Ένα βασικό ζήτημα για τις ριζοσπαστικές δυνάμεις που δρούσαν, δρουν και αναπτύσσονται στους κοινωνικούς αγώνες του παρόντος είναι να αναδείξουν και να κάνουν εμφανείς στα κομμάτια αυτά, που δείχνουν όλο και πιο έντονη διάθεση να ξεπεράσουν το αστικό-δημοκρατικό σύστημα με βασικό άξονα-πρόταγμα το ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΩΡΑ, πως ο ρόλος, η στρατηγική και οι στόχοι της Καθεστωτικής αριστεράς (Κ.Α.) στη διαδικασία αυτή ήταν, είναι και θα είναι ΕΧΘΡΙΚΟΙ.
Το συμπέρασμα αυτό δεν είναι αποτέλεσμα ιδεολογικής πώρωσης εκ των αριστερών ούτε στείρα πολεμική. Είναι γνώση που κατακτήθηκε μέσα από τους αγώνες του παρελθόντος, μακρινού και μη. Τα μαθήματα-παθήματα της ιστορίας κανείς δεν δικαιούται να τα αγνοεί, ο ισπανικός και ο ελληνικός εμφύλιος, ο συμβιβασμός στην Αργεντινή, η στάση της Κ.Α. στα τελευταία γεγονότα (15-28-29/06) κάνουν ξεκάθαρο πως η Κ.Α. μιλάει τη γλώσσα της εξουσίας.
Πέραν αυτού, αυτοί που χαράζουν τη στρατηγική της είναι υποκριτές και απατεώνες. Για παράδειγμα: Πώς είναι δυνατόν να λένε πως μάχονται ενάντια στο μεσοπρόθεσμο, και να μην παραιτούνται από την βουλή; Τι θα γινόταν αν στις 28-29/06 αποχωρούσε ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ; Τι θα γινόταν αν τουλάχιστον υποστήριζαν μαχητικά με σύσσωμο τον κομματικό τους μηχανισμό την περικύκλωση της βουλής; Ήταν διασκεδαστικό να ακούς την αριστερά να φωνάζει προς τη βουλή, στην οποία και συμμετέχει ΟΥΣΤ, και να φύγουν. Για άλλη μια φορά πούλησαν «αγωνιστική κουλτούρα» για την υπεράσπιση τον λαϊκών κεκτημένων και μετά ήταν απόντες. Για την ήττα έφταιγαν όπως πάντα οι κουκουλοφόροι και τα ΜΑΤ.
Η πάγια στρατηγική του από ήττα σε ήττα ως την τελική νίκη αποτελεί εν τέλει το βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής της Κ.Α. Σε καιρούς όπου το σύστημα δε έχει περιθώρια διαπραγματεύσεων με τις παραγωγικές δυνάμεις, η πολιτικαντική αυτή τακτική –του δεν θα περάσει– αποτελεί μέγιστη υποκρισία.
Η Κ.Α. πατάει σε τρεις βάρκες, από τη μια μιλάει με περίσσια υποκρισία για ανατροπή του καπιταλισμού, από την άλλη θέτει μεταβατικούς στόχους με εθνικά χαρακτηριστικά (αποχώρηση από Ε.Ε. και ΝΑΤΟ π.χ.) και προσπαθεί να προστατέψει τους εργαζόμενους απαιτώντας κοινωνικό κράτος. Σε καμία περίπτωση όμως δεν θέλει να συμβάλει σε μια ριζικά ανατρεπτική κατεύθυνση.
Σε γενικές γραμμές ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και οι όσες συνιστώσες συμφωνούν πως «η πολιτική λύση σήμερα θα είναι εντός του αστικού συστήματος» και όχι στην ανατροπή του. Τουλάχιστον αυτό δηλώνουν τα επιφανή πολιτικά στελέχη τους. Παράδειγμα: σύμφωνα με τον εκπρόσωπο τύπου του ΣΥΝ, Π.Σκουρλέτη, απαιτείται «ένα συνολικό σχέδιο βαθιών αλλαγών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο», οι αλλαγές αυτές συνίστανται «στην έκδοση ευρωομολόγου και στην δυνατότητα της Ε.Κ.Τ. να τυπώνει χρήμα για να δανείζει τα κράτη».
H Κ.Α. θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να απομονώσει και αποτρέψει την όποια ριζοσπαστική διάθεση υπάρχει, αρκεί να είναι αυτοί οι επίσημα αναγνωρισμένοι διαμεσολαβητές μεταξύ των τάξεων. Δεν είναι τυχαίο πως για την αριστερά το πρόβλημα είναι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και όχι η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Στον λόγο της κυριαρχεί το αίτημα του να παρθούν πίσω τα όποια νέα μέτρα, πράγμα που υποδηλώνει πως μερικές υποχωρήσεις από τη μεριά της εξουσίας τούς φτάνουν για να αρχίσουν να μιλάνε για νίκες. Η Αργεντινή έχει να μας διδάξει πολλά όσον αφορά την πραγματικότητα αυτή. Πρέπει να τους ξεμπροστιάσουμε ως αυτό που είναι, άλλο ένα κομμάτι αυτού του σάπιου συστήματος.
Carpe diem