κράτους, όχι πια με γνώριμες μορφές, αλλά με νέες. Και όποιος αμφιβάλλει, καλά θα κάνει να θυμηθεί πως αυτή η αναβίωση έχει ήδη συμβεί τουλάχιστον μία φορά μετά τη μεταπολίτευση, κατά τη διάρκεια της ελληνικής ιμπεριαλιστικής περιπέτειας στα Βαλκάνια των αρχών της δεκαετίας του ‘90. Τότε, για λίγα χρόνια, το φασιστικό φαινόμενο δεν ήταν περιθωριακό και δεν περιοριζόταν στους οργανωμένους· αντιθέτως κινητοποιούσε μάζες, κατέστρωσε πολιτική στους δρόμους, στα υπουργεία, μέσα και έξω από τα σύνορα. Τότε, για λίγα χρόνια, το ελληνικό κράτος, ή κάποια κομμάτια του, ανακάλυψαν εκ νέου τον φασιστικό εαυτό τους. Έχει συμβεί και ξανασυμβεί παλιότερα. Και τώρα, καθώς η διαδικασία που λέγεται κρίση θα υποτιμά τις ανθρώπινες ζωές, καθώς αυτή η υποτίμηση θα απειλεί με κοινωνική έκρηξη, θα ξανασυμβεί.
Και να που συνέβη. Το «απρόσμενο» 6.97% όμως δεν θα έπρεπε να μας εκπλήξει και τόσο, μιας και σε σχεδόν όλες τις αναλύσεις μας αναφερόμασταν στην επερχόμενη κοινωνική πόλωση, και μάλιστα με όρους νέου εμφυλίου. Να που θα πρέπει κανείς να προσέχει τι εύχεται, ή τουλάχιστον να είναι έτοιμος να το κάνει πράξη. Το πέρασμα από την συνθηματολογία του στιλ «Βάρκιζα τέλος» ή το παλαιό φασίστες κουφάλες… είναι πλέον κάτι παραπάνω από μια ελαφρά τη καρδία έκφραση διαθέσεων, είναι πια αναγκαιότητα.
Η στρατηγική της Χ.Α. δεν είναι τυχαία, αντίθετα, είναι μελετημένη και έχει αρχίσει να γίνεται πράξη, και έχει και τα ανάλογα θετικά για αυτούς αποτελέσματα. Οι εκκαθαρίσεις περιοχών, η γραμμή καταγγελίας εργοδοτών που απασχολούν μετανάστες, η φύλαξη χρημάτων, η προσφορά προστασίας-ασφάλειας, η δημιουργία δομών μόνο για Ελληνες κ.λπ. είναι βήματα προς μια πολύ συγκεκριμένη κατεύθυνση, προς τις:
Εθνικά απελευθερωμένες ζώνες
Η εθνικά απελευθερωμένη ζώνη θεωρείται μία από τις πιο σημαντικές στρατηγικές έννοιες τις άκρας δεξιάς (στη Γερμανία) τα τελευταία χρόνια. Πρωτοεμφανίστηκε στη δεύτερη έκδοση του περιοδικού «Ενότητα και Πάλη», τον Σεπτέμβριο του 1990, και το 1991 δημοσιεύτηκε σε μια αναθεωρημένη έκδοση στο περιοδικό της φοιτητικής οργάνωσης του NPD. Ο κύριος θεωρητικός αυτής της νέας δεξιάς στρατηγικής ονομάζεται Henning Eichenberg. Η επιρροή του διαπιστώνεται σε ένα μεγάλο μέρος του κειμένου αυτού. Έτσι αναφέρεται εκεί: «Απελευθερωμένες ζώνες για εμάς είναι περιοχές, όπου η κεντρική αντίφαση ταυτότητα/αποξένωση θα επιλυθεί υπέρ της ταυτότητας». Ο Eichenberg ορίζει σαν ταυτότητα «τις κοινές ρίζες, το γνώριμο». Έτσι η έννοια απελευθερωμένη ζώνη περιγράφεται ως «ασφαλής χώρος, μια αλληλέγγυα κοινότητα, μια πατρίδα».
Πολιτιστική ηγεμονία σε τοπικό επίπεδο
Ο δεύτερος θεωρητικός που άσκησε μεγάλη επιρροή στους ακροδεξιούς κύκλους είναι ο ιδρυτής της νέας γαλλικής Δεξιάς, ο Alain de Benoist, τα έργα του οποίου βασίζονται πάνω σε αυτά του Ιταλού κομμουνιστή Antonio Gramsci. Η έννοια της απελευθερωμένης ζώνης είναι η πολιτιστική ηγεμονία που θα πρέπει να διασφαλιστεί στο προ-πολιτικό πεδίο*, ώστε να αποκτήσει η άκρα δεξιά επιρροή και να ενταχτεί στις τοπικές κοινότητες. «Είναι αναγκαία η συνεχής επικοινωνία με τους κατοίκους, να τους βοηθάμε παντού και πάντα, π.χ. τους ηλικιωμένους , να κάνουμε νυχτερινές περιπολίες στους δρόμους, να αποτρέπουμε την εμφάνιση μεταναστών στην γειτονία. Θα πρέπει να πράττουμε έτσι ώστε να κολυμπάμε σε μια θάλασσα συμπάθειας, ώστε οι κάτοικοι να μας εμπιστεύονται τυφλά». Συνολικά, πρόκειται για την προσπάθεια δόμησης μιας αντισταθμιστικής ισχύος που θα είναι σε θέση να αναγκάσει το κράτος σε υποχώρηση (πράγμα που στην Ελλάδα σήμερα γίνεται από μόνο του) ώστε να δημιουργηθούν πεδία κυριαρχούμενα, ελέγξιμα, και με βία. «Οι Απελευθερωμένες ζώνες είναι ορμητήρια αλλά και καταφύγια για τους εθνικιστές. Από στρατιωτικής πλευράς βρισκόμαστε σε έδαφος στο οποίο όχι μόνο θα μπορούμε να κάνουμε πολιτική δουλειά και να διαδηλώνουμε ελεύθερα, αλλά στο οποίο ο αντίπαλος δεν θα έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει. Θα πρέπει να διαλέγουμε αυτά τα εδάφη προσεκτικά έτσι ώστε ακόμη και μια 12άδα μαχητών να αρκεί για να τα καταλάβουν». Πηγή: Αntifaschistisches INFO blatt Nr.94
Πίσω στο εδώ και το σήμερα
Έχει αποδειχθεί πως κάθε σπιθαμή εδάφους που κερδίζουν ή παραχωρείται στους φασίστες είναι πλέον εχθρικό έδαφος δύσκολο να ανακαταληφθεί (βλ. Άγιος Παντελεήμονας), όχι τόσο λόγω της στρατιωτικής τους ισχύος, όσο λόγω της προστασίας που χαίρουν από την ΕΛ.ΑΣ., αλλά και των κοινωνικών δεσμών που αναπτύσσουν εκεί. Εκτιμούμε πως οι φασιστές αυτήν την περίοδο προωθούνται και χαίρουν της προστασίας των κατασταλτικών μηχανισμών, όχι τόσο γιατί στα υψηλόβαθμα κλιμάκια έχουν ναζιστικές τάσεις, αλλά γιατί καλούνται να εκπληρώσουν ή καλύτερα να ολοκληρώσουν έναν σχεδιασμό από συγκεκριμένα υψηλά συμφέροντα στον μεσιτικό τομέα, τα οποία είναι άμεσα συνδεδεμένα με κομμάτια του κρατικού μηχανισμού, και αυτό δεν είναι δα και καμιά αποκάλυψη: π.χ. στις 27/06/2009, η αντιπρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Αθήνας, Μίνα Χαρμπαλή, δήλωνε στην εφημερίδα «ΝΕΑ»: «Μεγαλοκατασκευαστές και εφοπλιστές έχουν ήδη προβεί σε αγορές στην πλατεία Θεάτρου και στις γύρω περιοχές, εκμεταλλευόμενοι την πτώση στις τιμές των ακινήτων». «Εάν λυθεί το πρόβλημα με τους μετανάστες, οι τιμές θα εκτιναχθούν στα ύψη, αφού αυτό το κομμάτι της Αθήνας έχει από τα μεγαλύτερα πλεονάσματα σε κτιριακό δυναμικό».
Η έξαρση των φασιστικών επιθέσεων μπορεί βάσιμα να μεταφραστεί ως άλλο ένα στάδιο του σχεδίου υποβάθμιση-εξαγορά-αναδόμηση του κέντρου της Αθήνας. Δεν θεωρούμε τυχαία την ατάκα του Σαμαρά «Να επανα-καταλάβουμε τις πόλεις μας». Η Χ.Α αυτή τη στιγμή είναι πολύ χρήσιμη στο κεφάλαιο γιατί μπορεί να αναλάβει τις εκκαθαρίσεις (ξεκινώντας από τους μετανάστες και με αμέσως επόμενο στόχο εμάς και τις υποδομές του χώρου) με μέσα τα όποια δεν μπορούν να τα χρησιμοποιούν οι μπάτσοι, δρώντας στην ουσία επικουρικά, ως δύναμη κρούσης.
Όταν θα εκπληρώσουν την αποστολή τους λογικά θα αντιμετωπίσουν και αυτοί την καταστολή, γιατί ένας παρακρατικός μηχανισμός είναι χρήσιμος μονάχα όσο είναι ελέγξιμος, εάν και όταν αυτός θα αρχίσει να διεκδικεί το δικό του μερίδιο από την πίτα και έρθει σε κόντρα με τα αφεντικά του. Εκεί θα κριθεί ανάλογα με την δυναμική που έχει αναπτύξει όλο το προηγούμενο διάστημα.
Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση
Όπως προαναφέρθηκε, η έννοια της απελευθερωμένης ζώνης δεν είναι κτήμα των φασιστών, ίσα ίσα είναι μια στρατηγική εξαιρετικής σημασίας, το πώς νοηματοδοτείται και τι χαρακτηριστικά έχει εξαρτάται από το ποιος τη διεκδικεί, το κράτος και οι φασίστες ή οι δυνάμεις με απελευθερωτική-ελευθεριακή κατεύθυνση. Με άλλα λόγια, ΕΜΕΙΣ Η’ ΑΥΤΟΙ; Μια αμυντική θέση, το να βρεθούμε σε μια κατάσταση όπου θα πρέπει να ξανά-υπερασπίσουμε τις δομές μας στο κέντρο από εφόδους φασιστών και μπάτσων (όπως κατά τη διάρκεια των πογκρόμ του Μαΐου του 2011), αντί να είμαστε εμείς αυτοί που θα εφορμούν στις δικές τους «επικράτειες» είναι σίγουρα λάθος στρατηγική με εφιαλτικά ίσως αποτελέσματα. Πολλοί/ες θα πουν ότι κινδυνολογούμε. Ας ελπίσουμε πως είναι έτσι, οι καταστάσεις τη δεδομένη συγκυρία δείχνουν το αντίθετο.
Μια κατεύθυνση
Σίγουρα το στρατιωτικοποιημένο κέντρο της Αθήνας κάνει δύσκολη αλλά όχι ακατόρθωτη την αντεπίθεση. Η δημιουργία της κεντρικής διαδικασίας που θα συσπειρώσει τις δυνάμεις μας είναι η προϋπόθεση. Μια διαδικασία-όργανο που θα σχεδιάσει ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο για την καθιέρωση «δικών μας» Πολιτοφυλακών. Καθιέρωση σημαίνει θεσμοποίηση, και θεσμοποίηση είναι η δια της σταθερής επανάληψης παγίωση. Το στοίχημα είναι αν θα επιτευχθεί η δημιουργία κοινού μετώπου με τις λαϊκές συνελεύσεις και τις υπόλοιπες ήδη υπάρχουσες δομές/ομάδες στις συνοικίες, ώστε να συντονιστεί η όσο το δυνατόν πιο συχνή παρουσία (μέσω μικροφωνικών π.χ.) μαχητικών ομάδων περιφρούρησης σε στρατηγικά σημεία που διεκδικούν οι φασίστες.
NO PASSARAN
Για να δημιουργήσουμε το δικό μας τρίγωνο Αλεξανδρούπολης-Ηγουμενίτσας-Γαύδου, τις δικές μας απελευθερωμένες ζώνες.
*προ-πολιτικό πεδίο είναι το πεδίο στο όποιο εξελίσσονται και διαμορφώνονται εξωθεσμικές κοινωνικό-οικονομικό-πολιτικές διαδικασίες, δηλαδή όχι σε κεντρικό θεσμικό-πολιτικό επίπεδο.
Carpe Diem